Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

Τελικά τι έφταιξε;


ΠΗΓH: protagon gr
του Γ. Βαρουφάκη

Πριν περίπου έναν μήνα, είχα επιχειρηματολογήσει (βλ. Δύο Χρόνια Κρίσης) ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008 δεν οφειλόταν ούτε στις τράπεζες και τα hedge funds, ούτε στο υπερβολικό χρέος των κρατών, ούτε στην νομισματική πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών, ούτε στον χαλαρό έλεγχο των αγορών από τις εποπτικές αρχές. Όλα αυτά έπαιξαν ρόλο βέβαια αλλά δεν ήταν τα αίτια της Κρίσης. Το άρθρο, επί πλέον, ισχυρίστηκε ότι η Κρίση δεν είναι περαστική, ότι δεν θυμίζει σε τίποτα προηγούμενες κρίσεις (με εξαίρεση το 1929), ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με τις παραδοσιακές συνταγές που ξέρουν να μαγειρεύουν οι Κεντρικές Τράπεζες, τα υπουργεία οικονομικών, το ΔΝΤ κλπ. Τέλος, κατέληξε με την υπόσχεση ότι θα επανέλθω με την δική μου απάντηση στο πιεστικό ερώτημα "Τελικά τί έφταιξε;" Ώρα λοιπόν να τηρήσω την υπόσχεση εκείνη.
Στην αφήγηση που ακολουθεί κεντρικό ρόλο παίζουν οι ΗΠΑ και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισαν το τραύμα του 1929 στην μεταπολεμική περίοδο. Καθώς ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έφτανε στο τέλος του, το 1944 περίπου, σοβαροί άνθρωποι που κινούσαν τα νήματα της αμερικανικής οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής (αναφέρω ενδεικτικά τους James Forrestal, James Byrnes, George Kennan, Dean Acheson), αντί να νιώσουν ευφορία που ο πόλεμος κερδήθηκε, άρχισαν να πανικοβάλλονται. Ο λόγος; Ότι το δολάριο απέμεινε, ουσιαστικά, το μοναδικό μετατρέψιμο νόμισμα της οικουμένης. Ότι μια νέα κρίση αλά 1929 θα μεταδιδόταν άμεσα ως μια νέα επιδημία επιθετικής πανώλης από άκρου σε άκρον του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Ότι δεν θα υπήρχαν αναχώματα που να καθυστερήσουν την εξάπλωση της επόμενης μεγάλης κρίσης, με αποτέλεσμα την κατάρρευση όλων των αγορών (την ώρα που η Σοβιετία καιροφυλακτούσε). Ποιος θα απορροφούσε τα πλεονάσματα των αμερικανικών αγρών και εργοστασίων τώρα που δεν θα υπήρχε καν η ζήτηση εκ μέρους των ενόπλων δυνάμεων της χώρας;


Οι συγκεκριμένοι ιθύνοντες δεν ήταν τυχαίοι. Είχαν γαλουχηθεί από τα πολλαπλά μαθήματα της δεκαετίας του 1930. Ήξεραν ότι μετά από μια καθίζηση τύπου 1929 οι αγορές δεν συνέρχονται από μόνες τους. Ότι η αντανακλαστική αντίδραση των κυβερνήσεων να μειώσουν τα συσσωρευόμενα χρέη μέσω περικοπών μόνο κακό κάνει καθώς εντείνει την κρίση και, εν τέλει, μεγαλώνει τα χρέη. Ότι αυτού του είδους οι αστοχίες των κυβερνήσεων φέρνουν το ένα κράτος απέναντι στο άλλο, πρώτα μέσα από συναλλαγματικό πόλεμο (καθώς ο καθένας προσπαθεί να υποτιμήσει το νόμισμά του για να εισάγει ζήτηση από τον άλλο, με αποτέλεσμα να βυθίζονται όλοι μαζί) και πολύ γρήγορα μέσα από εμπορικό πόλεμο (με την κάθε χώρα να υψώνει τείχη στις εξαγωγές της άλλης). Πιο σημαντικό, επρόκειτο για ανθρώπους που, καθώς είχαν ζήσει στο πετσί τους την ανεργία και την δυστυχία του μεσοπολέμου, ήταν αποφασισμένοι να μην αφήσουν τις θυσίες του πολέμου να πάνε χαμένες. Τάχθηκαν εξ αρχής στο αγώνα για τον κεντρικό προγραμματισμό της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας. Βλέπετε, ως σοβαροί άνθρωποι, είχαν από νωρίς απορρίψει την ιδέα ότι το κράτος είναι εχθρός του καπιταλισμού...

Αποφασισμένοι λοιπόν ότι η μεταπολεμική εποχή πρέπει να αποφύγει πάσει θυσία ένα νέο 1929, έκατσαν και σχεδίασαν ένα σύστημα διαχείρισης του παγκόσμιου καπιταλισμού. Αυτό το σύστημα, το οποίο ονομάζω το Παγκόσμιο Σχέδιο, είχε πολλά πλοκάμια. Αναφέρω τα δύο σημαντικότερα:

• Το σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών του Bretton Woods, το οποίο στόχο είχε (α) την αποτροπή ενός πολέμου νομισμάτων σε περίπτωση κρίσης και (β) την προβλεψιμότητα των ισοτιμιών, κάτι που ενισχύει τις μακροπρόθεσμες εμπορικές ανταλλαγές. 
• Μεγαλεπήβολες δράσεις που στόχο είχαν την δημιουργία, και στήριξη, δύο άλλων ισχυρών διεθνών νομισμάτων (του γιεν και του μάρκου) τα οποία θα δρούσαν υποστηρικτικά προς στο δολάριο. Κάτι σαν αμορτισέρ που, σε περίπτωση κρίσης στις ΗΠΑ, θα μείωναν τον αντίκτυπο στην Ευρώπη και στην Ασία. Τέτοιες δράσεις ήταν το Σχέδιο Marshall στην Ευρώπη (που στόχο είχε την ενίσχυση της Γερμανικής και Γαλλικής βιομηχανίας καθώς και την επιδότηση ευρωπαϊκών εισαγωγών από τις ΗΠΑ), η ενθάρρυνση της δημιουργίας της ΕΟΚ (που αργότερα μετατράπηκε σε ΕΕ), το αντίστοιχο σχέδιο στήριξης της Ιαπωνίας, οι περιοδικές μεταφορές πλούτου από την Washington στο Τόκυο και στην Βόννη με στόχο την σταθεροποίηση αυτών των χωρών σε περιόδους τοπικών μίνι κρίσεων.


Η πεμπτουσία του Παγκόσμιου Σχεδίου, το οποίο επέζησε ως το 1971, ήταν απλή: Το δολάριο θα παρέμενε το κεντρικό παγκόσμιο νόμισμα και θα ήταν το μόνο ανταλλάξιμο με χρυσό. Οι ΗΠΑ θα διατηρούσαν, κατά μέσον όρο, εμπορικά πλεονάσματα με Ευρώπη και Ιαπωνία ενώ παράλληλα: (α) θα εξήγαγαν κεφάλαια προς στις προστατευόμενες χώρες τους (ιδίως Γερμανία και Ιαπωνία) έτσι ώστε να διατηρείται η παγκόσμια οικονομική ισορροπία, και (β) θα ενίσχυαν τις προσπάθειες της Γερμανίας και της Ιαπωνίας να αποκτήσουν δεσπόζουσα θέση στις δικές τους περιφέρειες (στην Ευρώπη για την Γερμανία και στην Ν. Ανατολική Ασία για την Ιαπωνία).


Το Παγκόσμιο Σχέδιο πέτυχε παρά τις πολλές απρόοπτες αντιξοότητες που δημιούργησε ο ρους του χρόνου (π.χ. την επικράτηση του Μάο στην Κίνα). Για είκοσι χρόνια ο διεθνής καπιταλισμός βίωσε την μακρύτερη περίοδο ανάπτυξης της ιστορίας του καταφέρνοντας να αποσοβεί τις κρίσεις. Όμως, η σταθερότητα γεννά αστάθεια! Δύο ήταν οι παράγοντες που αποσταθεροποίησαν το Παγκόσμιο Σχέδιο και που προέκυψαν ακούσια στην δεκαετία του 1960 από την κυριαρχία των ΗΠΑ στο παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα:

(α) Οι Αμερικανικές πολυεθνικές άρχισαν να χάνουν ανταγωνιστικότητα σε σχέση με τις Γερμανικές και Ιαπωνικές ανταγωνίστριές τους οι οποίες, μη διαθέτοντας την ισχύ των Αμερικανικών, επένδυαν στην τεχνολογία και την δημιουργία ελκυστικότερων αγαθών (ιδίως αυτοκινήτων και ηλεκτρονικών).
(β) Η Αμερικανική κυβέρνηση, θεωρώντας ανεξάντλητη την δυνατότητά της να τυπώνει διεθνώς αποδεκτό χρήμα άφησε τον εαυτό της να συρθεί σε έναν πόλεμο (το Βιετνάμ) που αποδείχθηκε Μαύρη Τρύπα. Παράλληλα, προσπάθησε να μειώσει τις εσωτερικές της κοινωνικές συγκρούσεις με ακριβά προγράμματα (για τα οποία δεν τόλμησε να τα πληρώσει αυξάνοντας τους φόρους στους πλουσιότερους αμερικανούς) όπως εκείνο του Great Society του Προέδρου Lyndon Johnson.


Λόγω του (β) η παγκόσμια οικονομία πλημμύρισε με δολάρια ενώ λόγω του (α) το εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ έγινε ελλειμματικό (αντίθετα με τις επιταγές του Παγκόσμιου Σχεδίου που το ήθελε πλεονασματικό). Σύντομα, πλούσιοι ευρωπαίοι, ιάπωνες και άραβες επιχειρηματίες, αλλά και κράτη, που κρατούσαν στα χέρια τους βουνά δολαρίων, άρχισαν να ανησυχούν ότι το δολάριο δεν θα είναι πλέον μετατρέψιμο σε χρυσό (καθώς ο αριθμός τους ήταν τέτοιος που δεν θα αρκούσε όλος ο χρυσός του πλανήτη). Έτσι άρχισαν να ζητούν την μετατροπή των δολαρίων τους σε χρυσό με αποτέλεσμα, στις 15 Αυγούστου του 1971, ο Πρόεδρος Nixon να πει: Μετατρεψιμότητα γιόκ! Περιορισμοί στις μεταφορές κεφαλαίων από την μία χώρα στην άλλη γιόκ! Σταθερή ισοτιμία του δολαρίου γιόκ! Με αυτό λοιπόν το σοκαριστικό γιόκ καταργήθηκε το σύστημα Bretton Woods. Ο καθένας μόνος του. Το κάθε νόμισμα στην τύχη του και όποιος ήθελε να μετατρέψει τα δολάριά του θα το έκανε σε τιμή που θα αποφάσιζε η ελεύθερη πλέον αγορά νομισμάτων στη βάση της ζήτησης και της προσφοράς δολαρίων.


Ο πανικός που, φυσιολογικά, ακολούθησε έστρεψε τους έχοντες προς το μοναδικό παγκόσμιο νόμισμα: στο δολάριο το οποίο ξεπήδησε μέσα από τις στάχτες του ενισχυμένο ως νέος φοίνιξ. Κάπως έτσι λοιπόν το Παγκόσμιο Σχέδιο έδωσε την θέση του σε αυτό που ονομάζω τον Παγκόσμιο Μινώταυρο (η εξήγηση του νέου όρου παρακάτω). Κάπου εκεί, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, περάσαμε στην δεύτερη μεταπολεμική φάση. Οι ΗΠΑ βρέθηκαν αντιμέτωπες με ένα απλό δίλημμα: Είτε έπρεπε να μειώσουν τα δύο τους ελλείμματα (εμπορικό και κρατικού προϋπολογισμού) είτε έπρεπε να βρουν τρόπο να τα καλύπτουν. Όχι μόνον επέλεξαν το δεύτερο αλλά μάλιστα αποφάσισαν ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση: Αντί να μειώσουν τα δύο ελλείμματα η νέα στρατηγική ήταν να τα αυξήσουν! Θα μου πείτε: Καλά, και πως θα καλύπτονταν; Ποιος θα πλήρωνε για τις εισαγωγές των Αμερικανών ιδιωτών και τις δαπάνες του Αμερικανικού κράτους; Μα οι ξένοι βέβαια! Αυτή η απάντηση δεν είναι καταπληκτική από μόνη της. Και οι Βρετανοί, επί Αυτοκρατορίας, κάλυπταν τα ελλείμματά τους χρησιμοποιώντας τα εμπορικά πλεονάσματα της Ινδίας. Όμως εδώ έχουμε το εξής πρωτόγνωρο: Οι ΗΠΑ, αντίθετα με τους Ρωμαίους ή τους Βρετανούς αποικιοκράτες, δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουν την απειλή βίας για να κάνουν τους ξένους να πληρώνουν τα ελλείμματά τους. Όχι, απλά δημιούργησαν τις συνθήκες ώστε οι ξένοι κεφαλαιοκράτες να θέλουν διακαώς να στέλνουν τα κεφάλαιά τους στις ΗΠΑ.


Ποιες ήταν αυτές οι "συνθήκες" που έπεισαν το παγκόσμιο κεφάλαιο να μεταναστεύει μαζικά προς τις ΗΠΑ από τότε (το 1971-73) που οι αγορές συναλλάγματος απορρυθμίστηκαν και οι μεταφορές κεφαλαίων έπαψαν να περιορίζονται; Οι εξής δύο:

(1) Εκτίναξη του κόστους παραγωγής παγκοσμίως, η οποία έπληξε λιγότερο τις αμερικανικές από ότι τις Γερμανο-ιαπωνικές επιχειρήσεις, καθιστώντας το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ελκυστικότερο από τα υπόλοιπα
(2) Εκτίναξη προς τα πάνω των αμερικανικών επιτοκίων, με αποκορύφωμα τα δυσθεώρητα επίπεδα που επέβαλε το Fed υπό τον διοικητή Paul Volcker (βλ. στο τέλος την αναφορά σε αυτόν).


Εύλογα θα με ρωτήσετε: Τα (1) και (2) είναι προϊόν ηθελημένης πολιτικής των ΗΠΑ ή αποτέλεσμα της τότε κρίσης; Απαντώ: Προϊόν ηθελημένης πολιτικής! Μπορεί ο OPEC και οι Άραβες να χρεώθηκαν την αύξηση της τιμής του πετρελαίου όμως είναι πλέον σίγουρο (και αποδείξιμο) ότι πίσω από την πετρελαϊκή κρίση κρύβονταν αμερικανοί αξιωματούχοι που στόχο είχαν την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των αμερικανικών εταιρειών που προέκυψε όταν η τιμή της ενέργειας αυξήθηκε περισσότερο στην Γερμανία και στην Ιαπωνία παρά στις ΗΠΑ (που είχαν όχι μόνο δικά τους κοιτάσματα αλλά και των οποίων οι πολυεθνικές διακινούσαν το πετρέλαιο).

Αυτό που δημιούργησε ένα τσουνάμι κεφαλαίων από Ευρώπη, Αραβικές χώρες και Ιαπωνία προς την Νέα Υόρκη ήταν ο συνδυασμός: (α) της αύξησης της σχετικής ανταγωνιστικότητας των αμερικανικών επιχειρήσεων, (β) των υψηλών αμερικανικών επιτοκίων, (γ) του χαμηλότερου αμερικανικού πληθωρισμού τιμών και μισθών και (δ) των δαπανών του Αμερικανικού κράτους στις εταιρείες επί Αμερικανικού εδάφους που παρήγαν προϊόντα του ενδιαφέροντος του Αμερικανικού Πενταγώνου (ιδίως υψηλής τεχνολογίας και μεγάλης προστιθέμενης αξίας).


Προσέξτε πως αυτές οι αλλαγές άλλαξαν το μεταπολεμικό σκηνικό. Το Παγκόσμιο Σχέδιο κατέρρευσε και την θέση του πήρε ένα νέο παγκόσμιο σύστημα σχεδόν το αντίθετο του προηγουμένου. Το μεταναστεύον ξένο κεφάλαιο σιγά-σιγά μετατρέπεται σε τσουνάμι ξένων κεφαλαίων που κατακλύζουν την Wall Street. Σύντομα φτάσαμε στο σημείο να παρατηρούμε $5 δις καθαρές μεταβιβάσεις κεφαλαίων από τον υπόλοιπο κόσμο στις ΗΠΑ κάθε μέρα! Ποιος ο λόγος οι αμερικανοί να περιορίσουν τις εισαγωγές τους και το κράτος τους να μειώσει το έλλειμμά του; Κανένας. Όπως οι προ-κλασικοί Αθηναίοι, σύμφωνα τουλάχιστον με τον μύθο, ανά τακτά χρονικά διαστήματα έτρεφαν από τις σάρκες του τον Μινώταυρο, ως αντίτιμο της Μινωικής Ειρήνης, έτσι και ο υπόλοιπος κόσμος συντηρούσε εθελοντικά τα όλο και αυξανόμενα ελλείμματα των ΗΠΑ - αυτό που ονομάζω Παγκόσμιο Μινώταυρο. Στην εποχή του κτήνους αυτού, 1973-2008, η οικουμένη πέτυχε μια ενδιαφέρουσα "σταθερή ανισορροπία". Μια περίοδο άνισου πλουτισμού που βελτίωνε τους δείκτες εντυπωσιακά, παρήγαγε ταυτόχρονα εντυπωσιακό πλούτο και μεγάλη δυστυχία, αύξανε τις ανισορροπίες και έχτιζε λογιών-λογιών παλάτια στην άμμο.


Θα αναφερθώ σε δύο από αυτά τα παλάτια. Το ένα ήταν το χρηματοπιστωτικό σύστημα το οποίο από εκεί που το 1971 αντιστοιχούσε στο 3% της αμερικανικής οικονομικής δραστηριότητας το 2007 έφτασε στο 42%! Βλέπετε, όταν η οικουμένη έστελνε καθημερινά στους τραπεζίτες της Wall Street δισεκατομμύρια δολάρια για να τα μεταφέρουν αλλού, τι περιμένατε να κάνουν οι τραπεζίτες; Φυσικά σκαρφίστηκαν τρόπους (financial engineering το είπαν) για να κάνουν αυτά τα χρήματα να αυγατίσουν όσην ώρα τα κράταγαν στα χέρια τους. Έτσι η αγορά "χρηματοοικονομικών προϊόντων" άρχισε να γεννά νέο ιδιωτικό χρήμα: τα παράγωγα, δομημένα ομόλογα κλπ. Παράλληλα, η αμερικανοί εργαζόμενοι έμεναν άναυδοι. Ζούσαν σε μια οικονομία που πλούτιζε αλλά οι δικοί τους οι μισθοί μειώνονταν και ποτέ δεν έφτασαν το επίπεδο του... 1973. Ήταν βλέπετε και αυτό μέρος της πολιτικής προσέλκυσης ξένων κεφαλαίων: η συρρίκνωση του εργατικού κόστους στις ΗΠΑ, η καθίζηση με απλά λόγια των μισθών των σκληρά εργαζόμενων αμερικανών. Οπότε, τι έκαναν οι άνθρωποι; Άρχισαν να δανείζονται χρησιμοποιώντας ως εγγύηση τα σπίτια τους. Έτσι, η Wall Street κατέληξε να διαχειρίζεται, από την μία, ένα τσουνάμι ξένων κεφαλαίων που έμπαινε στην χώρα και, από την άλλη, ένα παλιρροϊκό κύμα χρεών που δημιουργείτο εντός αυτής.


Το δεύτερο παλάτι που χτίστηκε σε άμμο την Εποχή του Παγκόσμιου Μινώταυρου ήταν... τα σπίτια. Για την ακρίβεια η αγορά ακινήτων. Η Wall Street χρησιμοποίησε τα εισρέοντα από το εξωτερικό κεφάλαια και δάνειζε ασύστολα. Όσο περισσότερα χρήματα δάνειζαν για αγορά σπιτιών σε εργαζόμενους με παγωμένους μισθούς, τόσο ανέβαιναν οι τιμές τους, τόσο πιο πολλά χρήματα δανείζονταν οι εργαζόμενοι, τόσο ανέβαιναν κι άλλο οι τιμές των σπιτιών κ.ο.κ. Έτσι το παλάτι της αγοράς ακινήτων ψήλωνε όσο γιγαντωνόταν το παλάτι του χρηματοπιστωτικού τομέα. Κι όταν ο τελευταίος βρήκε ότι τα κέρδη του μεγαλώνουν κι άλλο με την μετατροπή των χρεών των εργαζόμενων σε παράγωγα, τα δύο παλάτια εκτινάχτηκαν στα ουράνια στηριζόμενο το ένα στο άλλο και τα διό στην... άμμο.


Για να το πω απλά, ο πλανήτης μας δεν ήταν αρκετά μεγάλος να τα χωρέσει. Το 2001 το παγκόσμιο εισόδημα ήταν $49 τρις. Την ίδια χρονιά τα παράγωγα κυμαίνονταν στα $85 τρις. Έξι χρόνια μετά το παγκόσμιο εισόδημα ανήλθε σε $85 τρις την ώρα που η "αξία" των παραγώγων είχε πηδήσει στα... $670 τρις. Την ίδια εποχή οι τιμές των ακινήτων στις ΗΠΑ αυξήθηκαν περίπου 125%, σε μια περίοδο μηδενικών αυξήσεων του μισθού του μέσου εργαζόμενου. Δεν θέλει πολλή σκέψη για να καταλάβει κανείς ότι τα παλάτια αυτά, ακίνητων και παραγώγων, θα κατέρρεαν όπως ακριβώς καταρρέει μια λεπτή στοίβα από λέγκο που φτιάχνει ένα παιδί.


Η κατάρρευση άρχισε στα τέλη του 2007, αργά αλλά σταθερά, μέχρι που η πτώχευση της Lehman Bros το φθινόπωρο του 2008 και το παραλίγο τέλος της Wall Street δεν άφησε καμία αμφιβολία για το μέγεθος της καταστροφής. Ο λόγος που η κρίση δεν έμεινε περιχαρακωμένη στον χώρο των ακινήτων και τον χρηματοπιστωτικό ήταν ότι αυτά τα $670 δολάρια παραγώγων είχαν αρχίσει να παίζουν τον ρόλο χρήματος - ενός ιδιωτικού χρήματος που οι τράπεζες και οι μεγάλες εταιρείες χρησιμοποιούσαν για τις μεταξύ τους συναλλαγές ως κανονικό, δημόσιο χρήμα. Όταν το 2008 αυτός ο πακτωλός ιδιωτικού χρήματος μετετράπη σε στάχτες σε μερικές μόνο μέρες, ο παγκόσμιος καπιταλισμός κινδύνεψε να γονατίσει. Ήρθαν λοιπόν τα κράτη και, υπό καθεστώς πανικού, αντικατέστησαν τις στάχτες αυτές με νέο, φρεσκοτυπωμένο δημόσιο χρήμα. Γρήγορα η κρίση έγινε Κρίση, με κεφαλαίο Κ, που πήρε αμπάριζα και την αγορά δημόσιου χρέους, θύμα της οποίας είναι η Ελλάδα σήμερα.


Συμπερασματικά, είναι πολύ εύκολο να επικεντρωνόμαστε στα συμπτώματα και να μην βλέπουμε τα αίτια της Κρίσης. Τι έφταιξε; Μήπως οι εποπτικές αρχές που άφησαν την Wall Street να κάνει ό,τι θέλει; Ναι, είναι αλήθεια ότι οι εποπτικές αρχές αγρόν ηγόραζαν, ιδίως επί Clinton στην δεκαετία του 90, έχοντας γίνει έρμαια των τραπεζιτών. Μήπως ο Alan Greenspan και οι υπόλοιποι κεντρικοί τραπεζίτες που δεν αύξησαν τα επιτόκια έγκαιρα ώστε να ξεφουσκώσουν πιο ομαλά οι φούσκες; Πράγματι, οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν κατάλαβαν τι συνέβαινε παρά μόνο όταν ήταν ήδη αργά. Μήπως οι τραπεζίτες που με τα καμώματά τους οδήγησαν τις τράπεζές τους στην χρεωκοπία και τον κόσμο στην ύφεση; Αλήθεια είναι.


Όμως, αν το ξαναδούμε το ζήτημα υπό το πρίσμα της προηγούμενης αφήγησης, τι άλλο περίμενε κανείς από τραπεζίτες όταν δέχονται καθημερινά πακτωλούς ζεστού ξένου κεφαλαίου; Να μην δημιουργήσουν "προϊόντα" από τα οποία θα κερδίσουν; Είναι σαν να περιμένεις από μια αρκούδα να μην φάει όλο το μέλι όταν βάλει χέρι σε άγριο μελίσσι, νοιαζόμενη για την σιλουέτα της ή από αλληλεγγύη στις μέλισσες. Τι περίμενε κανείς από τον Greenspan ο οποίος διαπίστωσε πως κάθε φορά που αύξανε τα επιτόκια αντί να ξεφουσκώνει την φούσκα των ακινήτων μείωνε την ανάπτυξη; Ποια εποπτική αρχή θα επιβίωνε πάνω από 24 ώρες αν στην περίοδο των παχιών αγελάδων ανακοίνωνε ότι θα έβαζε χέρι στην αγορά παραγώγων της Goldman Sachs (που ήλεγχε όχι μόνο την εποπτική αρχή αλλά και το ίδιο το υπουργείο οικονομικών στο οποίο ο επί κεφαλής ήταν πρώην Διευθύνων Σύμβουλός της);


Σε τελική ανάλυση, όλα αυτά είναι επιφαινόμενα του κρυφού αιτίου, που δεν είναι άλλο από την κυριαρχία του Παγκόσμιου Μινώταυρου. Ενός κτήνους που, όπως ίσως θα έλεγε και ο ποιητής, ήταν μια κάποια λύση. Όσο έχαιρε άκρας υγείας, συντηρούσε την συνολική ζήτηση σε Ανατολή και Δύση. Όμως η υγεία του δεν μπορούσε να έχει διάρκεια. Η μετάβαση από το Παγκόσμιο Σχέδιο στον Παγκόσμιο Μινώταυρο άλλαξε τον κόσμο. Τον έκανε μεν πιο δυναμικό, αλλά και παράλληλα πιο άνισο, τραχύ, ασταθή. Το χειρότερο: Τον έβαλε σε έναν δρόμο που οδηγούσε στον γκρεμό. Κάποια στιγμή ο Μινώταυρος θα έχανε τον δρόμο του, θα ασθενούσε, θα εκάμπτετο υπό το βάρος των ανισορροπιών που έσπερνε σε όλα τα μήκη και πλάτη. Και τότε, η παγκόσμια οικονομία θα έμπαινε στην μεγαλύτερη περιπέτειά της από το 1929.


Αντί για επίλογο θα παραθέσω τα λόγια του Paul Volcker, του διοικητή της Fed (Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ), με τα οποία προσπάθησε να προϊδεάσει την ανθρωπότητα εν έτει 1978, τότε που ο Παγκόσμιος Μινώταυρος ήταν στα σπάργανα ακόμα. Αναφερόμενος, ως τεχνοκράτης, στην στρατηγική της αμερικανικής διακυβέρνησης είχε πει:"Αντιμέτωποι με το δίλημμα της εξισορρόπησης, από την μία, των αναγκών ενός σταθερού διεθνούς συστήματος και, από τη άλλη, της επιθυμίας μας να διατηρήσουμε την ανεξαρτησία επιλογών μας με γνώμονα τα δικά μας συμφέροντα, επιλέξαμε το δεύτερο."


Και για να μην αφήσει καμία αμφιβολία για το τι μέλλει γενέσθαι, ο κ. Volcker προσέθεσε: "Μια ελεγχόμενη διάλυση της παγκόσμιας οικονομίας αποτελεί νόμιμο στόχο μας για την δεκαετία του 1980." Το κόστος αυτής της ελεγχόμενης διάλυσης, και της αντικατάστασης του Παγκόσμιου Σχεδίου από τον Παγκόσμιο Μινώταυρο, το πληρώνουμε σήμερα.

*Τα παραπάνω αποτελούν περίληψη του επιχειρήματος που διανύει τα κεφάλαια ενός προς έκδοση βιβλίου μου (με συν-συγγραφείς τους Joseph Halevi και Νίκου Θεοχαράκη) με τίτλο Modern Political Economics: Making Sense of the Post-2008 World, Εκδοτικός οίκος Routledge (Λονδίνο και Νέα Υόρκη). 

1 σχόλιο:

στελιος είπε...

Με λίγα λόγια, γιατί αυτά που γράφει ο Βαρουφάκης είναι διαφήμιση για το βιβλίο του και συσκοτίζει τα πράγματα στην ουσία.
Οι καπιταλιστές βρίσκονται συνέχεια σε μια αντίφαση που δεν μπορούν να λύσουν ποτέ.
Από την μια μεριά θέλουν αγωνιωδώς να πωλούν τα εμπορεύματά τους φτηνά μειώνοντας το εργατικό κόστος και από την άλλη να μην βρίσκουν αγοραστές λογω της μείωσης των μισθών.
Οσα σχέδια και να εφαρμόζουν δεν μπορούν να λύσουν την αντίφαση αυτή και λογω του ανταγωνισμού μεταξύ τους.
Μόνη λύση ο Σοσιαλισμός.
Καληνύκτα κ. Βαρουφάκη.