ΠΗΓΗ: ΙΣΚΡΑ
Του ΓΙΑΝΝΗ ΤΟΛΙΟΥ, δρ. οικονομικών επιστημών
Η κρίση υπερχρέωσης που βιώνει ο ελληνικός λαός και συνολικά η ελληνική κοινωνία, αποτελεί προϊόν της γενικευμένης κρίσης του συστήματος και ειδικότερα του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διαχείρισης του ελληνικού καπιταλισμού, καθώς επίσης κρίση της «οικονομικής και νομισματικής ενοποίησης» (ΟΝΕ) και του ενιαίου νομίσματος - ευρώ. Αν σε προηγούμενες οικονομικές κρίσεις ο ελληνικός καπιταλισμός είχε κάποια περιθώρια προσαρμογής, σήμερα στα πλαίσια της ευρωζώνης τα περιθώρια έχουν στενέψει πάρα πολύ, ενώ ο βρόγχος των αλλεπάλληλων «Μνημονίων», επιτείνουν την ύφεση, οδηγώντας τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού στη φτώχεια και κοινωνική περιθωριοποίηση.
1. ΤΟ ΣΑΘΡΟ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ - ΕΥΡΩ
Ειδικότερα η πρόσδεση των περιφερειακών οικονομιών της ΕΕ στο άρμα του «ενιαίου νομίσματος» αποδείχτηκε καταστροφική, ενώ αντίθετα ήταν επωφελής για τις ισχυρές οικονομίες ιδιαίτερη τη Γερμανία. Τα αυξανόμενα εμπορικά ελλείμματα στις πρώτες έγιναν πλεονάσματα στις δεύτερες. Οι κυριότερες πηγές αύξησης του δημοσίου χρέους (ελλείμματα δημοσιονομικής διαχείρισης και εμπορικού ισοζυγίου) πήραν λόγω ευρωζώνης νέες διαστάσεις.Από την άλλη οι υποσχέσεις για «οικονομική σύγκλιση» των περιφερειακών οικονομιών προς εκείνες του κέντρου, έμειναν απλές διακηρύξεις, με τα ελάχιστα κονδύλια περιφερειακής ανάπτυξης που διέθεσαν. Η δράση του νόμου της ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης μεταξύ χωρών και περιοχών, διεύρυνε το χάσμα «κέντρου» και «περιφέρειας» στα πλαίσια της ευρωζώνης.
Κατά συνέπεια χωρίς ριζική αλλαγή της αρχιτεκτονικής της ΟΝΕ και των συντεταγμένων της οικονομικής πολιτικής, τα όποια μέτρα μείωσης των δημοσίων ελλειμμάτων για δημιουργία «πρωτογενών πλεονασμάτων» έχουν οριακά αποτελέσματα και συνοδεύονται από τεράστιο κοινωνικό κόστος. Οι τάσεις υπερχρέωσης των περιφερειακών οικονομιών τροφοδοτείται ασταμάτητα λόγω του χάσματος ανταγωνιστικότητας. Ο μόνος τρόπος προσωρινής βελτίωσης της, στα πλαίσια της ευρωζώνης, είναι η εισοδηματική πολιτική, δηλ. η μείωση του εργατικού κόστους με δραστικές περικοπές μισθών, συντάξεων, κοινωνικών δαπανών, «ελαστικοποίηση» εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων. Ακόμα και στην υποθετική περίπτωση διαγραφής όλου του δημόσιου χρέους, με παραμονή στην ευρωζώνη και τις σημερινές δομές και πολιτικές, θα είχαμε μετά από δέκα χρόνια και πάλι πρόβλημα υπερχρέωσης. Άρα το εφαρμοζόμενο μοντέλο εξόδου από την κρίση, εκτός από κοινωνική «αντεπανάσταση», συνεπάγεται και απροσδιορίστου διάρκειας οικονομική παρακμή.
2. ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΗ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΣΕ ΟΦΕΛΟΣ ΤΙΝΟΣ;
Η επιλογής της «συντεταγμένης» ή «ελεγχόμενης» ή «επιλεκτικής» χρεοκοπίας, είναι πολιτική μείωσης της υπερχρέωσης, με διασφάλιση των συμφερόντων των πιστωτών και αποφυγή κατάρρευσης του ευρώ σε όφελος των ισχυρών της ευρωζώνης και του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αντίθετα για τον ελληνικό λαό σημαίνει αλλεπάλληλα «Μνημόνια», «χαράτσια» και θυσίες. Πρόκειται για συνειδητό σχέδιο «δήμευσης» του λαού και αποικιοποίησης της χώρας με δύο κυρίως τρόπους. Πρώτον, ξεπούλημα και λαφυραγώγηση όλης της δημόσιας περιουσίας και δεύτερον, κοινωνική «κατεδάφιση» και ληστεία εισοδήματος και αποταμιεύσεων του ελληνικού λαού, ιδιαίτερα μισθωτών-συνταξιούχων. Αν οι κυρίαρχες ελίτ των Βρυξελλών μιλούν σήμερα για ανάγκη «διαγραφής» 50-60% του δημόσιου χρέους (δηλ. από 360 δις € σε 180 δις €), στην ουσία δεν αποσκοπούν να «διαγράψουν» τίποτα αφού σχεδιάζουν να τα πάρουν αλλιώς, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αποφύγουν το «ντόμινο» χρεοκοπιών και κατάρρευσης του ευρώ.
Ειδικότερα με το σχέδιο «Εύρηκα» επιδιώκουν την ανάληψη όλης της εμπορεύσιμης δημόσιας περιουσίας (ύψους 125-130 δις €) από ξένη εταιρία με έδρα το Λουξεμβούργο, για την αποπληρωμή του χρέους, ενώ μέσα από το αναθεωρημένο «μεσοπρόθεσμο» επιβάλλουν σε μισθωτούς-συνταξιούχους, μεγάλες εισοδηματικές «αφαιμάξεις» που ξεπερνούν στα επόμενα χρόνια τα 50 δις €. Δηλ. 180 δις € σύνολο. Στην ουσία χρεοκοπούν τον ελληνικό λαό και αρπάζουν τη δημόσια περιουσία για χάρη των πιστωτών και της ευρωζώνης. Οι αστικές δυνάμεις της χώρας και οι ποικίλων αποχρώσεων «πρόθυμοι», μαζί και τα «παπαγαλάκια» των media, υπερασπίζονται με ταξική συνέπεια και σκληρότητα τα ιδιοτελή τους συμφέροντα, παρέχοντας πολύμορφη στήριξη στα μέτρα της «τρόϊκας» και του θλιβερού θιάσου της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου. Γιυτό έχουν κάνει σύνθημα τους την παραμονή «πάση θυσία» στην ευρωζώνη, σύνθημα που δυστυχώς υιοθετείται, σιωπηρά ή ανοιχτά, κι από δυνάμεις στο χώρο της Αριστεράς.
3. ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΛΥΣΗ ΣΕ ΟΦΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ
Ο ελληνικός λαός, αμήχανος, φοβισμένος αλλά και οργισμένος, αναρωτιέται αν υπάρχει εναλλακτική διέξοδος, τουλάχιστον λιγότερη επώδυνη από τη σημερινή; Απαντάμε κατηγορηματικά ΝΑΙ! Υπάρχει ασύγκριτα καλύτερη διέξοδος, με λιγότερες θυσίες και την εξασφάλιση ταυτόχρονα του δικαιώματος «αποφασίζειν» του λαού, ανοίγοντας ελπιδοφόρους δρόμους στη νέα γενιά και στην ελληνική κοινωνία. Είναι η λύση της «αθέτησης πληρωμών» του χρέους, ανατροπής των «Μνημονίων» και των σχεδίων δήμευσης του λαού, με αποδέσμευση από την ευρωζώνη και το ευρώ, εθνικοποίηση-κοινωνικοποίηση των τραπεζών, επιστροφή στο δημόσιο των ιδιωτικοποιημένων ΔΕΚΟ και επέκταση τους σε στρατηγικούς τομείς, ανορθωτικό πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης, αύξηση απασχόλησης, δραστική μείωση ανεργίας, αναδιανομή εισοδήματος και πλούτου, ριζοσπαστική φορολογική μεταρρύθμιση, αύξηση κοινωνικών δαπανών, στήριξη αγοραστικής δύναμης μισθών - συντάξεων, φροντίδα στο περιβάλλον, ισότιμες και αμοιβαία επωφελείς οικονομικές σχέσεις με όλες τις χώρες, κά. Πρόκειται για λύση που συνοδεύονται απαραίτητα από μια κυβέρνηση των ριζοσπαστικών-αριστερών δυνάμενων που θα την υλοποιήσει.
Αυτήν την εναλλακτική λύση οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του συστήματος κάνουν προσπάθεια αποσιώπησης, απαξίωσης και στρέβλωσης, με όπλα την παραπληροφόρηση, την κινδυνολογία και τον εκφοβισμό. Χαρακτηρίζουν την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα ως «εθνική αναδίπλωση», «φυγή από την προηγμένη Ευρώπη», «κοινωνική οπισθοδρόμηση», «εθνική καταστροφή», κά. Την ίδια στιγμή υπερασπίζονται και εξωραΐζουν τις πρωτοφανείς δεσμεύσεις του «Μνημονίου» για «αμετάκλητη παραίτηση από κάθε ασυλία στη δημόσια περιουσία» που της παρέχει η εθνική κυριαρχία.! Οπωσδήποτε η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα δεν είναι περίπατος και περιέχει αντιφατικές όψεις, θετικές και αρνητικές. Περιέχει προκλήσεις αλλά και δυνατότητες. Από πολιτική άποψη υπό τις παρούσες συνθήκες, η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα σημαίνει πρώτα απ' όλα ανάκτηση του δικαιώματος χάραξης οικονομικής πολιτικής και υπεράσπισης των συμφερόντων του ελληνικού λαού και της χώρας. Από οικονομική άποψη, η επιστροφή στη δραχμή και η υποτίμηση της γύρω στο 30-40%, επηρεάζει αντιφατικά τις εξωτερικές συναλλαγές. Οι εισαγωγές γίνονται μεν ακριβότερες αλλά ταυτόχρονα μειώνονται σε όφελος της ντόπιας παραγωγής, ενώ ενισχύονται οι εξαγωγές τονώνοντας αντίστοιχα την απασχόληση και την αύξηση του εγχώριου ΑΕΠ. Το ίδιο ισχύει με το τουριστικό συνάλλαγμα και την εισροή επενδυτικών κεφαλαίων.
Από την άλλη, δάνεια και υποχρεώσεις, δημοσίου και επιχειρήσεων, ανατιμούνται σε εθνικό νόμισμα. Ωστόσο με τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, την εθνικοποίηση των τραπεζών, την ανάκαμψη της εγχώριας παραγωγής, την αύξηση της απασχόλησης και του εθνικού εισοδήματος, τα κυριότερα προβλήματα μπορούν να αντιμετωπισθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ωστόσο τα πλεονεκτήματα από την ανάκτηση της συναλλαγματικής πολιτικής έχουν ορισμένα όρια. Για τη μακρόχρονη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, τη δραστική μείωση της ανεργίας, την αύξηση του εθνικού εισοδήματος, τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού, κά, απαιτείται οικονομική ανάπτυξη, αύξηση παραγωγικότητας, δικαιότερη κατανομή εισοδήματος, ορθολογική δημοσιονομική διαχείριση, κά. Αυτό σημαίνει συνολική στροφή στην ασκούμενη πολιτική με κριτήριο τις κοινωνικές ανάγκες και το βιώσιμο περιβάλλον.
Ωστόσο η επιλογή αποδέσμευσης από το ευρώ και επιστροφής στο εθνικό νόμισμα, δεν αποτελεί τεχνοκρατική θεώρηση της σχέσης «κόστους-ωφέλειας», αλλά συνδέεται με το ζήτημα της λαϊκής κυριαρχίας, τις κατευθύνσεις οικονομικής πολιτικής και μελλοντικής προοπτικής της χώρας. Η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα δεν είναι επιστροφή στην «παλιά» και εν πολλοίς «αμαρτωλή» δραχμή, αλλά επιστροφή στη «νέα» δραχμή που σηματοδοτεί μια νέα «πορεία», με την ανατροπή των κυρίαρχων πολιτικών και άνοιγμα του δρόμου στη σοσιαλιστική προοπτική της χώρας.
4. ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΟ ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
Η κρίση της ευρωζώνης επανέφερε στο προσκήνιο ένα παλιό ερώτημα για τη σχέση «εθνικού» και «υπερεθνικού» στη στρατηγική της Αριστεράς. Υπάρχουν απόψεις που θεωρούν ότι ο σοσιαλισμός σε μια χώρα, ιδιαίτερα σε χώρα της ΕΕ, είναι ανέφικτος και ότι ο μόνος δρόμος είναι να κινηθούν όλες μαζί σε αυτήν την κατεύθυνση. Πρόκειται κατά τη γνώμη μας για ανεδαφική προσέγγιση που προσδίδει στην ευρωζώνη και στην ΕΕ χαρακτηριστικά που δεν έχουν, ενώ ταυτόχρονα αμφισβητεί τις δυνατότητες της χώρας και του λαϊκού κινήματος να ακολουθήσουν δρόμους διαφορετικούς από τις κυρίαρχες επιλογές των αστικών δυνάμεων. Αν η ευρωζώνη είχε αποκτήσει ομοσπονδιακή συγκρότηση και η ολοκλήρωση είχε προσχωρήσει σε βάθος και πλάτος (πχ. κρατική συγκρότηση τύπου ΗΠΑ), σίγουρα τέτοιες απόψεις θα είχαν αντικειμενικό έδαφος στήριξης.
Ωστόσο στα σημερινά πλαίσια, δεν έχουμε υπάρχουν δεδομένα στην ευρωζώνη, πολύ περισσότερο που η «αρχιτεκτονική» της αποδείχτηκε σαθρή ακόμα και με όρους συστήματος. Επιπλέον οι ισχυρές χώρες, όπως η Γερμανία, πολιτεύονται με όρους «εθνικών συμφερόντων» και όχι με όρους «ευρωπαϊκών».
Ωστόσο στα σημερινά πλαίσια, δεν έχουμε υπάρχουν δεδομένα στην ευρωζώνη, πολύ περισσότερο που η «αρχιτεκτονική» της αποδείχτηκε σαθρή ακόμα και με όρους συστήματος. Επιπλέον οι ισχυρές χώρες, όπως η Γερμανία, πολιτεύονται με όρους «εθνικών συμφερόντων» και όχι με όρους «ευρωπαϊκών».
Κατά συνέπεια η άρνηση του «εθνοκεντρισμού» στο όνομα του «ευρωκεντρισμού» ή καλύτερα του «εθνικού δρόμου» στο όνομα του «ευρωπαϊκού», είναι ανεδαφική και δεν εξυπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα. Ταυτόχρονα μια τέτοια θεώρηση δεν λαμβάνει υπ' όψιν την ανισόμετρη πολιτική ανάπτυξη του αριστερού κινήματος και δυνατότητα αξιοποίησης των «ασθενών κρίκων» του συστήματος για σοσιαλιστικούς μετασχηματισμούς. Η απόρριψη των ώριμων κοινωνικών αλλαγών σε μια χώρα, στο όνομα του «όλοι μαζί», οδηγεί ουσιαστικά το κίνημα σε αδιέξοδο. Αν στις σημερινές συνθήκες υπάρχουν πρόσθετες δυσκολίες να προχωρήσουν σοσιαλιστικοί μετασχηματισμοί σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, ακόμα δυσκολότερο είναι να ωριμάσουν ταυτόχρονα οι συνθήκες μετάβασης στο σοσιαλισμό και στις 17 χώρες της ευρωζώνης την....ίδια ώρα.! Αντίθετα ξεκινώντας από τους μετασχηματισμούς σε μια, δυο, τρεις κλπ χώρες, αυτοί μπορούν να λειτουργήσουν ως «επιταχυντής» των αλλαγών και στις άλλες χώρες.
5. ΤΑΞΙΚΟ, ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟ, ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
Μια άλλη εκδοχή αμφισβήτησης ριζοσπαστικών μετασχηματισμών σε μία χώρα, είναι η απόρριψη συνδυασμού του εθνικο-πατριωτικού στοιχείου με το ταξικό και το διεθνιστικό. Το εθνικό-πατριωτικό ερμηνεύεται ως εθνικιστικό και συνώνυμο των συμφερόντων της αστικής τάξης και του κεφαλαίου, παρ' ότι οι κυρίαρχες ελίτ έχουν επιλέξει από καιρό τον κοσμοπολίτικο δρόμο. Ωστόσο για τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού (μισθωτοί, συνταξιούχοι, μικρομεσαίοι αγρότες, μικρο-επιχειρηματίες, κά), πέρα από τα ταξικά, υπάρχουν και τα κοινά συμφέροντα που θίγονται από τις πολιτικές κυβέρνησης, «τρόϊκας» και ολιγαρχίας. Στη βάση αυτή μπορεί να οικοδομηθεί κοινό μέτωπο πάλης και να αναζητηθούν κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες για την ανατροπή του «Μνημονίου» και της «ελεγχόμενης πτώχευσης» που οδηγούν σε δήμευση του ελληνικού λαού, σε οικονομική παρακμή και μετατροπή της χώρας σε γερμανικό «προτεκτοράτο». Η υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής κυριαρχίας, εκτός από ιστορικό βάθος, έχουν επίκαιρη διάσταση και αφορούν το σήμερα και αύριο της ελληνικής κοινωνίας. Κατά συνέπεια το «ταξικό» μπορεί να είναι συμβατό με το «εθνικό-πατριωτικό».
Αντίστοιχα μπορεί να είναι συμβατό και με το «διεθνιστικό». Αναπόσπαστο στοιχείο μιας πολυδιάστατης και ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής, είναι η ισότιμη και αμοιβαία επωφελής συνεργασία με όλες τις χώρες και ιδιαίτερα η αλληλεγγύη και κοινή δράση των εργαζόμενων. Το όραμα της ενωμένης Ευρώπης των λαών και των εργαζόμενων, διατηρεί την ιστορική του δυναμική, αλλά δεν έχει καμιά σχέση με την αρχιτεκτονική της ευρωζώνης και των επιλογών της Άγκελας Μέργκελ και Νικολά Σαρκοζί. Κατά συνέπεια η αλληλεγγύη και κοινή δράση των δυνάμεων της Αριστεράς εκτός από το εθνικό, μπορεί και πρέπει να προωθείται σε υπερεθνικό επίπεδο. Η παραμονή ωστόσο στην ευρωζώνη δεν προσθέτει πλεονεκτήματα, αλλά αντίθετα ενισχύει τη δύναμη των κυρίαρχων ελίτ σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. Κατά συνέπεια η αποδυνάμωση, ανατροπή και κατάρρευσης της, μπορεί να γίνει απαρχή ανατροπής και υπέρβασης των κυρίαρχων καπιταλιστικών σχέσεων σε κάθε χώρα και συνολικά στην ΕΕ με προοπτική το σοσιαλισμό.
* Ομιλία στην Ημερίδα πολιτικής & επιστημονικής προσέγγισης με θέμα: ''Η καπιταλιστική κρίση. Οι εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη χώρα μας. Η δυνατότητα άλλου δρόμου''. (Πάντειο Πανεπιστήμιο, Σάββατο 8η Οκτώβρη 2011)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου