Υπάρχει λανθασμένα η αντίληψη ότι το εκάστοτε οικονομικό σύστημα είναι αυτόνομο, ανεξάρτητο από τις κοινωνικές νόρμες και μπορεί να λειτουργήσει μακριά από αυτές. Η αλήθεια όμως απέχει από αυτήν την αντίληψη, αφού το κάθε οικονομικό δόγμα γεννήθηκε, μεγάλωσε και ευδοκίμησε σε πολύ συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες και αντιλήψεις, οπότε η αυτούσια μεταφορά του σε άλλες νόρμες και συμπεριφορές, εκτός από λανθασμένη, μπορεί να είναι και επικίνδυνη.
Υπάρχουν πάρα πολλές προσεγγίσεις επί του θέματος, οι οποίες παρουσιάζουν διαφορετικές πτυχές που επηρρεάζουν τα οικονομικά συστήματα, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο. Η προσέγγιση που θα ακολουθηθεί εδώ, έχει να κάνει με την θρησκεία και το πως αυτή επηρρεάζει, όχι το σύστημα δικαίου μέσα στο οποίο γεννήθηκε το κάθε οικονομικό σύστημα, αλλά την σχέση της θρησκείας με το Εγώ και πως αυτή η σχέση αντικατοπτρίζεται στην εκάστοτε οικονομική λειτουργία.
Οριοθετόντας καταρχάς, την σχέση μεταξύ του Εγώ και των δύο κυριότερων οικονομικών δογμάτων, του καπιταλισμού και του κομμουνισμού, στο πρώτο δόγμα υπάρχει η δοξασία του Εγώ ως η δύναμη που κινεί τα πάντα, ενώ στο δεύτερο το Εγώ παραμερίζεται, για να αντικατασταθεί από το Κοινωνικό Εγώ (αδόκιμος όρος). Η ελευθερία του να πράττει κανείς αυτοβούλως, περιορίζεται σημαντικά λόγω των δυναμικών προς την ανισότητα, που αυτή παρουσιάζει. Το σοσιαλδημοκρατικό ενδιάμεσο, των δύο προαναφερθέντων δογμάτων, έχει σαν βάση το καπιταλιστικό πρότυπο, αφού η ατομική πρωτοβουλία εξακολουθεί να είναι ο κινητήριος μοχλός, με την συλλογική παρέμβαση (κρατική κλπ) να είναι υπαρκτή, ούτως ώστε να διορθώσει τις δυναμικές αυτές που οδηγούν σε ανισότητα, όποτε αυτό κρίνεται κοινωνικά θεμιτό.
Με βάση τα παραπάνω, ας αμπελοφιλοσοφήσουμε, βάζοντας στο κόλπο και την θρησκεία, ξεκινώντας από τα ευρωπαϊκά χωράφια και την πιο δημοφιλής θρησκεία στην ευρώπη, τον καθολικισμό. Η σχέση του τελευταίου με το Εγώ είναι ιδιαίτερη και αμφίσημη. Από την μία το Εγώ είναι στο κέντρο της θρησκείας αυτής, αφού κρίνεται η σχέση του καθενός με τα θεία σαν ξεχωριστή οντότητα, από την άλλη όμως η θρησκεία αυτή ταπεινώνει, καταπιέζει και γεμίζει ενοχές το Εγώ. Από όλα τα χριστιανικά δόγματα ο καθολικισμός είναι αυτός που περιορίζει το Εγώ περισσότερο. Η ιδιωτική πρωτοβουλία υπάρχει, αλλά είναι περιορισμένη από την επιβολή της θρησκείας, πράγμα που σημαίνει ότι ευνοείται ένας καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, που σκοντάπτει όμως στην θρησκευτική εξουσία. Ιστορικά, στις καθολικές περιοχές της ευρώπης, όπου οι θρησκευτικοί δεσμοί ήταν πιο χαλαροί, εκεί ήταν που οι ιδέες περί ελεύθερου εμπορίου είχαν και μεγαλύτερη απήχηση. Αναφορικά, δεν είναι τυχαίο ότι η βόρεια ιταλία, ήταν μεγαλύτερο και πιο δραστήριο εμπορικό κέντρο από την νότια, αφού η παπική εξουσία ήταν πιο έντονη στο νότο (φυσικά υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για αυτό, οι οποίοι όμως δεν αφορούν την κουβέντα εδώ). Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα η σύγκριση μεταξύ γαλλίας και γερμανίας, με την δεύτερη να έχει παραδοσιακά κακές σχέσεις με ρώμη και αβινιόν. Αντιθέτως, όπου η θρησκευτική εξουσία ήταν πιο έντονη, ευδοκιμούσαν οι πελατειακές σχέσεις.
Τον σκόπελο της καταπίεσης του Εγώ, ήρθε να ξεπεράσει ο προτεσταντικός χριστιανισμός. Κατά τον τελευταίο, το Εγώ απελευθερώνεται από θρησκευτικά δεσμά και μετατρέπει τους όποιους περιορισμούς σε εσωτερικό ζήτημα, οπότε και το όποιο θρησκευτικό χέρι στο Εγώ κατακρίνεται. Η ατομική ελευθερία μετατρέπεται σε ιδιωτική πρωτοβουλία χωρίς εμπόδια και με αυτόν τον τρόπο θέτονται οι βάσεις για οικονομικές σχέσεις καπιταλιστικού προτύπου. Το ότι ο καπιταλισμός, στην πιο ελευθέρια μορφή του, είχε σαν αφετηρία αρχικά την ολλανδία, μετάπειτα την αγγλία και κατεπέκταση τις ηπα, δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού όλες τους είναι προτεσταντικές χώρες.
Περνώντας στο τρίτο ευρωπαϊκό χριστιανικό δόγμα, στην ορθοδοξία, η σχέση της με το Εγώ μοιάζει περισσότερο με τον καθολικισμό, χωρίς το σαδιστικό στοιχείο του τελευταίου. Το Εγώ μπορεί να μην υφίσταται την καθολική καταπίεση και να είναι ελεύθερο, αλλά σε καμία περίπτωση η ελευθερία αυτή δεν αγγίζει την προτεσταντική. Οι πελατειακές σχέσεις, καθολικού τύπου, υπερισχύουν και ενώ υπάρχει η ατομική ελευθερία, η ιδιωτική πρωτοβουλία καταπιέζεται. Αν μπορούσε να περιγραφεί αυτή η σχέση με οικονομικούς όρους, θα ήταν σαν το Εγώ να πληρώνει έναν φόρο στην θρησκεία (φόρο έκφρασης και αυτοεκπλήρωσης) για να υπάρχει χωρίς τύψεις και καταπίεση, οπότε και οι πελατειακές σχέσεις απέκτησαν μεγαλύτερη σημασία στην οικονομική και πολιτική δραστηριότητα.
Στο μακρινό άκρο της ανατολής, ο βουδισμός έχει μια τελείως διαφορετική προσσέγιση σε σχέση με το Εγώ. Το τελευταίο καταπιέζεται (φυσικά όχι με τα καθολικά πρότυπα) και υποχωρεί ούτως ώστε να βρεθεί σε πλήρη αρμονία με το περιβάλλον, όποιο κι αν είναι αυτό (φυσικό, κονωνικό, πολιτικό κλπ). Η αρμονία αυτή προτάσσεται όχι ως κάτι υποχρεωτικό, που να συνεπιφέρει ψυχικό καταναγκασμό, αλλά ως ένα θετικό πρότυπο. Με αυτόν τον τρόπο η ιδιωτική πρωτοβουλία ως μέσο αυτοεκπλήρωσης του Εγώ, αποκτάει δευτερεύουσα σημασία και στο επίκεντρο έρχεται η αξία του συνόλου. Σε αυτό το πλαίσιο ο κομμουνιστικός τρόπος παραγωγής, βρίσκεται πιο κοντά στις κοινωνικές νόρμες και συγκεκριμένα στην σχέση θρησκείας-Εγώ.
Η ιστορία της κίνας είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα. Χιλιάδες χρόνια υποτέλειας σε έναν αυτοκράτορα και δεκάδες χρόνια σε ένα κομμουνιστικό καθεστώς. Μπορεί να θεωρείται ότι το κομμουνιστικό καθεστώς της κίνας είναι ένας βιασμός του κομμουνιστικού μοντέλου και ότι στην ουσία πρόκειται για μια δικτατορία/αυτοκρατορία με άλλη μορφή, αλλά αφενός αυτό το θέμα είναι εκτός συζήτησης, αφετέρου αυτό που έχει σημασία εδώ είναι η σχέση του Εγώ με την ιδιωτική πρωτοβουλία. Τόσο στα χρόνια της σινικής αυτοκρατορίας, όσο και στα κομμουνιστικά χρόνια η σχέση αυτή ήταν πάντα δευτερεύουσα, πράγμα που συνάδει με το βουδιστικό πρότυπο (και σε καμία περίπτωση δεν υποννοώ ότι κομμουνισμός και δικτατορία, είναι ένα και το αυτό).
Τρανταχτή εξαίρεση σε αυτό το μοντέλο, αποτελεί η ιαπωνία, όπου αν και βουδιστική, ...(αν υποθέσουμε ότι ο σιντοϊσμός είναι παρακλάδι του βουδισμού)..., το καπιταλιστικό πρότυπο παραγωγής υπερίσχυσε σε αντίθεση με τη σχέση Εγώ-βουδισμού-ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Ένας λόγος αυτής της αντίθεσης έγκειται στην κακή σχέση που έχουν οι ιάπωνες με την θρησκεία. Η τελευταία τους οδήγησε να μπουν σε έναν χαμένο παγκόσμιο πόλεμο υπο την αρχηγία του θεού-αυτοκράτορα ήλιου με τραυματικά αποτελέσματα. Έκτοτε η αθεΐα βαράει γύρω στο 75%. Ακόμα, όμως και πριν τον Β΄ΠΠ, οι κοινωνικές δομές ήταν τέτοιες όπου η θρησκεία είχε απομακρυνθεί από την κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα από την εποχή των σαμουράϊ ή είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα.
Στην πολυπληθέστερη θρησκεία στον πλανήτη, το ισλάμ, τα πράγματα είναι λίγο πιο αχανή. Από την μία υπάρχει το Εγώ σαν αυτόνομη δύναμη, που ταυτοχρόνως οφείλει να υποτάσσεται στην θρησκεία, όχι τόσο σαν έκφραση αλλά περισσότερο σαν αυτοεκπλήρωση, ενώ από την άλλη η συλλογική σκέψη υπερέχει της ατομικής. Κατά αυτόν τον τρόπο υπάρχει η ατομική ελευθερία, η οποία πρέπει να κινείται μέσα στα πλαίσια της συλλογικής συνείδησης, ενώ δεν υπάρχει ιδιωτική πρωτοβουλία. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο μωαμεθανισμός είναι κάτι ενδιάμεσο μεταξύ χριστιανισμού και βουδισμού, πράγμα λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι είναι η νεότερη θρησκεία, οπότε είναι και αναμενόμενο να δανείζεται στοιχειά από τους παλαιότερους, όπως επίσης και τα γεωγραφικά όρια βοηθούν προς αυτήν την κατεύθυνση. Το αποτέλεσμα στις οικονομικές σχέσεις μοιάζει περισσότερο με έναν καθολικισμό στην ευρώπη, αν δεν είχε υπάρξει ποτέ το προτεσταντικό δόγμα.
Οι ρίζες όλων των παραπάνω φυσικά, βρίσκονται αρκετά πιο πίσω, αφού και οι θρησκείες προέκυψαν μέσα από συγκεκριμένες κοινωνικές δομές. Επίσης, ο ενδιάμεσος κρίκος μεταξύ θρησκείας και οικονομίας, είναι το σύστημα δικαίου, αφού πρόκευψε μέσω της θρησκείας, ενώ μέσω αυτού προέκυψε η οικονομία, όπως επίσης καθοριστικό ρόλο σε όλα αυτά είχαν και άλλοι κοινωνικοί παράγοντες, όπως το πολιτικό και το ιστορικά εξελικτικό κομμάτι, τα οποία έμειναν σκοπίμως απέξω για να εξεταστούν στο επόμενο επεισδόδιο.
1 σχόλιο:
Μαρξιστική Σκέψη τόμος 4
Ιανουάριος-Μάρτιος 2012, σελ. 416, 13€
Δελτίο Τύπου
Κυκλοφόρησε ο τόμος 4 της Μαρξιστικής Σκέψης. Ο τόμος περιλαμβάνει δυο σημαντικά αφιερώματα, στην περιβαλλοντική κρίση και το γερμανό φιλόσοφο Χέγκελ.
Με αφορμή τη διεξαγόμενη αρχές Δεκέμβρη συνδιάσκεψη του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή στο Ντάρμπαν, δίνεται μια σφαιρική εικόνα της κατάστασης, των επιπτώσεων και των προοπτικών σχετικά με το κλίμα. Περιλαμβάνονται κείμενα των Ου. Τσάβες (ομιλία στην Κοπεγχάγη 2009), Ν. Μπάσεϊ (Ντάρμπαν), Λ. Φλέναντι (καπιταλισμός και περιβαλλοντική κρίση), Μ. Ζέρβα (Φουκουσίμα), Κόσμος Χωρίς Πολέμους & Βία (πυρηνική ενέργεια), Γ. Τόλιου (διατροφική κρίση), Δ. Αναστασιάδη (βιοποικιλότητα), Ι. Άνγκους & Σ. Μπάτλερ (υπερπληθυσμός), Κ. Σκορδούλη και Τζ. Μπ. Φόστερ (μαρξισμός και οικολογία), καθώς και μια σύνοψη των πορισμάτων της Αναφοράς της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή του 2007.
Η συμπλήρωση το Νοέμβριο 180 χρόνων από το θάνατο του Χέγκελ δίνει την αφορμή για μια αναφορά στη σκέψη του μεγάλου στοχαστή και την επίδρασή του στη γένεση του μαρξισμού. Ο αναγνώστης θα βρει δυο κλασικές μελέτες των Πλεχάνοφ και Λούκατς και κείμενα των Σ. Σέγιερς, Α. Μπλούντεν, Α. Φάνγκμαν και Χ. Κεφαλή.
Ξεχωριστή θέση στον τόμο κατέχει η συνέντευξη της Σοφίας Σακοράφα για την πολιτική κατάσταση και τις προοπτικές της Αριστεράς. Ακόμη, περιέχονται αναλύσεις για τα κινήματα, τις διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις, πολιτικά και κοινωνικά θέματα, κ.ά., ενώ από αυτό το τεύχος καθιερώνεται ένα αναλυτικό Δελτίο Κοινωνικών Εξελίξεων με τη συνεργασία της «Επιτροπής Μελετών και Τεκμηρίωσης της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ».
Τα περιεχόμενα του τόμου συμπληρώνουν μια ιστορική μελέτη του Τζ. Ρίντελ για την Κλάρα Τσέτκιν, δυο αναφορές στην τέχνη (Μάικλ Τζάκσον και Χαριτίνη Ξύδη) και βιβλιοκριτικές.
Σημειώνουμε τέλος ότι από τη νέα χρονιά η Μαρξιστική Σκέψη γίνεται 3μηνιαία, σε μια προσπάθεια καλύτερης και εγγύτερης επαφής με τις εξελίξεις και την επικαιρότητα.
http://www.marxistikiskepsi.gr/index.php/el/4ostomos/110-marxistikiskepsi4ostomos
Δημοσίευση σχολίου