| |||||
ΦΑΚΕΛΟΣ-ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Η ΕΡΕΥΝΑ 03 Φεβρουαρίου 2010, αρ. φύλλου 15419, σελίδα 16 Του Αποστόλη Ζώη «Η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη. Το κλίμα για την Ελλάδα στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου είναι εξαιρετικά αρνητικό αυτήν τη στιγμή. Ευθύνεται κατά κύριο λόγο η συστηματική παραποίηση των στατιστικών στοιχείων από τις ελληνικές κυβερνήσεις για χρόνια ολόκληρα. Η επίσημη παραπληροφόρηση των αγορών δεν παραβλέπεται πλέον». Αυτά μεταξύ άλλων δηλώνει σήμερα στο φάκελο της ΕΡΕΥΝΑΣ ο κ. Κώστας Λαπαβίτσας, ο οποίος είναι καθηγητής οικονομικών στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Ειδικεύεται στον χρηματοπιστωτικό τομέα και την ιαπωνική οικονομία. Έχει δημοσιεύσει εκτενώς για θέματα πολιτικής οικονομίας του χρήματος και του πιστωτικού συστήματος. Το καινούργιο του βιβλίο θα πραγματεύεται την χρηματιστικοποίηση της οικονομίας και την κρίση του 2007-9. Πολιτική διάσταση Από την άλλη, διευκρινίζει ο καθηγητής, υπάρχει και άμεση πολιτική διάσταση σ’ όσα συμβαίνουν. Είναι αναπόφευκτο αυτό στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Για να αγοράσει κρατικά ελληνικά χαρτιά ο ξένος πιστωτής απαιτεί πληροφόρηση για την κατάσταση της εγχώριας οικονομίας και κοινωνίας, καθώς και για το πρόγραμμα της κυβέρνησης. Την πληροφόρηση παρέχουν κυρίως τράπεζες, διεθνείς οργανισμοί, διάφοροι οίκοι αξιολόγησης, κ.α. για να προσθέσει: «Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται επίσημοι κρατικοί λογαριασμοί, δημοσιευμένα στοιχεία εταιρειών, δηλώσεις κρατικών αξιωματούχων, κτλ. Όταν τα επίσημα στοιχεία παραποιούνται εκ συστήματος, το κλίμα συναλλαγών γίνεται πολύ κακό. Θα περάσει πολύς καιρός έως ότου το ελληνικό κράτος ανακτήσει την αξιοπιστία του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο παίζονται διάφορα πολιτικά παιχνίδια από αξιωματούχους της ευρωπαϊκής ένωσης, ή άλλων κρατών. Με δυο λόγια, το πρόβλημα δεν είναι ‘στημένο’, όπως μερικές φορές αφήνετε να εννοηθεί. Ούτε οφείλεται σε υπερβολές του ξένου τύπου, πολιτικά παιχνίδια σε βάρος της χώρας μας, και αλλά παρόμοια. Ο συνωμοτισμός δεν είναι καλός σύμβουλος σε τέτοια ζητήματα. Υπάρχει πολιτική διάσταση στην παρούσα κρίση, αλλά αυτή πατάει στις πραγματικές αδυναμίες του ελληνικού κράτους, και κατ’ επέκταση της οικονομίας και κοινωνίας». Χρεωκοπία; Όσον αφορά τον κίνδυνο χρεωκοπίας ο ίδιος σημειώνει: «Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και άμεσος. Για να το εξηγήσω με απλό τρόπο, το ελληνικό κράτος είναι υποχρεωμένο σε τακτά διαστήματα να εκτελεί πληρωμές στο εξωτερικό, πολλές εκ των οποίων είναι αποπληρωμές παλαιότερων δανείων. Για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του πρέπει να μπορεί να δανείζεται σε επίσης τακτά διαστήματα. Συχνά οι πληρωμές είναι στην αρχή του έτους, και για την Ελλάδα ο κύριος όγκος είναι μέχρι τον Απρίλιο. Εάν δεν μπορέσει να δανειστεί με λογικούς όρους στις επόμενες εβδομάδες η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με στάση πληρωμών, δηλαδή χρεοκοπία. Όπως ήδη εξήγησα το κλίμα στις διεθνείς αγορές είναι εξαιρετικά αρνητικό για τη χώρα μας. Σταδιακά έχει αναφανεί η προσδοκία ότι η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει, προσδοκία η οποία ανατροφοδοτείται – το περιμένεις, άρα δεν αγοράζεις, άρα το κάνεις πιθανότερο. Δημιουργείται έτσι πεδίο για τα διάφορα όρνεα των χρηματοπιστωτικών αγορών να παίξουν παιχνίδια εναντίον του ελληνικού κρατικού χρέους. Τις τελευταίες εβδομάδες εξελίσσεται τεράστια κερδοσκοπική επίθεση εναντίον των ελληνικών χαρτιών στο Σίτυ του Λονδίνου. Σημειωτέον ότι το παιχνίδι αυτό είναι και εναντίον του ευρώ. Δηλαδή οι κερδοσκόποι ποντάρουν και σε γενικότερη κρίση του ευρώ, οπότε τα κέρδη θα είναι πραγματικά γιγαντιαία». Πώς φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο; Στο ερώτημα πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο, ο κ. Λαπαβίτσας τονίζει: «Προφανώς πρόκειται για συνολική αποτυχία της κοινωνίας και των πολιτικών μηχανισμών της. Να τονίσω όμως ότι δεν το εννοώ αυτό με τον τρόπο που συνήθως λέγεται, δηλαδή τα γνωστά περί κρατικής σπατάλης, ανοργανωσιάς, κλπ, κλπ. Και εξηγούμαι. Η άμεση αιτία που φτάσαμε σε αυτό το σημείο είναι η παγκόσμια κρίση του 2007-9, η οποία και προκλήθηκε από τη γιγάντωση του χρηματοπιστωτικού τομέα και την τεράστια φούσκα του 2001-7. Στην χώρα μας έφτασε κυρίως ως κατάρρευση της ζήτησης, εγχώριας και διεθνούς, καθώς και περιορισμός των τραπεζικών πιστώσεων. Οι ελληνικές τράπεζες όμως δεν έλαβαν μέρος στο κερδοσκοπικό παιχνίδι των προηγούμενων ετών με τον ίδιο τρόπο όπως οι ιρλανδικές. Το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας διαφέρει από της Ιρλανδίας, το οποίο προήλθε από εγχώρια πιστωτική έκρηξη κυρίως σχετιζόμενη με τα ακίνητα. Η κατάρρευση της ζήτησης στην Ελλάδα σε συνδυασμό με το δομικό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και στο στένεμα των τραπεζικών πιστώσεων οδήγησε σε ύφεση και άνοδο της ανεργίας. Τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν και εμφανίστηκε σ’ όλο του το μέγεθος το πρόβλημα του κρατικού ελλείμματος. Η παρούσα κατάσταση δεν οφείλεται δηλαδή καταρχήν στο κράτος και στις λεγόμενες σπατάλες του. Αντανακλά μάλλον την αδυναμία του ελληνικού κεφαλαίου να ανταγωνισθεί διεθνώς, να επενδύσει σε νέες τεχνολογίες, να βελτιώσει την παραγωγικότητα, να κερδίσει νέες θέσεις στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας. Το πρόβλημα ξεκινάει από το μεγάλο κεφάλαιο που δίνει και τον τόνο στην ελληνική οικονομία. Οι αδυναμίες του ελληνικού κράτους, κυρίως να φορολογήσει ορθολογικά και με στοιχειώδη κοινωνική δικαιοσύνη, κάνουν τα πράγματα πολύ χειρότερα. Η πολιτεία της κυβέρνησης Καραμανλή βεβαίως έκανε την κατάσταση τραγική. Πρόκειται για άκρως αποτυχημένη κυβέρνηση. Χωρίς αντίληψη του πραγματικού διακυβεύματος, με πελατειακή και διεφθαρμένη αντίληψη της κυβερνητικής λειτουργίας,αντιμετώπισε όλα τα κοινωνικά προβλήματα ως επί μέρους ζητήματα που επιδέχονται κατά περίπτωση λύσεις. ‘Τακτοποίησε’ τα κοινωνικά ζητήματα κατά συρροήν. Και παρέδωσε την Ελλάδα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας». Αδυναμία Σε τελική ανάλυση όμως, καταλήγει, το πρόβλημα οφείλεται στην αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του ευρώ, διευκρινίζοντας: « Αυτός είναι ο βαθύτερος λόγος για τον οποίο το πλήγμα από την κρίση έγινε αβάστακτο. Η είσοδος στο ευρώ αφαίρεσε τη δυνατότητα άσκησης νομισματικής πολιτικής και έθεσε τη δημοσιονομική πολιτική μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια του Σύμφωνου Σταθερότητας. Μετέθεσε το βάρος στης προσαρμογής, δηλαδή, στον παραγωγικό τομέα. Όμως το μεγάλο ελληνικό κεφάλαιο αποδείχτηκε πολύ λίγο μπροστά σε αυτήν την πρόκληση. Δεν κατάφερε να ανταγωνισθεί, να επενδύσει σε νέες τεχνολογίες, να ανταπεξέλθει στις νέες συνθήκες. Ποιο είναι το όφελος, για παράδειγμα, από την πολυδιαφημισμένη επιστροφή του ναυτιλιακού κεφαλαίου κατά την δεκαετία του 2000; Που είναι η τόνωση του παραγωγικού ιστού; Ο αέρας δημιουργίας που υποτίθεται ότι θα έφερναν οι δυναμικοί καπιταλιστές της παγκόσμιας αγοράς; Άλλο παράδειγμα είναι η ενίσχυση των τραπεζών με 27 δις. Οι οποίες τράπεζες – ελεγχόμενες σε μεγάλο βαθμό από το μεγάλο κεφάλαιο – συνέχισαν να περιορίζουν τον δανεισμό προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Παράλληλα δανείζονταν με χαμηλά επιτόκια από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να δανείζουν με πολύ ψηλότερα στο ελληνικό κράτος. Την προηγούμενη δεκαετία Ιάπωνες επενδυτές δανείζονταν με χαμηλά επιτόκια εγχώριος για να αγοράζουν ξένα χαρτιά στις παγκόσμιες αγορές. Ήταν το λεγόμενο ‘καρι τρειντ’. Το τελευταίο διάστημα οι ελληνικές τράπεζες επιδόθηκαν σε ένα είδος αντιστραμμένου ‘καρι τρειντ’. Πρόκειται στην ουσία για κερδοσκοπία εις βάρος του κράτους και του ελληνικού λαού. Για να το πω συνοπτικά, η είσοδος της Ελλάδας στο ευρώ έφερε μεγάλη πτώση της ανταγωνιστικότητας και αποδείχτηκε αποτυχημένη όσον αφορά τον τομέα της παραγωγής. Στο πλαίσιο αυτό γιγαντώθηκαν οι εγγενείς αδυναμίες του ελληνικού κράτους, οι πελατειακές του δομές και η εδραιωμένη διαφθορά. Για τον εργαζόμενο κόσμο, απ’ την άλλη, το ευρώ σήμανε ακρίβεια και δυσκολίες στην κατανάλωση». Πηγή: http://www.e- erevna.gr/ portal/story. aspx?ID=82122 |
Τρίτη 16 Μαρτίου 2010
Γιατί υφίσταται ακόμα ο κίνδυνος της χρεοκοπίας
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου