Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2011

Θεωρία συνωμοσίας ή νεοφιλελεύθερη στρατηγική;



ΠΗΓΗ: ΑΥΓΗ
του Ε. Νικολαίδη*

Στη συζήτηση για τις δυσμενείς επιπτώσεις από την εφαρμογή του "Μνημονίου" και του «Μεσοπρόθεσμου» συχνά προβάλλονται και οι ευθύνες της ελληνικής κοινωνίας και των επιμέρους ομάδων της (κατά προτίμηση των ασθενέστερων), που κατέστησαν αναγκαία την επιβολή των μέτρων. Όταν η κρίση αποδίδεται σε δομικά χαρακτηριστικά του συστήματος, τα μέτρα που λαμβάνονται σε συγκεκριμένες αντιλήψεις για τη λειτουργία της οικονομίας, και άρα αποφασίζονται βάσει σχεδίου, τότε αυτό αντικρούεται ως θεωρία συνωμοσίας. Η ένταξη μιας επιχειρηματολογίας στις θεωρίες συνωμοσίας είναι απαξιωτική και προσβλητική, πόσο όμως είναι τεκμηριωμένη;


Όσοι διατυπώνουν αυτή τη μομφή, φαίνεται να παρακάμπτουν, από άγνοια, σκοπιμότητα, ή παρερμηνεία, τον πυρήνα της νεοφιλελεύθερης εκδοχής της οικονομικής θεωρίας. Σύμφωνα με αυτήν, η ανεργία, η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, ο περιορισμός των εργασιακών δικαιωμάτων, η αποδυνάμωση του ασφαλιστικού συστήματος, εν ολίγοις η διάλυση του κόσμου της εργασίας, η συρρίκνωση των δημόσιων δαπανών και η ύφεση που προκύπτει, θεωρούνται προϋπόθεση για την αύξηση των κερδών, ώστε να υποκινηθεί η επενδυτική δραστηριότητα, από την οποία, υποτίθεται, θα προέλθει η ανάπτυξη. Ως εκ τούτου, συνιστούν αντικείμενο συνειδητής επιλογής και αντίστοιχης οικονομικής πολιτικής.
Η διάλυση του κοινωνικού κράτους, του δημόσιου συστήματος υγείας, της δημόσιας παιδείας, των μέσων μαζικής μεταφοράς, κ.ά. συνιστούν συνειδητή πολιτική, ώστε το κεφάλαιο να επεκταθεί σε όλο το φάσμα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής για να διευρυνθεί η βάση συσσώρευσής του. Είναι ο τρόπος που βλέπει ο νεοφιλελευθερισμός τον εκσυγχρονισμό του μηχανισμού συσσώρευσης. Είναι οικονομική θεωρία και εκφράζεται με πολιτική στρατηγική που διακηρύσσεται σε όλα τα επίσημα κείμενα. Συνεπώς, η κριτική που ασκείται σε αυτή την αντίληψη δεν μπορεί να υποβαθμιστεί σε θεωρία συνωμοσίας.
Προφανώς, η θεωρία, η πολιτική και το σχέδιο εφαρμογής προσαρμόζονται στις συνθήκες και αξιοποιούν τα χαρακτηριστικά κάθε χώρας. Ο υποκειμενικός παράγοντας, όμως, εξαντλείται εδώ, δηλαδή στο πώς μία γενική οικονομική και πολιτική στρατηγική θα εξειδικευτεί στις συγκεκριμένες συνθήκες. Βέβαια, στην επικοινωνιακή διαχείριση του νεοφιλελεύθερου project ο υποκειμενικός παράγοντας όχι μόνο υπερτονίζεται σκόπιμα, αλλά ανάγεται σε στρατηγικό όπλο με στόχο τη συσκότιση των πραγματικών επιδιώξεων. Εξ ου και η καταιγιστική επίθεση για «τεμπέληδες», «προνομιούχους», «συντηρητικούς», για «κοινό φαγοπότι» κ.ά., η προκαταρκτική επίθεση, δηλαδή, εναντίον της κοινωνίας και κάθε επιμέρους κοινωνικής ομάδας για την απαξίωση και ενοχοποίησή της, πριν αυτή αποτελέσει στόχο της τρόικας.
Η σχεδόν κατά γράμμα επανάληψη της νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής σε διάφορες χώρες δείχνει ακριβώς ότι τα αίτια και η κινητήρια δύναμη δεν ερμηνεύονται πρωτίστως με τον υποκειμενικό παράγοντα (τους κακούς Έλληνες, Αργεντίνους, Ουρουγουανούς, Μεξικανούς), αλλά ότι υπάρχει ένας αντικειμενικός μηχανισμός που αναπτύσσεται μέσα από συγκεκριμένες διαδικασίες. Επιπλέον, είναι κοινός τόπος ότι η Ελλάδα αποτελεί το ευρωπαϊκό πειραματόζωο ώστε να ακολουθήσουν η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία κ.ά. Αυτή είναι η θεωρητική άποψη και η στρατηγική της νεοφιλελεύθερης αντίληψης για την οικονομία, συνεπώς πουθενά δεν υπάρχει θεωρία συνωμοσίας.
Θεωρία συνωμοσίας, εκτός από όσους απλώς δεν γνωρίζουν, βλέπουν κυρίως όσοι επιθυμούν τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης, αλλά και όσοι για θεωρητικούς λόγους υπερτονίζουν τον υποκειμενικό παράγοντα σε σχέση με τις δομές και τους μηχανισμούς λειτουργίας του συστήματος. Η περίπτωση της άγνοιας δεν χρειάζεται σχολιασμό. Στη δεύτερη περίπτωση, είναι εύλογη η προσπάθεια μετάθεσης των ευθυνών, εφόσον οι σχεδιαστές και εφαρμοστές αυτών των πολιτικών έχουν κάθε λόγο να επιρρίψουν τις ευθύνες στα θύματά τους. Η τρίτη περίπτωση ανάγεται σε μια ευρύτερη συζήτηση για τη σχέση αντικειμενικών-δομικών και υποκειμενικών παραγόντων. Ωστόσο η εμμονή στην, υπέρ το δέον, προβολή του υποκειμενικού παράγοντα, τις ευθύνες δηλαδή του «Έλληνα», δείχνει ότι δεν γίνεται αντιληπτό πως ενδυναμώνει την αποτελεσματικότητα της επικοινωνιακής επίθεσης του κεφαλαίου και συγχρόνως συμπράττει στην αποδυνάμωση αυτών που δέχονται την επίθεση.

* Ο Ευάγγελος Νικολαΐδης διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: