Πηγή: ΚΙΜΠΙ
9-5-2010
ΥΠΑΡΧΟΥΝ πολλοί τρόποι να μετρήσουμε και να αποτιμήσουμε τους κύκλους της ζωής μιας χώρας. Ένα μέτρο είναι οι επιχειρηματικοί και οικονομικοί κύκλοι, οι εναλλαγές ανάπτυξης και ύφεσης. Ένα άλλο μέτρο είναι οι πολιτικοί κύκλοι, οι εναλλαγές των κομμάτων στην εξουσία ή, πιο μακροσκοπικά, οι μεταλλάξεις του κομματικού συστήματος εξουσίας. Μιλούμε, για παράδειγμα, περί κύκλου της μεταπολίτευσης του οποίου προαναγγέλλεται το κλείσιμο για πολλοστή φορά.
ΩΣΤΟΣΟ, το μέτρο των μέτρων, το στοιχείο στο οποίο τέμνονται τόσο οι πολιτικοί όσο και οι οικονομικοί κύκλοι ζωής μιας χώρας, ακόμη και οι ιστορικοί και πολιτιστικοί της κύκλοι, είναι ο πλούτος της. Στην παραγωγή, στη διεκδίκησή του, στη διανομή ή στον σφετερισμό του συνωθούνται και αντιπαρατίθενται τάξεις, κοινωνικά στρώματα, γενιές, γραφειοκρατίες, επιχειρηματικές «παρέες», «συμμορίες» κλεπτοκρατών, κόμματα.
ΑΠΟ ΤΟ 1990, αν θεωρήσουμε ότι αποτελεί έτος καμπής στο πολιτικό σύστημα και κυρίως «εισβολής» της ενιαίας σκέψης του νεοφιλελευθερισμού (αγορά, ιδιωτικοποίηση, λαϊκός καπιταλισμός, λιγότερο κράτος) στις αντιλήψεις της κοινωνίας και της πολιτικής ελίτ, η Ελλάδα έχει ζήσει τρία μεγάλα κύματα λεηλασίας του κοινωνικού πλούτου, με επιπτώσεις ασύλληπτες σ’ αυτό που σήμερα βιώνουμε ως κρίση κρατικού χρέους. Μπορούμε να προσδιορίσουμε τον πλούτο που παράχθηκε στην εικοσαετία αυτή, πολύ σχηματικά και με μεγάλο βαθμό αφαίρεσης, περίπου σε 4 τρισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζουμε τη μαύρη οικονομία, που κι αυτή πάντως αντιστοιχεί σε πραγματικό πλούτο.
Και φυσικά χωρίς να υπολογίζουμε τις υπεραξίες που προκύπτουν από εκείνο το μέρος του που «αντικειμενοποιείται» σε κινητές ή ακίνητες αξίες. Τουλάχιστον 4 τρισ. ευρώ, λοιπόν, πέρασαν από τα χέρια μας, έγιναν ιδιωτική κατανάλωση, κρατικές δαπάνες, δαπάνες δημοσίου χρέους. Και μπροστά σ’ αυτά, τα 60 δισ. ευρώ, που υποτίθεται ότι πήραμε και «φάγαμε» από τις κοινοτικές επιδοτήσεις, δεν ξεπερνούν το 1,5%. Η αξία τους στην πραγματικότητα ήταν μόνο συμβολική, έστω κι αν είναι εκατοντάδες και χιλιάδες οι πινακίδες που μας θυμίζουν: «αυτό το έργο πραγματοποιήθηκε με τη συγχρηματοδότηση της Ε.Ε.» ΕΠΟΜΕΝΩΣ, το ερώτημα είναι: «Πού πήγαν τα λεφτά, οέο;» Μια απάντηση είναι ίσως η «θεωρία» μου για τα τρία (συν ένα) κύματα ληστείας του κοινωνικού πλούτου της εικοσαετίας.
Και φυσικά χωρίς να υπολογίζουμε τις υπεραξίες που προκύπτουν από εκείνο το μέρος του που «αντικειμενοποιείται» σε κινητές ή ακίνητες αξίες. Τουλάχιστον 4 τρισ. ευρώ, λοιπόν, πέρασαν από τα χέρια μας, έγιναν ιδιωτική κατανάλωση, κρατικές δαπάνες, δαπάνες δημοσίου χρέους. Και μπροστά σ’ αυτά, τα 60 δισ. ευρώ, που υποτίθεται ότι πήραμε και «φάγαμε» από τις κοινοτικές επιδοτήσεις, δεν ξεπερνούν το 1,5%. Η αξία τους στην πραγματικότητα ήταν μόνο συμβολική, έστω κι αν είναι εκατοντάδες και χιλιάδες οι πινακίδες που μας θυμίζουν: «αυτό το έργο πραγματοποιήθηκε με τη συγχρηματοδότηση της Ε.Ε.» ΕΠΟΜΕΝΩΣ, το ερώτημα είναι: «Πού πήγαν τα λεφτά, οέο;» Μια απάντηση είναι ίσως η «θεωρία» μου για τα τρία (συν ένα) κύματα ληστείας του κοινωνικού πλούτου της εικοσαετίας.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΓΑΛΟ κύμα συντελέστηκε την περίοδο 1990-1993. Η σαρωτική εκποίηση του δημόσιου πλούτου που προώθησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έστω κι ανολοκλήρωτη, μαζί με τη φάμπρικα των προγραμματικών συμφωνιών που εδραίωσε την ηγεμονία εθνικών προμηθευτών και εργολάβων στα δημόσια έργα, συνοδεύτηκε από μια εκτίναξη του δημοσίου χρέους. Για την ακρίβεια, οδήγησε στον υπερδιπλασιασμό του από τα 27 δισ. στα 68 δισ. ευρώ. Βάσει της νεοφιλελεύθερης συνταγής, θα έπρεπε να συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Τα υποτιθέμενα έσοδα αποκρατικοποιήσεων θα έπρεπε να ελαφρύνουν το χρέος. Ο λόγος για τον οποίο δεν συνέβη αυτό δεν ήταν μόνο ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις εκποιήθηκαν κοψοχρονιά, αλλά και ότι το κράτος ουσιαστικά «επιδότησε» και τους αγοραστές. Αυτό το πρώτο κύμα που έσπασε το ταμπού της ιδιωτικοποίησης συνεχίστηκε αδιαλείπτως από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ μέχρι το 2004, οπότε ολοκληρώθηκε ο μεγαλύτερος κύκλος αποκρατικοποιήσεων στις τράπεζες, τις τηλεπικοινωνίες, την ενέργεια.
ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΥΜΑ ληστείας του κοινωνικού πλούτου κορυφώθηκε το 1999, όταν η εδραίωση του «λαϊκού καπιταλισμού» και της «δημοκρατίας των μετόχων» έγινε συλλογική αυταπάτη, στα όρια της υστερίας, για ένα σημαντικότατο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας. Στον χρηματιστηριακό πανικό του 1999 η κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. έφτασε το ιλιγγιώδες ποσό των 212 δισ. ευρώ, φρέσκο χρήμα που αντλήθηκε από το μικρομεσαίο εισόδημα περίπου ενός εκατομμυρίου νοικοκυριών. Δυο χρόνια μετά, τα τρία τέταρτα αυτού του πλούτου είχε κάνει φτερά και η κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. έπιανε πάτο, κάτω από τα 60 δισ. ευρώ. Περίπου 150 δισ. ευρώ, ποσό που υπερέβαινε το ετήσιο ΑΕΠ σε τιμές 1999, δεν εξαερώθηκαν, αλλά άλλαξαν χέρια μέσω της φάμπρικας εισαγωγών και αυξήσεων κεφαλαίων στο Χ.Α. που, αντί για επενδύσεις, έγιναν ιδιωτικές περιουσίες και πολυτελής κατανάλωση των μεγαλομετόχων. Η μεγαλύτερη αναδιανομή πλούτου υπέρ των ολίγων από καταβολής ελληνικού κράτους συνέβη την ίδια περίοδο που τα φτωχότερα νοικοκυριά υποβάλλονταν σε ασκήσεις λιτότητας μέσω του προγράμματος σύγκλισης και της υποτίμησης της δραχμής για την ένταξη στο ευρώ. Την ίδια περίοδο, το δημόσιο χρέος μένει «κολλημένο» στην περιοχή του 100% του ΑΕΠ, ανεξάρτητα από τις λαθροχειρίες υπολογισμού του και παρά τον πακτωλό εσόδων του κράτους.
ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΚΥΜΑ λεηλασίας του κοινωνικού πλούτου κορυφώνεται το 2004, όταν η ελληνική κοινή γνώμη υποβάλλεται σε μαζικό υπνωτισμό από τις ολυμπιακές σειρήνες, καλείται να ζήσει το ολυμπιακό όνειρο, ενώ ταυτόχρονα φιμώνεται ως «αντεθνική» κάθε φωνή που προειδοποιεί ότι τα φαραωνικά ολυμπιακά έργα, πέραν της αμφίβολης ανταποδοτικότητάς τους, θα εκτινάξουν το δημόσιο χρέος και θα γεμίσουν τα ταμεία των ξένων και εγχώριων εργολάβων και προμηθευτών που, εκμεταλλευόμενοι το ολιγοπώλιό τους, έστησαν έναν απίστευτο μηχανισμό υπερτιμολογήσεων και υπερκοστολογήσεων. Τα 20 δισ. του κόστους των ολυμπιακών έργων πλαισιώνονται από ένα πολλαπλάσιο κόστος όλων των μεγάλων έργων που ξεκίνησαν από το 2000 και εξελίσσονται μέχρι σήμερα, και πέρα από τις (τελικά ισχνές) κοινοτικές επιδοτήσεις, προσέθεσαν σε εννιά χρόνια περίπου 150 δισ. ευρώ κρατικού χρέους, εδραίωσαν την ηγεμονία ενός ολιγάριθμου λόμπι εργολάβων και προμηθευτών που σήμερα όχι απλώς ελέγχει, αλλά και κατέχει τα μεγάλα έργα σαν κατακτητής που κατέλαβε τμήμα της εθνικής επικράτειας. Υποθέτω ότι το αντιλαμβάνεστε αυτό κάθε φορά που περνάτε, για παράδειγμα, από διόδια εθνικών οδών.
ΖΟΥΜΕ ΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΥΜΑ λεηλασίας του κοινωνικού πλούτου. Και ταυτόχρονα, το πιο βίαιο και καταστροφικό ως προς τις επιπτώσεις στον κοινωνικό ιστό. Η τετραετία που ακολουθεί, με την Ελλάδα ενταγμένη στον μηχανισμό στήριξης Ε.Ε. - ΔΝΤ, θα σημάνει μια μεταφορά πλούτου άνω των 150 δισ. ευρώ απευθείας από τα λαϊκά εισοδήματα και τα κρατικά ταμεία στα χαρτοφυλάκια ξένων και εγχώριων τραπεζών, αλλά και κερδοσκοπικών επενδυτικών κεφαλαίων των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Καθώς προβλέπεται ότι το χρέος θα φτάσει στο τέλος (αν υπάρξει τέλος) του κυβερνητικού προγράμματος, το 2014, στα 360 δισ. ευρώ (αύξηση 1000% από το 1991!), κάθε παραγωγική ικμάδα αυτής της χώρας, κάθε ευρώ που θα παραχθεί ή θα καταναλωθεί τα πέντε αυτά πέτρινα χρόνια, προορίζονται να διασώσουν και να τροφοδοτήσουν το πιο παρασιτικό τμήμα της οικονομίας, και μάλιστα κυρίως εκτός Ελλάδας. Στη Γερμανία, στη Γαλλία, στις ΗΠΑ, στα τραπεζικά τους χαρτοφυλάκια, που ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους. Για το μέγεθος της λεηλασίας, μερικοί ακόμη αριθμοί είναι ενδεικτικοί: από το 1991 μέχρι σήμερα, στην εικοσαετία των τριών κυμάτων λεηλασίας του εθνικού πλούτου, η «φτωχή πλην τιμία» Ελλάδα έχει καταβάλει τόκους περίπου 180 δισ. ευρώ στους δανειστές της. Στην πενταετία της «διάσωσης» καλείται να καταβάλει τόκους 75 δισ. (έναντι 150 δισ. χρέους σε ομόλογα που λήγουν την ίδια περίοδο). Τοκογλυφία ύψους 50% με την εγγύηση των (μόνον διασωζόμενων) «σωτήρων»!
ΠΟΣΑ ΚΥΜΑΤΑ λεηλασίας του κοινωνικού πλούτου ακόμη αντέχει, άραγε, αυτή η κοινωνία; Κανένα. Αρκεί να προσπαθήσει κανείς να φανταστεί το τοπίο της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας στο απροσδιόριστο τέλος αυτού του τούνελ. Τι κρατικές υποδομές θα έχουν απομείνει; Τι παραγωγικές δομές θα μένουν ζωντανές και τι θα παράγουν με ύφεση πάνω από 4%; Σε τι κατάσταση θα είναι το ανθρώπινο δυναμικό, με την ανεργία πάνω από το 15% και την εργασία εξουθενωμένη από μισθούς πείνας και ανέχειας; Με ποια κίνητρα η νέα γενιά θα δώσει τη μάχη της γνώσης, της επαγγελματικής επάρκειας και αξιοπρέπειας, θα ονειρευτεί τη χώρα του μέλλοντός της; Ποιο ακριβώς όραμα θα βοηθήσει την κοινωνία να αντέξει τον βίαιο ακρωτηριασμό δικαιωμάτων που υφίσταται; Τι όραμα έχει να του προσφέρει το σημερινό πολιτικό σύστημα που την οδήγησε στην «ελεγχόμενη» χρεοκοπία;
Κανένα. Και η ταπεινή μου πρόβλεψή είναι πως, σε ένα χρόνο το πολύ, θα αλλάζουν όλα εδώ κάτω με ορμή, που θα ’γραφε κι ο Σαββόπουλος.
1 σχόλιο:
Τό μέτρο των μέτρων είναι η Ελευθερία (ατομική, κοινωνική, πολιτική)και η εν ελευθερεία εξανθρώπιση.
Τό "μη άρχεσθαι υπο μηδενός", όπως έλεγε ο Αριστοτέλης.
Στό Μεσσολόγγι δεν είχαν πλούτο (έτρωγαν ποντίκια).
Αλλά ήσαν πολύ περισσότερο άνθρωποι απο τούς ανθρώπους της πλέον εν υλικώ πλούτω ευδαιμονούσης κοινωνίας.
Το παράδειγμα είναι ακραίο, για να κάνει αισθητό αυτό που θέλει να καταδείξει.
Δημοσίευση σχολίου