Παρασκευή 3 Ιουνίου 2011

To «κίνημα των αγανακτισμένων» και η Αριστερά



1. Η πλημμυρίδα των δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων που κατακλύζουν το Σύνταγμα και τις κεντρικές πλατείες άλλων πόλεων είναι γνήσιο τέκνο της κρίσης γενικά αλλά και της συγκεκριμένης πολιτικής συγκυρίας που η συνταγή του Μνημονίου έχει καταρρεύσει, που οι αυταπάτες της κοινωνικής πλειοψηφίας ότι υπομένοντας κάποιες θυσίες θα σωθούν τα βασικά και θα βγούμε από τον εφιάλτη της κρίσης καταρρέουν επίσης, που η κατάρρευση των κοινωνικών υποδομών (νοσοκομεία, σχολεία, πανεπιστήμια, προνοιακές δομές κ.λπ.), η ανεργία και η φτώχεια παίρνουν εφιαλτικές διαστάσεις. Η αξιοπιστία του σχεδίου των «από πάνω» καταρρέει, και η προσπάθεια να το αναστηλώσουν εφαρμόζοντας πιο σκληρά την ίδια συνταγή δεν μπορεί να εξασφαλίσει πλέον ούτε τη «συναίνεση του τρόμου». Η εντεινόμενη αστάθεια σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο και η αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι είναι θέμα χρόνου η διαχείριση της συντελεσμένης από τον Απρίλιο του 2010 ελληνικής χρεοκοπίας να ξεφύγει από τον έλεγχο και να εκδηλωθεί με ανεξέλεγκτο και καταστροφικό τρόπο, αλλάζουν τη συγκυρία και τις διαθέσεις πλατιών στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. Η αίσθηση ότι θα γίνουν σημαντικά πράγματα τους επόμενους μήνες, η αίσθηση ότι «αφού λεηλατήσουν το σύμπαν» θα επέλθει και η κατάρρευση, καλλιεργεί μαζικά τη διάθεση «να γίνει κάτι τώρα για να τους σταματήσουμε». Το «κίνημα των αγανακτισμένων» είναι παιδί αυτής της συγκυρίας και φορέας αυτής της μαζικής διάθεσης.


2. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το «κίνημα των αγανακτισμένων» είναι η έτοιμη πλατφόρμα για μια αριστερή εναλλακτική λύση ή ότι θα εξελιχθεί με ένα φυσικό τρόπο σε κάτι τέτοιο. Ο πολιτικός ρόλος που θα παίξει στη συγκυρία, το τι θα αφήσει πίσω του, το ποιες πολιτικές διεργασίες θα ευνοήσει ή θα «νομιμοποιήσει», με λίγα λόγια ποιου πολιτικού σχεδίου θα αποτελέσει την «κοινωνική βάση», είναι ερώτημα ανοιχτό σε πολλές και διαφορετικές απαντήσεις. Ποια απάντηση θα δοθεί τελικά, θα κριθεί από την έκβαση μιας σκληρής και αμφίρροπης μάχης για την ηγεμονία, την οποία οι δυνάμεις της Αριστεράς οφείλουν να δώσουν χωρίς ενοχές ή αυταπάτες αλλά και χωρίς υπεροψία ή ελιτισμό.
3. Το κίνημα αυτό βγαίνει από τα σπλάχνα μιας κοινωνίας που έχει βαθιά τα αποτυπώματα της μακρόχρονης ηγεμονίας των νεοφιλελεύθερων ιδεολογημάτων, της ιστορικής κρίσης του εναλλακτικού – χειραφετητικού οράματος, της μακρόχρονης κρίσης της Αριστεράς και των συνδικάτων. Ακόμα χειρότερα: η αποτυχία της Αριστεράς και των συνδικάτων να ανακόψουν την κοινωνική αντεπανάσταση στον ένα χρόνο του μνημονίου και ιδιαίτερα η αδυναμία του συνόλου της Αριστεράς να εκπονήσει ένα ανταγωνιστικό σχέδιο απέναντι όχι μόνο στο μνημόνιο, αλλά και στη δομική κρίση του καπιταλισμού, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη δημιουργία αυτού του αντιφατικού μείγματος ιδεών, ιδεολογημάτων και διαθέσεων, σαν να μπήκαν μαζί στο μίξερ τα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα και η λαϊκή οργή για την κυβέρνηση, το Μνημόνιο και την τρόικα.
4. Εκτός από αυτό, το «κίνημα των αγανακτισμένων» κουβαλάει πολλούς ταξικούς και ιδεολογικούς προσδιορισμούς. Στις πλατείες κατεβαίνουν τα θύματα της επισφαλούς εργασίας, τα οποία δεν έχουν έχουν γνωρίσει συνδικάτο και κανενός είδους συλλογική οργάνωση. Κατεβαίνουν όμως και εργαζόμενοι που έχουν πεισθεί ότι τα συνδικάτα δεν μπορούν να ανακόψουν την επίθεση. Όχι μόνο όσοι είναι μέλη των συνδικάτων και συμμετείχαν και σε κάποιες κινητοποιήσεις τους, αλλά και όσοι δεν συμμετείχαν και δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ, όσοι είδαν τα κεκτημένα σαν «δωρεά» ή σαν προσωπικό άθλο, αλλά τώρα μέμφονται το συνδικάτο που δεν μπορεί να τα υπερασπιστεί αποτελεσματικά. Κατεβαίνουν επίσης οι αγανακτισμένοι μικροαστοί των οποίων απειλείται άμεσα το επίπεδο διαβίωσης. Αυτοί οι τελευταίοι είχαν κερδίσει ένα κοινωνικό status και κάποια περιουσιακά στοιχεία (σπίτι, αυτοκίνητα) συνήθως με τραπεζικά δάνεια. Τώρα βλέπουν όσα κέρδισαν με μια προσωπική προσπάθεια κοινωνικής ανόδου να απειλούνται σοβαρά, και εξεγείρονται. Αισθάνονται ότι τα κεκτημένα τους είναι προϊόν προσωπικού μόχθου, δεν τους τα χάρισε κανένα συνδικάτο και κανένα κόμμα και είναι πιο επιρρεπείς απ’ όλους στο να τσουβαλιάζουν και να στήνουν στον τοίχο όλα τα κόμματα, τους «300» της Βουλής ανεξαιρέτως, τα συνδικάτα και κάθε συλλογικότητα. Κατεβαίνει, τέλος, μαζικά η νεολαία. Γαλουχημένη από την «ταξική συνισταμένη» όλων αυτών των πιέσεων, από τα εργασιακά και κοινωνικά αδιέξοδα, από την κατάρρευση του οράματος της προσωπικής κοινωνικής ανόδου, από το ιδεολογικό «κενό» που γέμισε και εξακολουθεί να γεμίζει με τη σαβούρα των νεοφιλελεύθερων ιδεολογημάτων και των μίντια.
5. Δεν κομίζουμε γλαύκα εις Αθήνας αν συμπεράνουμε ότι ο αριστερός καταλύτης σ’ αυτό το αντιφατικό μείγμα ταξικών και ιδεολογικών προσδιορισμών ήταν πολύ ασθενικός και αναποτελεσματικός. Από αυτό όμως βγαίνει ένα σημαντικό συμπέρασμα: το σύστημα, τα ιδεολογήματα του συστήματος έχουν κερδίσει από την Αριστερά σημαντικά «εδάφη» στη μάχη για την ηγεμονία. Αν δεν εθελοτυφλούμε, όλοι ξέρουμε ποια είναι τα «εδάφη» που χάσαμε ως Αριστερά και που μας κάνουν να δίνουμε τη μάχη για την ηγεμονία έχοντας πολλά μειονεκτήματα: Ο φασίστας ή ο ακροδεξιός μπορεί να κουβαλάει άνετα την ελληνική σημαία (χωρίς να θέλουμε να πούμε ότι όσοι κρατάνε την ελληνική σημαία είναι φαίστες) και να προσπαθεί να την επιβάλει σαν τη «σημαία μας», αλλά ο αριστερός που θα κατέβει με την κόκκινη σημαία κινδυνεύει να φάει ξύλο. Η Αριστερά παρεμβαίνει στη συνέλευση και γενικά στις διεργασίες, αλλά για να κερδίσει το «δικαίωμα» να το κάνει, αισθάνεται ότι πρέπει να παραιτηθεί της ταυτότητάς της. Η κατάκτηση του δικαιώματος ότι όλοι μπορούμε να συμμετέχουμε με τις ταυτότητές μας, αυτονόητη στα κινήματα μέχρι και την περίοδο των  Φόρουμ, τώρα είναι δύσκολο να διεκδικηθεί καν. Το μπλοκ της ΔΕΗ γιουχαΐστηκε από μερίδα του κόσμου και δίνεται μάχη για να σπάσει το στερεότυπο που θέλει να εξοβελιστούν όχι μόνο τα κόμματα αλλά και τα συνδικάτα.
Το ταξικό στοιχείο είναι ηγεμονευόμενο ενώ ο πατριωτισμός στις διάφορες εκδοχές του είναι κυρίαρχος. Το αντιπολιτικό στοιχείο και η εθνική ενότητα είναι οι ηγεμονικές συνιστώσες με μαζική επιρροή σ’ αυτό το κίνημα, παρόλο που αποτελούν ένα αμάλγαμα και δεν έχουν σαφώς καθορισμένο και εμπεδωμένο περιεχόμενο. Την Τρίτη στα Προπύλαια το πλήθος «μάγεψε» η κραυγή εθνικής ενότητας του Θεοδωράκη και του Πελεγρίνη (ο Θεοδωράκης διευκρίνισε ότι εθνική ενότητα χωρίς το 70% της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ δεν είναι νοητή…) με τρόπο που ούτε στον ύπνο τους δεν μπορούν να δουν ηγέτες ή στελέχη της Αριστεράς.
6. Η παρέμβαση της Αριστεράς στο Σύνταγμα την πρώτη εβδομάδα έχει αποτελέσματα, αποδεικνύοντας ότι υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες για τον «αριστερό καταλύτη» να δράσει αποτελεσματικά. Για να συμβεί αυτό, όμως, πρέπει να δούμε πώς διαμορφώνονται τα χαρακτηριστικά αυτού του κινήματος μέσα από όλους του τους προσδιορισμούς. Ως γέννημα της συγκεκριμένης συγκυρίας, το «κίνημα των αγανακτισμένων» βρίσκεται αντιμέτωπο με την επιρροή και την αφομοιωτική δύναμη διαφορετικών πολιτικών σχεδίων:
α. Το σχέδιο της Δεξιάς: Η Ν.Δ. θέλει μια χαλαρή διαμαρτυρία, με τα ελληνικά σύμβολα να κυματίζουν (γιατί αυτά ενώνουν), το θέλει ακομμάτιστο (και εννοεί απο-πολιτικοποιημένο), έτσι ώστε να φθείρει απλώς το ΠΑΣΟΚ και να αποτελεί συσχετισμό δύναμης για τη γραμμή «αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου» και μείωση της φορολογίας. Είναι το σχέδιο της εθνικής ενότητας για «σκληρή διαπραγμάτευση» με την τρόικα.
β. Το σχέδιο του ΠΑΣΟΚ: Στην τρόικα και κατ’ επέκταση στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ωριμάζουν οι σχεδιασμοί για κυβέρνηση με τεχνοκράτες υπουργούς, η οποία θα προωθηθεί πιθανότατα μέσα από μια μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος (μείωση αριθμού βουλευτών, αναπροσαρμογή των αποδοχών τους, μείωση της κρατικής επιχορήγησης στα κόμματα κ.λπ.). Στόχος, η απαλλαγή από τα «βαρίδια του πολιτικού κόστους», δηλαδή η πλήρης χειραφέτηση από τα κόμματα και τα όποια στοιχεία κοινοβουλευτικού ελέγχου. Θα προσπαθήσει να κολακέψει τις αντιπολιτικές τάσεις του κινήματος μέσα από τέτοιες κινήσεις, ελπίζοντας ότι θα κουραστεί, θα αποπροσανατολιστεί και θα εκτονωθεί. Ωστόσο, η μόνιμη περικύκλωση της Βουλής όταν σε δύο βδομάδες θα ψηφίζεται το «πακέτο» του νέου Μνημονίου είναι μεγάλο πρόβλημα για την κυβέρνηση. Αν μέχρι τότε το κίνημα δεν εκτονωθεί, το σενάριο της καταστολής του θα πάρει το προβάδισμα.
γ. Το σχέδιο των φασιστών: Η λογική του «αδιαμεσολάβητου» και «ακομμάτιστου», η άρνηση της πολιτικής και το απολιτίκ δημιουργούν ένα έδαφος (δεν αρκούν από μόνα τους φυσικά) ώστε να επενδυθεί ένα σχέδιο παρόμοιο με τα ευρήματα της Έρευνας του «Βήματος» όπου το 23% δηλώνει ότι θέλει «έναν ηγέτη με κύρος και εξουσίες, που θα μπορούσε να λάβει γρήγορα αποφάσεις χωρίς να εμποδίζεται από το Κοινοβούλιο και τις εκλογές». Η καταστροφή των μικροαστών αλλά και εργατικών στρωμάτων που οι όροι ζωής τους είχαν μικροαστικοποιηθεί τα προηγούμενα χρόνια, δημιουργεί τη γνώριμη «ανθρώπινη σκόνη», η οποία αποτελεί την εν δυνάμει κοινωνική βάση του φασισμού. Μπορεί στο πάνω μέρος της πλατείας Συντάγματος να κυριαρχούν για την ώρα οι εκδοχές εθνικής ενότητας τύπου Σπίθας και Σαμαρά, αλλά λειτουργούν επίσης συστηματικά και οργανωμένοι πυρήνες του «βαθέος κράτους» και υπάρχουν οι όροι για την παρέμβαση και των φασιστών. Οι φασίστες έχουν σχέδιο και το υλοποιούν συστηματικά. Η βασική τους αφήγηση είναι: η κρίση οφείλεται στο διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης. Ως εδώ μας έφτασαν οι προοδευτικοί του ΠΑΣΟΚ και της Αριστεράς, τα πουλημένα τους κόμματα και τα διεφθαρμένα τους συνδικάτα. Από αυτό το σημείο γίνεται εύκολα το άλμα στο ότι φταίει ο διεφθαρμένος κοινοβουλευτισμός και εν τέλει αυτοί που ανέτρεψαν τη χούντα, άρα η μόνη μας σωτηρία είναι ο Ηγέτης και ένα κίνημα που να ανατρέψει το διεφθαρμένο κοινοβουλευτισμό. Είναι αυτή την «αφήγηση» που θέλει να αποδομήσει το δικό μας σύνθημα «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία, η χούντα δεν τελείωσε το ’73».
7. Στην Αριστερά η εξουθενωτική μακρόχρονη περίοδος κρίσης ταυτότητας, η ραγδαία αποϊδεολογικοποίηση τις τελευταίες δεκαετίες αλλά και οι διαλυτικές επιπτώσεις της αδυναμίας της να εκπονήσει και εφαρμόσει ένα ανταγωνιστικό πολιτικό σχέδιο απέναντι στο Μνημόνιο, κάνει πλειοψηφικές δύο προσεγγίσεις όσον αφορά το «κίνημα των αγανακτισμένων»:
Η πρώτη προσέγγιση, που είναι και η πλειοψηφική, εξιδανικεύει το κίνημα των αγανακτισμένων και αναλύεται σε ύμνους για το «αυθόρμητο», για τη μαζικότητα, για την «κοινωνία που μπαίνει στο προσκήνιο», για τα «αυτο-» χαρακτηριστικά του (αυτο-οργάνωση, αυτο-συνείδηση, αυτο-έκφραση κ.λπ.). Στη συνέχεια, διαχωρίζεται σε δύο τάσεις, εξειδικεύοντας με διαφορετικό τρόπο αυτή την καταρχήν συμφωνία: Οι μεν, θεωρούν ότι αυτό που πρέπει να γίνει είναι να προστατευτεί και να καλλιεργηθεί το στοιχείο της αυτοοργάνωσης και της άμεσης δημοκρατίας, γιατί αυτό είναι το πολύτιμο πετράδι που κουβαλάει πάντα το αυθόρμητο. Το να βάζουμε κάποιο σχέδιο εξωστρέφειας, πολιτικά αιτήματα κ.λπ. υπονομεύει εξ ορισμού το στοιχείο της αυτοοργάνωσης – η αυτο-οργάνωση γίνεται αυτο-σκοπός! Οι δε, επειδή ίσως πιστεύουν ότι το αυθόρμητο έχει στο DNA του την εξέγερση ή ίσως και τα σοβιέτ, θέλουν να το σπρώξουν να συναντήσει αυτό του το «πεπρωμένο» μια ώρα αρχύτερα. Καταλήγουν λοιπόν σε μια τακτική πίεσης για γρήγορη ριζοσπαστικοποίηση του πολιτικού περιεχομένου (προωθημένα ή και μάξιμουμ αιτήματα, στροφή στην «εργατική δουλειά» κ.λπ.).
Η δεύτερη προσέγγιση, στις διάφορες παραλλαγές της, θεωρεί από τα πριν χαμένη τη μάχη της ηγεμονίας σ’ αυτό το κίνημα και διεκτραγωδεί ή καθολικεύει όψεις (υπαρκτές, σημαντικές και πολύ επικίνδυνες) μικροαστικών ή ρατσιστικών – εθνικιστικών ανακλαστικών και συμπεριφορών, θεωρώντας τες παγιωμένες και μη αναστρέψιμες. «Ανάχωμα» που πατρονάρεται από δυνάμεις του συστήματος το θεωρεί το ΚΚΕ και καλεί σε απονενοημένες εκδηλώσεις του «πραγματικού κινήματος» (καταφέρνοντας να πετύχει καταλυτικές συγκρίσεις σε βάρος του «πραγματικού κινήματος»…) ενώ άλλες δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς θεωρούν ότι το Σύνταγμα «κατουράει στον τάφο της Αριστεράς κι αυτή νομίζει ότι ψιχαλίζει»…
Η όλη συζήτηση γίνεται με πλήρη αφαίρεση των πολιτικών, ταξικών και ιδεολογικών προσδιορισμών που επιδρούν σε όσους/ες γεμίζουν το «Σύνταγμα» και τις πλατείες των άλλων πόλεων, έχοντας στο φόντο μεταφυσικές θεωρήσεις για το «κοινωνικό υποκείμενο» ή απλώς το «κοινωνικό» και τη σχέση του με το «πολιτικό» ή σκέτα το «αυθόρμητο» και τις εξωτικές του «ιδιότητες». Και δυστυχώς, μεγάλο μέρος της Αριστεράς αποκοιμίζεται και δεν αντιλαμβάνεται πόσο κρίσιμη, επείγουσα, αμφίρροπη, ζωής και θανάτου είναι η μάχη για την ηγεμονία, δηλαδή για τις προοπτικές αυτού του κινήματος.
8. Όσον αφορά την παρέμβαση από τα μέσα, στις ίδιες τις πλατείες, η εμπειρία του Συντάγματος λέει ότι δύο είναι τα βασικά μέτωπα:
α. Η συλλογικοποίηση του «εμείς» σε όλη την έκταση της πλατείας, μέσα από την επικράτηση της «μίας αρχής», της Γενικής Συνέλευσης της πλατείας: Ώστε να σπάσει η κυριαρχία του απολιτίκ και εθνικιστικού στοιχείου στο πάνω μέρος της πλατείας, όπου δρουν οργανωμένοι πυρήνες των φασιστών, των «330 Ελλήνων», της ΝΔ και του ΛΑΟΣ, της Σπίθας. Οι οργανωμένοι πυρήνες παρέμβασης στο πάνω μέρος της πλατείας, τα συνθήματα, το μοίρασμα σε χιλιάδες αντίτυπα των ψηφισμάτων της Γενικής Συνέλευσης, η μάχη των συμβόλων (με καταρχήν στόχο τον πλουραλισμό: πλακάτ, πανό, σημαίες της Ισπανίας, της Τυνησίας και της Αιγύπτου, της Παλαιστίνης κ.λπ., αυτοκόλλητα και πλακάτ με τον Τσε Γκεβάρα κ.λπ.).
β. Η επέκταση και ο συντονισμός του κινήματος, με σύνθημα «πλατείες παντού – πανελλαδικός συντονισμός», ώστε να μετατραπεί σε καθοριστικό παράγοντα στις πολιτικές εξελίξεις: Υπάρχει πλέον ο ορατός κίνδυνος η φετιχοποίηση της αυτοοργάνωσης και η μάχη συσχετισμών και «πλασαρίσματος» μεταξύ δυνάμεων της Αριστεράς και του αναρχικού χώρου να οδηγήσουν σε γραφειοκρατικοποίηση, παραλυσία και εσωστρέφεια. Ο στόχος αυτού του κινήματος πρέπει να είναι να μετασχηματιστεί σε πανελλαδικό κίνημα με συντονιστικά όργανα εκλεγμένων και ανακλητών ή εναλλασσόμενων αντιπροσώπων και να διοργανώσει ένα μεγάλο πανελλαδικό συλλαλητήριο στο Σύνταγμα στα μέσα Ιουνίου, τη μέρα που θα ψηφίζεται στη Βουλή το νέο «πακέτο» μέτρων (πρόσθετα μέτρα 6,4 δισ. ευρώ για το 2011, Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2011-2015, αποκρατικοποιήσεις και ξεπούλημα της ακίνητης περιουσίας και των υποδομών του Δημοσίου). Δεν μιλάμε για «αποκέντρωση» του κινήματος, για κίνηση από το κέντρο στην περιφέρεια, αλλά για γεωγραφική και κοινωνική εξάπλωση, για επέκταση και πανελλαδική του συγκρότηση με έμφαση στο «κέντρο» των πολιτικών εξελίξεων, την Αθήνα και το Σύνταγμα.
9. Όμως τα προηγούμενα δεν αρκούν, γι’ αυτό η παρέμβαση της Αριστεράς και των δυνάμεών της δεν πρέπει να εξαντλείται σ’ αυτά! Πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα: «Βγήκαμε στους δρόμους και τις πλατείες και δεν πρόκειται να φύγουμε μέχρι να γίνει τι; Μέχρι να πετύχουμε τι;». Αν δεν απαντηθεί αυτό το ερώτημα, το κίνημα θα παραμείνει κίνημα διαμαρτυρίας και θα ξεφουσκώσει ή θα λεηλατηθεί από αλλότρια πολιτικά σχέδια. Η Αριστερά θα κριθεί καταλυτικά από το αν θα δώσει την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα και στη συνέχεια από το ποια απάντηση θα δώσει. Μόνο έτσι θα ξεφύγει από το τσουβάλιασμα του «να φύγουν όλοι, και οι 300», μόνο έτσι θα αποφύγει τη θανάσιμη λαβή που τη θέλει μέρος και όχι απάντηση στην κρίση του πολιτικού συστήματος. Και εδώ δύο απαντήσεις υπάρχουν: Η πρώτη, υπάρχει ήδη και δουλεύεται μαζικά: μια νέα εθνική ενότητα για τη διαπραγμάτευση με την τρόικα και τους πιστωτές. Είτε έχει την εκδοχή του Σαμαρά («να διαπραγματευτούμε όλοι μαζί») είτε την εκδοχή του Θεοδωράκη («να αντισταθούμε όλοι μαζί»), το αίτημα είναι η «εθνική αντίσταση και η εθνική αναγέννηση». Να φύγουν οι «πουλημένοι» και να πάρουν την εξουσία οι «αντιστασιακοί». Η δεύτερη απάντηση προς το παρόν ακούγεται τόσο ασθενικά, ώστε δεν μπορεί να επηρεάσει πραγματικά το κίνημα. Είναι το «Δεν χρωστάμε, δεν πουλάμε, δεν πληρώνουμε» σε συνδυασμό με το αίτημα «να φύγουν η κυβέρνηση, η τρόικα και όλοι οι πολιτικοί υπάλληλοι των τραπεζιτών, των βιομηχάνων και των τοκογλύφων πιστωτών». Για να γίνουν αυτά, «όλη η εξουσία στο λαό» και «κυβέρνηση της Αριστεράς, με πρόγραμμα απαλλαγής από τη δικτατορία των αγορών και του κέρδους», πυροδότηση μιας ευρωπαϊκής και διεθνούς ανταρσίας ενάντια στην Ε.Ε. και την εξουσία του κεφαλαίου.
Με όσα προωθούνται αυτή την περίοδο, με το νέο δάνειο και το νέο μνημόνιο, με την υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας και πιθανότατα μια κυβέρνηση με εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς στα βασικά υπουργεία, είναι η εισαγωγή σε μια περίοδο που το φάσμα της ελληνικής κατάρρευσης και των θανάσιμων κινδύνων με τους οποίους απειλεί τον ελληνικό καπιταλισμό, την ΟΝΕ και το διεθνές σύστημα γίνεται όλο και πιο έντονο. Σε αυτή την περίοδο το «κράτος έκτακτης ανάγκης» (με τη συνεπικουρία της φασιστικής τρομοκρατίας) θα αναλάβει να σώσει τον ελληνικό καπιταλισμό και θα γίνει αδίστακτο στις μεθόδους που θα χρησιμοποιήσει. Οι εξελίξεις πλέον θα προχωρήσουν, με «εκτροπές», με τη φωτιά και το σίδερο. Το σχέδιο της εθνικής ενότητας είναι η «μεγάλη πύλη» για την  εισαγωγή σε τέτοιες εξελίξεις. Ας μην επιτρέψουμε να υφαρπάξει την κοινωνική «νομιμοποίηση» ηγεμονεύοντας στο κίνημα των αγανακτισμένων. Η Αριστερά πρέπει να είναι «απέναντι» σε όλη τη γραμμή! Και να ετοιμάζεται για τα δύσκολα, αλλά και για τις ανατρτοπές που έρχονται.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, ας αναλογιστούμε τη σημασία αυτής της μάχης, ας αναλογιστούμε πόσα πρέπει να γίνουν τις επόμενες κιόλας μέρες για να κερδηθεί αυτή η μάχη, ας εγκαταλείψουμε τους πανηγυρισμούς και τους επικολυρικούς «χαιρετισμούς» προς το κίνημα, ας πάψουμε να σπαταλάμε την πολιτική μας ενέργεια σε ενδοαριστερές οργανωτικές μάχες για το «πλασάρισμα», ας εκπονήσουμε ένα νικηφόρο πολιτικό σχέδιο και ας εμπλακούμε στη μάχη σε όλο το εύρος του «μετώπου»!

Δεν υπάρχουν σχόλια: