Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Ανταλλακτική οικονομία

  

Πηγή: ΚΙΜΠΙ

ΈΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΧΡΟΝΙΑ, η προϊστορία παίρνει την εκδίκησή της από την Ιστορία. Και μάλιστα -πώς να το φανταστεί κανείς;- μέσω των Χριστουγέννων. Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Μετά τις γιορτές, η εμπορευματική οικονομία θα κάνει τον απολογισμό της στις χώρες της ύφεσης, των μνημονίων και της λιτότητας. Και θα βρει το ταμείο μείον. Πολύ μείον. Και θα πέσει κλάμα, μεταφορικό και κυριολεκτικό. Διότι αυτή τη φορά η οικονομία του δώρου δεν θα έχει κάνει το θαύμα της. Αυτή η επιβίωση της προϊοστορίας, το δώρο, βασικός τρόπος συναλλαγής των ανθρώπων πριν εδραιωθεί η ανταλλαγή σε είδος ή σε χρήμα, παίρνει την εκδίκησή της από την εμπορευματική οικονομία διά της απουσίας της.

ΣΚΕΦΤΕΙΤΕ ΤΟ ΛΙΓΟ. Υπάρχουν κλάδοι που κάνουν ακόμη και το 50% του ετήσιου τζίρου τους την περίοδο των γιορτών. Ακόμη και θεσμοί του λεγόμενου κοινωνικού κράτους που θεσπίστηκαν με υπόρρητο προορισμό να τονώσουν τον ετήσιο οικονομικό κύκλο, όπως ο 13ος μισθός, τα δώρα φιλοφρόνησης μεταξύ συναλλασσομένων ή από εργοδότες προς υπαλλήλους φέτος θα λάμψουν διά της απουσίας τους.

Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ, παρά τις ποικίλες συγκρούσεις του με παραδόσεις παλιότερων κοινωνικών σχηματισμών, μεγέθυνε στο έπακρο έθιμα με εμπορευματική αξία και περιθώρια κέρδους. Τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά, μια περίοδος γεμάτη αρχαίες παραδόσεις προσφοράς χωρίς προσδοκία ανταπόδοσης, εξελίχθηκαν σ’ ένα εμπορευματικό ντελίριο στο οποίο επενδύθηκαν κολοσσιαία ποσά. Έπειτα ακολούθησε και το Πάσχα και στις μέρες μας οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν φτάσει να μας υπενθυμίζουν ακόμη και τις ονομαστικές γιορτές αγαπημένων προσώπων και φίλων, προκειμένου να κερδίσουν έστω κι ένα χιλιοστό αύξησης του τζίρου σε δώρα. Αν γνώριζαν και τα γενέθλια ή τις επετείους γάμων μας, θα τα περιλάμβαναν στους σχεδιασμούς τους. Και τα δώρα στην εποχή της ολιστικής εμπορευματοποίησης δεν είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία προϊόντων. Δώρο, μας υπενθυμίζουν τα «πουμπλί» γιορταστικά αφιερώματα των ΜΜΕ, μπορεί να είναι οτιδήποτε. Από ένα ανόητο, φθηνό μπιχλιμπίδι του ενός ευρώ, μέχρι ένα αυτοκίνητο, ένα ιστιοπλοϊκό σκάφος ή ένα ακριβό μονόπετρο δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Ανάλογα με το απόθεμα αγάπης και χρήματος που διαθέτει κανείς.

ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟ ΤΡΟΠΟ, ο εμπορευματικός μας πολιτισμός, ιδιαίτερα στην καπιταλιστική του κορύφωση, πέφτει θύμα της τεράστιας επιτυχίας του. Επένδυσε πολλά, πάρα πολλά στον πολιτισμό που θέλησε να εξαλείψει και να υποκαταστήσει πλήρως: στον πολιτισμό του δώρου, ο οποίος, κατά τους ανθρωπολόγους, μαζί με τις άλλες μορφές ανταλλακτικής και πάντως μη χρηματικής οικονομίας, καλύπτει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, πολλών χιλιάδων χρόνων, από την εμπορευματική και ιδιαίτερα τη χρηματική του εκδοχή.

Η ΛΙΤΟΤΗΤΑ και η ύφεση συντρίβουν αυτό το εμπορευματικό κεκτημένο. Το δώρο, για την ακρίβεια η αγορά του δώρου, είναι το πρώτο που θα συντριβεί ή θα συρρικνωθεί δραματικά όσο οι συνήθειές μας θα προσαρμόζονται σ’ αυτό που μας περιγράφουν ως μοιραία κατάσταση. Σε συνθήκες στάσης πληρωμών προς την κοινωνία, οι προτεραιότητες αλλάζουν. Η επιβίωση των ανέργων, των υποαμειβόμενων ή απλήρωτων μισθωτών, των συνταξιούχων που υποβαθμίζονται σε μια κατάσταση υποσιτισμού περιθωριοποιεί ως πολυτελείς τις ανάγκες ηθικής, συναισθηματικής αξίας και αλληλεγγύης προς τέκνα, εγγόνια, βαφτιστήρια, ανίψια, γονείς, θείους, μπατζανάκηδες, συγγενείς γενικώς, φίλους, συναδέλφους, γνωστούς. Το μότο των ημερών είναι «να βρεθούμε, αλλά τα δώρα κομμένα και δεν παρεξηγούμεθα» και αντιρρήσεις πολλές δεν ακούγονται από την άλλη πλευρά, που άλλοτε θα αντέτεινε «μα πώς, να έρθουμε σπίτι σας με τα χέρια ξερά;».

ΒΕΒΑΙΩΣ, επειδή η αρχέγονη παράδοση έχει αποδειχθεί πιο ανθεκτική στον χρόνο από οποιαδήποτε μεταγενέστερη νεωτερικότητα που απαιτεί την εκδήλωση της προσφοράς και την έκφραση της συγγενικής ή φιλικής αγάπης συσκευασμένη σε αμπαλάζ με πολυτελή χαρτιά και χρυσές κορδέλες, το πιθανότερο είναι οι άνθρωποι να αποδειχθούν εφευρετικοί σε υποκατάστατα δώρου. Το λέμε στην πλάκα εδώ και καιρό, αλλά μην εκπλαγείτε αν αρχίσει το πάρε δώσε των δώρων εκ των ενόντων, χωρίς άμεσο οικονομικό κόστος. Έχεις, για παράδειγμα, πενήντα ρίζες ελιές στο χωριό σου, αλλά δεν έχεις ανάγκη και τους οκτώ τενεκέδες λάδι που βγάζουν. Οπότε σκας μύτη στο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς στον κουμπάρο σου μ’ έναν τενεκέ, εν ανάγκη του κοτσάρεις και μια κόκκινη κορδέλα να το κάνεις υπερπαραγωγή. Κι αυτός καταϋποχρεώνεται και, όταν σου ανταποδίδει την επίσκεψη, εμφανίζεται στην πόρτα με μια καλαθούνα που του ’στειλε η μάνα του απ’ το χωριό με δέκα χωριάτικα αυγά, ένα τάπερ με χωριάτικη πίτα κι ένα σακούλι με χειροποίητο ξινοτραχανά, που τον έχεις επιθυμήσει από τότε που ήταν μέρα παρά μέρα το πρωινό ή το βραδινό σου. Αντιλαμβάνεστε ότι για ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα του πληθυσμού αυτής της μορφής η ανταλλακτική οικονομία μπορεί να περιλάβει δεκάδες προϊόντα αγροτο-βουκολικής προέλευσης, από κρασί και τσίπουρο μέχρι τυροκομικά, λαχανικά και φρούτα από οικιακά μποστάνια και οπωρώνες. Μια ολόκληρη παραοικονομία της διατροφής- γιατί παραοικονομία θα τη θεωρήσει η τροϊκανή μας δημοκρατία- μπορεί να αποτρέψει έναν ενδεχόμενο λιμό για ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού των πόλεων, ακόμη κι αν η χώρα χρεοκοπήσει.

ΚΙ ΕΠΕΙΔΗ Η ΕΦΕΥΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ των ανθρώπων όταν πρόκειται να δώσουν τη μάχη της επιβίωσης δεν γνωρίζει όρια, καταγωγές και ονομασίες προέλευσης, μπορούμε να φανταστούμε την επέκταση αυτής της ανταλλακτικής οικονομίας στις πόλεις των απολυμένων μισθωτών και των υποαμειβόμενων δημοσίων υπαλλήλων σε είδη που καλύπτουν ευρύτερες ανάγκες, πέρα από τη διατροφή. Είσαι, για παράδειγμα, βιβλιοφάγος, έχεις εκατοντάδες βιβλία που τα έχεις διαβάσει, δεν χωρούν πια στη βιβλιοθήκη, οπότε διαλέγεις μερικά, τα συσκευάζεις και τα δωρίζεις στον κολλητό σου. Ο οποίος είναι μανιώδης συλλέκτης δίσκων και σου ανταποδίδει με την πρώτη ευκαιρία τρία τέσσερα καλά CD, ενδεχομένως και μερικά σπάνια βινίλια. Έπειτα, η σύζυγος, που στις καλές εποχές αγόραζε τα ρούχα με το κιλό και τώρα οι ντουλάπες σφύζουν από αφόρετα συνολάκια, που δεν της κάνουν κιόλας γιατί έχει στρογγυλέψει, αποφασίζει να τα ξεσκαρτάρει και μερικές ελαφρές μεταποιήσεις να τα χαρίσει στην καλύτερή της φίλη ή στην ανιψιά της. Κι η αγαπημένη της ανιψιά, φοιτήτρια πια, σαΐνι στα μαθηματικά, ενθουσιασμένη από τα ρούχα που της χάρισε η θεία, αφιερώνει ένα απόγευμα την εβδομάδα για να κάνει ιδιαίτερα στη μικρή της ξαδέλφη, κόρη της θείας, που δυσκολεύεται στο γυμνάσια. Η δε καλύτερή της φίλη, που έχει καταϋποχρεωθεί από τις σούπερ κασμιρένιες μπλούζες που της χάρισε, της προσφέρει ως αντίδωρο μερικά ζευγάρια γόβες σε αρίστη κατάσταση που αδυνατεί η ίδια να φορέσει, διότι το ουρικό οξύ είναι ανεβασμένο -ου γαρ μόνον…- και «γεννάει» επώδυνους κάλους στα πόδια.

ΚΙ ΑΥΤΗ Η ΝΕΑ ανταλλακτική οικονομία μπορεί να πάρει άπειρες μορφές, να περιλάβει χιλιάδες είδη και αγαθά, ακόμη κι εκείνα η πονηρή οικολογία τα στέλνει πριν την ώρα της στην ανακύκλωση για να απορροφηθούν οι νέες σειρές προϊόντων που ο κύκλος ζωής τους όλο και μικραίνει για να στηρίξει την αειφορία πωλήσεων και κερδών των πολυεθνικών. Μπορεί να περιλάβει υπηρεσίες και δεξιότητες των ανθρώπων – «θα σου δωρίσω ένα service στο αυτοκίνητο», «κι εγώ θα στο ανταποδώσω κρατώντας τα λογιστικά σου βιβλία», «θα σου βάψω το σπίτι», «θα κάνω αγγλικά στο παιδί σου»… Κι έτσι η τρόικα, η κυβέρνηση Παπαδήμου ή όποια τη διαδεχθεί μπορούν να μετρούν πανικόβλητες τις αποτυχίες των δημοσιονομικών τους στόχων, να αντικρίζουν με τρόμο την ύφεση να αναρριχάται σε διψήφια νούμερα και ν’ απορούν πώς είναι η δυνατό η κοινωνία να επιβιώνει, γιατί δεν έχουν λιμοκτονήσει οι συνταξιούχοι, γιατί δεν έχουν αυτοκτονήσει οι μισθωτοί, γιατί δεν έχουν μεταναστεύσει οι άνεργοι, γιατί επιμένουν να ζουν και ν’ αντιστέκονται και με την παραοικονομία του δώρου και της ανταλλαγής, εκπέμποντας ένα ευδιάκριτο μήνυμα, πως υπάρχει ζωή πέρα από το ευρώ, την Ε.Ε., την υποταγή στους πιστωτές, το PSI, πως η κοινωνία μπορεί να οργανώσει την επιβίωσή της και πως το μόνο παράταιρο πράγμα είναι αυτή η εξουσία που μένει κολλημένη να μετρά δείκτες, εικονικό χρήμα, πλασματικά χρέη, αναπτυξιακές επιδόσεις, αδιάφορη για την κατάσταση των ανθρώπων, μα τρομοκρατημένη από την κραυγή τους: «Δεν θα πεθάνουμε, κουφάλες! Κακά Χριστούγεννα και δυστυχισμένος ο καινούργιος χρόνος σας. Και τελευταίος!»

Δεν υπάρχουν σχόλια: