Του Δημήτρη Καζάκη
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Κυριακή, 21 Νοεμβρίου 2010, εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας
Η δίωξη μαθητών με τις διατάξεις του «αντιτρομοκρατικού νόμου» δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο γεγονός ήσσονος σημασίας. Συνιστά ένα ακόμη σύμπτωμα της συστηματικής κατάλυσης όχι μόνο βασικών δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, αλλά της ίδιας της δημοκρατίας. Στο πρόσωπο των νεαρών μαθητών επιχειρείται να καταδικαστεί κάθε έννοια κοινωνικής και πολιτικής διαμαρτυρίας, κάθε έννοια οργανωμένης κοινωνικής αντίδρασης. Με τις διατάξεις του «αντιτρομοκρατικού νόμου» επιχειρούν να τρομοκρατήσουν μια ολόκληρη γενιά, τη νέα γενιά, και να στιγματίσουν με τη διαδικασία του «δεδικασμένου» τις διαδηλώσεις, τις συγκεντρώσεις και τις άλλες μορφές μαζικής αντίστασης ως «τρομοκρατία χαμηλής έντασης». Σύμφωνα πάντα με τις γνωστές «υποδείξεις» από κέντρα έξωθεν και άνωθεν.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια συστηματική προσπάθεια να αλλάξει η λειτουργία του ποινικού δικαίου υπό το καθεστώς του υποτιθέμενου αντιτρομοκρατικού αγώνα. Δεν διώκονται πλέον άτομα για συγκεκριμένες πράξεις που αποδεικνύονται με απτές αποδείξεις και αυθεντικές μαρτυρίες, αλλά ποινικοποιούνται συλλογικότητες, οργανώσεις, ιδεολογίες και πεποιθήσεις, ανάλογα με το πώς ερμηνεύονται από την αστυνομική και δικαστική αρχή. Και μόνο η συμμετοχή σε μια ομάδα, ή οργάνωση – υπαρκτή ή ανύπαρκτη – που μπορεί αυθαίρετα να ερμηνευτεί ως «τρομοκρατική» είναι αρκετό για να διωχθεί ποινικά κάποιος, να του χρεωθούν πράξεις, ή προθέσεις χωρίς να υπάρχει η παραμικρή απόδειξη.
Με τον ίδιο τρόπο που πριν δεκαετίες καταδικάζονταν σωρηδόν δημοκράτες και αριστεροί από έκτακτα δικαστήρια ως φορείς συγκεκριμένου ιδεολογικού «μιάσματος», έτσι και σήμερα με την ίδια μεθοδολογία μπορεί να καταδικαστεί ο οποιοσδήποτε ως «τρομοκράτης». Η μόνη διαφορά είναι ότι σήμερα αυτού του είδους οι διώξεις δεν είναι προϊόν έκτακτης νομοθεσίας, αλλά γίνεται προσπάθεια να μεταλλαχθεί το σύνολο του δικαίου και των έννομων δικαιωμάτων της κοινωνίας στη λογική του «αγώνα κατά της τρομοκρατίας». Κι αυτό είναι κάτι πολύ χειρότερο γιατί θέτει υπό αίρεση κάθε ατομικό και συλλογικό δικαίωμα.
Η εξουσία σήμερα επιχειρεί με εργαλείο το ποινικό δίκαιο και την αυθαίρετη καταστολή να επιβάλει την αναδιοργάνωση των σχέσεων της κοινωνίας με το κράτος. Δεν έχει πια καμιά σημασία τι προξενεί τις ταραχές, την κοινωνική αναστάτωση, τις διαμαρτυρίες, τις συγκρούσεις. Αυτό που έχει σημασία είναι η απειλή που συνιστούν εναντίον του κράτους και της εξουσίας. Κι επομένως δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος να αντιμετωπιστούν οι αντιδράσεις παρά μόνο μέσα από την ποινικοποίηση και την αδιάκριτη συλλογική καταστολή τους.
Σε μια εποχή όπου το κράτος απεκδύεται κάθε έννοια υποχρέωσης απέναντι στην κοινωνία, απαλλάσσεται από κάθε δημόσιο αγαθό και υπηρεσία που οφείλει να κατοχυρώνει για τους πολίτες του και καταστρατηγεί κάθε έννοια κοινωνικού και εργασιακού δικαιώματος που τυπικά οφείλει να προστατεύει, δεν υπάρχουν περιθώρια ακόμη και για την παλιά έννοια του κράτους δικαίου. Στη θέση του αναδεικνύεται ένα νέο αυταρχικό και αδίστακτο κράτος, το κράτος της διαρκούς έκτακτης ανάγκης. Ένα κράτος στην υπηρεσία των πιο άνομων και ασύδοτων συμφερόντων που έχει αναδείξει ποτέ ο παγκόσμιος καπιταλισμός. Ένα κράτος που ξέρει μόνο πώς να πτωχεύει την κοινωνία, να διαλύει την εργατική τάξη και να οδηγεί στην απελπισία τα πιο καταπονημένα και αδικημένα στρώματα του λαού.
Σ’ ένα τέτοιο κράτος δεν μπορεί να επιβιώσει ούτε η παλιά φιλελεύθερη αστική δημοκρατία. Μόνο ένα νέο είδος απολυταρχίας, η απολυταρχία των αγορών, των μεγάλων διεθνών κερδοσκόπων, χρηματιστών, τραπεζιτών και επενδυτών που μαζί με το πολιτικό τους προσωπικό έχουν βαλθεί να μεταβάλουν τα λαϊκά και εργατικά στρώματα σε υπηκόους και υπεξουσίους ενός συστήματος που έχει ήδη ολοφάνερα χρεοκοπήσει.
Η λογική του κατηγορητηρίου εναντίον των νέων παιδιών προσβάλει κάθε έννοια δικαίου και νομιμότητας, διότι παραβιάζει θεμελιώδεις αρχές της συνταγματικής τάξης. Κι αυτό γιατί τα μόνα μέσα, ανεπαρκή κι αυτά, που έχει ο λαός και τα παιδιά του για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στους εκάστοτε κυβερνώντες είναι τα συλλαλητήρια και οι απεργίες. Συνιστούν το τελευταίο καταφύγιο άσκησης αυτής της ελάχιστης και τυπικής λαϊκής κυριαρχίας, που το Σύνταγμα αναγνωρίζει ως θεμέλιο λίθο της έννομης τάξης της χώρας. Με πιο ηθικό και νομικό ανάστημα αστυνομικές και δικαστικές αρχές ποινικοποιούν, θέτουν αυθαίρετα όρια και προϋποθέσεις σ’ ένα από τα πλέον θεμελιώδη δικαιώματα που διαχωρίζει τη δημοκρατία, ακόμη και στην τυπική της μορφή, από ένα καθεστώς ολοκληρωτισμού και αυθαιρεσίας της εξουσίας; Ή μήπως αυτός είναι ο στόχος; Η κατοχύρωση δηλαδή της αυθαιρεσίας και του ολοκληρωτισμού της εξουσίας μπροστά στον φόβο μαζικών λαϊκών αντιδράσεων. Να θυμίσουμε όμως ότι η δημοκρατία έχει θεμελιωθεί στη βασική αρχή ότι «όταν η κυβέρνησις παραβιάζει τα δικαιώματα του λαού, η κατ’ αυτής εξέγερσις απότελεί διά τον λαόν και δι’ έκαστον τμήμα του λαού το ιερώτερον των δικαιωμάτων και το πλέον απαραίτητον των καθηκόντων του», όπως έλεγαν και οι παλιοί νομοδιδάσκαλοι.
Οι δικαστές οφείλουν να αποκαταστήσουν την τιμή και την υπόληψη της δικαιοσύνης, αν θεωρούν ότι κάτι τέτοιο έχει ακόμη νόημα. Οφείλουν να απαλλάξουν τα παιδιά από κάθε κατηγορία, να δείξουν με το παράδειγμά τους και με τις αποφάσεις τους ότι στη δικαιοσύνη υπάρχει ακόμη δημοκρατική ευαισθησία και αίσθημα ευθύνης. Σε κάθε περίπτωση όμως η υπόθεση της δημοκρατίας, η προάσπιση των πιο θεμελιωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών υπήρξε πάντα υπόθεση του ίδιου του λαού, όλου του λαού, που οφείλει με την ενότητα και τον αγώνα του να βρει τον τρόπο για να μην επιτρέψει κανενός είδους εκτροπή.
Γραπτή παρέμβαση στην εκδήλωση-συζήτηση που διοργάνωσε η Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης για τους συλληφθέντες της Λάρισας την Παρασκευή 19 Νοεμβρίου με θέμα: Δίκες της νεολαίας με τον τρομονόμο: Παραλογισμός ή συνειδητή επιλογή; Η κοινωνία πρέπει να υπερασπίσει το μέλλον της
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου