Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

Να δούμε τι θα πει και ο next top prytanis


του Θ. Παπαγγέλη

Λέγαμε, λοιπόν, στην προηγούμενη επιφυλλίδα μας (3.10.2010) ότι η τρέχουσα ρητορική περί εκσυγχρονισμού του πανεπιστημίου έχει πολλά να πει για προσέλκυση επενδύσεων μέσα από την έρευνα, την ανταγωνιστικότητα, την περιφερειακή ανάπτυξη κλπ. · και ότι, ενώ η εξαργύρωση του πανεπιστημιακού ερευνητικού προϊόντος είναι πρακτική που δεν χρειάζεται να σκανδαλίσει κανέναν, η οικονομική κρίση, με την πανδημική πλέον επιτάχυνσή της, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια ολοκληρωτική ταύτιση του υπό εκσυγχρονισμό πανεπιστημίου με εκείνους τους γνωστικούς κλάδους που μπορούν εκ των πραγμάτων να έχουν ενεργητικό ρόλο στη νέα υπερ-συμπαραγωγή «Το πανεπιστήμιο και τα νέα μοντέλα οικονομικής ανάπτυξης». 
Στο σημείο αυτό θα το πούμε ξανά και καθαρά: το πρόβλημα δεν είναι η συμπαραγωγή καθ΄ εαυτή αλλά η διαφαινόμενη ολοκληρωτική ταύτισή της με την πανεπιστημιακή πραγματικότητα- μια προοπτική που έχει ήδη αρχίσει να εντοπίζει τις «άγονες γραμμές» των ανθρωπιστικών κλάδων. Ο πανεπιστημιακός άτλαντας της ευρύτερης Δύσης εμφανίζει ήδη σημεία όπου τμήματα λογοτεχνικών, ιστορικών και αρχαιογνωστικών σπουδών καταποντίζονται «αύτανδρα». Σε ορισμένες περιπτώσεις το ναυάγιο έχει και την ανεκδοτολογική αιχμή του: στο (βρετανικό) πανεπιστήμιο όπου δίδαξε ο μεγαλύτερος ιστορικός της Αναγέννησης «περικόπτονται» όλες οι θέσεις που αφορούν την ευρωπαϊκή ιστορία πριν από το 1900. Φυσικά σε εποχές κυρίαρχης οικονομικής αφήγησης η «βιωσιμότητα» μιας θέσης μεσαιωνικής ιστορίας, παπυρολογίας ή θεωρίας της λογοτεχνίας είναι λιγότερο αυτονόητη από ποτέ και το καθήκον της ανθρωπιστικής υπεράσπισης γίνεται ακόμη πιο δυσχερές όταν ο αντίδικος μοιάζει να έχει την αμέριστη συμπάθεια της πολιτικής εξουσίας. Το υψηλό παράδειγμα είναι ο Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος κραδαίνει ως παραδείγματα προς μίμηση τις οικονομικές τίγρεις της Απω Ανατολής που έχουν ασπαστεί τον μονοθεϊσμό της τεχνολογίας και «δεν καταναλώνουν χρόνο για πράγματα που δεν έχουν σημασία». Ο πρόεδρος κάνει χιούμορ ως προσκεκλημένος σε σατιρικές εκπομπές, όχι όμως και στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπου μιλούσε για την ανάγκη αύξησης του ατομικού και εθνικού εισοδήματος και η πεποίθησή του ήταν ότι χρειαζόμαστε το είδος της εκπαίδευσης που υπηρετεί ακριβώς αυτούς τους δύο στόχους. 

Η σχετική μαρτυρία περιέχεται σε προδημοσιευμένο απόσπασμα από το πολύ πρόσφατο βιβλίο της αμερικανίδας φιλοσόφου Μartha Νussbaum με τίτλο «Οχι για το κέρδος: Γιατί η δημοκρατία χρειάζεται τις ανθρωπιστικές σπουδές». Και ο τίτλος είναι σημαδιακός αν σκεφθεί κανείς ότι η τεχνολογική πρόοδος και τα οικονομικά θαύματα της Ινδίας και της Κίνας έφεραν, αν έφεραν, μηδαμινά παράπλευρα οφέλη για τη δημοκρατία και τα δημοκρατικά ήθη σε αυτές τις χώρες. Γιατί, όπως εμφατικά το λέει η Νussbaum, η σύγχρονη δημοκρατική οργάνωση της κοινωνίας προϋποθέτει την κριτική σκέψη, τη φαντασιακή «συμπάθεια», την ιστορική αυτοσυνειδησία και νοημοσύνη, την ευαισθησιακή δεκτικότητα, την αυτοκριτική εγρήγορση- και αυτά μάλλον δεν αποτελούν προτεραιότητες στη διδακτέα ύλη της εκπαίδευσης που φετιχοποιεί την τεχνολογική ανάπτυξη. Τόσα μόνο πρέπει να αρκούν για όσους επιμένουν ακόμη στην παραδοσιακή διάκριση «εκπαίδευσης» και «παιδείας» και δεν χρειάζεται, πιστεύω, να συμμεριστούμε ορισμένες από τις πιο πολεμικές θέσεις της ανθρωπιστικής υπεράσπισης που διαβλέπουν εκ προμελέτης καταστολή της ελεύθερης και κριτικής σκέψης προκειμένου να κάνουν απρόσκοπτα τη δουλειά τους οι τεχνολογικές ελίτες και οι οικονομικές μαφίες. 

Η συγκυρία θα συνεχίσει ασφαλώς να θέτει τα εκβιαστικά ερωτήματά της: όταν αυτό που πρωτίστως χρειαζόμαστε είναι η οικονομική ανάπτυξη και οι θέσεις εργασίας, έχουμε την πολυτέλεια να ξοδευόμαστε για πανεπιστημιακά τμήματα που «ανακυκλώνουν» ευγενή και θεάρεστα περί κουλτούρας; Η απάντηση εδώ πρέπει να δοθεί με αντιστροφή των όρων και με ένα σταθερό ρητορικό ερώτημα: ως δημοκρατική κοινωνία με καλλιεργημένα ιστορικά ανακλαστικά, έχουμε την πολυτέλεια να μην ξοδευόμαστε; Αμεσα συναφές με αυτό είναι και ένα άλλο ζήτημα που σπανίως δηλώνεται ρητά και αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το πανεπιστήμιο. Γιατί η στοχοθεσία και η λειτουργία του πανεπιστημίου ήταν ανέκαθεν και εκ των πραγμάτων συνάρτηση των περιστάσεων, αλλά το πανεπιστήμιο είναι ταυτόχρονα θεσμός με τη δική του ιστορικότητα και εσωτερική νομοτέλεια. Γι΄ αυτό παράγει γνώση που συχνά διασταυρώνεται με τις πρακτικές μέριμνες και προτεραιότητες της κοινωνίας αλλά παράγει και γνωστική αξία που, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, μπορεί να μοιράζονται και να κατανοούν οι λίγοι και οι εντός των τειχών. 

Για επίλογο διάλεξα ένα από τα πιο αιχμηρά δημοσιεύματα της σχετικής βιβλιογραφίας. Είναι του Stanley Fish και τελειώνει ως εξής: «Γνωρίζετε τι είναι “πανεπιστήμιο” και, αν όχι, δεν νομίζετε ότι θα έπρεπε να γνωρίζετε αφού από εσάς εξαρτάται η χρηματοδότησή του; Θέλετε ένα πανεπιστήμιο (θεσμό με ιστορία αιώνων) ή κάτι σαν Κέντρο Εμπορίου; Και αν θέλετε ένα πανεπιστήμιο, είστε έτοιμοι να το χρηματοδοτήσετε; Αν πάλι δεν θέλετε, έχετε το θάρρος να πείτε ξεκάθαρα στους πολίτες ότι δεν σας ενδιαφέρει το πανεπιστήμιο ως ακαδημαϊκός θεσμός ή θα συνεχίσετε να συνδυάζετε αυτή την αδιαφορία με ωραία παχιά λόγια;». Τα ερωτήματα απευθύνονται κυρίως στους πολιτικούς αλλά αν, σύμφωνα με τα κυοφορούμενα, μας προκύψουν πρυτάνεις κατόπιν διεθνούς διαγωνισμού, καλό θα είναι να τα λάβει υπόψη του και ο next top prytanis. 


Ο κ. Θεόδωρος Παπαγγέλης είναι καθηγητής του Τμήματος Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: