Πηγή: Επίκαιρα, 17 Μαρτίου 2011
του Λ. Βατικιώτη
Μια ωρολογιακή βόμβα θα ενεργοποιηθεί στις 7 Απρίλη στα θεμέλια όλων των χωρών της περιφέρειας της ευρωζώνης από τη Φρανκφούρτη όπου βρίσκεται η έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: η αύξηση των επιτοκίων του ευρώ! Αν υλοποιηθεί αυτή η απόφαση οι οικονομίες της περιφέρειας θα οδηγηθούν σε μια πρωτοφανή και παρατεταμένη ύφεση, με δραματικές συνέπειες για την απασχόληση και την παραγωγή τους ενώ η απόκλιση μεταξύ κέντρου και περιφέρειας θα γίνει αβυσσαλέα.
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ζαν Κλοντ Τρισέ, δεν άφησε καμιά αμφιβολία για τις προθέσεις του σε ότι αφορά το ύψος των επιτοκίων του ευρώ: «Μια αύξηση στα επιτόκια κατά την επόμενη συνάντηση είναι δυνατή», ήταν τα λόγια του που αμέσως πυροδότησαν την αύξηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ στα 1,3945 δολάρια από 1,3866 δολάρια που ήταν την προηγούμενη μέρα. Ανεπαίσθητη μεν, αρκούντως όμως ενδεικτική για την πορεία που θα πάρει το ευρώ προς όφελος του Τέταρτου Ράιχ και εις βάρος όλων των χωρών της περιφέρειας της ευρωζώνης: από την Ελλάδα και την Ιρλανδία, μέχρι την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία.
Η προαναγγελία της αύξησης των επιτοκίων – που προκάλεσε τεράστια έκπληξη μια και όλοι την ανέμεναν για το φθινόπωρο – δικαιολογήθηκε στο έδαφος της οριακής αύξησης του πληθωρισμού, λόγω της ανόδου των τιμών στα τρόφιμα και το πετρέλαιο. Ειδικότερα ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας που εποπτεύεται από τον ΟΗΕ ανακοίνωσε την ίδια μέρα από τη Ρώμη όπου έχει την έδρα του ότι οι τιμές των τροφίμων τον Φεβρουάριο αυξήθηκαν κατά 2,2% από τον Ιανουάριο, φθάνοντας έτσι στα υψηλότερα επίπεδά τους κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, για τις οποίες ο Οργανισμός κρατά δεδομένα.
Η άνοδος μάλιστα στις τιμές των τροφίμων θεωρείται πλέον και η θρυαλλίδα που προκάλεσε την έκρηξη στη Βόρεια Αφρική και την Μέση Ανατολή, η οποία με τη σειρά της προκάλεσε την άνοδο στις τιμές του πετρελαίου που αυτό το χρόνο έχουν αυξηθεί περισσότερο από 20%, ξεπερνώντας τα 100 δολάρια το βαρέλι.
Αποτελούν όμως αυτά τα δύο γεγονότα και μαζί η άνοδος του πληθωρισμού στην ευρωζώνη επαρκείς αιτίες για την άνοδο των επιτοκίων; Κατηγορηματικά όχι!
Αυθαιρεσία και δογματισμός το όριο του 2%
Η άνοδος που κατέγραψε ο πληθωρισμός τον Φεβρουάριο προκαλώντας …συναγερμό στην ΕΚΤ ήταν μόλις 2,4% ενώ τον Ιανουάριο ανερχόταν στο 2,3%. Επίπεδα εντελώς αδιάφορα, τα οποία όμως υπερβαίνουν το όριο του 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ ως επίπεδο ανοχής για τον πληθωρισμό. Κι αυτό μάλιστα χωρίς να έχει εξηγήσει ποτέ το γιατί. Ποιοί λόγοι δηλαδή κάνουν τον πληθωρισμό επικίνδυνο για την οικονομική σταθερότητα αν κινείται στο 2,3% και ακίνδυνο αν κινείται στην περιοχή του 1,9%; Ερώτημα που ζητά πιεστικά απάντηση αν λάβουμε υπ’ όψη μας πρώτο, την ύπαρξη μελετών από το ίδιο το ΔΝΤ που χαρακτηρίζουν ως ακίνδυνο για την οικονομική σταθερότητα ακόμη και έναν πληθωρισμό του ύψους του 8%. Οι θεμελιώδεις οικονομικές παραδοχές της ΕΚΤ αμφισβητούνται ακόμη και από την κεντρική τράπεζα της Αγγλίας η οποία αφήνει τα επιτόκια της ανέγγιχτα παρότι ο πληθωρισμός κινείται στο 4%. Το παραπάνω ερώτημα ζητά απάντηση αν, δεύτερο, λάβουμε ύπ’ όψη μας τους διαφορετικούς κάθε φορά παράγοντες που ωθούν σε άνοδο τον πληθωρισμό. Στην Ελλάδα για παράδειγμα που ο πληθωρισμός αυξάνεται λόγω των κρατικών φόρων, γιατί θα πρέπει να θεωρείται μέσο αντιμετώπισής του η άνοδος των επιτοκίων; Αν κάθε φορά που αυξάνουν τους έμμεσους φόρους Γ. Παπακωνσταντίνου και τρόικα σπρώχνοντας τον πληθωρισμό στο 5,5% επιλέγεται η αύξηση των επιτοκίων, τότε έχουμε να κάνουμε με παραλογισμό!
Εις βάρος αυξήσεων και απασχόλησης
Η συλλογιστική της ΕΚΤ αποδεικνύεται όμως εμπρηστική για έναν πιο απλό λόγο. Επειδή παίρνει υπ’ όψη της την οικονομική συγκυρία όπως διαμορφώνεται αποκλειστικά και μόνο στην βόρεια και κεντρική Ευρώπη και όχι στο νότο κι ευρύτερα στην περιφέρεια της ευρωζώνης. Σε χώρες όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Φινλανδία οι ρυθμοί ανόδου του ΑΕΠ είναι υψηλοί, κι αυτό σε σχέση με ό,τι συνέβαινε πριν λίγα τρίμηνα. Αν, εναλλακτικά, θέσουμε ως κριτήριο την απασχόληση τότε οι ρυθμοί ανόδου του ΑΕΠ δεν είναι καθόλου υψηλοί, υπό την έννοια ότι χρειάζονται ακόμη πιο εντατικοί ρυθμοί αύξησης του παραγόμενου προϊόντος για να μειωθεί η ανεργία από το 7% που βρίσκεται στη Γερμανία το τελευταίο χρονικό διάστημα. Η μείωση επομένως της ποσότητας χρήματος που κυκλοφορεί στην αγορά της Γερμανίας θα έχει ως συνέπεια την ανακοπή της τάσης μείωσης της ανεργίας και την σταθεροποίησή της στα τρέχοντα υψηλά επίπεδα. Μοναδικός ωφελημένος προφανώς αυτής της νομισματικής πολιτικής είναι οι επιχειρήσεις που θα συνεχίζουν να σείουν απειλητικά το σκιάχτρο της ανεργίας απέναντι στις διεκδικήσεις μισθολογικών αυξήσεων, που προβάλλουν όλο και πιο συχνά τους τελευταίους μήνες, αρχής γενομένης από την αυτοκινητοβιομηχανία.
Ακόμη όμως κι αν μείνουμε στους ρυθμούς ανόδου του ΑΕΠ, οι υψηλές επιδόσεις δεν αφορούν όλη την ευρωζώνη αλλά την ατμομηχανή της, τη Γερμανία, όπου το ΑΕΠ αυξήθηκε το 2010 κατά 3,6%. Την ίδια ώρα στην Ισπανία, την Ιρλανδία και πολύ περισσότερο την Ελλάδα το ΑΕΠ συρρικνώθηκε. Επομένως η νομισματική πολιτική που ενδείκνυται για αυτές τις χώρες και πολλές ακόμη που βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει χαμηλά επιτόκια, δηλαδή φθηνό και άφθονο χρήμα έτσι ώστε η αυξημένη παροχή ρευστότητας να λειτουργήσει σαν επιταχυντής που θα βελτιώσει το οικονομικό κλίμα, δίνοντας τη δυνατότητα να πραγματοποιηθούν νέες επενδύσεις και να επεκταθεί η παραγωγή – όροι εκ των ων ουκ άνευ για να αυξηθεί το ΑΕΠ και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Στη θέση όμως αυτής της προφανούς οικονομικής πολιτικής, προκρίνεται η ακριβώς αντίστροφη: η ασφυξία στην αγορά που θα προκληθεί με μαθηματική βεβαιότητα όταν θα αυξηθούν τα επιτόκια του ευρώ, προκαλώντας με τη μορφή ντόμινο αυξήσεις στο κόστος χρήματος που επωμίζονται οι επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και το κράτος.
Αντιδράσεις στην Ισπανία
Σε αυτό το πλαίσιο δεν προκαλεί καθόλου έκπληξη η αρνητική υποδοχή που επιφύλαξε ο Τύπος της περιφέρειας της ευρωζώνης στις δηλώσεις Τρισέ. Έγραφε για παράδειγμα στο εντιτόριάλ της η ισπανική εφημερίδα El Pais την Παρασκευή 4 Μαρτίου, την επομένη δηλαδή της συνεδρίασης της διοίκησης της ΕΚΤ: «Μια απόφαση αυτού του είδους δεν θα είναι επωφελής για εκείνες τις χώρες που υπομένουν τα δεινά μιας ανάκαμψης ανεπαρκούς να αυξήσει την απασχόληση σε συνδυασμό με το καχύποπτο βλέμμα των αγορών: περίπτωση στην οποία ξεκάθαρα ανήκει η Ισπανία. Όσο πενιχρά κι αν είναι τα αποτελέσματα της ανόδου θα σημάνουν ένα επιπλέον φρένο στην επώδυνη διαδικασία οικονομικής επανεκκίνησης. Δεν είναι δύσκολο να προβλεφθεί ότι οι συνέπειες αυτής της ανόδου θα είναι λίγο λιγότερη μεγέθυνση και λίγο λιγότερη απασχόληση. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ωστόσο φαίνεται να ξεχνάει την αποστολή της για την ευημερία στην ευρωζώνη κάθε φορά που αποδεικνύεται ότι η Γερμανία και η Γαλλία μεγεθύνονται με ένα ικανοποιητικό ρυθμό».
Έκπληξη αντίθετα προκάλεσε η ολύμπια αταραξία με την οποία έγιναν δεκτές οι δηλώσεις Τρισέ στην Ελλάδα, με τα σχετικά δημοσιεύματα να αγνοούν τις καταστροφικές εξελίξεις που δρομολογούνται και να περιορίζονται στον υπολογισμό των αυξήσεων στις δόσεις των στεγαστικών δανείων που έχουν συναφθεί με ονομαστικό επιτόκιο… Σοβαρή μεν παράμετρος για χιλιάδες οικογένειες που έχουν δει το εισόδημά τους να μειώνεται άμεσα και έμμεσα με τον πιο βίαιο τρόπο τον τελευταίο χρόνο, ήσσονος ωστόσο σημασίας αν αναλογιστούμε τους ευρύτερους κινδύνους για την οικονομία και την απασχόληση.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η άνοδος των επιτοκίων του ευρώ από το 1% όπου βρίσκεται τους τελευταίους 22 μήνες στο 1,25% (με την προοπτική να φθάσει το 1,75% μέχρι το τέλος του χρόνου, σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζών) θα αποτελέσει τη χαριστική βολή για τις χειμαζόμενες οικονομίες της ευρωζώνης. Αυτή η απόφαση, που ευνοεί πρώτα και κύρια τις γερμανικές επιχειρήσεις οι οποίες έτσι θέλουν να κρατήσουν χαμηλά το κόστος παραγωγής και τις γερμανικές τράπεζες που θα επωφεληθούν από την ανατίμηση του ευρώ καθώς θα ανατιμηθούν αναλογικά τα αποθεματικά τους, θα οξύνει στο έπακρο τις υπαρκτές αντιθέσεις. Θα αποδειχθεί τότε ακόμη πιο καθαρά ότι η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ αποφασίζεται με αποκλειστικό κριτήριο τα συμφέροντα του Τέταρτου Ράιχ και ισοδυναμεί με καταστροφή για τις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης και πρώτα και κύρια της Ελλάδας που βρίσκεται στο επίκεντρο της κρίσης χρέους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου