Η ισότητα στις ευκαιρίες πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση μπορεί να ισχύει ως διακήρυξη και συλλογική επιθυμία, όχι όμως και ως πραγματικότητα
Διαχρονική έρευνα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) αποδεικνύει ότι η κοινωνικοοικονομική κατάσταση των οικογενειών είναι καθοριστικός παράγοντας για την εισαγωγή των υποψηφίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η οποία τελικά αποτελεί και «καθρέφτη» αυτών των ανισοτήτων.
Η πλειονότητα των πρωτοεγγεγραμμένων φοιτητών (δύο στους τρεις) την τελευταία εικοσιπενταετία, κυρίως στα ΑΕΙ, αλλά και στα ΤΕΙ προέρχεται από «προνομιούχα» κοινωνικά στρώματα, δηλαδή επιστήμονες, ελεύθερους επαγγελματίες, διευθύνοντες, υπαλλήλους γραφείου, εμπόρους, απασχολούμενους στις υπηρεσίες.
Το ποσοστό αυτό αυξάνεται συνεχώς και από 56,31% το ακαδημαϊκό έτος 1984-1985 έχει φτάσει στο 66,69% των εισαγομένων για το ακαδημαϊκό έτος 2007-2008 στα ΑΕΙ. Αλλά και στα ΤΕΙ, αν και σε μικρότερο βαθμό από τα πανεπιστήμια η πλειονότητα των πρωτοετών σπουδαστών έχει πατέρα, που δεν ασκεί χειρωνακτικό επάγγελμα.
Η ανάλυση την οποία έχει επιμεληθεί ο ερευνητής του ΕΚΚΕ Μανώλης Χρυσάκης, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία των ΕΛ.ΣΤΑΤ. (πρώην ΕΣΥΕ), δείχνει ότι οι πρωτοεισαχθέντες φοιτητές και σπουδαστές με πατέρα χειρώνακτα αντιπροσωπεύονται σε πολύ μικρότερα ποσοστά, δηλαδή στο 20,07% για το ακαδημαϊκό έτος 2007-2008 στα ΑΕΙ και 28,06% στα ΤΕΙ.