Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Η Ευρώπη κάνει σχέδια για να λύσει λάθος κρίση


Πηγή: Sofokleous 10

Πιστεύει κανείς ότι η κρίση τελείωσε; Κάποιοι Ευρωπαίοι ηγέτες θεωρούσαν από την αρχή ότι η αναταραχή στην Ευρωζώνη που κράτησε κιόλας ένα χρόνο οφείλεται στις κερδοσκοπικές επιθέσεις των  Αγγλοσαξόνων. Όποιος το πιστεύει αυτό, μπορεί να κοιμάται ήσυχος. Σήμερα οι κερδοσκόποι κινούνται προς άλλη κατεύθυνση. Οι αγορές ησύχασαν. Επομένως η κρίση έχει εξ ορισμού τελειώσει.
Όλα αυτά όμως συνιστούν διανοητική τεμπελιά. Όπως διανοητική τεμπελιά είναι κι ο χαρακτηρισμός της κρίσης ως καθαρά δημοσιονομικής. Μόνο στην Ελλάδα η κρίση υπήρξε  καθαρά δημοσιονομική. Πουθενά αλλού. Κατά συνέπεια η αλλαγή καθεστώτος των δημόσιων οικονομικών δεν είναι η πραγματική λύση.


Κάθε σοβαρή συζήτηση για έναν μόνιμο μηχανισμό επίλυσης του προβλήματος της Ευρωζώνης πρέπει να αρχίσει με έναν πιο σαφή ορισμό της κρίσης. Θα περιέγραφα την κρίση ως κρίση ενδεχόμενου παθητικού που προκύπτει από τραπεζικά συστήματα με σοβαρά προβλήματα κεφαλαιακής επάρκειας και εθνικό κατακερματισμό, η οποία επιδεινώνεται από ελλείμματα ανταγωνιστικότητας. Το θέμα της ανταγωνιστικότητας από μόνο του δεν θα ήταν τόσο σοβαρό. Το συνδυαστικό πρόβλημα χρέους και ανταγωνιστικότητας είναι όμως σοβαρό.
Αν συμφωνήσουμε ότι αυτή είναι η προς επίλυση κρίση, η εναρμόνιση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και η εστίαση στη διασυνοριακή κινητικότητα του εργατικού δυναμικού είναι χαζά πράγματα. Αυτά όμως αφορά η συζήτηση που διεξάγεται στις Βρυξέλλες. Μία πιο σοβαρή προσέγγιση στην κρίση θα ξεκινούσε με ένα πανευρωπαϊκό σχέδιο για την αποκατάσταση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών και τη συρρίκνωσή τους. Και στη συνέχεια θα προχωρούσε σε αναδιάρθρωση χρέους όποιων κρατών χρειάζονταν. Επομένως, γιατί να ονειρεύεται κανείς μηχανισμούς συντονισμού οικονομικής πολιτικής για μετά την κρίση, αντί να επικεντρωθεί στην επίλυση της κρίσης που ήδη αντιμετωπίζουμε;
Σε ό,τι αφορά τα δύο κρίσιμα σημεία αυτής της λύσης – αποκατάσταση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών και αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους – παλινδρομούμε ως προς το πρώτο και ίσως υποτιμούμε τις συνέπειες του δεύτερου. Είναι δύσκολο να εκτιμήσει κανείς το ακριβές κόστος της αποκατάστασης της κεφαλαιακής βάσης του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Μία αξιόπιστη εκτίμηση κάνει λόγο για 100 - 200 δις ευρώ. Τα τεστ αντοχής του 2010 κατέληξαν όμως στο μηδαμινό ποσό των 3,5 δις ευρώ – σε μια σκόπιμη προσπάθεια των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών να δώσουν εσφαλμένα στοιχεία και να παραπλανήσουν τον κόσμο. Ό,τι ακούγεται για τον επόμενο γύρο των τεστ αντοχής υποδεικνύει ότι οι Ευρωπαίοι θα ξαναπροσπαθήσουν να κρύψουν την αλήθεια.
Αφού όμως διακυβεύονται τόσα, γιατί η ΕΕ διστάζει να αντιμετωπίσει την κρίση; Δύο είναι οι λόγοι: Πρώτον, γιατί οι εθνικές αρχές επικεντρώνονται καθεμιά στην ανταγωνιστικότητα του δικού της τραπεζικού συστήματος. Έτσι φοβούνται ότι πραγματικά τεστ αντοχής, υπό τη διεύθυνση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής, μπορεί να δώσουν αποτελέσματα που θα καταστούν ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις τράπεζες τους. Δεύτερον, διότι το όλο πράγμα θα έχει τεράστιο κόστος. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να δεσμεύσουν πραγματικά κεφάλαια για την κρατικοποίηση των τραπεζών και στη συνέχεια για την αποκατάσταση της κεφαλαιακής τους βάσης.
Οι εκτός Ευρώπης συχνά εκπλήσσονται όταν μαθαίνουν ότι τα μέχρι σήμερα ευρωπαϊκά εγχειρήματα διάσωσης – το περσινό δάνειο προς την Ελλάδα και η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας – δεν έχουν ακόμη επιβαρύνει τους φορολογούμενους ούτε κατά ένας σεντ. Αυτά τα δάνεια στηρίζονται από εγγυήσεις.
Όταν όμως θα αρχίσει η πραγματική αντιμετώπιση της κρίσης, τότε όλα θα γίνουν πιο ακριβά.
Η αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους θα σημάνει μεγάλες ζημιές για τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρείες. Μέρος αυτού του κόστους τελικά θα καταλήξει να επιβαρύνει τους φορολογούμενους. Το πιθανότερο είναι πως και η Ιρλανδία θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση – σε ό,τι αφορά τους ομολογιούχους senior debt των τραπεζών της – κι αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα κύματα οικονομικού κόστους για όλη την Ευρώπη.
Η ιδέα ότι η Ελλάδα και η Ιρλανδία μπορούν να αποπληρώσουν πλήρως και εγκαίρως τα χρέη τους είναι … ποντάρισμα στην ελπίδα και μόνο ενάντια σε όσα γνωρίζουμε από την ιστορία των οικονομικών κρίσεων.
Η πραγματική επίλυση της κρίσης ενέχει και πολιτικούς κινδύνους. Οι πολιτικοί βρίσκουν  πιο βολικό να συζητούν για την ανταγωνιστικότητα – ένα θέμα που γνωρίζουν και είναι εύκολο να το επικοινωνήσουν. Η προηγούμενη τους απόδοση, ωστόσο, δεν είναι καλή. Θυμάστε την ατζέντα της Λισσαβόνας, μια απονεκρωμένη διακυβερνητική προσπάθεια για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας; Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού Νότου δεν μπορεί να επιτευχθεί με μία συμφωνία σε ένα τραπέζι κάποιου δείπνου. Θα απαιτήσει μια μείζονα απώλεια εθνικής κυριαρχίας και βαθιές τομές στα εθνικά  συστήματα συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Καμία χώρα, ούτε καν η Ελλάδα, δεν έχει προετοιμάσει ακόμα τον λαό της για όσα θα αποτελέσουν αναμφίβολα τη μεγαλύτερη αλλαγή κοινωνικής πολιτικής του τελευταίου αιώνα.
Ακόμη κι αν δεχτεί κανείς το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας της Αγγέλα Μέρκελ σαν ένα σαφές πρόγραμμα συντονισμού για μετά την κρίση, αυτό πάσχει σε αξιοπιστία, γιατί εισάγεται ως μια ξεκάθαρη προσπάθεια της Γερμανίας για επιβολή της κοινωνικής και οικονομικής της τάξης σε άλλες χώρες. Πρόκειται για την πιο ισχυρή κίνηση γερμανικής πολιτικής ηγεμονίας της μεταπολεμικής Ευρώπης. Είναι το τίμημα που ζητά η Γερμανίδα καγκελάριος προκειμένου να συγκατατεθεί στην αύξηση των κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού.
Σαν αντάλλαγμα – αφού για ντιλ πρόκειται – θα ζητούσα από τη Γερμανία πολύ περισσότερα από την αύξηση των κονδυλίων του Μηχανισμού. Η Γαλλίδα φιλελεύθερη ευρωβουλευτίνα Σιλβί Γκουλάρ τόνισε την περασμένη βδομάδα πως αν η κ. Μέρκελ μιλά για ανταγωνιστικότητα, οι άλλοι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να μιλούν για ευρωομόλογα.  Σωστά. Δεν είναι καθόλου ελκυστικό για χώρες όπως η Ισπανία να έχουν εργατική νομοθεσία  από το Βερολίνο, νόμισμα από τη Φρανκφούρτη, αλλά τα χρέη να παραμένουν στην Ισπανία.
Δεν είμαι σίγουρος τι κρίση θα επιλύσει ο μηχανισμός που προτείνει η κ. Μέρκελ. Πάντως δεν θα επιλύσει την κρίση που παρακολουθούμε εδώ κι ένα χρόνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: