Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

W. Sinn: Για ν' ανακτησουν την ανταγωνιστικότητά τους οι χώρες της ζώνης του ευρώ, πρέπει να γίνουν πιο φτηνές



ΠΗΓΗ: http://www.wiwo.de/politik/europa/denkfabrik-die-krisenlaender-muessen-billiger-werden-/6459390.html

του Werner Sinn
μτφρ. Χ.Υ.

Γιατί  να αυξήσουμε τον πληθωρισμό μας εμείς και να μην αποπληθωρίσουν  οι άλλοι;
Ο Werner Sinn, με ένα νέο σχόλιο του στη συντηρητική Wirtschaftswoche, μας θυμίζει τη γερμανική θέση για την κρίση στη Νότια Ευρώπη: μειώστε  τους μισθούς  και τις τιμές και θα επιστρέψετε και πάλι στην ανάπτυξη. Αλλά είμαστε ή όχι μέλη της ΕΝΩΣΗΣ;


Για να ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητα τους οι  χώρες της ζώνης του ευρώ θα πρέπει να γίνουν πιο φθηνές. Αλλά μέχρι τώρα δεν είδαμε να γίνεται τίποτα προς αυτή την κατεύθυνση. Τα τεράστια ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών παραμένουν αμετάβλητα - και τα δισεκατομμύρια της οικονομικής βοήθειας  που καταβάλλουν οι φορολογούμενοι  θα συνεχίσουν να γίνονται καπνός.

Οποιος θέλει να αναλύσει την κρίση της νομισματικής ένωσης και να αξιολογήσει τα μέτρα διάσωσης, θα βρεθεί μπροστά σε 2 διαφορετικές θεωρίες: η μία, η θεωρία του χρήματος στη βιτρίνα  και η άλλη, η θεωρία του βαρελιού δίχως πάτο. Σύμφωνα με την πρώτη άποψη, η πολιτική θα πρέπει μόνο να συλλέγει χρήματα  για το ταμείο διάσωσης EFSF.

Ετσι, η κεφαλαιαγορά θα ηρεμήσει, τα επιτόκια δανεισμού θα πέσουν, οι χώρες της Νότιας Ευρώπης θα αποκτήσουν και πάλι ρευστότητα ενώ τα χρήματα των φορολογούμενων θα μείνουν αδιάθετα. Σύμφωνα με την άλλη θεωρία, οι χώρες που περνάνε κρίση, παρά τα κεφάλαια διάσωσης,  θα παραμείνουν για χρόνια  ελλειμματικές, αφού γι 'αυτές ο δρόμος της υποτίμησης, λόγω  του ευρώ είναι κλειστός  και μια εσωτερική υποτίμηση είναι πολύ δύσκολη.


Η Ελλάδα πρέπει να γίνει κατά 37% πιο φθηνή.

Τα κεφάλαια διάσωσης εξαφανίζονται από τα τεράστια ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών (120 δισεκατομμύρια δολάρια μόνο το 2011 από την Ιταλία, την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία) και έτσι εξαλείφεται το όποιο κίνητρο να μπει πάτος στο βαρέλι. Το αποφασιστικό κριτήριο επιλογής  μεταξύ των 2 αυτών  θεωριών είναι το, αν οι χώρες που βρίσκονται σε κρίση θα κατορθώσουν γίνουν πιο φθηνές - γιατί μόνο με αυτόν τον τρόπο η εσωτερική και η εξωτερική ζήτηση για τα προϊόντα τους θα μπορέσει να αυξηθεί.

Εάν η Ελλάδα γίνει φθηνότερη κατά 37%, θα φτάσει στα  ίδια επίπεδα τιμών της Τουρκίας. Οι ξένοι τουρίστες θα επιστρέψουν στη χώρα, και οι Έλληνες θα σταματήσουν να αγοράζουν ντομάτες Ολλανδίας και λάδι ιταλικό. Κάθε χώρα, ανεξάρτητα από το πόσο είναι παραγωγική, μπορεί να γίνει ανταγωνιστική, αν τη συμφέρει αρκετά. Όσον αφορά τις τιμές πρέπει να γυρίσουμε τους δείκτες του ρολογιού πίσω, αφού στη Νότια Ευρώπη, λόγω του ευρώ, έχουν αυξηθεί πάρα πολύ.

Ο φθηνός δανεισμός, εξαιτίας του ευρώ, αύξησε τις πληθωριστικές φούσκες. Οι GIIPS (Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία), με βάση τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ, σε σύγκριση με τους εμπορικούς εταίρους τους στη ζώνη του ευρώ, από το 1995 (το έτος εξαγγελίας του ευρώ με δεσμευτικό τρόπο) μέχρι και το 2008 (το έτος της κρίσης της Lehman) έγινε κατά 30% πιο ακριβές.

Ένα σημαντικό μέρος αυτής της αύξησης των τιμών θα πρέπει να ακυρωθεί, καθώς η πίστωση δεν κατευθύνεται πλέον προς αυτές τις οικονομίες. Και καλά κάνει που δεν πάει. Δυστυχώς, όσον αφορά τις τιμές της Νότιας Ευρώπης δεν είχαμε καμιά ιδιαίτερη επιτυχία. Ενώ η Ιρλανδία, με βάση τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ, τη πενταετία 2006-2011 (το τρίτο τρίμηνο του κάθε έτους) σε σχέση με την υπόλοιπη ζώνη του ευρώ μείωσε τις τιμές της κατά 15%, οι χώρες της νότιας Ευρώπης έγιναν  πιο ακριβές κατά 15%.

Ο δείκτης τιμών στην Ελλάδα την περίοδο αυτή αυξήθηκε κατά 7%, το διπλάσιο από ότι μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση του ΦΠΑ από την κυβέρνηση. Στην Ιταλία αυξήθηκε κατά 2%, Πορτογαλία 0,6%, Ισπανία 0,3%. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν βλέπουμε μια διαφορετική τάση.

Ενώ η Ιρλανδία από το 2008 - 2011 (αντίστοιχα το τρίτο τρίμηνο), έγινε πιο φθηνή κατά 9,8%, η Ελλάδα έγινε ακριβότερη κατά 2,5%, η Ιταλία κατά 1,2% και η Πορτογαλία κατά 0,5%. Μόνο η Ισπανία μείωσε το επίπεδο των τιμών της κατά  0,9%. Τώρα ο Norbert Haering υποστηρίζει στην Handelsblatt  ότι ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ δεν είναι ο κατάλληλος δείκτης για τη μέτρηση της ανταγωνιστικότητας μιας χώρας, επειδή επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις τιμές των ακινήτων ενώ, θα πρέπει, αντίθετα, να συμβαδίζει  με το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.

Ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ είναι κατάλληλος

Το επιχείρημα δεν ισχύει. Πρώτα απ 'όλα, οι τιμές των κατοικιών δεν περιλαμβάνονται στον αποπληθωριστή του ΑΕΠ. Αυτό που μαζί με τις τιμές των αγαθών και υπηρεσιών που αντανακλάται σε αυτό το δείκτη είναι τα ενοίκια και οι τιμές των νέων κατοικιών, αλλά αυτά δεν είναι τόσο ασταθή, όπως οι τιμές των ακινήτων. Δεύτερον, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος ορίζεται ως η σχέση μεταξύ του κόστους εργασίας και το πραγματικό ΑΕΠ. Εξαρτώνται, και αυτές από τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ και δεν δίνουν  κανένα μέτρο υπολογισμού των τιμών διαφορετικό από αυτόν.

Τρίτον, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος έχει σημασία  για την ανταγωνιστικότητα, εάν επηρεάζει τις τιμές. Μια αυξανόμενη παραγωγικότητα, η οποία με μισθούς αμετάβλητους οδηγεί σε κόστη ανά μονάδα προϊόντος μικρότερα, δεν αυξάνει την ανταγωνιστικότητα, αν δεν οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές. Ακόμα και οι μειώσεις των μισθών ελάχιστη σημασία έχουν, αν δεν οδηγούν σε πτώση των τιμών.

Τέταρτον, τα κόστη εργασίας στις περισσότερες χώρες που εξετάστηκαν  αυξήθηκαν ακόμα περισσότερο. Από το 2008 ως το 2011 στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 2,3%, στην Ιταλία 4,5%, στην Πορτογαλία  1,8%. Μόνο η Ισπανία είχε μια μείωση 3,2%. Πέρα λοιπόν  από τις καλές προθέσεις, δεν έχουμε ακόμη καμία ένδειξη ότι οι χώρες που περνάνε κρίση κάνουν τη δουλειά που τους έχει ανατεθεί. Αλλά αντίθετα, θα πρέπει να φοβόμαστε ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα παραμείνει για πολύ ακόμα σε αυτή τη κατάσταση και η κρίση χρέους της νότιας Ευρώπης θα χειροτερέψει. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: