ΠΗΓΗ: euro2day
Αν το πρόβλημα της Ελλάδας είναι η φερεγγυότητά της, τότε η ιδιωτικοποίηση των δημόσιων επιχειρήσεων θα κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα, ιδιαίτερα αν οι πωλήσεις γίνουν σε τιμές… κοψοχρονιά, υποστηρίζει σε ανάλυσή του ο διευθυντής του Κέντρου Σπουδών για την Ευρωπαϊκή Πολιτική (Centre for European Policy Studies), Daniel Gros.
Σύμφωνα με τον κ. Gros, οι ευρείας κλίμακας πωλήσεις δημόσιας περιουσίας από την ελληνική κυβέρνηση είναι η «τελευταία κλωστή» από την οποία προσπαθούν να πιαστούν οι πολιτικοί, καθώς η κρίση του ελληνικού χρέους κινδυνεύει να παρασύρει την ευρωπαϊκή οικονομία.
«Ωστόσο, η ιδιωτικοποίηση είναι μια οφθαλμαπάτη», τονίζει ο κ. Gros. Όπως εξηγεί, οι ιδιωτικοποιήσεις μπορούν να βοηθήσουν αν το πρόβλημα είναι η ρευστότητα. Αν όμως το πρόβλημα είναι η φερεγγυότητα, τότε οι ιδιωτικοποιήσεις μπορεί να κάνουν χειρότερη την κατάσταση, ιδιαίτερα αν πρέπει να γίνουν σε εξαιρετικά μειωμένες τιμές.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει υποσχεθεί επισήμως να αντλήσει το ποσό των 50 δισ. ευρώ (ή περίπου το 20% του ΑΕΠ) μέχρι το 2015 από πώληση δημόσιας περιουσίας, ενώ η συγκέντρωση εσόδων ύψους 30 δισ. ευρώ αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του δεύτερου πακέτου διάσωσης από την τρόικα, το οποίο οριστικοποιείται αυτές τις ημέρες. Είναι εξαιρετικά απίθανο να μπορέσει να συγκεντρωθεί όλο αυτό το ποσό, όμως το πραγματικό ερώτημα είναι εάν οι ιδιωτικοποιήσεις είναι επί της αρχής ένας χρήσιμος τρόπος ώστε να μειωθεί το δημόσιο έλλειμμα. «Η σύντομη απάντηση είναι ‘όχι’», σύμφωνα με τον κ. Gros.
Σύμφωνα με τον κ. Gros, οι ευρείας κλίμακας πωλήσεις δημόσιας περιουσίας από την ελληνική κυβέρνηση είναι η «τελευταία κλωστή» από την οποία προσπαθούν να πιαστούν οι πολιτικοί, καθώς η κρίση του ελληνικού χρέους κινδυνεύει να παρασύρει την ευρωπαϊκή οικονομία.
«Ωστόσο, η ιδιωτικοποίηση είναι μια οφθαλμαπάτη», τονίζει ο κ. Gros. Όπως εξηγεί, οι ιδιωτικοποιήσεις μπορούν να βοηθήσουν αν το πρόβλημα είναι η ρευστότητα. Αν όμως το πρόβλημα είναι η φερεγγυότητα, τότε οι ιδιωτικοποιήσεις μπορεί να κάνουν χειρότερη την κατάσταση, ιδιαίτερα αν πρέπει να γίνουν σε εξαιρετικά μειωμένες τιμές.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει υποσχεθεί επισήμως να αντλήσει το ποσό των 50 δισ. ευρώ (ή περίπου το 20% του ΑΕΠ) μέχρι το 2015 από πώληση δημόσιας περιουσίας, ενώ η συγκέντρωση εσόδων ύψους 30 δισ. ευρώ αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του δεύτερου πακέτου διάσωσης από την τρόικα, το οποίο οριστικοποιείται αυτές τις ημέρες. Είναι εξαιρετικά απίθανο να μπορέσει να συγκεντρωθεί όλο αυτό το ποσό, όμως το πραγματικό ερώτημα είναι εάν οι ιδιωτικοποιήσεις είναι επί της αρχής ένας χρήσιμος τρόπος ώστε να μειωθεί το δημόσιο έλλειμμα. «Η σύντομη απάντηση είναι ‘όχι’», σύμφωνα με τον κ. Gros.
Αναλύοντας τη θέση του, σημειώνει ότι με την πώληση περιουσιακών στοιχείων, η κυβέρνηση μπορεί να αποκτήσει κεφάλαια για να μειώσει το βάρος του χρέους της, ωστόσο παράλληλα χάνει μελλοντικά έσοδα. Θεωρητικά, τα δυο αυτά θα πρέπει να αλληλοακυρώνονται χωρίς να υπάρχει ούτε κέρδος, ούτε ζημιά. Όμως, ένα ευρύ πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων προκειμένου να μειωθεί το βραχυπρόθεσμο χρέος (με το να αποπληρωθούν πλήρως τα ομόλογα που λήγουν), στην πραγματικότητα θα αυξήσει το premium ρίσκου του μακροπρόθεσμου χρέους.
Όταν η κυβέρνηση πουλά περιουσιακά στοιχεία που θα μπορούσαν κάτω από άλλες συνθήκες να βρίσκονται στη διάθεση των πιστωτών της Ελλάδας στην περίπτωση χρεοκοπίας, η αξία του εναπομένοντος δημόσιου χρέους που βρίσκεται στα χέρια των ιδιωτών (μακροπρόθεσμο) θα πρέπει σίγουρα να μειώνεται καθώς, απουσία χρεοκοπίας, το περιθώριο ανόδου για τους πιστωτές είναι περιορισμένο (επί της ονομαστικής αξίας), ενώ το περιθώριο υποχώρησης θα γίνει ακόμα χειρότερο στην περίπτωση χρεοκοπίας. Έτσι, οι ιδιωτικοποιήσεις υποτιμούν την αξία των υφιστάμενων απαιτήσεων των μακροπρόθεσμων πιστωτών.
Επιπλέον, θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν η τιμή στην οποία θα μπορούσαν να πουληθούν τα περιουσιακά στοιχεία του ελληνικού δημοσίου, από τη στιγμή που η χώρα βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Η τιμή στην οποία μπορεί να πωληθούν τα περιουσιακά στοιχεία θα αντανακλά τουλάχιστον το ίδιο discount με αυτό της τιμής των υφιστάμενων κρατικών ομολόγων, που τώρα πλησιάζει κατά μέσο όρο το 50% της ονομαστικής αξίας για τους πιο μακροπρόθεσμους τίτλους.
Επιπλέον, όταν η κυβέρνηση αναγκαστεί να χρεοκοπήσει, θα μπει στον πειρασμό να χρησιμοποιήσει ρυθμιστικά και άλλα μέτρα προκειμένου να ανακαλέσει μέρος των εισπράξεων από τα περιουσιακά στοιχεία που έχει πωλήσει. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να μειώσει τις θεσμοθετημένες τιμές για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, τις χρεώσεις λιμένων και αεροδρομίων, κλπ.
«Αυτό το πρόβλημα ‘ασυνέπειας χρόνου’ υποδηλώνει ότι θα ήταν πιο λογικό οι ιδιωτικοποιήσεις να γίνουν αφού λυθεί το πρόβλημα του χρέους (κατά προτίμηση μέσω μιας αναδιάρθρωσης με βάση τις σημερινές τιμές των ελληνικών ομολόγων)», σύμφωνα με τον κ. Gros.
Οι υπέρμαχοι των ιδιωτικοποιήσεων –επισημαίνει ο κ. Gros- υποστηρίζουν βεβαίως ότι οι ιδιωτικοποιήσεις θα αυξήσουν την ανάπτυξη διότι οι ιδιώτες επενδυτές θα αξιοποιήσουν με πιο παραγωγικό τρόπο αυτά τα περιουσιακά στοιχεία. Όμως, τα περισσότερα από τα περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στην λίστα για τον πρώτο γύρο των ιδιωτικοποιήσεων, αφορούν υπηρεσίες κοινής ωφέλειας και άλλα φυσικά μονοπώλια. Η μεταφορά τους σε ιδιωτικά χέρια μπορεί να αυξήσει τα κέρδη των μονοπωλίων, όχι όμως και την ανάπτυξη.
Ακόμα, όμως, και αν αυτό δεν ίσχυε, αν δηλαδή μπορούσε ένα ιδιωτικό μονοπώλιο να είναι πολύ πιο παραγωγικό και ανταγωνιστικό, η ιδιωτικοποίηση είναι εξαιρετικά απίθανο να πυροδοτήσει μια ανάπτυξη ευρείας κλίμακας.
«Συνοψίζοντας, είναι πιθανό το premium ρίσκου στα μακροπρόθεσμα ελληνικά κρατικά ομόλογα να αυξηθεί καθώς η κυβέρνηση θα ιδιωτικοποιεί τα περιουσιακά της στοιχεία με την μεγαλύτερη ρευστότητα, που είναι επίσης εκείνα που της αποφέρουν και τα πιο ισχυρά κέρδη σε κανονικούς καιρούς.
Τελικά, οι ιδιωτικοποιήσεις μπορεί στην πραγματικότητα να κάνουν ακόμα πιο απίθανη την δυνατότητα επιστροφής της ελληνικής κυβέρνησης στις αγορές κεφαλαίου», καταλήγει ο κ. Gros.
Όταν η κυβέρνηση πουλά περιουσιακά στοιχεία που θα μπορούσαν κάτω από άλλες συνθήκες να βρίσκονται στη διάθεση των πιστωτών της Ελλάδας στην περίπτωση χρεοκοπίας, η αξία του εναπομένοντος δημόσιου χρέους που βρίσκεται στα χέρια των ιδιωτών (μακροπρόθεσμο) θα πρέπει σίγουρα να μειώνεται καθώς, απουσία χρεοκοπίας, το περιθώριο ανόδου για τους πιστωτές είναι περιορισμένο (επί της ονομαστικής αξίας), ενώ το περιθώριο υποχώρησης θα γίνει ακόμα χειρότερο στην περίπτωση χρεοκοπίας. Έτσι, οι ιδιωτικοποιήσεις υποτιμούν την αξία των υφιστάμενων απαιτήσεων των μακροπρόθεσμων πιστωτών.
Επιπλέον, θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν η τιμή στην οποία θα μπορούσαν να πουληθούν τα περιουσιακά στοιχεία του ελληνικού δημοσίου, από τη στιγμή που η χώρα βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Η τιμή στην οποία μπορεί να πωληθούν τα περιουσιακά στοιχεία θα αντανακλά τουλάχιστον το ίδιο discount με αυτό της τιμής των υφιστάμενων κρατικών ομολόγων, που τώρα πλησιάζει κατά μέσο όρο το 50% της ονομαστικής αξίας για τους πιο μακροπρόθεσμους τίτλους.
Επιπλέον, όταν η κυβέρνηση αναγκαστεί να χρεοκοπήσει, θα μπει στον πειρασμό να χρησιμοποιήσει ρυθμιστικά και άλλα μέτρα προκειμένου να ανακαλέσει μέρος των εισπράξεων από τα περιουσιακά στοιχεία που έχει πωλήσει. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να μειώσει τις θεσμοθετημένες τιμές για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, τις χρεώσεις λιμένων και αεροδρομίων, κλπ.
«Αυτό το πρόβλημα ‘ασυνέπειας χρόνου’ υποδηλώνει ότι θα ήταν πιο λογικό οι ιδιωτικοποιήσεις να γίνουν αφού λυθεί το πρόβλημα του χρέους (κατά προτίμηση μέσω μιας αναδιάρθρωσης με βάση τις σημερινές τιμές των ελληνικών ομολόγων)», σύμφωνα με τον κ. Gros.
Οι υπέρμαχοι των ιδιωτικοποιήσεων –επισημαίνει ο κ. Gros- υποστηρίζουν βεβαίως ότι οι ιδιωτικοποιήσεις θα αυξήσουν την ανάπτυξη διότι οι ιδιώτες επενδυτές θα αξιοποιήσουν με πιο παραγωγικό τρόπο αυτά τα περιουσιακά στοιχεία. Όμως, τα περισσότερα από τα περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στην λίστα για τον πρώτο γύρο των ιδιωτικοποιήσεων, αφορούν υπηρεσίες κοινής ωφέλειας και άλλα φυσικά μονοπώλια. Η μεταφορά τους σε ιδιωτικά χέρια μπορεί να αυξήσει τα κέρδη των μονοπωλίων, όχι όμως και την ανάπτυξη.
Ακόμα, όμως, και αν αυτό δεν ίσχυε, αν δηλαδή μπορούσε ένα ιδιωτικό μονοπώλιο να είναι πολύ πιο παραγωγικό και ανταγωνιστικό, η ιδιωτικοποίηση είναι εξαιρετικά απίθανο να πυροδοτήσει μια ανάπτυξη ευρείας κλίμακας.
«Συνοψίζοντας, είναι πιθανό το premium ρίσκου στα μακροπρόθεσμα ελληνικά κρατικά ομόλογα να αυξηθεί καθώς η κυβέρνηση θα ιδιωτικοποιεί τα περιουσιακά της στοιχεία με την μεγαλύτερη ρευστότητα, που είναι επίσης εκείνα που της αποφέρουν και τα πιο ισχυρά κέρδη σε κανονικούς καιρούς.
Τελικά, οι ιδιωτικοποιήσεις μπορεί στην πραγματικότητα να κάνουν ακόμα πιο απίθανη την δυνατότητα επιστροφής της ελληνικής κυβέρνησης στις αγορές κεφαλαίου», καταλήγει ο κ. Gros.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου