Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» και η ευρωπαϊκή συζήτηση για την ανταγωνιστικότητα


Μαριάννα Τόλια
eurounemployed.blogspot.gr


Οι ανισορροπίες Βορρά-Νότου μέσα στην Ευρωζώνη έχουν τις ρίζες τους εκτός ΟΝΕ και συγκεκριμένα στον μετασχηματισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την είσοδο των 12 νέων κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Μεγάλη ωφελημένη βγήκε η Γερμανία γιατί μετέφερε εργοστάσια στο πρώην ανατολικό μπλοκ και μείωσε τα τελικά κόστη της. Χαμένες βγήκαν οι χώρες του Νότου γιατί έχασαν την προγενέστερη θέση τους ως προμηθευτές ενδιάμεσων αγαθών για τη γερμανική βιομηχανία. 
 
Το τρίτο πλήγμα στο μερκελιανό μύθο της χαμένης ανταγωνιστικότητας του Νότου που έκανε «τάχα-μου-δήθεν» πάρτι σε βάρος του οικονόμου Βορρά έδωσαν δύο Αμερικανοί ακαδημαϊκοί, ο Thomas Grennes και ο Andris Stradzs, σε άρθρο τους με τον παιχνιδιάρικο  τίτλο «Ο Ελέφαντας στο Δωμάτιο της Ευρωπαϊκής Συζήτησης για την Ανταγωνιστικότητα». Ο αγγλικός ιδιωματισμός «the elephant in the room» δηλώνει την προφανή αλήθεια που οι πάντες την αγνοούν γιατί δεν θέλουν να τη συζητήσουν. Η βασική ιδέα πίσω από τις λέξεις είναι πως είναι αδύνατο να είσαι μέσα σε ένα δωμάτιο με έναν ελέφαντα και να μην τον βλέπεις. Άρα οι άνθρωποι που παριστάνουν ότι δεν βλέπουν τον ελέφαντα μέσα στο δωμάτιο κάνουν μια επιλογή: να ασχοληθούν με οτιδήποτε μικρό, τριτεύων ή και άσχετο, προκειμένου να αποφύγουν να διαπραγματευτούν το κύριο.
Αφετηρία των Grennes και Stradzs για να διακρίνουν τον … ελέφαντα που οι υπόλοιποι αδυνατούσαν να δουν και που δεν είναι άλλος από την κοινή αγορά ήταν... η μνήμη τους. Οι δύο Αμερικανοί οικονομολόγοι απλά θυμήθηκαν ότι στο διάστημα 2001-2008 που δημιουργούνταν τα ελλείμματα του ευρωπαϊκού Νότου έναντι του Βορρά, η εισαγωγή του κοινού νομίσματος δεν ήταν η μόνη ευρωπαϊκή εξέλιξη. Υπήρξε κι η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης – δηλαδή της κοινής αγοράς – με την είσοδο 12 νέων μελών από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια και ο μετασχηματισμός της Ευρώπης των 15 σε Ευρώπη των 27. 

Οι Grennes και Stradzs θυμήθηκαν επίσης μια σειρά από μελέτες του 2005-6 που έδειχναν πως η Γερμανία είχε πετύχει μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της χάρη σε αυτό τον ευρωπαϊκό μετασχηματισμό. Η επέκταση προς Ανατολάς είχε σημάνει την είσοδο στην ΕΕ κάποιων νέων «φτωχών»  – και σε κάθε περίπτωση «φτωχότερων» του ευρωπαϊκού Νότου – συγγενών. Οι νέοι συγγενείς είχαν, συν τοις άλλοις, μεγαλύτερη ιστορική και γεωγραφική εγγύτητα προς τη Γερμανία και η γερμανική βιομηχανία τους είχε εκμεταλλευθεί αποτελεσματικά με άμεσες ξένες επενδύσεις και outsourcing μειώνοντας τα τελικά κόστη της.
Ενθυμούμενοι λοιπόν όλα αυτά, οι Grennes και Stradzs διεύρυναν το πλαίσιο της ανάλυσής τους κι άρχισαν να μελετούν τις μεταβολές σε εξαγωγές και μερίδια αγοράς των κρατών-μελών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και όντως έβγαλαν λαγό. Αυτό που συγκεκριμένα διαπίστωσαν ήταν ότι η θετική εικόνα του εμπορίου και των εξαγωγών για όλες τις χώρες πλην Γαλλίας σε επίπεδο Ευρωζώνης την οποία είχαν περιγράψει οι Gaulier-Vicard διέφερε σημαντικά από την αντίστοιχη εικόνα των χωρών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής  Ένωσης. Εδώ στο διάστημα 1999-2011 – που υιοθετήθηκε το ευρώ και έγιναν οι δύο διαδοχικές διευρύνσεις της ΕΕ – συντελέστηκαν σοβαρές μεταβολές στις εξαγωγές των κρατών και ένας μείζων μετασχηματισμός.
Ο μετασχηματισμός αυτός έβγαλε κερδισμένα κάποια κράτη του πρώην ανατολικού μπλοκ,  συγκεκριμένα την Πολωνία, την Τσεχία, τη Σλοβακία, τη Ρουμανία και την Ουγγαρία. Το κοινό χαρακτηριστικό αυτών των κρατών ήταν ότι ήταν μεγάλα, άρα ήσαν καλές αγορές, και είχαν χαμηλούς μισθούς, χαμηλό κόστος παραγωγής, αδύναμο εθνικό νόμισμα και όχι συνδεδεμένο με το ευρώ. Έβγαλε όμως χαμένα τα περισσότερα κράτη της παλαιάς «ΕΕ των 15» που έχασαν μερίδια αγοράς προς όφελος των νέων μελών. Οι τέσσερις χώρες που άντεξαν τις αλλαγές ήταν η Γερμανία, η Αυστρία και το Βέλγιο οι οποίες κατάφεραν να διατηρήσουν τις εξαγωγές τους και η Ισπανία που κατάφερε να τις αυξήσει ελαφρά.
Πίσω όμως από αυτή την πρώτη εικόνα και σε συνδυασμό με την παράλληλη απελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου που λάμβανε χώρα την ίδια εποχή, λένε οι δυο Αμερικανοί, συντελέστηκαν και βαθύτερες αλλαγές στα σχήματα εμπορίου των κρατών της ΕΕ. Μεγάλη ωφελημένη βγήκε η Γερμανία που με άμεσες επενδύσεις και αλλαγή προμηθευτών, μετέφερε μεγάλα κομμάτια της παραγωγής των ενδιαμέσων αγαθών για τη βιομηχανία της στις χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης. Με τον τρόπο αυτό εκμεταλλεύθηκε προς όφελός της τα εκεί χαμηλά κόστη παραγωγής και εργασίας και τα αδύναμα εθνικά νομίσματα και μετατράπηκε σε έναν από τους κύριους και ανταγωνιστικότερους εξαγωγείς βιομηχανικών προϊόντων στις αναδυόμενες αγορές της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Αντίθετα, οι περισσότερες χώρες της «Ευρώπης των 15» δεν κατάφεραν να προσαρμοστούν σε αυτές τις μεγάλες αλλαγές. Και κάποιες εξ αυτών, μεταξύ των οποίων και οι χώρες του Νότου, εξαιτίας των υψηλότερων μισθών τους σε σχέση με την Ανατολική Ευρώπη, έχασαν την προηγούμενη θέση τους ως προμηθευτές της γερμανικής βιομηχανίας.
Ένα τρίτο στοιχείο που επισημαίνουν οι δυο Αμερικανοί – επιβεβαιώνοντας τους Felipe και Kumar – είναι ότι ο γερμανικός μύθος της σχέσης ανάμεσα στην αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας και τη μείωση της ανταγωνιστικότητας δεν επαληθεύεται από τα πραγματικά στοιχεία για την εικόνα των ευρωπαϊκών κρατών – γι’ αυτό και πρέπει να τελειώνουμε οριστικά μαζί του. Στα χρόνια που προηγήθηκαν της κρίσης κάποιες ευρωπαϊκές χώρες είχαν παράλληλα μεγάλη αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας και μεγάλη  αύξηση εξαγωγών – και μάλιστα μεγαλύτερη από τη Γερμανία. Πρόκειται για τις  περιπτώσεις της Ισπανίας, της Πολωνίας, της Τσεχίας και της Σλοβακίας. Άλλες χώρες  είχαν σταθερό κόστος εργασίας αλλά μεγάλη μείωση εξαγωγών: ήταν η Βρετανία, η Γαλλία και η Φιλανδία. Αυτό που ισχύει στην πραγματικότητα, λένε οι Grennes και Stradzs, είναι ότι οι χώρες που έχουν ή αποκτούν παραγωγικές επενδύσεις σε προϊόντα υψηλότερης τεχνολογίας και άρα υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, αυξάνουν και τους μισθούς τους και τις εξαγωγές τους. Αντίθετα, χώρες με παραγωγή χαμηλής τεχνολογίας έχουν πρόβλημα. Όποιες χώρες φτιάχνουν αυτοκίνητα τείνουν να αποκτήσουν υψηλότερους μισθούς, όποιες όμως φτιάχνουν γιαούρτια όχι.
Συμπέρασμα: οι δύο Αμερικανοί οικονομολόγοι δεν έκαναν συστάσεις πολιτικής για τον ευρωπαϊκό Νότο. Όμως η συμβολή τους ήταν σημαντική γιατί έδειξαν ότι οι όροι της συζήτησης για τις ανισορροπίες Βορρά-Νότου και την υποτιθέμενη χαμένη ανταγωνιστικότητα του Νότου είναι πολλαπλώς παραπλανητικοί. Η αξία της συμβολής των Grennes και Stradzs ήταν ότι πρώτοι έδειξαν πως οι ρίζες της απώλειας ανταγωνιστικότητας του Νότου και των ανισορροπιών της Ευρωζώνης μπορεί να βρίσκονται εκτός ΟΝΕ: στους μετασχηματισμούς της ΕΕ ή και εντελώς έξω από την Ευρώπη – στην παγκοσμιοποίηση. Την παράμετρο της παγκοσμιοποίησης και του διαφορετικού της αντίκτυπου στη Γερμανία και το Νότο ανέλαβε να μελετήσει σε βάθος λίγο μετά μια ομάδα οικονομολόγων του ΔΝΤ.   

(Η μελέτη των Grennes και Stradzs υπάρχει εδώ: http://www.economonitor.com/thoughtsacrossatlantic/2012/08/15/the-elephant-in-the-room-in-the-eu-competitiveness-debate/)


Μαριάννα Τόλια
eurounemployed.blogspot.gr



Δεν υπάρχουν σχόλια: