Γνωρίζουν άραγε οι σοσιαλδημοκράτες σε τι αποβλέπουν; Εχουν μια κάποια έννοια «δίκαιης κοινωνίας» για την οποία να αξίζει τον κόπο να αγωνίζεται κανείς; Πολύ αμφιβάλλω. Νομίζω ότι δεν έχουν. Σε κάθε περίπτωση, δεν έχουν μια τέτοια έννοια στο τμήμα του κόσμου που ζούμε εμείς. Ο γερμανός πρώην καγκελάριος Σρέντερ έδωσε μια απόδειξη γι' αυτό, παραμένοντας σαγηνευμένος από τα χαρίσματα του Τόνι Μπλερ καθώς και από εκείνα του Γκόρντον Μπράουν και λέγοντας, πριν από λίγα μόνο χρόνια, ότι δεν υπάρχει μια καπιταλιστική οικονομία και μια άλλη, σοσιαλιστική οικονομία, καθώς η οικονομία είναι μόνο καλή ή κακή.
Για πολύ καιρό, τουλάχιστον για τα τελευταία τριάντα-σαράντα χρόνια, η πολιτική των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων συνδέθηκε χρόνο μετά το χρόνο με νεοφιλελεύθερους νόμους σύμφωνα με την αρχή «ό,τι πράγμα εσείς (η κεντροδεξιά) κάνετε, εμείς (η κεντροαριστερά) μπορούμε να το κάνουμε καλύτερα». Μερικές φορές, αν και όχι πολύ συχνά, κάποια ιδιαίτερα αυθαίρετη και αλαζονική νομοθετική πρωτοβουλία προκαλεί έναν πόνο στην παλιά σοσιαλιστική συνείδηση.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, χωρίς τελικά να γίνονται σπουδαία πράγματα, εγείρεται το αίτημα για μεγαλύτερη συμπόνια και περισσότερη οξυδέρκεια απέναντι σε «όσους έχουν περισσότερη ανάγκη» ή για μιαν «ελάφρυνση του φορτίου» που βαραίνει «όσους πλήττονται περισσότερο» - σίγουρα όμως αφού πρώτα έχουν εκτιμηθεί οι επιπτώσεις στη δημοτικότητα των πολιτικών σε περίπτωση εκλογών - και ακόμη συχνότερα χρησιμοποιούνται φράσεις και όροι που τους δανείζονται από τους «αντιπάλους». Αυτή η κατάσταση πραγμάτων έχει τη λογική της εξήγηση: η σοσιαλδημοκρατία έχει χάσει την ειδική βάση που την συγκροτούσε - τα δικά της κοινωνικά φρούρια και οχυρά, εκείνες τις περιοχές τις γεμάτες κόσμο, τους τελικούς αποδέκτες της κοινωνικοπολιτικής της δράσης - την οποία προσδοκά και ελπίζει ότι θα επαναπροσδιορίσει ή επανατοποθετήσει, όχι ως μια μάζα θυμάτων αλλά ως ένα συμπαγές συλλογικό υποκείμενο με δικά του συμφέροντα, πρόγραμμα και πολιτικό οργανισμό. Αυτή η βάση που συγκροτούσε τη σοσιαλδημοκρατία έχει εντελώς διαλυθεί, καθώς έχει μετατραπεί σε ένα σύνολο απομονωμένων και εγωκεντρικών ατόμων, που ανταγωνίζονται μεταξύ τους για μια εργασία ή για μια προαγωγή, με ελάχιστη επίγνωση του ότι τους συνδέει μια κοινή μοίρα και με ακόμα λιγότερη διάθεση να συσπειρωθούν και να αναπτύξουν αλληλέγγυα δράση.
Η «αλληλεγγύη» υπήρξε ένα ενδημικό φαινόμενο εκείνης της κοινωνίας των παραγωγών που έχει ήδη τελειώσει. Στην τωρινή κοινωνία των καταναλωτών δεν είναι παρά μια αυταπάτη που τροφοδοτείται από τη νοσταλγία. Τα μέλη αυτής της νέας κοινωνίας γνωρίζονται μεταξύ τους επειδή συνωστίζονται στα ίδια καταστήματα την ίδια μέρα και την ίδια ώρα και καθοδηγούνται σήμερα από το «αόρατο χέρι της αγοράς», με την ίδια αποτελεσματικότητα με την οποία συναθροίζονταν στο παρελθόν στα εργοστάσια, μπροστά στις αλυσίδες συναρμολόγησης, καθοδηγούμενα από τους εργοδότες τους και από τους καλοπληρωμένους επόπτες τους. Καθώς οι άνθρωποι είναι πρώτα καταναλωτές και μόνο σε δεύτερο επίπεδο (και όχι υποχρεωτικά) παραγωγοί, εκείνη που κάποτε ήταν η «σοσιαλδημοκρατική βάση» σήμερα έχει διαλυθεί μέσα σε ένα σύνολο μοναχικών καταναλωτών, οι οποίοι αναγνωρίζουν ως μοναδικό «κοινό συμφέρον» το ότι είναι όλοι «φορολογούμενοι». Δεν πρέπει επομένως να απορούμε για το γεγονός ότι αυτό που απομένει από τα σοσιαλδημοκρατικά κινήματα έχει εστιάσει την προσοχή του στο «μεσαίο στρώμα» (μέχρι πρόσφατα τις αποκαλούσαμε «μεσαίες τάξεις») και για το ότι αφοσιώνεται στην υπεράσπιση των «φορολογουμένων», οι οποίοι διαιρούνται από τα συμφέροντά τους και γίνονται έτσι το μοναδικό «κοινό» από το οποίο φαίνεται ότι μπορεί εύλογα να κερδηθεί μια αλληλέγγυα εκλογική υποστήριξη.
Και οι δυο παρατάξεις του τωρινού πολιτικού σεναρίου κυνηγούν και βόσκουν στην ίδια περιοχή, προσπαθώντας να πουλήσουν το δικό τους «πολιτικό προϊόν» στους ίδιους πελάτες. Δεν υπάρχει κανένας χώρος για μια «ξεχωριστή ουτοπία». Δεν υπάρχει αρκετός χώρος, τουλάχιστον στο διάστημα που χωρίζει τη μιαν εκλογική αναμέτρηση από την άλλη. «Η αριστερά -σημείωνε ο Ζοζέ Σαραμάγκου στις 9 Ιουνίου 2009 στο ημερολόγιό του- δεν φαίνεται να έχει αντιληφθεί ότι έχει γίνει πολύ όμοια με τη δεξιά». Και αυτό ακριβώς έχει συμβεί, έχει γίνει «πολύ όμοια με τη δεξιά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου