Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Ανάκτηση χώρου ελευθερίας η δωρεάν παροχή αγαθών


ΠΗΓΗ: Εποχή
Του Ζαν Λουί Σαγκό Ντιβορού*

Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες η συζήτηση για τη δωρεάν απόκτηση αγαθών και χρήση υπηρεσιών έχει αρχίσει εδώ και αρκετά χρόνια. Πληθαίνουν ιδιαίτερα τις δύο τελευταίες δεκαετίες οι εκδόσεις, βιβλία και περιοδικά, που ασχολούνται όχι μόνο με την πρακτική ή πολιτική πλευρά του ζητήματος, αλλά και τη θεωρητική του στήριξη, όπως το κείμενο που ακολουθεί.
 Η σημασία που έχει η τροφοδότηση της πολιτικής δράσης με τις ιδέες και την επιχειρηματολογία αυτού του κινήματος, είναι ολοφάνερη, ιδίως σε περίοδο που ο νεοφιλελευθερισμός επιχειρεί να αλώσει και να εντάξει στους κανόνες της αγοράς κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Μόνο νωθροί πνευματικά και κινούμενοι από σκοπιμότητα, όπως ένας υπουργός Μεταφορών, μπορούν να ταυτίσουν έναν που αρνείται να πληρώσει για ένα κοινό αγαθό με τον «τζαμπατζή» της αγοραίας αντίληψής τους.


Οι αγγλοσάξονες, όταν θέλουν να που ότι κάτι είναι δωρεάν, χρησιμοποιούν τη λέξη free, ελεύθερο. Με την έννοια ότι υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση σ’ αυτό το αγαθό. Ο όρος αυτός είναι πιο σαφής, εκφράζει πιο καλά την αντίθεση με τα αγαθά για τα οποία πληρώνουμε και είναι πιο πολιτικός. Η έννοια του δωρεάν έχει επιβαρυμένη καταγωγή από τη δωρεά ή τη (θεία) χάρη, που τη διαποτίζει και τη χρωματίζει.
 Αυτό δεν εμποδίζει την πραγματική ανάδειξη της πολιτικά δομημένης δωρεάν παροχής αγαθών και υπηρεσιών, που έχει άμεση σχέση με την ελευθερία. Για παράδειγμα, η θεσμικά κατοχυρωμένη παροχή δωρεάν εκπαίδευσης, η θεσμοθέτηση της μείωσης του εργάσιμου χρόνου υπέρ του χρόνου που διαθέτουμε για ελεύθερη δραστηριότητα. Ή νέου είδους δωρεάν παροχές μέσα σε μεγάλες κοινότητες ελεύθερης διανομής, στο διαδίκτυο, που λειτουργούν ήδη σαν αναζωογονητική δικλίδα διαφυγής στη σφαίρα του συμβολικού και της γνώσης.
 Να σημειώσουμε ότι εκεί όπου εφαρμόζονται αυτές οι ελευθερίες κι αυτά τα δικαιώματα, υπερνικούν ορισμένες ιερές αρχές της κρατούσας τάξης πραγμάτων: την αγορά χρηστικών αγαθών με καταβολή χρηματικού τιμήματος, τη διανομή τους σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς, την υπαγωγή τους στην απόλυτη διάθεση του ιδιοκτήτη, που έχει το δικαίωμα χρήσης, κατάχρησης και εκμετάλλευσης.
 Αξίζει, επίσης, τα σημειώσουμε ότι αυτή η καθιέρωση της δωρεάν χρήσης έγινε με τη συγκατάθεση της μεγάλης πλειονότητας, χωρίς να παραστεί ανάγκη σοβιετοποίησης της κοινωνίας.
 Άνοιξε μήπως κάποιος απελευθερωτικός δρόμος, ένα ρήγμα στο «τέλος της ιστορίας» που κήρυξε ο νεοφιλελευθερισμός;
Φιλελευθερισμός
που σκλαβώνει
Ο φιλελευθερισμός είναι ένα πολιτικό δόγμα, σύμφωνα με το οποίο κάθε δυνατή ελευθερία έχει καταστεί, καθίσταται και θα καθίσταται εφικτή στο πλαίσιο που διαμορφώνουν το αντιπροσωπευτικό κράτος, η ελεύθερη επιχείρηση, η ελεύθερη αγορά, η κατανάλωση ως κλειδί της ευημερίας, η ομογενοποίηση του κόσμου σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα.
Ό,τι κι αν συνιστούν αυτό το δόγμα κι αυτή η άποψη, κατόρθωσαν να γίνουν δελεαστικά και επιθυμητά για πολλούς. Στον Νότο, η ελπίδα να «φτάσουν» τη Δύση δεν χρειάζεται την επιβολή κάποιας αρχής για να διατηρείται. Έχει εγκατασταθεί στις «υπό ανάπτυξη» (ανάπτυξη προς τα πού;) ή τις «αναδυόμενες» (αναδυόμενες πού;) χώρες.
Υπάρχει κι ένας ακόμη λόγος, πιο σημαντικός ίσως, που καθιστά πειστικό το νεοφιλελευθερισμό. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα είχαμε την εμπειρία της εφαρμογής πολιτικών δομών, οι οποίες ισχυρίστηκαν ότι θα τον υπερέβαιναν. Η εμπειρία αυτή, που δοκιμάστηκε με ευθύνη κυρίως του κομμουνιστικού κινήματος, δεν οδήγησε σε μεγαλύτερη αλλά, συχνά, σε μικρότερη πολιτική ελευθερία και μερικές φορές σε τυραννικά καθεστώτα.
Αν εξετάσουμε, βέβαια, το φιλελευθερισμό από την πλευρά των ορίων που επιβάλλει στην ιστορία της ελευθερίας, είναι το αντίθετο της χειραφέτησης. Η χειραφέτηση είναι μια πεισματική κίνηση, που αναζητεί επίμονα τη διεύρυνση του πεδίου, ενώ ο φιλελευθερισμός κλείνει τα σύνορα: «Μέχρι εδώ, μην πάτε πιο πέρα» προστάζει.

Η ελευθερία σκοπός
της πολιτικής
Η διαφορά, όμως, ανάμεσα στις δύο οπτικές δεν αφορά μόνο αυτή την ολοφάνερη κατά κάποιο τρόπο αντίθεση. Η επιλογή του δρόμου της χειραφέτησης σημαίνει ότι αντιλαμβανόμαστε την κίνηση προς την ελευθερία ως σκοπό της πολιτικής. Ο σκοπός αυτός δεν είναι η απελευθερωμένη από την ανάγκη κοινωνία –αυτό αποτελεί αυταπάτη, γιατί η ανάγκη είναι συστατικό στοιχείο των φυσικών συνθηκών, απ’ τις οποίες δεν διαφεύγει ο άνθρωπος– αλλά η ίδια η κίνηση, αυτή η προσπάθεια της ανθρωπότητας καθώς εφευρίσκει τον εαυτό της, καθώς απαλλάσσεται, στο βαθμό που μπορεί, από τους συγκεκριμένους καταναγκασμούς που αρχικά επιβάλλει η φύση και κατόπιν η κοινωνία.
Ο πόθος για χειραφέτηση δεν αναφέρεται στην υποθετική έλευση μιας απελευθερωμένης κοινωνίας. Σ’ αυτό το σημείο κρύβεται η βαθειά διαφορά ανάμεσα στο φιλελευθερισμό, που προβάλλεται σαν αποτέλεσμα αξεπέραστο, και τη χειραφέτηση, που τοποθετεί το σκοπό της στο εσωτερικό του ίδιου του χειραφετητικού κινήματος.
 Η χειραφετητική κίνηση μπορεί κάλλιστα να βρίσκεται εντεύθεν του ορίου που θέτει ο φιλελευθερισμός από μια στρατιωτική δικτατορία σ’ ένα φιλελεύθερο κράτος αποτελεί αναμφισβήτητα τμήμα της χειραφετητικής προσπάθειας της ανθρωπότητας. Ωστόσο, δεν υπερβαίνει τα όρια του πεδίου, στο οποίο η σημερινή παγκόσμια τάξη πραγμάτων θέλει να μας περιορίζει. Όταν φτάνουμε σ’ αυτά τα όρια, η χειραφέτηση μας καλεί να συνεχίσουμε το δρόμο που έχουμε πάρει.
 Ανάμεσα στα εδάφη που γύρω τους η νεοφιλελεύθερη τάξη πραγμάτων έχει τοποθετήσει σαν επιτηρητές τους στρατούς της, τις αστυνομίες της, τις κάμερες, τα μέσα επικοινωνίας και τους πολιτικούς της, υπάρχει η ελεύθερη αγορά. Στην ελεύθερη αγορά έχει αναταθεί να κατανέμει τον πλούτο που παράγει η εργασία. Από τον καθένα ανάλογα με το τι κερδίζει, στον καθένα ανάλογα με το τι μπορεί να πληρώσει. Να δουλεύουμε περισσότερο για να κερδίζουμε πιο πολλά. Ένα χλωμό όνειρο, που νοσταλγικά εκφράζεται ήδη από τη βιβλική Εδέμ, συμβιώνει με μια άλλη επιθυμία. «Από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του». Ελεύθερη πρόσβαση στα αγαθά. Δωρεάν διάθεσή τους.
Απελευθέρωση
από τους καταναγκασμούς
της αγοράς
Αυτή η επιθυμία γεννιέται πρώτα απ’ όλα στην ψυχή εκείνων που δοκιμάζουν τους σκληρούς καταναγκασμούς της ελεύθερης αγοράς και δεν έχουν καμία διάθεση να τη χαιρετίσουν σαν απελευθερώτριά τους. Ο νεοφιλελευθερισμός τους λέει: στον καθένα ανάλογα με το τι έχει ο τραπεζικός λογαριασμός του, κι αν δεν έχεις τίποτε, δεν παίρνεις τίποτα. Οι φτωχοδιάβολοι βλέπω το χρεωτικό υπόλοιπο του λογαριασμού τους και δεν ικανοποιούνται που έχουν λιγότερα κι απ’ το τίποτε.
Είναι, άραγε, πραγματικά ασύνετο, οπισθοδρομικό, ουτοπικό, αδύνατο να βγούμε από αυτή την κατάσταση, όπως ισχυρίζεται το κυρίαρχο δόγμα; Οι μεγάλες επινοήσεις για δωρεάν παροχές (δωρεάν εκπαίδευση, κοινωνική ασφάλιση…) δίνουν άμεση απάντηση: ναι, είναι δυνατόν, είναι σωστό να βγούμε, ξέρουμε πώς να το κάνουμε και πώς να το υπερασπιστούμε, πώς να το αγαπήσουμε…
Οι δωρεάν παροχές που έχουν θεσμοθετηθεί, μας επιτρέπουν να διακρίνουμε μέσα στην ιστορική εμπειρία πόσο εφικτοί είναι οι ριζοσπαστικοί μετασχηματισμοί χωρίς ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά. Μας επιτρέπουν, επίσης, να καταλάβουμε πώς τίθεται σε εφαρμογή ένας πολιτικός στόχος, που έχει ως αντικείμενο όχι την έλευση μιας νέας τάξης πραγμάτων, αλλά την ίδια την κίνηση προς αυτή.
Η θετική ιστορική εμπειρία
Οι χείμαρροι του Λαϊκού Μετώπου και της Απελευθέρωσης εκβάλλουν στην κοινωνία και την κάνουν να ανθίσει. Αλλά το ρεύμα καταλαγιάζει. Αφήνει, όμως, την ιλύ που αποτίθεται, κατακαθίζει και γίνεται στοιχείο της φύσης. Πρώτα ήρθε η έκπληξη, η χαρά των πληρωμένων διακοπών (του δωρεάν χρόνου) ή της κοινωνικής ασφάλισης (που σου δίνει τη δυνατότητα να έχεις φροντίδα σαν να ήσουν πλούσιος), κατόπιν η αποκρυστάλλωσή τους στις κατακτημένες ελευθερίες. Οι πολιτικές αλλαγές που προκάλεσαν την εκπληκτική χαρά, άλλαξαν τη φύση των πραγμάτων. Σήμερα μας φαίνεται αδιανόητο, βάρβαρο, αφύσικο να αρνηθούν τη δωρεάν περίθαλψη κάποιου που έχει πάθει έμφραγμα. Αυτό μας έλειπε! Η χειραφέτηση που κερδίζεται με τις δωρεάν παροχές μπορεί να συνεχίσει το δρόμο της. Και απομένει ακόμα πολλή δουλειά να γίνει.
Η θεσμοθέτηση σημαντικών δωρεάν παροχών συνοδεύεται συχνά από ένα αίσθημα ότι αποκτάμε ένα δικαίωμα. Σε μια χώρα όπως η Γαλλία, λέμε ότι όλοι θα έπρεπε να έχουν δικαίωμα στην κατοικία, την ύδρευση, τον ηλεκτρισμό, τον πολιτισμό… Αυτό το αίσθημα δεν είναι ενστικτώδες. Είναι καρπός ατομικής και συλλογικής κινητοποίησης, δοκιμών και σφαλμάτων, θεωρητικών επεξεργασιών, δράσης και συγκρούσεων, είναι προϊόν, όπως λένε οι πιο άκαμπτοι, «πάλης».
Όταν, όμως, τελικά αυτό το αίσθημα εγγράφεται στο κοινωνικό σώμα, αποτελεί μια δύναμη που λειτουργεί σαν μοχλός για την καθιέρωση κι άλλων δωρεάν παροχών. Αν η κατοικία είναι δικαίωμα, πώς να το ασκήσει όποιος έχει άδεια τσέπη; Μπορούμε να θέσουμε αυτό το ερώτημα μ’ όλους τους δυνατούς τρόπους. Πρέπει, όμως, κάποια στιγμή να το θέσουμε και σαν ζήτημα δωρεάν παροχής στέγης. Για παράδειγμα, με τη μορφή στέγης. Για παράδειγμα, με τη μορφή κοινωνικής στεγαστικής ασφάλισης, που θα επέτρεπε σε όποιον, κάποια στιγμή της ζωής του δεν θα διαθέτει το απαραίτητο εισόδημα, να παραμείνει στεγασμένος.
Χωρίς αυτή τη μορφή ασφάλισης ό,τι κι αν γράφει το Σύνταγμα για το δικαίωμα στην κατοικία, είναι χωρίς πραγματικό αντίκρισμα. Κι αυτό αποτελεί κοινή διαπίστωση.
Δωρεάν μετακίνηση,
όρος ελευθερίας
Η δωρεάν διάθεση ορισμένων αγαθών που οικοδομείται πολιτικά, απελευθερώνει την πρόσβαση σ’ αυτά τα αγαθά. Μπορεί επίσης να μας απαλλάξει από βάρη που μας έχουν κληροδοτηθεί. Για παράδειγμα, η ιδέα που γεννήθηκε στην περιοχή του Παρισιού να υπάρχει δωρεάν πρόσβαση στις αστικές συγκοινωνίες, τουλάχιστον για τους νέους, έχει προχωρήσει αρκετά. Γεννήθηκε την περίοδο της εξέγερσης εναντίον της τιμολογιακής πολιτικής που τιμωρεί άλλη μια φορά αυτούς που οι κοινωνικές και συχνά φυλετικές διακρίσεις έχουν εξορίσει στην υποβαθμισμένη περιφέρεια. Και εμπλουτίστηκε με την ανάδειξη του οικολογικού οφέλους που μπορεί να περιμένουμε από μια τέτοια ρύθμιση.
Η δωρεάν χρήση των αστικών συγκοινωνιών θα είχε και ένα ακόμα απελευθερωτικό αποτέλεσμα: θα αχρήστευε τα τάγματα των ελεγκτών και των αστυνομικών που καταδιώκουν αυτούς που δεν πληρώνουν, κυρίως νέους και συνήθως μαύρους ή άραβες. Τα τάγματα αυτά, μαζί μ’ εκείνα που κυνηγούν τους χωρίς χαρτιά, αποτελούν τα πιο έκδηλα και πιο μαζικά μέσα αστυνομικού εκφοβισμού των λαϊκών τάξεων.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που οι νεοφιλελεύθερες αρχές επιλέγουν, για αν επιδείξουν τη δύναμή τους, όχι την προστασία αγαθών και προσώπων, αλλά την απαγόρευση της, απόλυτα νόμιμης ωστόσο, πρόσβασης των νέων στο κέντρο της πόλης, κάθε φορά που η επίσημη βία πλήττει τους ξένους εκείνους που διατρέχουν τον πιο μεγάλο κίνδυνο για να καλύψουν τις ανάγκες τους προσφέροντας την εργασία τους.
Στο πεδίο αυτό ο νεοφιλελευθερισμός αποκαλύπτεται σ’ όλο το μεγαλείο του: εμποδίζει την ελεύθερη μετακίνηση, που ακόμα και στα υπόλοιπα ζώα αποτελεί την πιο απλή και ίσως την πιο αληθινή έκφραση του ορισμού της λέξης ελευθερία, όταν αυτή η μετακίνηση απαιτεί να ανοιχτεί το κλουβί της ελεύθερης αγοράς ή της δυτικής κυριαρχίας.
Η απελευθέρωση της ανθρώπινης δραστηριότητας από την υποχρέωση καταβολής τιμήματος αποτελεί ένα στόχο σωστό, που μπορούμε να τον διανοηθούμε και ήδη πραγματώνεται κατά ένα μέρος, ανοίγοντας πολύ γόνιμες προοπτικές τόσο στην πράξη όσο και στη φαντασία.
Το παράδειγμα
της νοικοκυράς
Υπάρχει ένα ερώτημα όμως: Αν η χωρίς πληρωμή δραστηριότητα είναι σημάδι χειραφέτησης, τότε τι πρέπει να σκεφτούμε για τη χωρίς πληρωμή εργασία που προσφέρουν οι γυναίκες στο σπίτι;
Το ερώτημα αυτό μας θυμίζει ότι δεν υπάρχουν συνταγές για την εφεύρεση του κόσμου μας, κι ότι η δωρεάν παροχή δεν είναι ένα μαγικό ραβδί. Η προσωρινή υποταγή των συζύγων μεταφράζεται σε δραστηριότητα χωρίς πληρωμή στην υπηρεσία ενός άλλου. Και το φεμινιστικό κίνημα χειραφέτησης διεκδικεί το δικαίωμα των γυναικών να ασκούν μισθωτή δραστηριότητα. Ο στόχος δεν είναι να αποκτήσουν ένα αφεντικό στη θέση του συζύγου, αλλά με τη μισθωτή σχέση να διευρυνθούν οι κοινωνικές σχέσεις πέρα από τα όρια της οικογένειας και της κουζίνας, να ενισχυθεί το αίσθημα της κοινωνικής χρησιμότητας και της ελευθερίας επίσης που δίνει το εισόδημα το οποίο αποκτάται «με τον ιδρώτα του προσώπου».
Αυτός ο χρόνος που πουλάει η γυναίκα, όσο περιορισμένη κι αν είναι η προοπτική αυτονομίας που παρέχει, την απελευθερώνει από μια υποταγή που βιώνεται με επιβαρυντικό τρόπο, την υποταγή που επιβάλλει η χωρίς πληρωμή εργασία στο σπίτι στο πλαίσιο της πατριαρχικής εξουσίας.
Τι μας δείχνει αυτό το παράδοξο; Ότι στα ζητήματα της χειραφέτησης εκείνο που έχει το πάνω χέρι είναι το περιεχόμενο κι όχι η διαδικασία. Σίγουρα, διαπιστώνουμε ότι η δωρεάν διάθεση αγαθών και υπηρεσιών μπορεί να διαρρήξει τον κλοιό που ο νεοφιλελευθερισμός επιβάλλει στην ιστορία. Αλλά με την επιφύλαξη ότι από τη διαδικασία αυτή θα προκύψει συγκεκριμένη ελευθερία.
Η εργατική τάξη δεν είναι διατεθειμένη να ικανοποιείται από μια τάξη πραγμάτων καταπιεστική για την ίδια, αλλά δεν διακατέχεται από την πίστη ότι ο φυσικός προορισμός της είναι να μετασχηματίσει αυτό το σφετερισμό σε ελευθερία. Οι λαϊκές επαναστάσεις καθιστούν πιθανή την επίσπευση απελευθερωτικών προόδων, αλλά μπορεί επίσης να γεννήσουν τυραννίες. Δεν θα βρούμε τον υπέρτατο σωτήρα ούτε στη δωρεάν διάθεση, ούτε στην εργατική τάξη, ούτε στην επανάσταση. Ποτέ δεν θα απαλλαγούμε από την υποχρέωση να επενδύσουμε πολιτικά τα γεγονότα και τις καταστάσεις δίνοντάς τους συγκεκριμένο χειραφετητικό περιεχόμενο.
* Ο Jean - Louis Sago - Dubauroux είναι φιλόσοφος, συγγραφέας έργων που πραγματεύονται τη δωρεάν διάθεση αγαθών και υπηρεσιών, μέλος της εθνικής γραμματείας του Κινήματος Ενάντια στο Ρατσισμό στη Γαλλία, υπεύθυνος για την αλληλεγγύη ενάντια στο νοτιοαφρικανικό απαρτχάιντ, μέλος του επιστημονικού συμβουλίου της ATTAC και της διευθυντικής Επιτροπής του Espaces Marx.

Δεν υπάρχουν σχόλια: