ΠΗΓΗ: ΑΥΓΗ
ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΤΖΟΚΑ*
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ :
Αναφέραμε στο προηγούμενο κείμενο την πλέον αποτελεσματική, αλλά και την πλέον ουτοπική για τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Οι συζητήσεις που γίνονται στο πλαίσιο των ιθυνόντων καταλήγουν πάντα σε λύσεις βαθιά ταξικές. Η πρώτη λύση που συζητείται ευρέως είναι η χρονική επιμήκυνση του Μνημονίου (με νέους όρους και στόχους) και μετά το 2014. Είναι μια λύση που φαίνεται να προέρχεται κυρίως από το ΔΝΤ. Η πολιτική της Ε.Ε. στην παρούσα φάση συνίσταται στην αύξηση των πιέσεων για επίσπευση των μεταρρυθμίσεων ώστε μέχρι τα μέσα του 2011 να υπάρχουν σαφή δείγματα γραφής για τις διαρθρωτικές αλλαγές, γιατί αυτές θα πείσουν τις αγορές να ρίξουν τα spreads. Η Ε.Ε. υποστηρίζει παράλληλα πως με τον μηχανισμό των 750 δισ. ευρώ, η Ευρωζώνη κλείνει το θέμα χρηματοδότησης προβληματικών χωρών. Όμως όπως γίνεται κατανοητό η θέση αυτή της Ε.Ε. δεν απαντάει στο βασικό ερώτημα που τέθηκε μέσω της υπόθεσης εργασίας στο τι θα γίνει στην περίπτωση που οι χρηματοπιστωτικές αγορές δεν ανταποκριθούν στα αιτήματα αναχρηματοδότησης του ελληνικού χρέους το 2012. Θα επιτρέψει σε χώρα μέλος της Ευρωζώνης να πτωχεύσει;(1)
Η δεύτερη λύση ονομάζεται «θεσμοθετημένη εθνική πτώχευση με τάξη». Πρόκειται για μια ελεγχόμενη πτώχευση μιας χώρας-μέλους της Ευρωζώνης με έναν εύρυθμο τρόπο χωρίς να απειλούν ολόκληρη την Ευρωζώνη και με τη χρήση ενός μηχανισμού. Ο μηχανισμός αυτός όχι μόνο δεν «τιμωρεί» τους δανειστές, όχι μόνο δεν τους επιβάλλει κάποιο μερίδιο από το κόστος της κρίσης, όπως παραπλανητικά λέγεται, αλλά μεγιστοποιεί τη δύναμη και τον ρυθμιστικό τους ρόλο και τους εξασφαλίζει δυνατότητες μεγαλύτερων κερδών μέσα από τοκογλυφικά επιτόκια και κερδοσκοπικά παιχνίδια. Σύμφωνα με αυτόν τα νέα ομόλογα που θα εκδίδονται θα υπόκεινται σε μια αυτόματη, λίγο πολύ, διαδικασία «κουρέματος», μείωσης δηλαδή της ονομαστικής τους αξίας, στην περίπτωση που η εκδότρια χώρα βρεθεί σε δυσκολία να εξυπηρετήσει το χρέος της. Γνωρίζοντας αυτό, οι δανειστές θα τιμολογούν από τα πριν τον κίνδυνο ενός τέτοιου ενδεχομένου, με αποτέλεσμα τη γενική άνοδο των επιτοκίων δανεισμού και τη θεσμοθετημένη διαφοροποίησή τους. Έτσι, οι χώρες με τα πιο ασφαλή ομόλογα και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματά τους θα μπορούν να δανείζονται από τις διεθνείς αγορές με χαμηλά επιτόκια, π.χ. 2,5%, και να δανείζουν τις λιγότερο ασφαλείς χώρες με επιτόκιο 5%, 6% ή και 10%. Υπό τον ουδέτερο τίτλο «διαχείριση κρίσεων» δημιουργείται λοιπόν ένας ακόμη μηχανισμός αναδιανομής, εις βάρος των αδύναμων οικονομιών. Ο μηχανισμός λοιπόν αυτός, όπως προτείνεται, θα λειτουργεί ως μηχανισμός τιμωρίας και ταπείνωσης για τις ελλειμματικές χώρες και παρασιτικών κερδών για τις πλεονασματικές χώρες, γεγονός που θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερες αποκλίσεις στο εσωτερικό της Ευρωζώνης. (3)
Αυτές προβάλλονται ως λύσεις από τη νεοφιλελεύθερη Ευρώπη. Το υπέρογκο δημόσιο χρέος, όμως, δεν αντιμετωπίζεται μόνο με τον μέχρι σήμερα σχεδιασμό της Ε.Ε./ΔΝΤ και της ελληνικής κυβέρνησης που βασίζεται στην κατοχική σύμβαση του Μνημονίου, όπου παρέχονται 110 δισ. ευρώ για τρία χρόνια για την πληρωμή των ληξιπροθέσμων δανείων της χώρας και δεσμεύουν την οικονομική ζωή της χώρας. Πέραν από τις επώδυνες συνέπειες για τους εργαζομένους, το πρόγραμμα αυτό δεν έχει φέρει ορατά θετικά αποτελέσματα. Το υπέρογκο δημόσιο χρέος αντιμετωπίζεται και με την άρνηση του και τη μη αποπληρωμή του. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να γίνει προσπάθεια να αναγνωρισθεί το χρέος ως επαχθές (odious debt), ως χρέος, δηλαδή, μιας πρώην παράνομης κυβέρνησης ή ως χρέος που δεν ωφέλησε τον λαό. Αναφορικά με το δεύτερο σκέλος δημιουργήθηκε πρόσφατα μια πρωτοβουλία για σύσταση επιτροπής λογιστικού ελέγχου του χρέους, η οποία θα ερευνήσει τη δημιουργία του χρέους και αν αυτό ωφέλησε τον λαό. Ο Ν. Τσόμσκι, που υποστηρίζει την πρωτοβουλία αυτή, πιστεύει ότι ο λαός δεν ήταν αποδέκτης των χρημάτων και, επομένως, δεν υπάρχει κανένας λόγος να πληρώσει. Ακόμα θα μπορούσε κανείς να προβάλει και να αποδείξει ότι η πολιτική ηγεσία διοχέτευσε τα χρήματα των δανείων στο εξωτερικό και δεν τα χρησιμοποίησε για τους πολλούς ή ότι ένα μέρος των δανείων πήγαν στις τσέπες πολιτικών και φίλων τους για να μπορέσει να θεμελιώσει την απαίτησή να διαγραφούν τα χρέη ως αισχρά. Τίποτα από αυτά δεν μπορεί να αποκλειστεί άκριτα ούτε να προκριθεί άκριτα, αρκεί να υπάρχουν στην πολιτική μας και στο οπλοστάσιο μας, πράγμα που δεν συμβαίνει με την ελληνική κυβέρνηση.
Μια άλλη σύνθετη και σχετικά λυσιτελής λύση θα ήταν η επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, ως μέρος μιας πραγματικής αντίδρασης απέναντι σε ό,τι πραγματώθηκε από τις τράπεζες και ως μία πιθανή και ουσιαστική οικονομική διέξοδο από την ασφυξία του δημοσιονομικού χρέους της πατρίδας μας. Στην περίπτωση αυτή η λύση θα περιείχε το ουσιαστικό «κούρεμα» της ονομαστικής αξίας του χρέους, τη μέση μείωση του τοκομεριδίου, τη χρονική επέκταση των περιόδων πληρωμών. Η σύνθετη αυτή λύση, που μπορεί να προσφέρει μια ανάσα και, ταυτόχρονα ένα ρεαλισμό εξόδου από την κρίση, μπορεί να γίνει μέσα στο πλαίσιο της Ε.Ε. και του ευρώ. Αν, λοιπόν, αποκλείσουμε τις προηγούμενες λύσεις ως ανέφικτες, επικίνδυνες ή ουτοπικές, η λύση αυτή προβάλλει ως εφικτή και ρεαλιστική για την περίπτωση της Ελλάδας. Στην ερώτηση γιατί οι τράπεζες και οι δανειστές μας να δεχτούν μια τέτοια λύση, απαντούμε ότι δεν θα μπορούν να κάνουν αλλιώς. Η απειλή της πτώχευσης, και η απώλεια όλων των χρημάτων τους θα τους κάνουν να δεχτούν τη μείωση του χρέους. Και αυτό βέβαια δεν είναι θέμα πολιτικής βούλησης μόνον, αλλά είναι ζήτημα οικονομικής ανάγκης.
Η Ε.Ε, όμως, άλλα έχει στο μυαλό της που δεν έχουν καμία σχέση με τα λαϊκά συμφέροντα.. Το σχέδιο της καγκελαρίου Μέρκελ με την υποστήριξη του Σαρκοζί εντάσσεται σε ένα γενικότερο σχέδιο για τη διαμόρφωση ενός ενιαίου συστήματος αντιμετώπισης των υπό πτώχευση κρατών. Τα μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας που προτείνουν προκάλεσαν ακόμα και στη σύνοδο κορυφής σφοδρές αντιδράσεις. Αυτά, πέραν των αντιλαϊκών μέτρων, προβλέπουν συνταγματική υποχρέωση για το έλλειμμα (κάτω του 3%) και τη δέσμευση για μείωση του δημοσίου χρέους κατά 5% ετησίως. Με άλλα λόγια συνταγματοποιείται ο νεοφιλελευθερισμός. Το τίμημα της «σωτηρίας μας» είναι η αποδοχή του νόμου Μέρκελ, η μόνιμη υπανάπτυξη της χώρας μας, η αποδοχή χωρίς πολλά - πολλά του διεθνούς καταμερισμού εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι οι εκλογές θα επιτρέπονται, οι κυβερνήσεις θα αλλάζουν, αλλά ούτε οι νόμοι θα αντικαθίστανται, ούτε εμείς θα παρεκκλίνουμε.
Η Ε.Ε. αντί να απαντά στα πραγματικά προβλήματα που ανέδειξε η κρίση, αναζητεί μηχανισμούς αυστηρότερης πειθαρχίας και τιμωρίας όσων αποκλίνουν από την κυρίαρχη γραμμή, που ωστόσο είναι η ίδια που οδήγησε στην κρίση. Όμως δεν αρκεί η αποτροπή τέτοιων μηχανισμών τιμωρίας. Υπάρχουν κρίσιμα προβλήματα που απαιτούν ρύθμιση. Είναι αναγκαίοι λοιπόν μηχανισμοί άλλου τύπου για την πρόληψη των κρίσεων, αποτροπής των αδιεξόδων και αλληλεγγύης των λαών και όχι εκ των υστέρων τιμωρίας των θυμάτων των κρίσεων. Οι όποιες τέτοιες και άλλες συναφείς διευθετήσεις θα μπορούσαν, εφόσον υλοποιηθούν, να αποτρέψουν τα χειρότερα. Όμως δεν θα αλλάξουν ριζικά τη νεοφιλελεύθερη και ταξική φύση της αρχιτεκτονικής που κυριαρχεί. Για να συμβεί αυτό απαιτείται ο κοινός αγώνας των ίδιων των εργαζομένων ενάντια στον μισθολογικό, τον κοινωνικό και τον φορολογικό ανταγωνισμό. Η γενικευμένη λιτότητα, ο κοινωνικός πόλεμος ενάντια στους μισθούς και το κοινωνικό κράτος για να προστατευθεί η αξία του συσσωρευμένου πλούτου, η κοινότητα των προβλημάτων και των αναγκών σε όλη την κλίμακα της Ευρώπης, δημιουργούν, πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό, όχι μόνο την ανάγκη, αλλά και την μοναδική διέξοδο ενός κοινού αγώνα.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Monthly Review, Δημόσιο χρέος, Κ. Μελάς, Ν. Μπινιάρης, τχ. 69
2. Δραγασάκης Γ., Στους κοινούς αγώνες η διέξοδος, Ελευθεροτυπία, 12-12-2010
* Ο Σπύρος Τζόκας είναι δήμαρχος Καισαριανής, πανεπιστημιακός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου