του Λευτέρη Μανωλά
Θα είχε ενδιαφέρον να ασχοληθεί κάποιος με την καταγραφή των γεγονότων και την ανάλυση των πολιτικών επιλογών που συνθέτουν το χρονικό ενός, προ πολλού καιρού, προαναγγελθέντος θανάτου. Του θανάτου ενός μεγάλου και σημαντικού για την οικονομία του τόπου Οργανισμού. Του ΟΣΕ.
Μα πιο πολύ ενδιαφέρον θα είχε η περιγραφή και η ερμηνεία της στάσης των «οικείων» (δηλαδή «συγγενών και φίλων») ενόψει ενός δήθεν αναπόφευκτου γεγονότος. Έτσι λοιπόν, οι εκπρόσωποί τους αντί να ενώσουν δημιουργικά τις δυνάμεις τους, (δόξα τω θεώ υπάρχει πλήθος επιστημόνων σιδηροδρομικών) και να συνθέσουν τις απόψεις τους σε μια αξιόπιστη και ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση, για την άρση όλων των αρνητικών δεδομένων (αλλά και των «φαινομένων») που άφηναν το τρένο να τρέχει ακυβέρνητο σε μια τεχνητή κατωφέρεια, αυτοί οι ίδιοι αυτοπαγιδεύτηκαν από τις πλασματικές, στην ουσία, αντιθέσεις τους. Και αντί, έστω, να κάνουν χρήση της «ακαριαίας πέδης», συνέχιζαν αμέριμνοι να ανέχονται τις συνεχείς «αφαιμάξεις» από το «σώμα» του (βαριά πλέον) ασθενούς Οργανισμού, αλλά και το χειρότερο να εντείνουν τη στείρα ανιπαράθεσή τους. Με αποκορύφωμα τη διαφωνία τους όχι ως προς την επιλογή μιας συγκεκριμένης «θεραπευτικής» αγωγής, αλλά (άκουσον-άκουσον) στην επιλογή του εργολάβου κηδειών και στο τι θα περιλαμβάνει το επικήδειο «τραπέζι».
Στο μεταξύ και για μεγάλο χρονικό διάστημα αφέθηκε να δημιουργηθεί ένα τεράστιο πεδίο δυσμενούς επικοινωνιακής δράσης, σε βάρος της υπόστασης του ΟΣΕ και των εργαζομένων σε αυτόν. Κατά τρόπο που όλες οι αρνητικές πτυχές των ¨λαθεμένων» πολιτικών επιλογών, των διαφόρων κυβερνήσεων να αποδίδονται, διαχρονικά στον Οργανισμό, λες κι αυτός λειτουργούσε αυτόνομα, μακριά από συγκεκριμένες πολιτικές κηδεμονίες. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι τα σημαντικότερα ζητήματα που αναφέρονται στα αίτια που οδήγησαν τον Οργανισμό στην κρίση της τελευταίας περιόδου, έχουν αναλυθεί και έχουν προβληθεί πρόσφατα.
Τα σημαντικότερα από τα στοιχεία που «βάρυναν» την εικόνα του ΟΣΕ και παρουσιάσθηκαν διαστρεβλωμένα, είναι: Η χρέωση (πάντοτε σε βάρος του) των χρηματοδοτήσεων των υποχρέωσεων Δημόσιας Υπηρεσίας. Η χρέωση, το ίδιο, των χρηματοδοτήσεων των επενδυτικών προγραμμάτων, οι οποίες αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος του δήθεν χρέους τους (δηλαδή ο μελλοντικός αγοραστής του πρώην ΟΣΕ θα έχει την υποχρέωση της χρηματοδότησης της κατασκευής της σιδηροδρομικής υποδομής του εθνικού Δικτύου;) Η μη χρηματοδότηση της κάθε φοράς κυβερνητικής τιμολογιακής πολιτικής. Η χρέωση των επιπτώσεωντων άστοχων κυβερνητικών επιλογών, οι οποίες κατά κανόνα επιβάλλονταν με εξωεπιχειρησιακά κριτήρια. Η χρέωση (και στους εργαζόμενους) της εκάστοτε ακολουθούμενης κυβερνητικής εισοδηματικής πολιτικής. Οι βραχύβιες διορισμένες με ρουσφετολογικά κριτήρια, διοικήσεις. Και αρκετά άλλα.
Ωστόσο, τα παραπάνω ζητήματα όχι μονάχα είχαν εντοπισθεί, αλλά και έχουν αναλυθεί διεξοδικά όχι μόνο στην ειδική Ημερίδα που οργανώθηκε, πριν από μερικούς μήνες, από το Τ.Ε.Ε., αλλά και σε ξεχωριστές παρεμβάσεις διακεκριμένων οικονομολόγων-συγκοινωνιολόγων (βλ. Συνεντεύξεις, διαλέξεις και αρθρογραφία καθηγητή κ. Ι. Μουρμούρη) και σε εξιδικευεμένες μελέτες (βλ. Σχετική έκθεση καθηγητή κ. Κ. Κιουλάφα, στην οποία μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι: ο ΟΣΕ υποχρεώνεται να λειτουργεί με «πολιτικά κριτήρια» και να αξιολογείται με «επιχειρηματικά κριτήρια»). Όλα αυτά τα στοιχεία ως και τα αντίστοιχα συμπεράσματα αγνοήθηκαν πεισματικα, σε επικοινωνιακό επίπεδο. Όχι βέβαια τυχαία, αλλά για λόγους που εξυπηρετούσαν συγκεκριμένες σκοπιμότητες και συμφέροντα.
Όλα τα ΜΜΕ, σαν καλά «εργαλεία» του συστήματος ρίχτηκαν «με τα μούτρα» στο παιχνίδι της συνολικής απαξίωσης του ΟΣΕ και των εργαζομένων του. Και τι δεν ειπώθηκε. Και τι δεν διαστρεβλώθηκε, για να «διαμορφωθεί» κατάλληλα η «κοινή γνώμη».
Τελικά το «κόλπο» πέτυχε. Η κυβέρνηση, μαζί με τους συναιτέρους της, ψήφισαν, απρόσκοπτα, το σχετικό νομοσχέδιο για την δήθεν εξυγίανση του ΟΣΕ. Εν γνώσει τους ότι η συγκεκριμένη πράξη αποτελεί το αρχικό (δηλ. «το ήμισυ του παντός») στάδιο του τεμαχισμού ενός προσοδοφόρου σαλαμιού. Ενώ παράλληλα έδιναν το μήνυμα ότι η παρούσα κυβέρνηση έχει τη βούληση να «θυσιάσει» όχι μόνο τα «ασημικά» αλλά κι όλη την εθνική περιουσία, προκειμένου να ικανοποιηθούν «οι αγορές». Δηλαδή το σύστημα εκείνο που έχει ταυτισθεί με τις πλέον κερδοσκοπικές και παρασιτικές μορφές του κεφαλαίιου, που στις μέρες μας εκφράζονται από τα νεκραναστηθέντα τραπεζικά συγκροτήματα. Ένας σύγχρονος «Μινώταυρος» που για να ικανοποιηθεί απαιτεί ανθρωποθυσίες και όχι μόνο.
Όλες όμως οι εποχές έχουν ένα τέλος........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου