ΠΗΓΗ: Το Βήμα
του Αντ. Λιάκου
Δεν θα έπρεπε να είναι πηγή ανησυχίας το δημοσκοπικό εύρημα ότι οι πολίτες στην πλειονοψηφία τους αδιαφορούν ποιος θα τους κυβερνήσει. Αυτή η αδιαφορία θα μπορούσε να διαβαστεί ως ένδειξη εμπιστοσύνης: ανεξαρτήτως προσώπων, οι υπηρεσίες θα συνεχίσουν να λειτουργούν απρόσκοπτα, οι υποθέσεις και οι δουλειές τους θα πηγαίνουν καλά χωρίς την ανάγκη πολιτικών παρεμβάσεων. Οι πολιτικές αποφάσεις έχουν πλέον αντικατασταθεί από κανόνες και κριτήρια που εφαρμόζονται αυτόματα, τα μικρά ζητήματα διαχείρισης που μένουν είναι στα χέρια τεχνοκρατών που προσλαμβάνονται με πάγιες αξιοκρατικές διαδικασίες. Τι άλλο έχει να κάνει η πολιτική, και γιατί να μπουν σε κόπο να επιλέξουν ιδεολογία και πρόσωπα που θα τους κυβερνήσουν;
Αυτή δεν είναι μια αυθαίρετη ερμηνεία. Σύμφωνα με τη θεωρία για το Τέλος της Ιστορίας του Φράνσις Φουκουγιάμα, οι άνθρωποι ζώντας σε μια κοινωνία στην οποία θα ικανοποιούσαν τις ανάγκες τους, και κυρίως το αίσθημα της αναγνώρισης, θα εγκατέλειπαν σιγά σιγά τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και συζητήσεις και θα ζούσαν όπως στα ειδυλλιακά αμερικανικά μεσοαστικά προάστια. Θα πήγαιναν το πρωί στη δουλειά τους, το απόγευμα θα κούρευαν το γκαζόν, το Σαββατοκύριακο για ψώνια, φιλικές συναντήσεις και σπορ. Τέλος της Ιστορίας σημαίνει τέλος της πολιτικής, και αντίστροφα: Χωρίς αντιπαραθέσεις, δηλαδή χωρίς πολιτική, τελειώνει και η Ιστορία. Γίνεται κάτι απίστευτα βαρετό, κάτι χωρίς ειδήσεις, περίπου σαν την εφημεριδούλα που εκδίδει το Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Η άλλη, η διαφορετική ανάγνωση, εκδηλώνει ανησυχία. Πρόκειται για απόρριψη της πολιτικής σε συνθήκες που κάθε άλλο παρά θυμίζουν ειδυλλιακές κοινωνίες στο λυκόφως της Ιστορίας. Αλλά και πάλι, γιατί θα πρέπει να ανησυχούμε; Τόσο κόπο δεν κάναμε για να περάσουμε από την έννοια της πολιτικής στην έννοια της διαχείρισης; Τόση συζήτηση δεν έγινε ώστε ολόκληροι τομείς, όπως η εξωτερική πολιτική, η Αμυνα και οι εξοπλιστικές δαπάνες, η Παιδεία, η οικονομία εν τέλει, να γίνουν αντικείμενα διακομματικής συναίνεσης, να εξαιρεθούν επομένως από την πολιτική και τις αντιπαραθέσεις που εγγενώς τη χαρακτηρίζουν; Αν επιτευχθεί η συναίνεση που ευαγγελίζονται όλοι, τι νόημα έχει ποιος ή ποια θα είναι πρωθυπουργός; Στο κάτω-κάτω πόσες από τις υποθέσεις που μας αφορούν δεν είναι αποτέλεσμα κανονισμών και ρυθμίσεων που μας έρχονται από την Ευρωπαϊκή Ενωση; Σε πόσες από αυτές βαραίνουν οι συζητήσεις και οι αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου; Η πολιτική δεν είναι πλέον αυτό που ήταν.
Αφορά ένα περιθώριο πραγμάτων, το οποίο γίνεται σημαντικό όταν αναδεικνύεται ως έλλειψη ή μειονέκτημα: Αν λ.χ. έχεις έναν ανέντιμο, ή τεμπέλη, ή ιδεολογικά φανατισμένο πρωθυπουργό, ή αν δεν αποφεύγει την ακραία γελοιοποίηση όπως ο ιταλός πρωθυπουργός. Αλλά πού βρίσκονται οι μεγάλες και βασικές επιλογές; Η νέα δημόσια διαχείριση ασκείται εκτός πολιτικής στο τεχνολογικό σύμπαν της διακυβέρνησης, στον αστερισμό των συμπράξεων ιδιωτικού- δημοσίου, στους αυτοματισμούς που περιγράφουν τα εγχειρίδια νεοκλασικής οικονομίας. Αν λοιπόν οι πολιτικοί παραμερίζουν την πολιτική για χάρη της διακυβέρνησης, τότε γιατί να παραπονιούνται για την αποχή από την πολιτική, για το αν οι πολίτες εκδηλώνουν την ουδετερότητά τους απέναντι στα κόμματα εξουσίας;
Παρ΄ όλα αυτά η πολιτική δεν εξέλιπε. Υπάρχει ένα αίσθημα πνιγμού στην κοινωνία γιατί βρίσκεται κάτω από ένα πυκνό δίχτυ που πληροφορεί και διαμορφώνει την κοινή γνώμη και δεν επιτρέπει παρά επιλεκτικά και μεμονωμένα να ακουστούν κάποιες φωνές εδώ και ΄κεί. Εκτεταμένα στρώματα πληθυσμού όμως δεν μπορούν να εκφραστούν, γιατί δεν υπάρχει καμιά ελπίδα να ακουστεί η φωνή τους. Τα κόμματα αποτελούν ένα είδος επιχειρήσεων όπου οι εσωτερικοί κανόνες του παιχνιδιού είναι ισχυρότεροι από τις σχέσεις τους με την κοινωνία, και αποτελούν τη μοναδική αναφορικότητα της γλώσσας που χρησιμοποιούν. Ωστόσο μικρές ομάδες πολιτών κινητοποιούνται εδώ και εκεί, δημιουργούν ομάδες αλληλεγγύης και συμπαράστασης, καμιά φορά μάλιστα καταφέρνουν οριακά καλά αποτελέσματα, όπως στις δημοτικές εκλογές σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, άλλες φορές όμως υποκύπτουν κάτω από το βάρος μιας αρνητικής εικόνας που δημιουργούν τα πλέγματα εξουσίας και ενημέρωσης, χρησιμοποιώντας ενδεχομένως και δικές τους αδεξιότητες. Ολα αυτά χαρακτηρίζονται από πολυμορφία, αλλά απουσιάζει ένα πολιτικό κίνημα με ιδέες, προγράμματα και μαζικότητα που θα ήταν σε θέση να ασκήσει όχι πολιτικές αλλά πολιτική, που να θέτει κεντρικά διακυβεύματα και να αφορά τη διακυβέρνηση. Ενώ η πολιτική των κομμάτων εξουσίας έχει γίνει σκληρό παιχνίδι εξουσίας απαλλαγμένο από τα ιδεολογικά του χαρακτηριστικά, οι εκδηλώσεις αναζήτησης εναλλακτικής πολιτικής εξαερώνονται σε ένα είδος ψυχοθεραπείας. Καθησυχάζουμε τη συνείδησή μας, μας ενδιαφέρει η επιτυχία τους, αλλά σπανίως η αποτελεσματικότητά τους.
Αυτό το σύστημα όμως, που βγάζει στην αδιαφορία, χρειάζεται μια εξωτερική νομιμοποίηση. Οι πολίτες πρέπει να παίζουν τον ρόλο τους επιλέγοντας πρόσωπα και κόμματα που θα τους κυβερνήσουν. Για αυτόν τον λόγο υπάρχει και μια σκηνή αντιπαράθεσης, όπως οι «εξεταστικές», και φυσικά οι τόνοι θα ανεβούν πριν από τις εκλογές, ώστε ένας νέος γύρος σκληρών αντιπαραθέσεων να παιχτεί στις οθόνες. Τότε τα ποσοστά αδιαφορίας θα μειωθούν. Εκτός και αν καμιά τίγρη πηδήξει έξω από το κλουβί της. Αλλά και πού να πάει;
Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=381421&ct=114&dt=30/01/2011#ixzz1CWUU7jcB
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου