Πηγή: in gr
Το in.gr απευθύνθηκε σε 3 ακαδημαϊκούς ζητώντας του να καταθέσουν τις απόψεις τους σχετικά με την αναδιάρθρωση του χρέους.
Άκαιρη η συζήτηση για την αναδιάρθρωση
«Όσον αφορά την εκτίμηση» επισημαίνει ο κ. Σταύρος Β. Θωμαδάκης, καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστήμιου Αθηνών και πρώην πρόεδρος Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς «για την ανάγκη αναδιαπραγμάτευσης του ελληνικού χρέους τώρα, εγώ δεν τη συμμερίζομαι καθόλου. Θεωρώ ότι εκπορεύεται από μία κακή και ατελή εκτίμηση των περιστάσεων και επιπλέον τροφοδοτεί προσδοκίες και συμπεριφορές που μπορεί να οδηγήσουν την Ελλάδα σε επικίνδυνα μονοπάτια. Αν, υποθετικά μιλώντας, η Ελλάδα προχωρούσε σε μια μονομερή αναδιάρθρωση χρέους, θα αποκοβόταν από τις αγορές με ορατό κίνδυνο μάλιστα να ανασταλεί η χρηματοδότηση από το πακέτο στήριξης. Αυτό θα μεταφραζόταν σε φοβερή εσωτερική κρίση, ασύγκριτα μεγαλύτερη από αυτά που τώρα βιώνουμε. Αν πάλι, προχωρούσε σε διαπραγμάτευση με τους ιδιώτες δανειστές θα ήταν σε απίστευτα αδύναμη θέση λόγω της χαμένης αξιοπιστίας και καθώς δεν έχει αποδείξει ακόμα ότι έχει την δυνατότητα και την πυγμή να διορθώσει τα δημοσιονομικά της. Η άποψη μου είναι λοιπόν ότι αυτή η συζήτηση είναι εντελώς άκαιρη. Ξέρετε, η δημόσια συζήτηση εισπράττεται από τον κόσμο με ένα εντελώς διαφορετικό τρόπο από ότι την κάνουμε εμείς. Εγώ εκθέτω την άποψη μου, με τις αμφιβολίες μου, τις επιφυλάξεις και τις παρατηρήσεις μου, αλλά ο αναγνώστης θα μείνει στην φράση ότι θα γίνει αναδιάρθρωση χρέους και θα πάει στις τράπεζες να πάρει τα λεφτά του τώρα. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η κρίση των αγορών και του δημόσιου χρέους έχει ένα τεράστιο επικοινωνιακό υπόβαθρο. Αυτή την στιγμή Ελλάδα αλλά και η Ευρώπη βρίσκεται στο στόχαστρο μιας πολύ αρνητικής επικοινωνιακής χιονοστιβάδας, όπου η όποια κίνηση είχε αρνητικό αντίκτυπο. Και ο αντίκτυπος έχει αποτελέσματα γιατί επενεργεί στις φοβίες και τις ατομικές συμπεριφορές.
Πολλοί οικονομολόγοι εστιάζουν στους αριθμούς και διατυπώνουν το συμπέρασμα ότι το ελληνικό χρέος από το 115% του ΑΕΠ θα οδηγηθεί στο150% και θα οδηγήσει σε οικονομικό στραγγαλισμό. Άρα θα πρέπει για αυτό το λόγο να κάνουμε αναδιάρθρωση τώρα. Θα πρέπει βέβαια να επισημάνουμε όμως ότι με τα σημερινά δεδομένα στο μεσοδιάστημα της τριετίας η χώρα θα εξυπηρετεί τα χρέη αλλά και τα ελλείμματα της. Δεν πρέπει καθόλου να ξεχάσουμε ότι επί του παρόντος κινούμαστε σε ένα περιβάλλον τεράστιας καχυποψίας των τραπεζιτών και των επενδυτών για τους κρατικούς τίτλους χρέους. Αυτό είναι και το παράδοξο της εποχής μας, καθώς η διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος προκάλεσε την αύξηση του δημοσίου χρέους παγκοσμίως και τώρα οι ιδιωτικοί φορείς του χρηματοοικονομικού τομέα που διασώθηκε δείχνουν να εγκαλούν τα κράτη διότι έχουν μεγάλο χρέος! Η χρονική συγκυρία είναι λοιπόν πολύ ακατάλληλη γιατί η Ελλάδα βρίσκεται εκτός αγοράς, οι αγορές διακατέχονται από καχυποψία και αστάθεια και οι ιδιώτες δανειστές της Ελλάδας είναι διάχυτοι σε όλο τον κόσμο.
Η Ελλάδα αυτή την στιγμή υλοποιεί ένα πρόγραμμα που είναι φιλόδοξο και δύσκολο. Δεν υφίσταται όμως την πίεση των αγορών και στόχος είναι να έχει χρόνο να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα και να βγει μια θετική εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Η Ελλάδα αν λοιπόν κάποτε επιχειρήσει μια αναδιαπραγμάτευση του χρέους της θα πρέπει να το πράξει από την καλύτερη δυνατή θέση, όταν το πρόγραμμα θα έχει δώσει αποτελέσματα Επιπλέον, η όποια μελλοντική αναδιαπραγμάτευση θα πρέπει να επιδιωχθεί υπό μία απαραίτητη συνθήκη: να μην υποχρεωθεί η Ελλάδα να εξέλθει από την Ευρωζώνη.
Απορρίπτω εντελώς τον τρόπο της μονομερούς χρεοκοπίας. Σε μια υποθετική περίπτωση κήρυξης στάσης πληρωμών η κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας θα γινόταν πολύ χειρότερη καθώς το έλλειμμα θα έπρεπε να διορθωθεί βίαια σε μηδενικό χρόνο, η ύφεση θα ήταν κατακόρυφη αλλά επίσης θα προκύπτανε χαώδεις καταστάσεις. Ένα δημόσιο που δεν πληρώνει σημαίνει αποδιάρθρωση του ιστού της οικονομίας και της κοινωνίας. Ακόμη και με τις σημερινές συνθήκες η προσπάθεια που πρέπει να καταβάλλει η κυβέρνηση αλλά και όλοι μας θα πρέπει να εστιάζεται στο να μη διαλυθεί ο ιστός της οικονομίας. Το κόστος αυτής της διάλυσης είναι μακροχρόνιο γιατί δεν σου επιτρέπει να ανακάμψεις. Αυτό το κόστος που είναι μικροοικονομικό κόστος δεν το μετράνε πολλοί φίλοι μου που σκέπτονται μόνον μακροοικονομικά. Είναι πρόταση χωρίς λογική αφού θα πλήξει περισσότερο την Ελλάδα παρά τους δανειστές της. Από την άλλη πλευρά, η αναδιάρθρωση χρέους μέσα από τις διαδικασίες της αγοράς είναι αδύνατη υπό τις σημερινές συνθήκες, όπου η Ελλάδα είναι εκτός αγοράς ούτως ή άλλως. Η τρίτη λύση είναι να προχωρήσουμε σε κάποιου είδους διαπραγμάτευση με τους πιστωτές μας. Σε αυτή τη λύση μπορεί να καταλήξουμε κάποια στιγμή στο μέλλον. Προϋπόθεση όμως για να γίνει αυτό είναι η ανάκτηση της αξιοπιστίας μας και η δυνατότητα επιλογής του χρόνου και του πλαισίου. Σήμερα αυτά είναι ανέφικτα. Νομίζω ότι προς το παρόν η Ελλάδα είναι σε πολύ αδύναμη θέση. Επομένως αυτή την στιγμή μια κίνηση αναδιάρθρωσης χρέους θα γίνει υπό πολύ δυσμενείς για την ίδια όρους, δυσμενέστερους από όσους τώρα έχουν επιβληθεί.
Τέλος, δύο είναι τουλάχιστον τα σενάρια για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας. Το πρώτο αφορά την επιδείνωση της κρίσης, οπότε θα τεθεί ένα θέμα αναδιαπραγμάτευσης χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο και στο πλαίσιο αυτό θα κινηθεί φυσικά και η Ελλάδα. Το δεύτερο σενάριο προβλέπει ότι ο ευρωπαϊκός οικονομικός πυρήνας θα αρχίσει να εμφανίζει σοβαρή μεγέθυνση, ένα σενάριο συμβατό με τη χαμηλή ισοτιμία του ευρώ που ευνοεί τις εξαγωγές και άλλους οικονομικούς τομείς. Η εξέλιξη αυτή θα έχει θετικές επιπτώσεις στην Ελλάδα, με άνοδο του τουρισμού, της ναυτιλίας, των εξαγωγικών επιχειρήσεων, ακόμη και της γεωργίας. Δεν είναι πρώτη φορά που η Ελλάδα περνάει κρίση, σήμερα μπορεί να είναι τραγικές οι συνθήκες αλλά δημοσιονομικές και εσωτερικές κρίσεις έχουμε βιώσει πολλές στο παρελθόν. Τελικά η εξωτερική συγκυρία υποστήριξε την έξοδο από τις κρίσεις αλλά βέβαια η εσωτερική μεταρρύθμιση βελτιώνει πάντα το ευνοϊκό αποτέλεσμα της εξωτερικής συγκυρίας.»
Αναδιάρθρωση με αναδιανομή πλούτου
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε» , εξηγεί ο κ. Σπύρος Λαπατσιώρας, διδάσκων Πολιτική Οικονομία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης «ότι η οικονομική κρίση στη δίνη της οποίας βρίσκεται η χώρα μας, είναι αποτέλεσμα της παγκόσμιας κρίσης του 2008. Πρέπει εδώ να επισημάνουμε το παράδοξο της κατάστασης: το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα διασώθηκε με χρήματα των κυβερνήσεων, δηλαδή με την αύξηση του χρέους και των ελλειμμάτων των κρατών, αλλά το ίδιο εγκαλεί και «τιμωρεί» τις χώρες επειδή αυξήθηκε αναγκαία για την αντιμετώπιση της κρίσης το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα τους. Αυτό το παράδοξο οφείλεται πρώτον, στην επιλογή διατήρησης και αναστήλωσης του συστήματος διεθνούς χρηματοδότησης κρατών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών - έστω και με τις όποιες επιμέρους διορθωτικές κινήσεις που συζητούνται σε επίπεδο G-20 – με τους ίδιους όρους που ίσχυαν πριν από την κρίση. Για παράδειγμα θα μπορούσε να αναγνωριστεί η χρηματοδότηση ως δημόσιο αγαθό, το οποίο αδυνατεί να εξυπηρετήσει «κανονικά» η αγοραία οργάνωση του συστήματος και να υπάρξουν μορφές συλλογικά οργανωμένης χρηματοδότησης τόσο των κρατών, όσο και των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, γενικά των κοινωνικών αναγκών. Δεύτερον στις πολιτικές μείωσης των ελλειμμάτων που εντείνουν την ύφεση που ακολουθούν οι κυβερνήσεις της Ε.Ε.
Το γεγονός, λοιπόν, που λαμβάνουν σήμερα υπόψη τους οι «αγορές» είναι τα στοιχεία που παρουσιάζουν αναλυτές για την πορεία του δημόσιου χρέους τα επόμενα 30 χρόνια. Η τάση είναι ότι στο μέλλον θα υπάρξει αυξητική πορεία του δημοσίου χρέους στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Τόσο η σταθερότητα του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος όσο και οι ανάγκες των κοινωνιών για απασχόληση και αξιοπρεπείς συνθήκες ζωής θέτουν το ζήτημα πολιτικών οι οποίες σε βάθος χρόνου θα οδηγήσουν σε αντιστροφή αυτής της τάσης. Θεωρητικά οι τρόποι που θα μπορούσε να επιτευχθεί μείωση των χρεών είναι οι ακόλουθοι:
• Η άνοδος του ΑΕΠ ,που βελτιώνει το λόγο ΑΕΠ /δημόσιο χρέος και σημαίνει περισσότερα εισοδήματα άρα μεγαλύτερες δυνατότητες εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων. Ωστόσο, σε παγκόσμιο επίπεδο δεν προβλέπονται ισχυροί ρυθμοί μεγέθυνσης της οικονομίας. Αντίθετα επικρατεί αβεβαιότητα για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και ως κύρια τάση προεξοφλούνται αναιμικοί ρυθμοί μεγέθυνσης.
• Ενίσχυση των δημοσίων εσόδων έναντι των δημοσίων δαπανών. Αυτό μπορεί να συμβεί με δύο τρόπους. Πρώτος, με προγράμματα τα οποία στοχεύουν στους μισθωτούς και στους συνταξιούχους, όπως αυτά που ακολουθούνται στη χώρα μας και συνολικά στην Ευρώπη. Τα προγράμματα αυτά μπορεί να περιορίζουν τις δημόσιες δαπάνες, έχουν όμως και αρνητική επίπτωση στα δημόσια έσοδα, πέραν του κοινωνικά άδικου χαρακτήρα τους και της κατάργησης κοινωνικών κεκτημένων δεκαετιών. Δεύτερος, με προγράμματα τα οποία στοχεύουν στους κεφαλαιούχους. Κατάλληλη φορολόγηση των πλουσίων και των επιχειρήσεων, οδηγεί στην ικανοποίηση του δίκαιου αιτήματος αναδιανομής του πλούτου αλλά και σε αύξηση των δημοσίων εσόδων.
• Ο πληθωρισμός Αν και μέχρι σήμερα η επικρατούσα οικονομική αντίληψη καθιστούσε δημοφιλή τον χαμηλό πληθωρισμό, ένας μέτριος πληθωρισμός βοηθάει στη μείωση του δημόσιου χρέους, καθώς «ροκανίζει» τις τιμές των ομολόγων.
• Η αναδιάρθρωση του χρέους. Εφόσον οι προαναφερόμενοι τρόποι δεν βρίσκουν εύφορο έδαφος στην παγκόσμια οικονομία, πλην των προγραμμάτων που στοχεύουν στην ανατροπή κοινωνικών κατακτήσεων των μισθωτών, η λύση της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους αποκτά ειδικό βάρος στις συζητήσεις για τις πολιτικές αντιμετώπισης της παγκόσμιας κρίσης.Υπήρξε, μάλιστα, πριν από αρκετές εβδομάδες μια έκθεση της Deutsche Bank που εκτιμούσε ότι στην περίπτωση της Ελλάδας μια παραγραφή χρέους της τάξης του 50% θα μπορούσε να είναι ανεκτή, χωρίς να δημιουργεί βλάβη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Αυτή η συζήτηση γίνεται επειδή το χρηματοπιστωτικό σύστημα μελετώντας το οικονομικό περιβάλλον εκτιμά ότι η πορεία των κρατικών χρεών θα είναι ανοδική, ενώ την ίδια πορεία θα ακολουθήσουν και τα επιτόκια. Εκτιμάται επομένως ότι οι ανεπτυγμένες χώρες θα πρέπει να προχωρήσουν στην υιοθέτηση πολιτικών για την διαχείριση του χρέους τους. Ποιός θα είναι ο τρόπος; είναι θέμα πολιτικής επιλογής. Ωστόσο οι εκτιμήσεις τους έχουν ένα λογικό έρεισμα, καθώς πρεσβεύουν ότι η απουσία ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης χρέους μπορεί να δημιουργήσει μεγαλύτερους κινδύνους απώλειας κεφαλαίων για τους συμμετέχοντες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα από ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης.
Το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους συζητείται αρκετά έντονα το τελευταίο διάστημα, ενώ υπήρξαν πολλά σενάρια όπως η έξοδος από την ευρωζώνη, ή η υιοθέτηση νομισμάτων δύο ταχυτήτων. Την ίδια περίοδο διαμορφώνεται και μια ηγεμονική αντίληψη για την διαχείριση της κρίσης στη Ε.Ε. Αν στην Ε.Ε. είχαμε κάποιους «κανονικούς» ρυθμούς μεγέθυνσης, οι χώρες θα είχαν την δυνατότητα να εξυπηρετήσουν καλύτερα τα ελλείμματά τους αλλά και το χρέος τους.
Οι πολιτικές όμως λιτότητας - κατ’ ευφημισμό «λιτότητας», εφόσον στην πραγματικότητα πρόκειται για πολιτικές ακύρωσης κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων των εργαζομένων - που έχουν υιοθετηθεί από τις ευρωπαϊκές χώρες δεν επιτρέπουν να φύγει από το κάδρο το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους, το οποίο απαιτεί να λάβει χώρα σε ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Η μερική «λύση» που δόθηκε τα αδιέξοδα των ευρωπαϊκών πολιτικών να μπορεί να αγοράζει ομόλογα η ΕΚΤ στοχεύει στη διέξοδο που υπαγορεύει η «λογική της κατάστασης»: να αναληφθεί το βάρος συλλογικά, επομένως να υπάρξει κοινό ευρωπαϊκό σύστημα δανεισμού. Η αναδιάρθρωση χρέους ακολουθεί την ίδια ρότα. Αν υποθέσουμε ότι για τα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ μειωθεί η αξία τους τίθεται με μεγαλύτερη πίεση οργάνωσης συλλογικής συντονισμένης παρέμβασης στην κατεύθυνση χρηματοδότησης κάθε χώρας της Ευρωζώνης με κοινό τρόπο και απελευθέρωσης της λειτουργίας της χρηματοδότησης της οικονομίας από τα δεσμά των αγορών και της μυωπικής ορθολογικότητας που τις διακρίνει, δηλαδή οργάνωση συστημάτων δημόσιου δανεισμού.
Παρά το ότι η δημόσια συζήτηση κυριαρχείται από τη στόχευση στο δημόσιο χρέος, θα πρέπει να λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη και το ιδιωτικό χρέος, το χρέος των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, εφόσον για παράδειγμα στην Ισπανία τα σημαντικά προβλήματα των τραπεζών που έθεσαν σε έμπρακτη δοκιμασία το Ευρώ τις προηγούμενες βδομάδες προέρχονταν από το ιδιωτικό χρέος που είναι πολύ υψηλό σε σχέση με το δημόσιο. Φυσικά ο βασικός λόγος είναι ότι η εστίαση μόνο στο δημόσιο χρέος αποκρύπτει από τη συζήτηση το όλον των συνεπειών της κρίσης του 2008, συζήτηση η οποία εν τέλει έχει ως πυρήνα το ζήτημα ποιοι θα πληρώσουν τις ζημιές. Επιπλέον, σχηματικά μιλώντας, οι λαοί χρηματοδότησαν τις ζημιές των τραπεζών τίθεται λοιπόν ένα ζήτημα δικαίου , οι τράπεζες να αναλάβουν ένα μέρος της κρίσης που δημιούργησαν οι ίδιες και οι οποίες χρηματοδοτηθήκαν ώστε να μην κλείσουν. Την αναδιάρθρωση λοιπόν τη συζητάμε ως ένα μηχανισμό, μια προϋπόθεση για να αναπτυχθούν οι λαοί των χωρών, για να έχουν εισοδήματα και αξιοπρεπείς συνθήκες ζωής, ως προϋπόθεση να σωθούν οι κοινωνίες και όχι οι αγορές. Οι αναλυτές του ΟΗΕεπεσήμαναν μάλιστα σε πρόσφατη έκθεση τους ότι η χρηματοπιστωτική κρίση προήλθε από τη μεγάλη ανισοκατανομή πλούτου παγκοσμίως και συνεχώς αυξανόμενη τις τελευταίες δύο δεκαετίες, τόσο μεταξύ των χωρών όσο και στο εσωτερικό τους. Επομένως η αναδιανομή του πλούτου από τις επιχειρήσεις στους εργαζόμενους , από τους πλούσιους στους φτωχούς και από τις πλούσιες χώρες στις φτωχότερες, αποτελεί όρο και για να μη γεννηθεί παρόμοια κρίση, και για να υπάρξει άλλο πρότυπο ανάπτυξης των κοινωνιών αλλά και για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης.»
Πρόταση για ευρωπαϊκή αναδιάρθρωση χρέους
«Το πρόβλημα της Ευρώπης», επισημαίνει ο κ. Γιάνης Βαρουφάκης, καθηγητής Οικονομικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, «δεν είναι το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα. Το πρόβλημα αποτελείται από τρία μέρη ίσης σημασίας: (α) το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα, (β) την δεινή κατάσταση των τραπεζών (που κουβαλούν στα έγκατά τους αμαρτίες του παρελθόντος από τις οποίες δεν έχουν 'καθαριστεί'), και (γ) την χαμηλή ή αρνητική ανάπτυξη. Είναι τεράστιο λάθος να διαχωρίζονται και να στεγανοποιούνται αυτά τα τρία μέρη του προβλήματος.
Μια μεγάλη μακρο-οικονομία σαν αυτή της Ευρώπης δε λειτουργεί σαν μια επιχείρηση. Μία επιχείρηση, αν σε περίοδο κρίσης μπορεί να μειώσει τα κόστη της κατά 30%, χωρίς να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα των προϊόντων της, έχει λόγο να το κάνει άμεσα - χωρίς τον φόβο ότι παράλληλα με τα κόστη θα μειωθεί ο τζίρος. Ένας δημόσιος τομέας μιας μεγάλης μακρο-οικονομίας δεν έχει αυτή την πολυτέλεια. Αν εν μέσω κρίσης μειώσει τις δαπάνες του κατά 30% είναι σίγουρο ότι θα επιταχύνει την κρίση. Αν οι οικονομολόγοι έχουμε μάθει κάτι από το 1929, αλλά και από τις υπόλοιπες κρίσεις (π.χ. 1979-1983 στην Βρετανία της κας Θάτσερ) , είναι ακριβώς αυτό: Ασφυκτική περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, η οποία μάλιστα ξεκινά με την μείωση ελάχιστων μισθών και συντάξεων (και όχι με την καύση του 'λίπους' της κοινωνίας που εντοπίζεται στα βόρεια προάστια και όχι στις δυτικές συνοικίες των Αθηνών) οδηγούν στην συρρίκνωση της ικανότητας της οικονομίας να παράγει τον πλούτο που χρειάζεται για να αποπληρωθεί το χρέος και, συνεπώς, αύξηση του ίδιου του χρέους.
Όσο για τα επί μέρους μέτρα, όταν αυξάνεται ο ΦΠΑ την ώρα που μειώνονται τα εισοδήματα και οι τζίροι των μικρομεσαίων, ένα κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας κατευθύνεται στην παραοικονομία, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η φορολογική βάση. Αν θέλαμε να αυξήσουμε τα έσοδα από τονΦΠΑ θα έπρεπε να τον έχουμε μειώσει. Αν ο ΦΠΑ μειωνόταν και το κράτος ξεκινούσε μια καμπάνια π.χ. 'Το κράτος μειώνει τον ΦΠΑ - σειρά σου να βοηθήσεις να μη βουλιάξουμε - πλήρωνε τον ΦΠΑ' θα είχε πολύ μεγαλύτερα έσοδα.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, η Συμφωνία με το ΔΝΤ-ΕΚΤ-ΕΖ φαντάζει εξωφρενική. Πρώτον, μας δανείζει με επιτόκιο μεγαλύτερο από εκείνο με το οποίο δανείζονται εκείνοι (άρα επιτυγχάνεται μια μεταβίβαση πλούτου από την Αθήνα προς τους δανειστές της - κυρίως το Βερολίνο). Δεύτερον, μας επιβάλει την ασφυκτική περιοριστική πολιτική που θα συρρικνώσει την πίτα από την οποία καλούμαστε να αποπληρώσουμε τα δάνεια. Τρίτον, θεωρεί ως δεδομένο ότι σε αυτή την κρίση οι μόνοι που δεν θα χάσουν μέρος των κεκτημένων τους είναι οι τράπεζες, στις οποίες χρωστά το ελληνικό δημόσιο και τις οποίες όμως χρηματοδοτεί πλουσιοπάροχα η ΕΚΤ από το 2008, δίνοντάς τους πακτωλούς χρημάτων ως 'ανταμοιβή' για τα έκτροπα που αυτές έκαναν και εξακολουθούν να κάνουν (με τα τοξικά ομόλογα τότε και με τα CDS-στοιχήματα που βάζουν εναντίον του ευρωπαϊκού δημοσίου που τις κρατά εν ζωή).
Ο γέγονε γέγονε. Η Συμφωνία αυτή είναι γεγονός και γρήγορα εξελίχθηκε σε ένα μηχανισμό στήριξης όλων των ελλειμματικών χωρών. Ο Μηχανισμός αυτός φαίνεται να πάσχει από τον ανορθολογισμό που χαρακτηρίζει και την δική μας Συμφωνία. Αν έχω δίκιο, και ο Μηχανισμός αποδειχθεί κατώτερος των περιστάσεων, κινδυνεύει ολόκληρη η Ευρωζώνη. Είναι απαραίτητο λοιπόν να επιμείνουμε στην διεξαγωγή ενός σοβαρού διαλόγου, χωρίς ταμπού, για το πως θα πρέπει να λειτουργήσει.
Εν συντομία, και αυτή είναι η πρότασή μου, πρέπει να ξεκινήσουμε με τρεις διαπιστώσεις. Ο Μηχανισμός προβλέπει ότι: (α) Ο ίδιος ο Μηχανισμός θα δανείζεται με επιτόκια του 2% και 3%, μετά θα δανείζει τα κράτη με 4% και 5%έτσι ώστε τα κράτη να αποπληρώνουν τα χρέη τους στις Ευρωπαϊκές τράπεζες με επιτόκια 6% και 7%. (β) Ο δανεισμός των κρατών θα γίνεται υπό τον όρο της επιβολής περιοριστικών πολιτικών που θα οδηγήσουν στην συρρίκνωση της πίτας από την οποία θα πρέπει τα κράτη να αποπληρώνουν τα χρέη τους. (γ) Παράλληλα όλα τα κράτη (και τα πλεονασματικά) θα μειώσουν τις δαπάνες τους, κάτι που θα έχει σαφέστατη αρνητική επίδραση στην ανάπτυξη όλων, και ιδίως εκείνων που χρησιμοποιούν τον Μηχανισμό.
Αν βάλουμε τα (α), (β) και (γ) μαζί προκύπτει το ασφαλές συμπέρασμα ότι οι καιροσκόποι των αγορών έχουν κάθε λόγο να συνεχίσουν να στοιχηματίζουν εναντίον των ομολόγων όλων πλέον των κρατών-μελών αλλά και εναντίον του ευρώ. Γιατί; Επειδή αυτό ο μηχανισμός εγγυάται ότι ούτε τα ελλειμματικά κράτη θα μπορέσουν μακροπρόθεσμα να αποπληρώσουν τα χρέη τους αλλά ούτε και οι τράπεζες θα μπορέσουν να πάρουν τα χρήματα που τους χρωστούν τα κράτη.
Τι προτείνω; Μια νέα Μεγάλη Διαπραγμάτευση με την συμμετοχή (α) της ευρωζώνης/ευρωγκρουπ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ, (β) των ελλειμματικών χωρών που θα χρειαστούν τον Μηχανισμό και (γ) τις Ευρωπαϊκές τράπεζες που κατέχουν τα ομόλογα των (β). Στόχος της; Μια Μεγάλη Συμφωνία που θα προβλέπει, σε γενικές γραμμές, τα εξής:
1. Αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους όλων των χωρών της ευρωζώνης, με την μείωση σε επίπεδα Libor του συνολικού τόκου που θα έχουν λαμβάνειν οι τράπεζες
2. Δανεισμός χαμηλού επιπέδου από τον Μηχανισμό των κρατών (με επιτόκια Libor) ώστε να καλύπτονται τα ελλείμματα από τούδε και στο εξής καθώς και τα χρέη που παραμένουν μετά την ρύθμιση (1) παραπάνω.
3. Ενίσχυση των Ευρωπαϊκών τραπεζών (όχι όμως και των hedge funds) από την ΕΚΤ και τον ίδιο τον Μηχανισμό απ' ευθείας (και χωρίς να δανείζονται τα κράτη με 5% για να αποδίδουν στις τράπεζες τα χρωστούμενα)
4. Μείωση των ελλειμμάτων των ελλειμματικών χωρών χωρίς όμως μείωση της συνολικής μισθοδοσίας (π.χ. με μείωση δαπανών με χαμηλό πολλαπλασιαστή, εξοπλιστικών προγραμμάτων)
5. Αύξηση των δημοσίων δαπανών των πλεονασματικών χωρών
Μια τέτοια συμφωνία θα κατεύναζε τις αγορές και θα αποτελούσε την αρχή μιας νέας, ορθολογικής αρχιτεκτονικής του ευρώ και της ΕΕ συνολικότερα.
Θα είναι εύκολη η επίτευξή της; Σαφώς όχι, με δεδομένη την Γερμανική φυγή από την πραγματικότητα. Σημαίνει αυτό ότι δεν αξίζει να προσπαθήσουμε; Σε καμία περίπτωση. Πρόκειται για την προοπτική της Ευρώπης, της Ελλάδας, όλων μας.
Μπορεί όμως μια μικρή χώρα όπως η δική μας να πετύχει κάτι τέτοιο; Το να είσαι ο αδύναμος κρίκος δεν έχει μόνο μειονεκτήματα, σου προσφέρει και ένα είδος εξουσίας Όταν μιλάει ο κ. Παπανδρέου η προσοχή είναι στραμμένη πάνω του. Δε σημαίνει ότι οι εισηγήσεις του εισακούγονται αναγκαστικά. Ο λόγος του όμως έχει ένα ειδικό βάρος. Αν λοιπόν έχουμε πειθώ, επιχειρήματα και παράλληλα χρησιμοποιήσουμε τις αντιθέσεις μεταξύ των μερών της Τρόικας μπορούμε να δημιουργήσουμε συνθήκες μιας νέας διαπραγμάτευσης.
Πως φτάσαμε εδώ; Πέραν των μεγάλων λαθών των κυβερνήσεων μας, αλλά και της αδράνειάς μας ως κοινωνία, οι ρίζες του κακού βρίσκονται εκτός Ελλάδας στην περίοδο πριν το 2008, από την δεκαετία του 1980 και του 1990. Για να μην μακρηγορώ, ο χρηματοπιστωτικός τομέας δημιούργησε ένα τσουνάμι ΄'ιδιωτικού χρήματος'. Αυτό είναι τα παράγωγα. Τα CDOs ήταν παράλληλο χρήμα, ιδιωτικό, στο οποίο εθίστηκαν οι τράπεζες και το οικονομικό σύστημα στο σύνολό του. Το 2008 η φούσκα που δημιούργησε έσκασε. Οι τράπεζες θα κατέρρεαν σε μια νύχτα αν δεν εισέρρεε δημόσιο χρήμα για να αντικαταστήσει το ιδιωτικό το οποίο μετατράπηκε εν μία νυκτί σε στάχτες.
Όμως, και αυτό είναι το καταπληκτικό, οι τράπεζες, πριν καλά καλά πουν ευχαριστώ στα κράτη που τις έσωσαν, χρησιμοποίησαν αυτό το δημόσιο χρήμα για να βάλουν νέα στοιχήματα, να δημιουργήσουν νέα παράγωγα, στοιχηματίζοντας στην αδυναμία του πανευρωπαϊκού δημοσίου να σηκώσει τα βάρη που εκείνες το φόρτωσαν. Για αυτό θεωρώ απαράδεκτο η ΕΕ να θεωρεί πως μόνο οι τράπεζες δεν θα πρέπει να σηκώσουν το βάρος της κρίσης χρέους των ημερών μας. Όμως, επιμένω στη σημασία να βλέπουμε την κρίση ως πρόβλημα όλων - και των τραπεζών.
Ξέρετε, η αγωνία των τραπεζών είναι διπλή. Η πρώτη αφορά τη δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους από κράτη σαν το δικό μας. Η δεύτερη αφορά τα μυστικά εδάφια της Συμφωνίας που υπογράψαμε, όπου προβλέπεται ότι στην περίπτωση μη αποπληρωμής του χρέους από την Ελλάδα οι πρώτοι που θα πληρωθούν θα είναι η Τρόικα και οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα μείνουν τελευταίες. Εκτιμώ λοιπόν ότι θα προτιμούσαν να καθίσουν στο τραπέζι του διαλόγου της Μεγάλης Διαπραγμάτευσης που προτείνω, και να συζητήσουν μια εφικτή διανομή των οφελών και των βαρών της Κρίσης της εποχής μας.»
Τζούλη Ν.Καλημέρη
news.in.gr
4 σχόλια:
Της γνωστής οικογενείας το in.gr Της γνωστής οικογενείας και οι "καθηγητάδες" του.
Όχι μόνο δεν πείθουν κανένα, αλλά επιβεβαιώνουν, για μια ακόμη φορά, το πόσο ξεπουλημένοι είναι. Όσον αφορά την "επιστημονικότητα" των λόγων τους, αν τολμήσουν να το ψιθυρίσουν σε ένα ελεύθερο ακροατήριο πρωτοετών φοιτητών της ΑΣΟΕΕ θα τους πάρουν με τις πέτρες.
Αϊ σιχτίρ πια με τους νεοταξίτες.. Αϊ σιχτίρ...
Ο τρίτος καθηγητής, Γιάννης Βαρουφάκης δείχνει να ζει σε ένα... δικό του Παράλληλο Κόσμο, όπου ο ΓΑΠ δεν ειναι αυτός που είναι, αλλά αυτό που... προσπαθεί να μας πείσει ότι είναι.
Ααααχ, ΠΟΣΟ όμορφα τα λέει:
...Το να είσαι ο αδύναμος κρίκος δεν έχει μόνο μειονεκτήματα, σου προσφέρει και ένα είδος εξουσίας Όταν μιλάει ο κ. Παπανδρέου η προσοχή είναι στραμμένη πάνω του. Δε σημαίνει ότι οι εισηγήσεις του εισακούγονται αναγκαστικά. Ο λόγος του όμως έχει ένα ειδικό βάρος. Αν λοιπόν έχουμε πειθώ, επιχειρήματα και παράλληλα χρησιμοποιήσουμε τις αντιθέσεις μεταξύ των μερών της Τρόικας μπορούμε να δημιουργήσουμε συνθήκες μιας νέας διαπραγμάτευσης.
Ναι ο ΓΑΠ είναι μέγας Διαπραγματευτής με Λόγο που έχει "ειδικό βάρος". Ασε μας ρε Γιάννη.... χαχαχαχα
Δεν μας εξηγούν: οι φορολογούμενοι στην Ελλάδα είναι σωστό, ηθικό πέραν του νόμιμου, να συνεχίσουν να πληρώνουν για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους; Επίσης, οι δύο τελευταίοι καθηγητές που εντάσσονται στο χώρο της Αριστεράς, πρέπει να απαντήσουν: είναι εφικτό, με βάση το ύψος των δαπανών, να ασκηθεί αναδιανεμητική πολιτική όσο συνεχίζει να εξυπηρετείται το δημόσιο χρέος;
ΟΜΑΔΕΟΝ
Νομίζω ότι θέλει να πει ότι ο ΓΑΠ είναι αυτός που χρωστάει και οι δανειστές του ενδιαφέρονται για το πως πάνε τα οικονομικά του κλπ. Δεν εννοεί μάλλον ότι ακούνε το σοβαρό του λόγο. Επειδή ανεβάζω και γω τους καθηγητάδες θέλω να δείξω ότι όλες οι δήθεν επιστημονικές απόψεις είναι στον αέρα όλες καθορίζονται από την πολιτική στάση του καθένα. $Εκτός από αυτό που εφαρμόζεται και το ζούμε, όλες οι άλλες απόψεις είναι φλου, απροσδιόριστες, δεν αποδεικνύουν τίποτα. Η Αριστερά είναι τόσο γυμνή από οικονομικές θέσεις στη σύγχρονη εποχή. Εξάλλου γιαυτό ανοίγει το Κεφάλαιο και ψελλίζει κάτι συλλαβίζοντας.
Δημοσίευση σχολίου