Πηγή: Ελευθεροτυπία
του Κ. Βεργόπουλου
Τέλος Μεταπολίτευσης. Ομως, τι ήταν τελικά αυτή; Φάση κοινωνικών κατακτήσεων σε καθυστερημένη κοινωνία ή μήπως διά δόλου μεθόδευση κατάργησης, ακόμη και όσων από πριν υπήρχαν; Ο,τι δεν κατόρθωσαν κεντρο-αριστερο-δεξιές κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης συνοψίζεται σήμερα στο εσχατολογικό δίλημμα, που μόνο «σοσιαλιστική» κυβέρνηση μπόρεσε να διατυπώσει: «Μνημόνιο ή θάνατος», με έμπρακτη σαφή απάντηση «Θάνατος διά του Μνημονίου».
Το Μνημόνιο, ακόμη και αν δεν υπήρχε, έπρεπε να εφευρεθεί, εφόσον εγκαθιστά την ελληνική κοινωνία στην κόλαση, μεταθέτοντας τις ευθύνες στους «ξένους». Θα πρέπει κάποιος να έχει πολύ εξιδανικεύσει τον σοσιαλισμό για να αποδέχεται ότι ο δρόμος προς αυτόν διέρχεται από τη νεοφιλελεύθερη κόλαση. Αφθονούν σήμερα «ιδεαλιστές» κυλισμένοι στις λάσπες για τα ιδανικά τους. Οι νοσηρές αδυναμίες του απερχόμενου συστήματος κηρύσσονται σήμερα ανεπανόρθωτες και οι θεσμοί κατεδαφίζονται, με τη φαντασιοπληξία ότι νέοι υγιείς θα αναδειχθούν αντί των «παλαιών». Σε πόσο χρόνο, ποιες δυνάμεις, ποια δυναμική, όταν η ευρωπαϊκή και η παγκόσμια οικονομία παραμένουν στην κατιούσα; «Οσο πιο επώδυνα τα μέτρα τόσο ριζικότερη η εξυγίανση», διαβεβαιώνεται με «σοσιαλιστικό» μαζοχισμό. Αντιστροφή ειδώλων, φροϊδική «πατροκτονία». Μόνον που, εάν κάποιος γιος δικαιολογείται να επιδιώκει, έστω και σε αργοπορημένη εφηβεία, απαλλαγή από τη σκιά του πατέρα, γιατί άραγε οι συνέπειες να φορτώνονται σε ολόκληρη την κοινωνία -που δεν είναι ούτε μητέρα ούτε πατέρας ούτε καν συγγενής του-, ιδίως στις νέες γενιές, που, ανυποψίαστες των «αμαρτιών» του παρελθόντος, δικαιούνται να προσβλέπουν σε κάποιο μέλλον, από το οποίο σήμερα αποκόπτονται βίαια, εκδικητικά και άγονα; Το σύνδρομο εκδίκησης δεν δημιουργεί νέα πραγματικότητα, ούτε σοσιαλιστική ούτε καν καπιταλιστική, απλώς αντιστρέφει την προηγούμενη. Οι προνομιούχοι της προηγούμενης περιόδου επιτυγχάνουν πάντα να διατηρούν προνόμια και ασυλίες κατά την επόμενη.
Με περικοπές μισθών και συντάξεων, απορρυθμίσεις εργασιακών σχέσεων, προεξοφλείται εξυγίανση των Ταμείων. Ομως, η προγραμματισμένη επέκταση ανεργίας και μερικής απασχόλησης διογκώνει τις δαπάνες, ώστε τελικά, αντί εξυγίανσης, μόνον επιδείνωση της ελλειμματικότητας εξασφαλίζεται.Γίνεται λόγος για αντιτιθέμενες Σχολές στη διαχείριση της οικονομίας. Ομως, σε οποιαδήποτε Σχολή και εάν εντάσσεται κάποιος, στοιχεία αμείλικτα επιβεβαιώνουν στασιμότητα και συρρίκνωση της αγοραστικής αξίας των μισθών στην πρόσφατη 30ετία, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη. Τα μερίδια κερδών στο εθνικό εισόδημα διογκώθηκαν, εκείνα της εργασίας συρρικνώθηκαν, ιδίως στη χώρα μας και στη νότια Ευρώπη. Το κενό στο εισόδημα και στη ζήτηση καλύφθηκε με δανεισμό, είτε ιδιωτικό είτε δημόσιο. Η γενικευμένη υπερχρέωση, που αποκαλύφθηκε από το 2008, λειτουργούσε «διορθωτικά» στις ευρυνόμενες ανισότητες εισοδήματος και πλούτου. Η πραγματική διόρθωση θα απαιτούσε σοβαρή αναδιανεμητική πολιτική υπέρ των ασθενεστέρων. Αντ' αυτής, εφαρμόστηκε η ανταποδοτική πολιτική μοχλεύσεων και δανειακού χρήματος. Στις ΗΠΑ της περιόδου 1960-1980, οι κοινωνικές παροχές αύξαναν το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών κατά 50%. Στην επόμενη 30ετία, 1980-2009, οι παροχές αντικαταστάθηκαν με δάνεια, που αύξησαν το φαινομενικό οικογενειακό εισόδημα κατά 130%. Ομως, τα δάνεια εγγράφονται ως χρέος, που αφαιρείται και δεν προστίθεται στο πραγματικό οικογενειακό εισόδημα. Στη χώρα μας, το μερίδιο των μισθών κατήλθε κάτω του 50% του ΑΕΠ, ενώ η δανειακή εξάρτηση των νοικοκυριών υπερβαίνει το 50% του ΑΕΠ. Το δανειακό εισόδημα διπλασίασε έτσι τη φαινομενική αγοραστική δύναμη των μισθωτών. Με την αφαίρεση των δανείων, το πραγματικό εισόδημα, εάν δεν απέβη αρνητικό, όπως στην Αμερική, οπωσδήποτε συρρικνώθηκε, ακόμη και σε σχέση με το 1980.
Η τρέχουσα κρίση αποδίδεται σε αφερεγγυότητα των δανειοληπτών, η εποχή της δανειστικής οικονομίας αφορίζεται. Αυτό συνιστά καίριο πλήγμα στη λειτουργία του συστήματος της τελευταίας 30ετίας. Εάν προστεθούν το ελληνικό Μνημόνιο και η ευρωπαϊκή δημοσιονομική λιτότητα, που περικόπτουν περαιτέρω το εργασιακό κόστος και τα κοινωνικά προγράμματα, τότε επιστρέφουμε στην εποχή τού Αγά: «Πονεί δόντι; - Κόβει κεφάλι, δεν πονεί δόντι». Η Ελλάδα, με το χαμηλότερο εργασιακό κόστος ανά μονάδα προϊόντος και το χαμηλότερο μερίδιο εργασίας στο ΑΕΠ, ηγείται της περιστολής του εργασιακού κόστους στην Ευρώπη, με πρόσχημα την ανάκτηση ανταγωνιστικότητας. Ομως έτσι, το οξύ και επείγον πρόβλημα ανισοκατανομής εισοδήματος, βαθύτερη αιτία της σημερινής κρίσης, δεν θεραπεύεται, αλλά περιπλέκεται ακόμη περισσότερο. Αλλά και η ελληνική ανταγωνιστικότητα δεν είναι ευκαταφρόνητη: κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή , «στην πρόσφατη 10ετία, η ανταγωνιστική θέση της Ελλάδος εξελίχτηκε ευνοϊκότερα από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης των 27».
Στη διαμάχη του 1930 μεταξύ Κέινς και φιλελευθέρων, παρενέβη ο Ερβιν Φίσερ (1867-1947), ο «μεγαλύτερος Αμερικανός οικονομολόγος», κατά τον Μίλτον Φρίντμαν. Μολονότι της Σχολής τού Σικάγου, με εντιμότητα, ο Φίσερ διαπίστωσε το προφανές: όταν οι τιμές αποκλιμακώνονται, η ανταγωνιστικότητα βελτιώνεται, τα ισοζύγια ισοσκελίζονται, αλλά τα χρέη επιβαρύνονται, η αποπληρωμή αποβαίνει αδύνατη, καθ' όσον απαιτούνται απείρως περισσότερα πραγματικά αγαθά προς εξυπηρέτηση των δανείων. Ο πληθωρισμός απαξιώνει τα χρέη, ο αποπληθωρισμός επιβαρύνει την πραγματική αξία τους. Εάν τα αγαθά και η τιμή της εργασίας υποτιμηθούν, απαιτούνται περισσότερα αγαθά και εργασία προς αποπληρωμή του χρέους. Ο αποπληθωρισμός συνεπάγεται πρόσθετη απομύζηση του οφειλέτη από τον πιστωτή. Επιεικής λύση σε παρόμοια περίπτωση θα ήταν η συναινετική επαναδιαπραγμάτευση της αποπληρωμής των δανείων, ώστε το εθνικό εισόδημα να αυξάνει και οι οφειλέτες να μη συνθλίβονται με τον αποπληθωρισμό. Στη χώρα μας, η κυβέρνηση παραμένει εκτός πραγματικότητος: ο πληθωρισμός δεν αποκλιμακώνεται, εφόσον δεν οφείλεται στο εργασιακό κόστος, αλλά στη δυσκαμψία του νομίσματος. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι αποκλιμακώνεται, ενόσω η κυβέρνηση αποκλείει κάθε αναδιάρθρωση του χρέους, το ειδικό βάρος του στο εθνικό εισόδημα δεν θα ελαφρύνεται, αλλά θα επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο. Στην Ελλάδα, πρόβλημα δεν είναι τόσο ο νεοφιλελευθερισμός όσο η ακεραιοφροσύνη και αδιαλλαξία των νεόφυτων και των καθυστερημένα αυτομολούντων προς αυτόν.
1 σχόλιο:
58% of Real Income Growth Since 1976 Went to Top 1% (and Why That Matters)
Δημοσίευση σχολίου