Σάββατο 30 Ιουλίου 2011

«Τρίτος κόσμος» παντού




Πηγή: topontiki.gr

Του Δημήτρη Μυ

Δεν είναι μυστικό. Η ευημερία των λίγων βασίζεται στην αρπαγή. Ίσως είναι δύσκολο να το αντιληφθούμε κοιτώντας τη προσωπική μας ανέχεια και να τη συσχετίσουμε με την υποτιμημένη εργασιακή μας δύναμη, η οποία δημιουργεί, τελικά, τον πλούτο. Παραδόξως είναι ευκολότερο να δούμε τη «μεγάλη εικόνα». Ίσως έτσι καταλάβουμε τι μας... ξημέρωσε, τι μας συμβαίνει και κυρίως τι πρόκειται να μας συμβεί.


Εμείς οι... πρώην «τυχεροί» «δυτικοί», Ευρωπαίοι και Βορειοαμερικάνοι, φωνάζουμε – δικαίως - για την επίθεση που δέχονται τα εργασιακά «κεκτημένα» μας. Κάποιοι άλλοι, περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του πλανήτη, δεν έχουν καν τη δύναμη να φωνάξουν, γιατί, στην κυριολεξία, δεν έχουν να φάνε...Μιλώντας για Δυτικοευρωπαίους και Αμερικανούς δύο στοιχεία είναι χαρακτηριστικά και απαντούν σε τι κόσμο (δημοκρατικό και... ελεύθερο) ζούμε.



● Πρώτον, στην Αμερική, ένας στους επτά κατοίκους τρέφεται με κουπόνι από την πρόνοια!!! 


● Στη Γερμανία 7,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι ζουν με μισθό μέχρι 400 ευρώ!!! Αν, λοιπόν, στις μητροπόλεις του καπιταλισμού «έτσι είναι η ζωή», φανταστείτε πως τι πρόκειται να συμβεί στην περιφέρεια, σε χώρες (τελευταίους τροχούς) σαν την Ελλάδα!!!

Υπάρχουν και χειρότερα


Προφανώς υπάρχουν χειρότερα, πολύ χειρότερα. Απλώς, μέσα στην καταναλωτική (και με δανεικά) ευημερία μας, ούτε που δίναμε σημασία. Η δυστυχία, ωστόσο, του κόσμου (δισεκατομμυρίων ανθρώπων, χωρών ολόκληρων) μας αφορά πολύ περισσότερο απ’ όσο νομίζουμε. Μας αφορά γιατί προσφέρει μια παραστατική και πραγματική εικόνα του κόσμου που ζούμε...


Στοιχείο πρώτο: Ο Μπαν Κι- Μουν, γ.γ. του ΟΗΕ, σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε το 2008, έκανε λόγο για «το νέο πρόσωπο της παγκόσμιας φτώχειας». Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε, εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι του πλανήτη πεινούν και υποσιτίζονται μέχρι θανάτου. 

Το τελευταίο εξάμηνο του 2008 οι τιμές των βασικών διατροφικών προϊόντων, όπως το σιτάρι, το ρύζι και το καλαμπόκι, αυξήθηκαν κατά 50%. Ο γ.γ. του ΟΗΕ έκανε έκκληση για την εξεύρεση 500 εκατ. δολαρίων προκειμένου να στηριχθεί το επισιτιστικό πρόγραμμα του οργανισμού.Σύμφωνα με τα στοιχεία των υπηρεσιών του ΟΗΕ, κάθε μέρα στον πλανήτη πεθαίνουν 100.000 άνθρωποι από πείνα. Επίσης, σύμφωνα με τον FAO (οργάνωση του ΟΗΕ για την διατροφή και τη γεωργία), 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι ζουν σε συνθήκες «έσχατης πείνας», δηλαδή λαμβάνουν καθημερινά μέχρι 300 θερμίδες τη μέρα, από τις 2.700 που είναι απαραίτητες. Λόγω αυτών και άλλων παρεμφερών προβλημάτων, κάθε 7 δευτερόλεπτα στον πλανήτη πεθαίνει ένα παιδί. Δέκα νεκρά παιδιά το λεπτό, γιατί δεν έχουν να φάνε!


Στοιχείο δεύτερο: Σύμφωνα με τα κατά καιρούς δημοσιεύματα το ποσό που είναι κατατεθειμένο από μια ντουζίνα Κροίσους του πλανήτη σε διάφορους οφ-σορ λογαριασμούς ανά τον κόσμο υπολογίζεται στα 12 τρισ. δολάρια. Προσοχή: Μιλάμε μόνο για προσωπικές περιουσίες, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα κεφάλαια των πολυεθνικών και λοιπών επιχειρήσεων.Επίσης σύμφωνα με στοιχεία υπηρεσιών του ΟΗΕ, οι 200 μεγαλύτερες ιδιωτικές περιουσίες αντιστοιχούν στα εισοδήματα 2,5 δισεκατομμυρίων ανθρώπων, δηλαδή στο 47% του συνολικού πληθυσμού του πλανήτη.


Συσχετισμός: Έχουν κάποια σχέση οι δύο παραπάνω πληροφορίες; Μεγάλη. Κατ’ αρχήν, όμως, ένας λογιστικός συσχετισμός: Αυτά τα χρήματα, τα 12 τρισ. δολάρια των προσωπικών καταθέσεων μιας χούφτας ανθρώπων, είναι αρκετά για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του υποσιτισμού σε όλο τον κόσμο για τα επόμενα... 400 χρόνια!Για να δούμε τώρα γιατί λιμοκτονεί ο πλανήτης και γιατί απαιτούνται οι «φιλανθρωπικές» παρεμβάσεις του ΟΗΕ; Δύο παραδείγματα από την Αφρική δίνουν την απάντηση.


Ο νόμος των πολυεθνικών: Οι φτωχότερες χώρες της Αφρικής, λοιπόν, δεν παράγουν για να καλύπτουν τις ανάγκες των πληθυσμών τους σε αγαθά, αλλά για να τροφοδοτούν σε προϊόντα τις πολυεθνικές των τροφίμων. 


Είναι ενδεικτικό: Όταν τα εκατομμύρια των κατοίκων της Αιθιοπίας βρέθηκαν αντιμέτωπα με τον μεγάλο λιμό στα μέσα της δεκαετίας του ’80, η χώρα εξακολουθούσε να τροφοδοτεί με 180.000 τόνους καφέ τις πολυεθνικές του κλάδου. Τα εύφορα εδάφη της χώρας, που θα μπορούσαν να σπαρούν με σιτάρι ή καλαμπόκι για να τραφεί ο πληθυσμός, συνέχισαν να παράγουν καφέ, που σε ποσοστό σχεδόν 100% πηγαίνει στις πολυεθνικές που καβουρντίζουν τον καφέ και τον πωλούν στα σούπερ μάρκετ του «πολιτισμένου» μας κόσμου. Για ένα φλιτζάνι καφέ που στοιχίζει στη Δύση 3 ευρώ, χρειάζονται 5 γραμμάρια καβουρντισμένου καφέ. Από ένα κιλό καφέ, δηλαδή, παράγονται διακόσια φλιτζάνια, που αποφέρουν στους πωλητές της Δύσης εξακόσια ευρώ. Θα έλεγε, δηλαδή, κανείς ότι αυτοί τουλάχιστον που ζουν στην Αιθιοπία παράγοντας καφέ επιβιώνουν καλύτερα από τους συμπατριώτες τους που λιμοκτονούν. Ούτε γι’ αστείο. Οι Αιθίοπες παραγωγοί πουλάνε το προϊόν τους στην πολυεθνική για 1 ευρώ το κιλό, που σημαίνει ότι εισπράττουν μόλις το 0,2% της αξίας του επεξεργασμένου καφέ. Δηλαδή, από τα 600 ευρώ κέρδους, τους αναλογούν τα 1,2 ευρώ...


Παράδειγμα απορρύθμισης: Στην Άκρα, πρωτεύουσα της Γκάνας, χώρας 20 περίπου εκατομμυρίων κατοίκων, οι πιτσιρικάδες στα φανάρια δεν πουλάνε χαρτομάντιλα. Πουλάνε... κοτόπουλα. Δεν πρόκειται για εύκολη δουλειά. Για να εξασφαλιστεί το νοίκι της μέρας, πρέπει κανείς να πουλήσει 10 κοτόπουλα. Πρόκειται για κοτόπουλα της εγχώριας παραγωγής. Αλλά έχουν ένα πρόβλημα. Δεν μπορούν να ανταγωνιστούν στην τιμή τα κατεψυγμένα τεμάχια κοτόπουλου που βρίσκονται στα σούπερ μάρκετ και έρχονται από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. «Αυτοί είναι οι νόμοι της αγοράς», θα έλεγαν οι κυνικοί. 


Ας δούμε, όμως, ποιοι είναι αυτοί οι «νόμοι» και πώς μπορούν να αποδεκατίσουν μια οικονομία.Στην Γκάνα, λοιπόν, υπήρχε μια πλούσια πτηνοτροφία με 400.000 μικρά ορνιθοτροφεία, που κάλυπταν το σύνολο των εσωτερικών αναγκών. Τα τελευταία χρόνια, όμως, άρχισαν να εισάγονται από τη Δύση μεγάλες ποσότητες κατεψυγμένων τεμαχίων κοτόπουλου, με συνέπεια, ενώ το 1992 η ντόπια παραγωγή κάλυπτε το 95% της εγχώριας αγοράς, σήμερα να καλύπτει περίπου το 10%.Μέσα σε μια δεκαετία κατέρρευσε ένας ολόκληρος τομέας παραγωγής μιας χώρας πολλαπλασιάζοντας τα οικονομικά της προβλήματα. 


Αλλά πώς έγινε αυτό; Απλό: Τα κοτόπουλα φτάνουν τόσο φτηνά στην Γκάνα από την Ευρώπη, γιατί ένα μέρος του κόστους παραγωγής τους επιδοτείται μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), αλλά αυτό που στον κόσμο του ελεύθερου – υποτίθεται – ανταγωνισμού για τους Ευρωπαίους επιτρέπεται, στις κυβερνήσεις της Γκάνα η σκέψη και μόνο να προστατέψουν την εγχώρια παραγωγή της, επιβάλλοντας δασμούς στις εισαγωγές κοτόπουλου, απαγορεύτηκε διά ροπάλου από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, την Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ.


Τι απέμεινε, λοιπόν, στην Γκάνα με τις 400.000 πτηνοτροφικές μονάδες; Έχει απομείνει μία όλη κι όλη επιχείρηση. Λεπτομέρεια: Κι αυτή, η μία, ελέγχεται από αμερικανικό «παγκόσμιο γίγαντα» του κλάδου...Νομίζετε ότι τα παραπάνω δεν αφορούν εμάς, τους κατοίκους της (πρώην) ισχυρής Ελλάδας;

Δεν υπάρχουν σχόλια: