Τρίτη 22 Ιουνίου 2010

Μονόδρομος ο βιασμός;

Οι ισοπεδωτικές αλλαγές που επιφέρουν ο πρόσφατος νόμος 3845/2010 και τα Προεδρικά Διατάγματα για την εφαρμογή του διαβόητου μνημονίου δεν προσβάλλουν απλώς τα δικαιώματα των εργαζομένων, και μάλιστα των πιο ευάλωτων από αυτούς.
Απειλούν να ισοπεδώσουν το κοινωνικό κράτος και να απορρυθμίσουν πλήρως την αγορά εργασίας. Ο βιασμός αυτός αναγγέλλεται ως αναπόφευκτος μονόδρομος, προφανώς για να χαλαρώσουμε και αδιαμαρτύρητα να τον αποδεχθούμε. (ΤΙΝΑ ήταν, άλλωστε, το προσωνύμιο της βαρόνης Θάτσερ, από τα αρχικά του ίδιου επιχειρήματος: There Is Νο Alternative, δεν υπάρχει εναλλακτική λύση).
Ο βιασμός όμως αυτός συνιστά ασέλγεια και προς το Σύνταγμα. Η ύπαρξη ενός ελάχιστου νόμιμου μισθού, σε στοιχειώδη ανταπόκριση με τις ανάγκες μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης, επιβάλλεται από την αρχή του κοινωνικού κράτους και το άρθρο 22 παρ. 1 του Συντάγματος. Και όμως, σύμφωνα με τον νόμο, οι κλαδικές και οι ομοιοεπαγγελματικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) μπορεί να προβλέπουν μικρότερους μισθούς.


Ακόμη χειρότερα, οι επιχειρήσεις θα μπορούν να προσλαμβάνουν νέους κάτω των 25 ετών, καταβάλλοντας μόνο το 70% έως το 85% του νόμιμου μισθού. (Στο σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος προβλέπεται πως «το υπολειπόμενο ποσό αναπλήρωσης του κατώτερου μισθού δύναται να καταβάλλεται από τον ΟΑΕΔ», πράγμα που δεν δημιουργεί νομική υποχρέωση του ΟΑΕΔ ούτε αντίστοιχο δικαίωμα των νέων. Εν όψει μάλιστα της άθλιας οικονομικής κατάστασης του Οργανισμού, η πρόβλεψη αυτή είναι εντελώς προσχηματική).
Η εν λόγω ρύθμιση είναι αντίθετη στο άρθρο 22 παρ. 1 του Συντάγματος που κατοχυρώνει το δικαίωμα ίσης αμοιβής για ίση εργασία. Συγκρούεται όμως και με τις ρυθμίσεις των κοινοτικών Οδηγιών 2000/43 και 2000/78/ΕΚ, που απαγορεύουν κάθε δυσμενή διάκριση λόγω ηλικίας στον τομέα της απασχόλησης.
Ακόμη χειρότερες συνέπειες θα έχει μια πρόβλεψη των διαταγμάτων που λόγω του κρυπτικού της χαρακτήρα δεν έχει ακόμη πλήρως συνειδητοποιηθεί από τον μέσο πολίτη. Το Σύνταγμά μας θέλει οι συλλογικές διαφορές εργασίας μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων να καταλήγουν σε ρύθμιση, ώστε να μη μένουν οι τελευταίοι απροστάτευτοι στη μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ των πρώτων. Για το λόγο αυτό το άρθρο 22 παρ. 2 του Συντάγματος προβλέπει ότι αν αποτύχουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, το κενό ρύθμισης καλύπτει η Διαιτησία.
Μέχρι σήμερα, τον ρόλο αυτό εκπληρώνει ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ). Ο ΟΜΕΔ είναι ανεξάρτητος από την κυβέρνηση και διοικείται από κοινού από εκπροσώπους εργοδοτών και εργαζομένων. Θεσπίστηκε (μοναδικό φαινόμενο στη Γ' Ελληνική Δημοκρατία) με νόμο που ψηφίστηκε από όλα τα κόμματα της Βουλής. Σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα, από εδώ και πέρα η προσφυγή στη Διαιτησία θα επιτρέπεται μόνον εάν συμφωνούν και οι εργοδότες να φτάσει η υπόθεση εκεί! Είναι προφανές ότι έτσι επιβραβεύεται η αδιαλλαξία και ματαιώνεται ο σκοπός του Συντάγματος, να υπάρχουν ΣΣΕ ακόμη και εάν οι εργοδότες δεν θέλουν να δεσμευτούν από αυτές. Δεν καταργείται, συνεπώς, ο θεσμός της Διαιτησίας, αλλά οι ίδιες οι συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Σήμερα οι διαιτητικές αποφάσεις αποτελούν ένα πολύ μικρό ποσοστό των συλλογικών ρυθμίσεων. Αυτό όμως συμβαίνει γιατί οι εργοδότες διαπραγματεύονται και καταλήγουν σε συμφωνία με τα εργατικά σωματεία ακριβώς γιατί γνωρίζουν ότι εάν δεν το κάνουν, υπάρχει και η Διαιτησία ως έσχατο καταφύγιο. Εάν λείψει αυτή η δυνατότητα, ολόκληροι τομείς εργασιακών σχέσεων θα μείνουν αρρύθμιστοι, όπως επιθυμούν οι άγγελοι των νεοφιλελεύθερων άγριων αγορών. Θυμίζω ότι οι τράπεζες πρώτες έσυραν τον χορό αυτό, αρνούμενες να διαπραγματευτούν με την ΟΤΟΕ τη σύναψη κλαδικής συλλογικής σύμβασης και ότι μόνον ο ΟΜΕΔ έδωσε λύση στο αδιέξοδο.
Το εντυπωσιακό είναι ότι στο σημείο αυτό το Προεδρικό Διάταγμα υπερακοντίζει τις εντολές του μνημονίου, που απλώς προέβλεπαν να μπορούν και οι εργοδότες να προσφεύγουν μονομερώς στη Διαιτησία. (Σήμερα το δικαίωμα αυτό επιφυλάσσεται κυρίως στην εργατική πλευρά.) Μάλιστα, οι δύο από τις τρεις μεγάλες εργοδοτικές οργανώσεις, η ΕΣΕΕ και η ΓΣΕΒΕ, υποστήριξαν πλήρως την ανάγκη ύπαρξης Διαιτησίας, με αυτή την παραμετρική διόρθωση. Μόνον ο ΣΕΒ φαίνεται ότι πίεσε προς την κατεύθυνση της κατάργησής της και μόνον αυτός ακούστηκε. Γιατί άραγε;
Μπορούν όμως τα συνταγματικά δικαιώματα να αποτελέσουν ανάχωμα απέναντι στην επιχειρούμενη κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους; Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι τα Συντάγματα δεν αποτελούν απλά χάρτινα εμπόδια σχεδόν σε όλες τις χώρες όπου επιχειρήθηκε η επιβολή των μέτρων του ΔΝΤ, πολλά από αυτά κρίθηκαν αντισυνταγματικά και καταργήθηκαν στην πράξη.
Ενδεικτικά και μόνον για τις περικοπές των συντάξεων (την επόμενη λαίλαπα που έρχεται) εκδόθηκαν τα τελευταία χρόνια οι εξής αποφάσεις συνταγματικών δικαστηρίων:
* Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Λετονίας έκρινε τον Δεκέμβρη που μας πέρασε αντισυνταγματική τη μείωση των συντάξεων, κατ' εφαρμογή του προγράμματος του ΔΝΤ. Το Δικαστήριο έκρινε ότι «οι συμφωνίες που υπογράφονται με τους διεθνείς δανειστές δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως επιχείρημα για τον περιορισμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων». Θεώρησε αντισυνταγματικό τον σχετικό νόμο, ως αντίθετο όχι μόνο με το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση και την αρχή της ισότητας, αλλά και με τη δημοκρατική αρχή και την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.
* Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Κολομβίας έκρινε αντισυνταγματικό τον νόμο που προέβλεπε άνοδο των ορίων ηλικίας από τα 60 στα 62 έτη. Λόγω της απόφασης, το νέο συνταξιοδοτικό σύστημα θα εφαρμοστεί με πλήρη μεταβατική περίοδο είκοσι ετών.
* Στην Αργεντινή, το Συνταγματικό Δικαστήριο το 2003 έκρινε ως αντισυνταγματική ακόμη και μια -μικρή σχετικά με τις εδώ πιέσεις ΔΝΤ και Ε.Ε.- μείωση των συντάξεων κατά 13%.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις ακολούθησε επαναδιαπραγμάτευση με το ΔΝΤ, ώστε να τροποποιηθεί το πρόγραμμα προσαρμογής και να καλυφθεί η αντισυνταγματικότητα. Και, φυσικά, πέραν από τα εθνικά δικαστήρια υπάρχει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, η Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, η Επιτροπή του Συμφώνου του ΟΗΕ για τα Κοινωνικά Δικαιώματα.
Ο βιασμός, επομένως, δεν αποτελεί μονόδρομο. Στα δικαστήρια, στα διεθνή fora και στο δρόμο -κυρίως στο δρόμο!- τα μέτρα αυτά πρέπει να πολεμηθούν με κάθε μέσο. Δεν πρέπει να περάσουν. Δεν πρόκειται για την υπεράσπιση παρωχημένων κεκτημένων. Πρόκειται για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.
* Αν. καθηγητής ΔΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια: