Πηγή: ΕΠΟΧΗ
8-4-2010
Θόδωρος Παρασκευόπουλος
Τα ζητήματα που συζητιούνται σήμερα με τόση, δικαιολογημένη άλλωστε, ένταση είχαν συζητηθεί στον τόπο μας και προ εικοσαετίας, όταν εγκρίθηκε από το ελληνικό Κοινοβούλιο η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Επίσης συζητήθηκαν λίγο μετά, όταν έγινε το Σύμφωνο Σταθερότητας, του οποίου ο μηχανισμός εφαρμογής εντάχθηκε στις Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Επίσης συζητήθηκαν στη διαδικασία ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ, δηλαδή όταν η Ελλάδα εκχώρησε τη νομισματική της κυριαρχία στις ενωσιακές νομισματικές αρχές.
Από τη μεριά όσων ήμαστε αντίθετοι είχε προβληθεί η ένσταση ότι σε ένα σύστημα ενιαίου νομίσματος, και μάλιστα με ανεξέλεγκτη νομισματική αρχή (την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), οι πιο αδύναμες χώρες ήταν καταδικασμένες να καταστραφούν οικονομικά. Ο λόγος είναι ότι δεν έχουν πια το εργαλείο της υποτίμησης που κάνει, πρόσκαιρα βέβαια, τα προϊόντα τους πιο ανταγωνιστικά στη διεθνή αγορά, και ακριβαίνει τα εισαγόμενα προϊόντα στην εσωτερική αγορά. Οι ενωσιακές ενισχύσεις, που σκοπό είχαν, με τη χρηματοδότηση έργων υποδομής και εκσυγχρονισμού, να αντισταθμίσουν την απώλεια της νομισματικής κυριαρχίας και να κλείσουν το αναπτυξιακό χάσμα που χωρίζει τα κράτη της ευρωζώνης αποδείχτηκαν ανεπαρκείς. Και μάλιστα όχι μόνο ως προς το χάσμα μεταξύ των κρατών, αλλά και στο εσωτερικό τους: είκοσι χρόνια μετά την προσάρτησή τους (και την καταστροφή των παραγωγικών δομών τους) τα κρατίδια της Ανατολικής Γερμανίας παραμένουν υποανάπτυκτα παρά τις ενωσιακές ενισχύσεις, αλλά και παρά τις εθνικές ενισχύσεις από την ομοσπονδιακή γερμανική κυβέρνηση. Η μόνη χώρα που φάνηκε να «κερδίζει το στοίχημα», η Ιρλανδία, δεν μπόρεσε να αντέξει στην πρώτη μεγάλη διεθνή κρίση, σε αντίθεση με τα οικονομικά ισχυρά κράτη, όπως είναι η Γαλλία, η Γερμανία, η Αυστρία, η Ολλανδία.
Υπάρχουν εύκολες λύσεις;
Τώρα αποδεικνύεται ότι υπάρχει και κάτι ακόμα. Το δημόσιο χρέος, το οποίο με την κρίση εκτοξεύτηκε σε ποσοστά γύρω στο 100% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με το κλασικό εργαλείο του πληθωρισμού. Ο «θάνατος του εισοδηματία», το δράμα δηλαδή που κυριάρχησε στην παγκόσμια οικονομική σκηνή τον εικοστό αιώνα και εξαφάνισε ένα ολόκληρο τμήμα της αστικής τάξης, τους λεγόμενους «ραντιέρηδες», δεν παίζεται πια στην ευρωζώνη. Το σενάριο του δράματος ήταν λιτό: οι εισοδηματίες αγοράζουν ομόλογα κρατών, πληρώνονται όμως με πληθωριστικό χρήμα, κι επομένως χάνουν τα λεφτά τους. Ούτε να τα βγάλουν έξω τους συμφέρει, αφού αυτή τη διαδικασία τη συνοδεύει συνήθως η υποτίμηση ή διολίσθηση του εθνικού νομίσματος, επομένως θα χάσουν και με την ανταλλαγή.
Το σύνολο του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνεται κι αυτό, αφού με τον πληθωρισμό η ονομαστική αξία του ΑΕΠ μεγαλώνει, ενώ το ποσό του χρέους μένει σταθερό. Με αυτόν τον τρόπο μειώθηκε το μεγάλο δημόσιο χρέος των ΗΠΑ μεταπολεμικά, λέει ο Κρούγκμαν, και μάλλον το ίδιο εργαλείο θα χρησιμοποιήσει ο Ομπάμα στις ΗΠΑ, ίσως και η βρετανική κυβέρνηση. Αυτό προτείνει και πρόσφατη μελέτη του Ολιβιέ Μπλανσάρ, επικεφαλής οικονομολόγου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αυτό στις χώρες της ευρωζώνης δεν μπορεί να γίνει, γιατί το δημόσιο χρέος π.χ. της Ελλάδας δεν είναι εσωτερικό χρέος, είναι σε ευρώ, και τις γαλλικές, ελβετικές και γερμανικές τράπεζες που έχουν το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών ομολόγων δεν τις ενδιαφέρει πόσος είναι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα. Μπορεί βέβαια να γίνει στην ευρωζώνη συνολικά. Ο Τρισέ το απορρίπτει κατηγορηματικά.
Ε, ας φύγουμε λοιπόν από το ευρώ! Το αίτημα ακούγεται καλά, αφού μάλιστα μπορεί να διατυπωθεί και ως «ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας», να έχει δηλαδή κάτι από Παλαιών Πατρών Γερμανό και από ΕΑΜ. Όμως, είναι άλλο πράγμα να μην μπεις και άλλο να φύγεις, ύστερα από 10 χρόνια. Η επάνοδος στη δραχμή, έχει βέβαια νόημα μόνο εφόσον αμέσως η δραχμή υποτιμηθεί. Αυτή η υποτίμηση θα σημάνει την αύξηση του δημόσιου χρέους κατά το ίδιο ακριβώς ποσοστό. Επίσης θα σημάνει την αύξηση των ιδιωτικών χρεών κατά το ίδιο ποσοστό (λ.χ. των στεγαστικών δανείων που είναι σε ευρώ) και των χρεών των επιχειρήσεων σε ξένους προμηθευτές και δανειστές, όπως επίσης και το χρέος των ελληνικών τραπεζών που έχουν χρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή από τη διεθνή χρηματαγορά. Με άλλα λόγια, τα μέτρα που επιβάλλει σήμερα η ελληνική κυβέρνηση με την κάλυψη του Στρως-Καν, του Τρισέ και του Μπαρόζο είναι ακριβώς αυτά που θα επιβάλει και προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κρίση χρεών στην περίπτωση επανόδου στη δραχμή.
Όχι! Υπάρχει το κίνημα
Μα, θα μου πεις, υπάρχει και η λύση του συνθήματος που συγκλόνιζε κάποτε τη Λατινική Αμερική: «No pagar!» - Δεν πληρώνουμε! Φυσικά, μόνο που αυτή η λύση απαιτεί την ανάλογη ισχύ και την ανάλογη βούληση, τις ανάλογες διεθνείς συμμαχίες και τους ανάλογους διεθνείς συσχετισμούς.
Δεν μπορεί λοιπόν να γίνει τίποτα; Μπορεί, διότι όποτε σε κρίσιμες στιγμές υπήρχαν έστω και σε μία χώρα, π.χ. στην Ελλάδα, μεγάλες κινητοποιήσεις αντίστασης, όσα φαίνονταν μονόδρομος έχαναν τη σημασία τους, και δεκάδες άλλες λύσεις ξεφύτρωναν από παντού. Επίσης μπορεί να γίνει κάτι, εφόσον το ζήτημα που σήμερα φαίνεται ελληνικό αναγνωριστεί από τους πολλούς ανθρώπους ως ευρωπαϊκό. Εφόσον δηλαδή πρώτα στις άμεσα πληττόμενες χώρες, αλλά και στις άλλες κατανοηθεί τι σημαίνει ο λόγος του επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι θα χρειαστούν είκοσι χρόνια λιτότητας σε όλη την ευρωζώνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου