του Ευκλείδη Τσακαλώτου
ΠΗΓΗ ΤΟ ΒΗΜΑ
Είναι το ίδιο επιχείρημα που αντιμετώπιζε ο Κέινς καθ΄ όλη τη δεκαετία του ΄30. Μόνο που σε καμία αναπτυγμένη χώρα εκείνης της εποχής δεν εμφανίστηκε μια τέτοια ενεργητική δραστηριότητα από τον ιδιωτικό τομέα ως αποτέλεσμα σφικτών δημοσιονομικών πολιτικών. Δεν έχει διατυπωθεί πειστικό επιχείρημα γιατί στη δική μας δεκαετία μπορούμε να έχουμε καλύτερη εξέλιξη με την εφαρμογή των αποτυχημένων συνταγών του ΄30.
Το σφάλμα δεν είναι στην ίδια την οικονομετρική μελέτη αλλά στην ερμηνεία του αποτελέσματος. Διότι το ερώτημα που τίθεται δεν είναι τι έγινε, κατά μέσον όρο, στο παρελθόν σε διάφορες οικονομίες όταν άσκησαν, κάτω από διάφορες οικονομικές συνθήκες, περιοριστική δημοσιονομική πολιτική. Μετά τον Σεπτέμβρη του 2008 δεν είμαστε σε μια μέση κατάσταση. Σημασία έχει να ερωτηθούμε τι αναμένεται να γίνει ύστερα από μια περιοριστική δημοσιονομική πολιτική σε συνθήκες παγκόσμιας ύφεσης όπου πολλές χώρες εφαρμόζουν παρόμοιες περιοριστικές πολιτικές, όπου οι τράπεζες συνεχίζουν να έχουν προβλήματα και όπου τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις επίσης προσπαθούν να περιορίσουν τα έξοδα για να αντιμετωπίσουν την υπερχρέωσή τους. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο μια περιοριστική δημοσιονομική πολιτική απλώς εντείνει την ύφεση.
Δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης έχουμε πολλούς λόγους για να είμαστε ανήσυχοι. Οπως αναγνώρισε την προηγούμενη εβδομάδα κύριο άρθρο των «Νew Υork Τimes», τα προβλήματα του χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν αντιμετωπίστηκαν
με θαρραλέο και συντονισμένο τρόπο από τις ισχυρότερες οικονομίες. Ετσι οι μεγάλες τράπεζες αποδεικνύουν μια νέα αύξηση κερδοφορίας πάνω στις ίδιες δραστηριότητες που μας οδήγησαν στην κρίση. Συγχρόνως έχουμε τη συνέχιση των μακρο-οικονομικών ανισορροπιών στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μεταξύ πλεονασματικών και ελλειμματικών οικονομιών. Και σε σχέση με την Κίνα και τις ΗΠΑ, αλλά και μεταξύ Γερμανίας και των χωρών της Νότιας Ευρώπης. Καθαρή ένδειξη ότι χωρίς μια ριζική αλλαγή στην οικονομική και χρηματοπιστωτική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης, το ευρώ απλούστατα δεν αποτελεί βιώσιμο νόμισμα.
Ισως ακόμη πιο ανησυχητικοί είναι οι πολιτικοί συσχετισμοί όπως εξελίσσονται την τελευταία περίοδο. Ο τρόπος με τον οποίο διασώθηκε το τραπεζικό σύστημα μετέτρεψε μια χρηματοπιστωτική κρίση σε μια δημοσιονομική κρίση. Από τη μια μεριά ο θυμός κατά των τραπεζών δεν έχει καταλαγιάσει, από την άλλη ο κόσμος βλέπει ότι οι δαπάνες που ξοδεύτηκαν δεν οδήγησαν σε νέες θέσεις εργασίας, σε περισσότερες κοινωνικές παροχές, σε μεγαλύτερη ευημερία. Με αυτή την εμπειρία δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι στις ΗΠΑ, αλλά και αλλού, οι φορολογούμενοι θα είναι έτοιμοι να χρηματοδοτήσουν νέα πακέτα παρέμβασης σε επόμενα επεισόδια ύφεσης και χρηματοπιστωτικών αναταραχών. Ετσι ίσως αποδειχθεί ότι το μόνο χειρότερο από το να αντιμετωπίσεις μια μεγάλη κρίση μόνο με μια κοινωνικά άδικη διάσωση των τραπεζών, είναι να μην τις σώσεις καθόλου με κανέναν τρόπο!
Είναι δύσκολο, τέλος, να πιστέψει κανείς ότι θα βγούμε από την κρίση χωρίς μια ριζική αλλαγή στο επίπεδο των ιδεών. Στις ΗΠΑ το παιχνίδι χάθηκε από τον Ομπάμα όταν εμπιστεύτηκε την οικονομική πολιτική του σε άτομα που είναι απόλυτα συνδεδεμένα με τις ιδέες αυτές που μας οδήγησαν στην κρίση. Στη χώρα μας το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δεν μπορεί να εξετάσει με κριτικό πνεύμα τα ιδεολογήματα της φιλελευθεροποίησης, των ευέλικτων σχέσεων εργασίας, της επιχειρηματικότητας.
Οπως έλεγε και ο Κέινς, οι πιο «πρακτικοί» άνθρωποι είναι αυτοί που συνήθως είναι δέσμιοι των πιο ξεπερασμένων ιδεών. Σε μια κρίση ο ρεαλισμός και το πρακτικό πνεύμα δεν αποτελούν προτερήματα. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια ριζικά διαφορετική κατεύθυνση, όπου οι ανάγκες των πολλών για μισθούς, για θέσεις εργασίας και για κοινωνικές δαπάνες θα αποτελούν μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος. Χωρίς μια τέτοια ανατροπή, που βεβαίως δεν θα είναι μόνο στο επίπεδο των ιδεών, απλώς δεν θα βγούμε από την κρίση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου