ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ – ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ
Την Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου στις 7.00 το απόγευμα, ο Κώστας Λαπαβίτσας (καθηγητής Οικονομικών στο Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου), θα παρουσιάσει στην αίθουσα του Οικονομικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών (Ευριπίδου 14) το νέο κείμενο εργασίας του RMF, με τίτλο:
Η ΕΥΡΩΖΩΝΗ ΜΕΤΑΞΥ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΘΕΤΗΣΗΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ
Συμμετέχουν: Γιώργος Μανιάτης, Γιάννης Τόλιος, Λεωνίδας Βατικιώτης
Διοργανωτές: Research on Money and Finance, Βήμα διαλόγου για την κοινή δράση της Αριστεράς, Πρωτοβουλία Καλλιτεχνών και Διανοουμένων ενάντια στο ΔΝΤ
Η εκδήλωση – συνέντευξη Τύπου θα μεταδοθεί ζωντανά από τις ακόλουθες ιστοσελίδες και μπλογκ:
Το κείμενο εργασίας του Research on Money and Finance είναι αναρτημένο στην διεύθυνση: http://www. researchonmoneyandfinance.org/
Περίληψη
Οι αιτίες του χρέους των χωρών της περιφέρειας:
Συμμετοχή στην ΟΝΕ και ελλείμματα του ιδιωτικού τομέα
- Η αναταραχή στην Ευρωζώνη οφείλεται στην παγκόσμια κρίση χρηματιστικοποίησης η οποία ξέσπασε το 2007. Αλλά οφείλεται επίσης και στον στρεβλό χαρακτήρα της ευρωπαϊκής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ). Η συστηματική πίεση επί της εργασίας έχει εντείνει τις διαφορές στην ανταγωνιστικότητα μεταξύ των μελών της Ευρωζώνης, διαχωρίζοντας την Ευρωζώνη σε κέντρο και περιφέρεια.
- Η περιφέρεια (Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα) δε μπόρεσε να ανταγωνιστεί το κέντρο, ενώ τελεί υπό τους περιορισμούς ενιαίας νομισματικής πολιτικής και αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας. Κατέγραψε έτσι ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, τα οποία αντικαθρεφτίζουν πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών — κυρίως στη Γερμανία.
- Τα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι αναγκαίο να χρηματοδοτηθούν με ροές κεφαλαίου από το εξωτερικό. Αυτές οι ροές μπορεί είτε να δημιουργούν χρέη, π.χ. τραπεζικά δάνεια ή ροές χαρτοφυλακίου, είτε να μην δημιουργούν χρέη, π.χ. άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ). Επιπλέον, τα δημοσιονομικά ελλείμματα απαραιτήτως αντιστοιχούν σε χρηματοοικονομικά ελλείμματα του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
- Στην περιφέρεια, το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης δεν επέτρεψε στο δημόσιο τομέα να καταγράψει συστηματικά χρηματοοικονομικά ελλείμματα. Κατά συνέπεια, τα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αντιστοιχούν κυρίως σε χρηματοοικονομικά ελλείμματα του ιδιωτικού τομέα. Επιπέον, τα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών χρηματοδοτήθηκαν κατά κόρον με τραπεζικά δάνεια από το κέντρο.
- Εν ολίγοις, το χρέος οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στη συμπεριφορά του ιδιωτικού τομέα εντός της ΟΝΕ. Ανίκανοι να ανταγωνιστούν το κέντρο, οι ιδιωτικοί τομείς της περιφέρειας δημιούργησαν μεγάλα χρηματοοικονομικά ελλείμματα. Η κατανάλωση αυξήθηκε και στις τρεις χώρες, ενώ προέκυψε φούσκα ακινήτων στην Ισπανία. Οι ροές κεφαλαίου από το εξωτερικό —συνήθως δάνεια από τράπεζες του κέντρου — αποτέλεσαν την πηγή χρηματοδότησης. Επιπλέον, το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα βρήκε την ευκαιρία να επεκταθεί, διογκώνοντας έτσι την εγχώρια χρηματιστικοποίηση και το εγχώριο χρέος. Αποτέλεσμα ήταν να συσσωρευτούν τεράστια χρέη, εν μέρει προς το εξωτερικό (και οφειλόμενα στον πυρήνα) και εν μέρει εγχώρια (που αντικαθρεφτίζουν την εγχώρια χρηματιστικοποίηση).
Καταμετρώντας το συντριπτικό βάρος του περιφερειακού χρέους
- Το συνολικό χρέος (δημόσιο και ιδιωτικό) της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας βρίσκεται, αντιστοίχως, στα 5315, 783 και 703 δις ευρώ ή στο 506%, 479% και 296% του ΑΕΠ. Το συνολικό χρέος αυξήθηκε περίπου δύο με τρεις φορές στο πλαίσιο της ΟΝΕ.
- Ο λόγος του ιδιωτικού προς το δημόσιο χρέος στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα είναι, αντιστοίχως, 87:13, 85:15 και 58:42. Ο μεγάλος όγκος του χρέους που δημιουργήθηκε πρόσφατα και κατά την περίοδο λειτουργίας της ΟΝΕ ήταν ιδιωτικός, ενώ το δημόσιο χρέος μειώθηκε κατ’ αναλογία. Αλλά η ύφεση κατά την περίοδο 2008-9 αύξησε το δημόσιο χρέος και το μετέτρεψε σε κύριο μοχλό της κρίσης της Ευρωζώνης. Το ελληνικό κράτος είναι πολύ πιο χρεωμένο από τα άλλα δύο για ιστορικούς και κοινωνικούς λόγους.
- Ο λόγος του εξωτερικού προς το εγχώριο χρέος στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα είναι, αντιστοίχως, 33:67, 49:51, 51:49. Η αναλογία του εξωτερικού χρέους έχει αυξηθεί σημαντικά κατά την περίοδο της ΟΝΕ. Το ελληνικό δημόσιο χρέος έχει γίνει κατά μεγάλο μέρος εξωτερικό επειδή οι ευρωπαϊκές χρηματοοικονομικές αγορές υπερεκτίμησαν συστηματικά τη φερεγγυότητα των περιφερειακών κρατών.
Αδύναμες τράπεζες
- Το περιφερειακό χρέος αντιπροσωπεύει σημαντική απειλή για τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες του κέντρου —κυρίως γερμανικές και γαλλικές— εκτέθηκαν πολύ στο περιφερειακό χρέος λόγω των υψηλών αποδόσεών του. Επιπροσθέτως, όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες αντιμετωπίζουν ουσιαστικά προβλήματα χρηματοδότησης επειδή χρηματοδοτούν μεγάλα ενεργητικά σε δολάρια με παθητικά σε ευρώ.
- Τα πακέτα παρεμβάσεων του Μαίου 2010 δόθηκαν φαινομενικά σε περιφερειακά κράτη, αλλά στην πράξη στόχευαν στις τράπεζες. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) παρέσχε ρευστότητα στις τράπεζες· άρχισε επίσης να αγοράζει το δημόσιο χρέος της περιφέρειας με στόχο να ανακουφίσει τις τράπεζες. Η κρατική παρέμβαση κατεύνασε προσωρινά τις αγορές, αλλά δεν έλυσε τελεσίδικα το πρόβλημα της κρίσης. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες συνεχίζουν να διακρατούν σημαντικά ποσά περιφερειακού χρέους, ενώ αντιμετωπίζουν επίσης προβλήματα χρηματοδότησης.
Η μάστιγα της λιτότητας
- Η διάσωση των τραπεζών είχε ως τίμημα τη λιτότητα, με αρνητικές συνέπειες για τις ευρωπαϊκές οικονομίες και κοινωνίες. Η λιτότητα θα συμπιέσει τις δημόσιες δαπάνες και θα αποδυναμώσει την ιδιωτική κατανάλωση, δηλαδή τα στοιχεία συνολικής ζήτησης που είχαν παρουσιάσει κάποια ζωτικότητα κατά την ύφεση του 2008-9. Με δεδομένη την κατάρρευση των επενδύσεων και την οπισθοχώρηση των πιστώσεων, η λιτότητα επιφέρει τον κίνδυνο ύφεσης.
- Δεν είναι πειστικό ότι μπορούν οι εξαγωγές να στηρίξουν την ανάπτυξη σε όλη την Ευρωζώνη, αν λάβουμε υπόψη μας πόσο αδύναμη είναι η ζήτηση παγκοσμίως. Επιπλέον, η λιτότητα μάλλον θα πιέσει τις αμοιβές προς τα κάτω σε όλη την Ευρωζώνη, κάνοντας έτσι εντονότερο το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του κέντρου — πρωτίστως της Γερμανίας. Η αντίθεση ανάμεσα στα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας και στα ελλείμματα της περιφέρειας πιθανότατα θα οξυνθεί.
- Η λιτότητα θα επιδεινώσει την κατανομή εισοδήματος σε όλη την Ευρωζώνη, ιδιαίτερα στην περιφέρεια. Και μια που συνοδεύεται από περαιτέρω φιλελευθεροποίηση, η λιτότητα θα αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων εις βάρος της εργασίας και προς όφελος του κεφαλαίου.
Η προοπτική της αθέτησης πληρωμών
- Το βάρος του χρέους και οι αρνητικές πλευρές της λιτότητας δημιουργούν την προοπτική αθέτησης πληρωμών του δημόσιου χρέους των περιφερειακών χωρών. Αλλά η αθέτηση πληρωμών θα μπορούσε στην πράξη να προέρχεται από πρωτοβουλία είτε του πιστωτή είτε του οφειλέτη. Αν προέρχεται από τον πιστωτή, είναι μάλλον απίθανο να οδηγήσει σε σημαντικές μειώσεις του χρέους· μπορεί επίσης να αποφέρει κέρδη στις τράπεζες που θα διαχειριστούν τη διαδικασία.
- Η αθέτηση πληρωμών που προέρχεται από πρωτοβουλία του οφειλέτη θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά το περιφερειακό χρέος. Στις προϋποθέσεις συμπεριλαμβάνεται η μονομερής παύση πληρωμών και η πλήρης διαφάνεια επί του δημόσιου χρέους, με άμεση συμμετοχή εργατικών οργανώσεων και κοινωνίας των πολιτών. Θα ακολουθήσει επαναδιαπραγμάτευση τους χρέους με τους ξένους δανειστές, αλλά και με τους εντόπιους κατόχους, ιδίως τις τράπεζες. Υπάρχει κίνδυνος να αποκοπεί η χώρα από τις κεφαλαιαγορές για κάποια περίοδο. Εντούτοις, η εμπειρία της Αργεντινής και της Ρωσίας δείχνει ότι η αθέτηση πληρωμών του χρέους από τον οφειλέτη μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα, αν είναι γρήγορη και αποφασιστική.
- Η αθέτηση πληρωμών του χρέους από τον οφειλέτη δημιουργεί την προοπτική της εξόδου από την Ευρωζώνη. Η έξοδος θα βελτίωνε την ανταγωνιστικότητα μέσω της υποτίμησης του νομίσματος, καθώς και της άρσης των περιορισμών που οφείλονται στη νομισματική και τη δημοσιονομική πολιτική. Ωστόσο, θα απειλούσε το τραπεζικό σύστημα και θα διατάρασσε τη νομισματική κυκλοφορία. Αυτοί οι κίνδυνοι θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με σειρά μέτρων τα οποία θα μεταβάλλουν την ισορροπία των κοινωνικών δυνάμεων προς όφελος της εργασίας.
- Πιο συγκεκριμένα, η έξοδος από την Ευρωζώνη θα απαιτούσε —τουλάχιστον— δημόσια ιδιοκτησία και έλεγχο επί των τραπεζών και άλλων τομέων της οικονομίας, εκτεταμένους ελέγχους επί των ροών κεφαλαίου, μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος ώστε να περιλαμβάνει τους πλούσιους και το κεφάλαιο, θέσπιση βιομηχανικής πολιτικής και συστηματική αναδιάρθρωση του κράτους. Εν ολίγοις, η έξοδος θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία για συνολική αντιστροφή της νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής. Για το λόγο αυτόν η έξοδος απαιτεί ριζοσπαστικές πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες.
- ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η κρίση που έχει πλήξει την ευρωζώνη έχει δύο βασικές αιτίες1. Πρώτον, οφείλεται στην μεγάλη αναταραχή που ξέσπασε στις χρηματοπιστωτικές αγορές των ΗΠΑ το 2007 και γρήγορα εξελίχθηκε σε παγκόσμια ύφεση. Είναι επομένως μια περαιτέρω φάση της μεγάλης κρίσης που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας το 2000, από εκείνα τα σπάνια γεγονότα που καθορίζουν την ιστορική εξέλιξη του καπιταλισμού. Αυτή η συστημική αναστάτωση έχει χαρακτηριστεί ως κρίση χρηματιστικοποίησης, εκφράζοντας την ανέλιξη του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών και τον επακόλουθο μετασχηματισμό των ώριμων καπιταλιστικών οικονομιών2.
Δεύτερον, η κρίση οφείλεται στον παροξυσμό των δομικών στρεβλώσεων της ευρωζώνης. Στην ευρωζώνη έχει αναδυθεί ένας βαθύς εσωτερικός διχασμός μεταξύ του κέντρου και της περιφέρειας, με πλέον χαρακτηριστική την αντίθεση ανάμεσα, από τη μια μεριά, τη Γερμανία και, από την άλλη, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα3. Αυτός ο διχασμός αντιστοιχεί σε σταδιακή απώλεια ανταγωνιστικότητας της περιφέρειας σε σύγκριση με το κέντρο. Η ανταγωνιστικότητα του κέντρου έχει επωφεληθεί από την ασυνήθιστη πίεση επί των εργατικών μισθών, που στη Γερμανία έχει σημάνει στην πράξη στάσιμους πραγματικούς μισθούς για πάνω από μια δεκαετία. Η απώλεια ανταγωνιστικότητας έχει επιφέρει μόνιμα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της περιφέρειας, που αντανακλώνται σε εξίσου μόνιμα πλεονάσματα για τη Γερμανία. Το ξέσπασμα της γενικευμένης αστάθειας στο τέλος του 2009 εκφράζει αυτές τις βαθιές ανισομέρειες εντός της ευρωζώνης.
Παρόλα αυτά, η κρίση της ευρωζώνης είναι, κατά πρώτο λόγο, κρίση χρέους, ιδιαίτερα του ελληνικού δημόσιου χρέους. Από το τέλος του 2009, οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν αναστατωθεί από πιέσεις που προέρχονται από συσσώρευση χρέους χωρίς προηγούμενο στις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης. Στο Κεφάλαιο 2 περιγράφεται πώς το περιφερειακό χρέος προκλήθηκε κατά κύριο λόγο από τις ανισοβαρείς οικονομικές σχέσεις μεταξύ του κέντρου της ευρωζώνης και της περιφέρειας. Οι περιφερειακές χώρες έχουν βυθιστεί στο χρέος – δημόσιο και ιδιωτικό, εγχώριο και εξωτερικό – καθώς η ανταγωνιστικότητά τους έχει μειωθεί σε σχέση με το κέντρο. Επίσης, το χρέος συσσωρεύτηκε καθώς η χρηματιστικοποίηση προχώρησε ταχύτατα στις περιφερειακές χώρες, διαδικασία που εκφράστηκε με τη μεγέθυνση του χρηματοπιστωτικού τομέα και την επέκταση της υπερχρέωσης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Το δημόσιο χρέος, σε τελική ανάλυση, άρχισε να συσσωρεύεται γρήγορα μόνο όταν η ύφεση του 2008-2009 έκανε την πλήρη της εμφάνιση.
Ανεξαρτήτως της προέλευσής του, το χρέος έχει τη δική του λογική, η οποία καθόρισε το ξεδίπλωμα της κρίσης. Στο Κεφάλαιο 3 καταδεικνύεται το πώς η συσσώρευση του περιφερειακού χρέους έχει απειλήσει τη ρευστότητα και το αξιόχρεο των ευρωπαϊκών τραπεζών. Η απειλή στις τράπεζες προήλθε από δύο λόγους που σχετίζονται μεταξύ τους: Πρώτον, επειδή οι τράπεζες του κέντρου έχουν εκτεθεί σημαντικά στην περιφέρεια και, δεύτερον, επειδή οι τράπεζες έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με επίμονα χρηματοδοτικά προβλήματα. Ο κίνδυνος, κατά συνέπεια, είναι η κρίση χρέους να μετατραπεί σε νέα τραπεζική κρίση. Αυτός είναι ο υποκείμενος λόγος για τον οποίο οι αρχές της ευρωζώνης ανακοίνωσαν ένα ασυνήθιστο πακέτο παρέμβασης τον Μάιο του 2010, αποσκοπώντας στο να καθησυχάσουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Εν τούτοις, οι τράπεζες έχουν παραμείνει ασθενείς και τα προβλήματά τους δεν έχουν ξεπερασθεί, ανεξαρτήτως των αποτελεσμάτων των ελέγχων αντοχής (stress test) του Ιουλίου 2010.
Η άλλη όψη της διάσωσης των τραπεζών από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης είναι η επιβολή λιτότητας σε όλη την έκταση της περιφέρειας, αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος του κέντρου. Αυτή η αλλαγή πολιτικής έχει μεγάλο κοινωνικό κόστος και θα μπορούσε να αποδειχθεί εξαιρετικά επιβλαβής για τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Στο Κεφάλαιο 4 καταδεικνύεται ότι η λιτότητα συμπιέζει το μοναδικό στοιχείο της ενεργού ζήτησης που έχει δείξει κάποιο δυναμισμό τα τελευταία δύο χρόνια, συγκεκριμένα τις δημόσιες δαπάνες. Η λιτότητα είναι επίσης πιθανό να αποδυναμώσει την κατανάλωση, πλήττοντας έτσι περαιτέρω την ενεργό ζήτηση. Η πιθανότητα σοβαρής ύφεσης στην ευρωζώνη στο εγγύς μέλλον δεν μπορεί να παραβλεφθεί. Ακόμη χειρότερα, καθώς η λιτότητα έχει επεκταθεί πέραν της περιφέρειας, θα μπορούσε να οδηγήσει σε καθοδική πίεση επί των μισθών στις χώρες του κέντρου. Κατά συνέπεια, το ανταγωνιστικό μειονέκτημα της περιφέρειας, που βρίσκεται στην καρδιά της κρίσης της ευρωζώνης, είναι μάλλον απίθανο να εξαλειφθεί στο ορατό μέλλον. Πρόκειται για συνταγή περαιτέρω οικονομικής αστάθειας και αποσάθρωσης, ειδικότερα για τις περιφερειακές χώρες. Εν τέλει, η λιτότητα είναι επίσης πιθανό να μεταβάλει μόνιμα την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας προς όφελος του πρώτου. Η ευρωζώνη θα καταστεί ακόμη πιο εχθρική προς τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας τα επόμενα χρόνια.
Αν η λιτότητα είναι μια τόσο αξιοθρήνητη επιλογή, ποιες εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν; Η κρίση είναι τόσο βαθιά ώστε οι εναλλακτικές λύσεις θα είναι ριζοσπαστικές τόσο οικονομικά, όσο και κοινωνικά. Το μέγεθος του χρέους των περιφερειακών χωρών αυξάνει την πιθανότητα αθέτησης πληρωμών. Υποστηρίζεται στο Κεφάλαιο 5 ότι η αθέτηση πληρωμών πρέπει να καθοριστεί από τον οφειλέτη κι όχι από τον πιστωτή, για να είναι αποτελεσματική. Αθέτηση πληρωμών που καθορίζεται από τον πιστωτή είναι απίθανο να οδηγήσει σε σοβαρή μείωση του χρέους και επίσης θα σήμαινε νέα κέρδη για τις τράπεζες. Αντίθετα, αθέτηση πληρωμών που καθορίζεται από τον οφειλέτη θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά το εξουθενωτικό βάρος του χρέους στην περιφέρεια. Όμως, η καθοριζόμενη από τον οφειλέτη αθέτηση πληρωμών απαιτεί πλήρη διαφάνεια όπως επίσης και συμμετοχή των εργατικών οργανώσεων και της κοινωνίας των πολιτών στην επαναδιαπραγμάτευση του χρέους. Η καθοριζόμενη από τον οφειλέτη αθέτηση πληρωμών, σε τελική ανάλυση, θέτει το θέμα της εξόδου από την ευρωζώνη προκειμένου να αναζωογονηθεί η οικονομική δραστηριότητα στην περιφέρεια.
Η αθέτηση πληρωμών , η επαναδιαπραγμάτευση του χρέους και η έξοδος από την ευρωζώνη συνιστούν προτιμότερη λύση για χώρες που αντιμετωπίζουν ανυπέρβλητα προβλήματα δημόσιου χρέους. Αλλά οι κίνδυνοι είναι πολλοί, περιλαμβανομένης της βιωσιμότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, και απαιτώντας επομένως αποφασιστική κυβερνητική δράση. Επιπλέον, μια τέτοια ριζοσπαστική πολιτική προοπτική θα είχε πολλαπλές κοινωνικές επιπτώσεις. Το Παράρτημα Α προσφέρει ιστορική οπτική εξετάζοντας την εμπειρία της Αργεντινής και της Ρωσίας και οι δύο εκ των οποίων πρόσφατα προχώρησαν σε αθέτηση πληρωμών και υποτίμησαν τα νομίσματά τους.
Το Κεφάλαιο 5 καταλήγει εξετάζοντας την πολιτική οικονομία της αθέτησης πληρωμών στην ευρωζώνη και τις πιθανές επιπτώσεις της εξόδου για μια μεμονωμένη περιφερειακή χώρα. Το θέμα έχει προφανή επικαιρότητα για την Ελλάδα, που βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της κρίσης, αλλά και για άλλες περιφερειακές χώρες, όπως επίσης και για το κέντρο. Η αθέτηση πληρωμών θέτει σύνθετα ζητήματα που αφορούν τη διεθνή θέση του οφειλέτη και την ισορροπία των κοινωνικών δυνάμεων στο εσωτερικό. Πέρα από διεθνείς κατόχους δημοσίου χρέους, υπάρχουν επίσης εγχώριοι κάτοχοι δημόσιου χρέους, εγχώριοι εκδότες ιδιωτικού χρέους που οφείλεται σε ξένους και εγχώριοι κάτοχοι περιουσιακών στοιχείων στο εξωτερικό. Η αθέτηση πληρωμών παρουσιάζει διαφορετικές ευκαιρίες και απειλές για όλα αυτά τα στρώματα, απαιτώντας αποφασιστική δράση ώστε να προστατευθούν τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας. Επιπλέον, η έξοδος θα μπορούσε να προκαλέσει έντονο πλήγμα από τη μεταβολή του νομισματικού κανόνα, φέρνοντας ταυτόχρονα υποτίμηση. Έτσι πιθανόν να παρουσίαζε σημαντικούς κινδύνους για την οικονομία ως σύνολο και πάνω απ’ όλα για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Η έξοδος όμως θα μπορούσε επίσης να βελτιώσει την ανταγωνιστική αδυναμία από την οποία δοκιμάζονται οι περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης.
Εν κατακλείδι, οι περιφερειακές χώρες αντιμετωπίζουν δύσκολες επιλογές, με τη δυσχερή θέση τους να αντανακλά την ιστορική αποτυχία της ευρωζώνης. Η κρίση ωστόσο αντιπροσωπεύει μια ευκαιρία για ριζοσπαστική αλλαγή που θα μπορούσε να μεταβάλει την ισορροπία των κοινωνικών δυνάμεων προς όφελος της εργασίας στην περιφέρεια όπως και στο κέντρο. Η συγκρότηση των κατάλληλων πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών μπορεί να απαλλάξει την Ευρώπη από την Σκύλλα του χρέους και την Χάρυβδη της λιτότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου