Σάββατο 2 Ιουλίου 2011

Η Γερμανία θα βγει χαμένη από το ελληνικό δράμα

 
H υπερψήφιση του νέου ευρωπαϊκού σχεδίου από το ελληνικό Κοινοβούλιο μπορεί να έδωσε χαρά και λίγο ακόμη χρόνο στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά σίγουρα θα ανεβάσει το τελικό κόστος της κρίσης και όχι μόνο για τη Γερμανία. Κάποιοι θυμούνται ότι πριν από 20 χρόνια ο Νίκολας Ρίντλεϊ υποχρεώθηκε να παραιτηθεί από την  βρετανική κυβέρνηση επειδή δήλωσε πως η οικονομική και νομισματική ένωση ήταν μια ‘γερμανική κομπίνα’. Η δήλωσή του αδικούσε τη Γερμανία, πλην όμως ακόμη και σήμερα όλοι συμφωνούν πως η Γερμανία είναι η μεγάλη ωφελημένη του ευρώ. Αυτό ήταν εν μέρει αληθές μέχρι στιγμής, αλλά από εδώ και πέρα θα πάψει να είναι.
 
Οι Γερμανοί βιομήχανοι σίγουρα επωφελήθηκαν από την νομισματική ένωση, όπως είχαν άλλωστε επωφεληθεί και πριν, από τον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών. Τόσο η ΟΝΕ όσο κι ο Μηχανισμός χρησιμοποιήθηκαν για τη διατήρηση και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων τους. Όμως αυτό έγινε πρωτίστως σε βάρος των Γερμανών καταναλωτών και φορολογουμένων. Στο βαθμό που η ΟΝΕ υπήρξε ‘γερμανική κομπίνα’ αντανακλά μια άρρητη συνωμοσία μεταξύ των Γερμανών βιομηχάνων, τραπεζιτών και πολιτικών. Σίγουρα, εκτός ΟΝΕ, η πιθανή διαρκής ανατίμηση του γερμανικού μάρκου θα μείωνε την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων της γερμανικής βιομηχανίας, παράλληλα όμως θα επέτρεπε την ανάπτυξη άλλων τομέων της γερμανικής οικονομίας – που δεν έχουν αναπτυχθεί αρκετά – ενώ θα συνέτεινε στη βελτίωση των επίπεδων διαβίωσης. 

Η επιτυχία των γερμανικών εξαγωγών αντανακλάται στο μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας, αλλά τα τελευταία 9 χρόνια το πλεόνασμα αυτό ανακυκλώνονταν προς τις άλλες χώρες του ευρώ, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Το ενιαίο νόμισμα αντικατέστησε τους κινδύνους του Μηχανισμού Συναλλαγματικών Ισοτιμιών με τους πιστωτικούς κινδύνους, μόνο που οι αγορές αφέθηκαν στην παραπληροφόρηση και εκτίμησαν λάθος τους κινδύνους. Η ΟΝΕ είναι, πρωτίστως, μια πιστωτική φούσκα. Και, βέβαια, οι πιστωτικές φούσκες κάποια στιγμή σκάνε κι αυτό που συνήθως συμβαίνει είναι ότι πλήττονται οι πιστωτές – αλλά αυτό δεν συμβαίνει μέσα στην ευρωπαϊκή νομισματική ένωση όπου τελικά οι φορολογούμενοι υποχρεώνονται να σώσουν τις γερμανικές και τις άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες.

Παρόλα αυτά σε κάποιο σημείο οι πιστωτές θα υποχρεωθούν να πληρώσουν: το ζήτημα είναι το πώς και το πότε. Καμιά από τις υπό συζήτηση λύσεις για την κρίση της Ευρωζώνης δεν θα δώσει αποτελέσματα γιατί καμιά τους δεν αντιμετωπίζει την ουσία του προβλήματος. Η κρίση δεν είναι πρωτίστως κρίση ελλειμμάτων και χρεών, στην πραγματικότητα έχει στο κέντρο της προβλήματα που παράγονται από την απώλεια της ανταγωνιστικότητας των κρατών στο πλαίσιο της νομισματικής ένωσης. Η θεραπεία που συστήνει η Ευρώπη σήμερα στις υπερχρεωμένες χώρες περιλαμβάνει τα δύο τρίτα της παραδοσιακής συνταγής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου – δρακόντειες περικοπές δαπανών και αύξηση φορολογίας – χωρίς όμως το πολύτιμο τελευταίο τρίτο – την υποτίμηση του νομίσματος. Η εφαρμογή αυτής της κουτσουρεμένης συνταγής θα κάνει, δυστυχώς, τα πράγματα πολύ χειρότερα.

Όσα κονδύλια και αν δοθούν στην Ελλάδα ή τα άλλα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας, η διάσωση θα καταστήσει δυνατή τη μεταφορά του κινδύνου από τις τράπεζες στους φορολογούμενους, δεν θα αποδώσει όμως κάτι παραπάνω από τη στιγμή που δεν αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της απώλειας της ανταγωνιστικότητας.
Ούτε και η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, η μετακύλισή του, ή η πώληση περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου που προσφέρει προσωρινή και μόνο ανακούφιση – από τη στιγμή που το μοναδικό όφελος είναι η διαφορά των εισοδηματικών ροών που μεταφέρεται από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα – θα αποδώσουν κάτι ουσιαστικό.

Η λύση δεν θα έρθει ούτε καν από τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για ορισμένες από τις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης. Παρόλα αυτά, η οικονομική μεταρρύθμιση στα πρώτα της στάδια κάνει τα πράγματα χειρότερα καθώς οι μη παραγωγικές επιχειρήσεις κλείνουν και ακολουθούν μαζικές απολύσεις, προκύπτει δε η αναγκαιότητα η συρρίκνωση της παραγωγής και της απασχόλησης να αντισταθμιστούν με μια πιο χαλαρή νομισματική πολιτική. Κι από την άλλη μεριά, όταν πια εμφανίζονται τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων, η νομισματική πολιτική πρέπει να αναπροσαρμοστεί ξανά για να ωφεληθεί η οικονομία από τα κέρδη της μεταρρύθμισης. Όμως στην Ευρωζώνη κανένα εθνικό κράτος δεν μπορεί να προσαρμόσει τη νομισματική πολιτική του, αυτή ορίζεται με βάση το σύνολο.

Η διατήρηση της Ευρωζώνης ως έχει, απαιτεί δημοσιονομικές μεταβιβάσεις από τις χώρες με μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα προς τις χώρες με εμπορικά ελλείμματα, προκειμένου οι ελλειμματικές χώρες να καταβάλλουν το κόστος της προσπάθειας για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητάς τους μέσω αποπληθωρισμού. Αυτό στην πραγματικότητα σημαίνει πως θα υπάρχουν για πάντα μεταβιβάσεις από τη Γερμανία προς την ευρωπαϊκή περιφέρεια, οι οποίες δεν θα διαφέρουν και πολύ από τις παλαιότερες μεταβιβάσεις προς την Ανατολική Γερμανία και οι οποίες είναι πιθανόν να προσλάβουν μεγαλύτερη κλίμακα. Αλλά αυτό θα γονατίσει την οικονομία και τα δημόσια οικονομικά της Γερμανίας.

Οι πολιτικοί ηγέτες της Γερμανίας εμφανίζονται τυφλοί απέναντι στις συνεπαγωγές της πολιτικής τους: όλο και περισσότερη λιτότητα και όλο και μεγαλύτερος δανεισμός. Η λιτότητα θα κάνει τα πράγματα χειρότερα και ο δανεισμός το μόνο που θα επιτύχει θα είναι η αναβολή της ημέρας που θα … πληρωθεί ο λογαριασμός. Το κόστος ενός ελληνικού χρεοστασίου σε συνδυασμό με τη διάσωση των τραπεζών της είναι σήμερα μικρότερο για τη Γερμανία από ό,τι θα είναι η περαιτέρω ύφεση και στη συνέχεια το χρεοστάσιο στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Και αν υπάρχει ένα ζήτημα με τις πολιτικές αναταραχές στην Ελλάδα, όταν ο γερμανικός λαός αντιληφθεί την παγίδα στην οποία τον έκλεισαν οι ηγέτες του στο όνομα της Ευρώπης οι κλυδωνισμοί θα γίνουν πολύ πιο σοβαροί. Η ευρωπαϊκή νομισματική ένωση εγκυμονεί μια καταστροφή για την Ευρώπη και τη Γερμανία.


Δεν υπάρχουν σχόλια: