Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

Κρίση και ταξική πάλη




Ubi solitudinem faciunt pacem appellant.

Tacitus



Κατά την δεκαετία του 90, μετά την κατάρρευση του μπλοκ των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού, η έκφραση "ταξική πάλη" μεταμορφώθηκε από όργανο θεωρητικής ανάλυσης σε μέσο γελοιοποίησης του υποτιθέμενου αρτηριοσκληρωτικού φανατισμού της κομμουνιστικής οπτικής. Στην δεκαετία αυτή, διαμορφωμένη από την ταυτόχρονη υπαναχώρηση των απελευθερωτικών ενεργειών των αντιαποικιοκρατικών κινημάτων του λεγόμενου "τρίτου" κόσμου και την πολιτική αποσάθρωση του "δεύτερου", η "κοινή λογική" υπαγόρευσε ότι ο κόσμος είναι ένας, ότι όποιες και αν είναι οι ανισότητες και οι αντιθέσεις του τούτες μπορούν να επιλυθούν συναινετικά, με κοινή συμμετοχή και προσπάθεια, ή, στην χειρότερη περίπτωση, δια του συναινετικού πολέμου των πεφωτισμένων υπερασπιστών της ενότητάς του ("we are the world") ενάντια στους υποκινητές του διχασμού και του μίσους. Έτσι, αυτό που προηγούμενες δεκαετίες θα ονόμαζαν ιμπεριαλισμό μεταμορφώθηκε σε "ανθρωπιστικές επιχειρήσεις", τα θύματα των οποίων (για παράδειγμα, στον ήδη ξεχασμένο πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία) μετρούσαν πολύ λιγότερο στις συνειδήσεις της δυτικής κοινής γνώμης από ό, τι στην περίπτωση παλαιότερων πολέμων όπως αυτοί στο Βιετνάμ ή στην Αλγερία, που είχαν δημιουργήσει συνθήκες εξεγερσιακής πολιτικής κινητοποίησης και σφοδρής εσωτερικής σύγκρουσης στις δυτικές κοινωνίες.


Η γελοιοποίηση της έννοιας της ταξικής πάλης δεν διευκολύνθηκε βέβαια μόνο από την πολιτική υπαναχώρηση του κομμουνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο. Στηρίχτηκε επίσης στον ιδεολογικό θρίαμβο του χυδαίου εμπειρισμού του "προφανούς" σε βάρος κάθε δομικής και θεωρητικής ανάλυσης. Τι εννοούμε με αυτό; 

Πρώτον, η έννοια ταυτίστηκε ολοκληρωτικά με τις συνδικαλιστικές κινητοποιήσεις και συνεπώς, με μια διαδικασία διαπραγμάτευσης (και ποτέ ρήξης) με το κράτος και με τον επιχειρηματικό τομέα, μια διαδικασία που προφανώς συνίστατο στην εξασφάλιση καλύτερων όρων ένταξης στο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα. Η "ταξική πάλη" συρρικνώθηκε λοιπόν ως αναλυτική κατηγορία στην ρητορική των εκάστοτε συνδικαλιστικών διεκδικήσεων, και η συνέπεια ήταν η περιστολή της σε απλή ρητορική τακτική χωρίς καμμία πραγματική αντιστοιχία με τις αληθινές κοινωνικές δομές, των οποίων η φύση άρχισε όλο και περισσότερο να φαίνεται ουδέτερη, ή μάλλον ολοκληρωτικά επικαθορισμένη από τις ταυτοτικές διαφορές, ανεξάρτητα από συστημικές διαστάσεις.

Η συνδικαλιστική συρρίκνωση της έννοιας της ταξικής πάλης εξυπηρέτησε επίσης την απίσχναση του περιεχομένου της ως έννοιας, έτσι ώστε να καταστεί ευρέως αποδεκτό ως προφανές ότι ταξική πάλη υφίσταται μόνο όταν υπάρχουν ορατά σημάδια μετωπικής σύγκρουσης. Εν τη απουσία της ανώτατης έκφανσης της ταξικής πάλης, δηλαδή της ταξικής επανάστασης, η ταξική πάλη μεταμορφώθηκε σε φάντασμα, εμμονή στο μυαλό των αμετανόητων νοσταλγών μιας απαρχαιωμένης αντίληψης για τον κόσμο, παραλήρημα φανατισμού. Τίποτε δεν ήταν λιγότερο προφανές ή αποδεκτό σε όλη αυτή την περίοδο από το 1990 έως το 2007-08 από την θέση τουΚομμουνιστικού Μανιφέστου ότι "η ιστορία κάθε ως τώρα υπάρχουσας κοινωνίας είναι η ιστορία της ταξικής πάλης." Στην χειρότερη περίπτωση, η ιδεολογία της συναινετικής διαχείρισης της κοινωνίας, δηλαδή της μεταπολιτικής, μπορούσε να αποδεχτεί ότι υπήρξαν σύντομες περίοδοι εκτροπής των κοινωνιών στην κατεύθυνση της ταξικής σύγκρουσης, παραδοχή που φυσικά προϋπέθετε ότι η "κανονική" ζωή ιεραρχημένων και άνισων κοινωνικών συστημάτων είναι φυσική και αυθόρμητη, άσχετη με κάθε δυναμική καταστολής και αντίστασης, βασισμένη στην έλλογη δράση αυτόβουλων και αυτόνομων υποκειμένων που ανταγωνίζονται το ένα το άλλο για ατομική επιτυχία και εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών ζωής. Η φαινομενολογία της ταξικής πάλης ήταν μια φαινομενολογία του εξαφανισθέντος ίχνους: εφόσον δεν υπάρχουν εξεγέρσεις, γενικές απεργίες, ή επαναστάσεις, δεν υπάρχει ταξική πάλη. Αυτή ήταν η κυρίαρχη, ευρέως αποδεκτή ιδεολογία της τελευταίας δεκαπενταετίας.

Η οικτρή πραγματικότητα όμως είναι ότι η εξαφάνιση του ίχνους της ορατότητας της ταξικής πάλης είναι ταυτόσημη με την νίκη της μίας πλευράς, μιας νίκης που όσο βαθαίνει, όσο επεκτείνεται, τόσο πιο φυσική, συναινετικά εξασφαλισμένη και αναίμακτη φαίνεται. Όταν η ίδια η κοινωνικά αποδεκτή αντίληψη για το τι είναι τάξη έχει περιέλθει σε τέτοιο αντιθεωρητικό τέλμα που η έννοια έχει ξανακαταστεί ταυτόσημη με προνεωτερικές έννοιες όπως η κάστα ή η κοινωνική βαθμίδα (rank) --γιατί τι άλλο είναι η σύγχυση τάξης και εισοδηματικής κλίμακας παρά μια οπισθοδρόμηση σε ένα προμαρξικό εμπειρισμό-- τότε εξαφανίζεται κάθε προοπτική ταυτοποίησης των ποικίλων και ετερογενών μορφών που παίρνει η ταξική πάλη. Και φυσικά χάνεται κάθε δυνατότητα να γίνει αντιληπτό ότι η ρητορική της απουσίας τάξεων, η ιδέα ότι "η κοινωνία" αποτελεί ένα οργανικό όλον αποτελούμενο από αυτόνομες και αλληλοσυμπληρούμενες μονάδες, αποτελεί την βασική ιδεολογική γραμμήμίας και μόνο τάξης, της άρχουσας τάξης.


Τι αναδύεται από τη στιγμή που η κρίση έκανε την εμφάνισή της σε βαθμό που καθιστά αδύνατο να συνεχίσει να αγνοείται ως στιγμιαία ή παροδική αναταραχή πριν την βέβαιη αυτορύθμιση; Μια σειρά από στρατηγικές απώθησης και μετατόπισης του πραγματικού που κάνει ορατό κάθε βαθιά συστημική κρίση του Κεφαλαίου, δηλαδή της ταξικής δομής κάθε υπάρχουσας κοινωνίας:

α) η κρίση είναι υπαρκτή αλλά οφείλεται στην παραβατική δράση μονάδων οι οποίες ενήργησαν σε βάρος του κοινωνικού συνόλου, κάπως σαν σύγχρονοι πειρατές (ας το πούμε το σενάριο "golden boys"). Σύμφωνα με αυτό το σενάριο θλιβερής χολιγουντιανής ταινίας, υπάρχουν στο σύστημα κάποιοι "κακοί" που λειτουργούν σε βάρος του ίδιου του συστήματος, το οποίο παραμένει βασικά αθώο αν και κάπως αμελές ως προς τον έγκαιρο εντοπισμό αυτών που παραβιάζουν τις αρχές του. Ο καπιταλισμός είναι ένας βασικά γενναιόδωρος και καλοπροαίρετος αλλά κάπως αφελής μηχανισμός που εκμεταλλεύτηκαν ορισμένοι επιτήδειοι· όλα θα επιστρέψουν στο φυσιολογικό από τη στιγμή που αυτοί συλληφθούν και τιμωρηθούν. Αν γίνεται η ταινία να λήξει και με δικαστικό δράμα με συγκινητικούς μονολόγους και συνταρακτικές κορυφώσεις, με τον θρίαμβο του νόμου και της νομιμότητας, ακόμα καλύτερα. Αναμείνατε λοιπόν στο ακουστικό σας καθώς το σύστημα αναζητεί το ίδιο τους υπαίτιους της διαστροφής του (και κυρίως, την απάντηση στο αγωνιώδες ερώτημα "ποιος έκλεψε τα λεφτά").

β) η κρίση είναι υπαρκτή αλλά οφείλεται σε σχέδια ενός "κακού" κράτους (προφανώς κατ' αντίστιξη, με άλλα, "καλά και ηθικά" κράτη), το οποίο επιβουλεύεται το δικό μας και θέλει να το υπονομεύσει. Το σενάριο αυτό (ας το ονομάσουμε σενάριο "εθνικό μελόδραμα") φορέθηκε κατά κόρον το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα, με την Μέρκελ και τους συν αυτή στο ρόλο του "κακού" επιβουλέα και την Ελλάδα στο ρόλο του θύματος που αναζητά "καλούς" μάρτυρες υπεράσπισης στην "διεθνή κοινότητα" των άλλων, "ηθικών" υποτίθεται μαρτύρων της αδικίας. Και πάλι, φυσικά, η κυκλοφορία εθνικών στερεοτύπων και η επίταση εθνικών ανασφαλειών παίζει το ρόλο της εκτόπισης κάθε αναλυτικής σύλληψης των τρόπων με τους οποίους η έννοια της τάξης υποσκάπτει κάθε απολυτοποίηση του διαχωρισμού "εθνικού" και "αλλότριου" ή "διεθνούς" υπό συνθήκες καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Η φρικώδης αναφορά στην ταξική πάλη να αποφεύγεται και οι κοινωνίες της υποτέλειας στο Κεφάλαιο είναι έτοιμες να δεχτούν και τα πιο σκωροφαγωμένα εθνικά στερεότυπα, τις πιο αντιδραστικές εκδοχές σωβινιστικής δαιμονοποίησης του άλλου --ο τεμπέλης και ανεπρόκοπος Έλληνας, ο ψυχρός και απάνθρωπος Γερμανός, κ.ο.κ.

γ) η κρίση είναι υπαρκτή, αλλά με λίγη καλή θέληση, λίγη αυτοθυσία, λίγο κλίμα συναίνεσης και υπεύθυνης διαχείρισης των επιθυμιών μας, θα σωθεί....ποιος; Η οικονομία. Δηλαδή; Ο καπιταλισμός αυτός καθαυτός. Σε αυτό το τρίτο σενάριο, ας το πούμε σενάριο "νηφάλιου οικονομισμού", οι θυσίες όλων επιβάλλονται για το κοινό καλό, αλλά το κοινό καλό είναι πάντα ήδη ταυτόσημο με την διάσωση ενός οικονομικού συστήματος για το οποίο είναι ταυτόχρονα κοινώς αντιληπτό ότι (ανα)παράγει συντριπτικές ανισότητες. Απλά, εφόσον αυτές οι ανισότητες εκφράστηκαν στην μεταπολεμική περίοδο με όρους περαιτέρω αφαίμαξης και εξαθλίωσης του "τρίτου κόσμου" --που μας στέλνει ρυπαρούς "μετανάστες", ο αχάριστος-- και εξαγοράς των εργατικών μαζών δια μέσω του συνδικαλιστικού συμβιβασμού, δεν μας ενοχλούσαν και τόσο σφόδρα. Και η ελπίδα είναι ότι αφού σφιχτούμε λιγάκι, τα πράγματα θα επιστρέψουν στο "φυσιολογικό", δηλαδή σε ένα κόσμο όπου εμείς θα περνάμε καλά, οι Αφρικανοί θα λιμοκτονούν, οι Ανατολικο-Ευρωπαίες θα εκδίδονται, οι σύζυγοί τους θα δουλεύουν για αισχρά μεροκάματα, και οι Ασιάτες θα παράγουν φτηνά προϊόντα με ασήμαντη αμοιβή --και όλα αυτά όχι επειδή η θέση τους στο παγκόσμιο σύστημα είναι αυτή του υπερεθνικού προλεταριάτου, αλλά επειδή είναι, βρε παιδί μου, Αφρικανοί, Ανατολικοευρωπαίοι, και Ασιάτες. Ή μήπως ήταν κάποια άλλη, περισσότερο "ευγενική", περισσότερο "ηθική" η μορφή της φυσιολογικότητας της μειοψηφίας εκείνης των κοινωνιών που ονομάζουμε "Δύση" και η οποία βρίσκεται πλέον η ίδια στο επίκεντρο των αρνητικών συνεπειών της δικής της οργάνωσης του κόσμου;

Αυτά τα τρία άθλια και θλιβερά σενάρια, βουτηγμένα στην εθελοντική αμνησία, την αυτο-επιβαλλόμενη ανοησία, τον ρατσισμό, τον σωβινισμό, και την φυσιολογικοποίηση της συστημικής ανισότητας, είναι επί του παρόντος τα "κέρδη" της συστηματικής άρνησης και απώθησης της έννοιας της ταξικής πάλης. Και αυτή είναι η κατάληξη της λαμπρής ιδεολογίας της συναίνεσης με την οποία εξορκίστηκε η κομμουνιστική αποκάλυψη της βίας που σκεπάζεται κάτω απ' την επίφαση της ειρήνης. Να τα χαιρόμαστε λοιπόν. Είναι και αυτά μια κάποια παρηγοριά.



Δεν υπάρχουν σχόλια: