Τρίτη 29 Ιουνίου 2010

Που βρισκόμαστε στην ελληνική κρίση Δημοσίου Χρέους;


Πηγή: Capital.gr
Των Rodrigo Olivares-Caminal, Ιωάννη Κόκκορη, Κυριάκου E. Παπαδάκη
Η συζήτηση σχετικά με την παρούσα φάση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα και το ανεκπλήρωτο υπέρογκο χρέος επικεντρώνεται σε δύο πιθανά σενάρια, την επονομαζόμενη Ελληνική Τραγωδία και το Ελληνικό Δράμα.

Η Ελληνική Τραγωδία, όπως καταδεικνύει και η ονομασία, υποδηλώνει μια τραγωδία: την έξοδο από την ΟΝΕ. Με την έξοδο από την ΟΝΕ, η Ελλάδα θα ανακτήσει τη δυνατότητα άσκησης νομισματικής πολιτικής (που έχει εναποτεθεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) και συνεπώς τη δυνατότητα έκδοσης νομίσματος, ελαττώνοντας έτσι το βάρος της αποπληρωμής του χρέους. Η έκδοση νομίσματος θα οδηγήσει σε υποτίμηση, πληθωριστικές τάσεις  και την ανάγκη ενός νέου νομίσματος (π.χ. Roccos, για να προσδώσουμε μια ονομασία) ή την επανέκδοση ενός παλιότερου νομίσματος (π.χ. δραχμή).

Το τραγικό αυτό σενάριο θα επιτρέψει στην Ελλάδα να αθετήσει την αποπληρωμή του χρέους (χωρίς να υποστεί πίεση από άλλες χώρες της ΟΝΕ), οδηγώντας όμως έτσι σε πιθανή κρατικοποίηση των περισσοτέρων ιδιωτικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων λόγω των αφομοιώσεων που θα υποστούν στα χαρτοφυλάκια τους που περιέχουν ελληνικά ομόλογα. Αυτή η εξέλιξη θα οδηγήσει σε σημαντική μείωση του ελληνικού χρέους αλλά και συγχρόνως σε χαοτικές εξελίξεις για τα μετέπειτα 2-3 χρόνια.

Το Ελληνικό Δράμα, υποθέτοντας ότι το «δράμα» είναι λιγότερο δυσοίωνο από την «τραγωδία», είναι το σενάριο σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα παραμένει στην ευρωζώνη. Ως μέλος της ΟΝΕ, η Ελλάδα δε δύναται να υποτιμήσει το νόμισμά της για να ανακάμψει γρηγορότερα (παρ΄ όλο που το ευρώ έχει ήδη υποτιμηθεί σημαντικά σε σχέση με ένα καλάθι νομισμάτων, λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι οι κυριότεροι εμπορικοί εταίροι της Ελλάδας είναι χώρες της ΟΝΕ) και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της σε διεθνές επίπεδο. Συνεπώς, παρ΄ όλο που δε θα υπάρξει επίσημη υποτίμηση και νέο νόμισμα, προμηνύονται δύσκολες στιγμές για την Ελλάδα. Τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί για να πετύχουν την «εσωτερική υποτίμηση» είναι μη δημοφιλή στην Ελληνική κοινωνία την οποία επηρεάζουν αρνητικά. Παρόμοια μέτρα που είχαν ληφθεί σε άλλες χώρες κατά τη δεκαετία του 1980, 1990 και 2000 κατέληξαν σε κοινωνικές αναταραχές, ανεργία άνω του 20%, και αύξηση του επιπέδου της φτώχειας, προτού αποδειχθούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανεπιτυχή.

Παρ΄ όλο που τα αυστηρά αυτά μέτρα θα ευθυγραμμίσουν και πάλι τα συμφέροντα της Ελλάδας με αυτά των άλλων μελών της ΟΝΕ, οι Έλληνες πολίτες θα χρειαστούν επιπρόσθετη βοήθεια για να κατευνάσουν τις δυσκολίες των μέτρων αυτών. Αυτή ακριβώς η επιπρόσθετη βοήθεια αναλύεται παρακάτω.

Η παγκόσμια αύξηση δημόσιου χρέους, και γιατί η Ελλάδα είναι «στο Τέλος της Αρχής»;  
Στο πρόσφατο «Economic Outlook» ο ΟΟΣΑ αύξησε την προβλεπόμενη ανάπτυξη για αρκετές χώρες παγκοσμίως. Ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ σε παγκόσμιο επίπεδο αυξήθηκε πιο γρήγορα από τις προβλέψεις στη μελέτη που έκανε το Νοέμβριο 2009, με τις αναδυόμενες οικονομίες να συμβάλλουν το μεγαλύτερο ποσοστό της αύξησης.

Ο ΟΟΣΑ αναμένει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ των ΗΠΑ ίσο με 3,2% για το 2010 και 2011, σε σύγκριση με 2,5% και 2,8% που προβλεπόταν για την ίδια περίοδο. Αναφορικά με τη ζώνη του ευρώ, ο ΟΟΣΑ αναμένει ρυθμό αύξησης ίσο με 1,2% το χρόνο αυτό και 1,8% το 2011 (επανεκτίμηση του ρυθμού αύξησης κατά 0,3% και 0,1% υψηλότερα σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις για τα ίδια έτη). Οι προβλέψεις για τις αναδυόμενες οικονομίες έχουν και αυτές επανεκτιμηθεί και οι διαφορές στις προβλέψεις αυτές είναι σημαντικές. Για παράδειγμα, το ΑΕΠ της Κίνας προβλέπεται ότι θα αναπτυχθεί με 11,1% το 2010 και 9,7% το 2011.

Παρ΄ όλο που υπάρχουν ευοίωνες προβλέψεις, που υποδηλώνουν ότι η Μεγάλη Κάμψη (όπως αναφέρεται η κρίση του 2007) βρίσκεται στο τέλος της, υπάρχει σημαντική ανησυχία για την αστάθεια των κεφαλαιο-αγορών δημόσιου χρέους και ποιές θα είναι οι συνέπειές της στην παγκόσμια τάση ανάκαμψης.

Η δημοσιονομική κατάσταση (ως ποσοστό του ΑΕΠ) έχει επιδεινωθεί. Αυτή η επιδείνωση προέρχεται κυρίως από το μειούμενο τζίρο που προέρχεται από τη μειούμενη εμπορική και χρηματοοικονομική δραστηριότητα. Σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ, το 2010 οι αναπτυγμένες χώρες είχαν κατά μέσο όρο δημοσιονομικό έλλειμμα ίσο με -8,3%, ενώ για τις αναδυόμενες χώρες ίσο με -3,3%. Σε ανεπτυγμένες οικονομίες το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα φτάσει το 97% το 2010, ενώ σε αναδυόμενες οικονομίες το 37%.

Παρ΄ όλο την ύπαρξη υψηλών δημόσιων χρεών σε παγκόσμιο επίπεδο, η Ελλάδα είναι στο επίκεντρο της ανάλυσης που αφορά την αφερεγγυότητα κρατών και τις συνέπειες της αφερεγγυότητας αυτής καθώς και του ρίσκου μεταβίβασης της κρίσης σε άλλες χώρες της ΟΝΕ. Αυτό είναι κατανοητό αφού η Ελλάδα έχει φτάσει σε μη-βιώσιμα επίπεδα χρέους (ακόμα και αν υποθέσουμε ότι τα μέτρα λιτότητας θα εφαρμοστούν πλήρως).

Σύμφωνα με τις πρόσφατες ανακοινώσεις, όσον αφορά τα ελληνικά δημοσιονομικά στοιχεία από την Eurostat, στην Ελλάδα το δημοσιονομικό έλλειμμα έφτασε 13,6% και το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ έφτασε στο 115% το 2009. Το σχέδιο για τη μείωση του ελλείμματος που προβλέπεται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης είναι περισσότερο δυσβάσταχτο από αυτό που δημοσιεύθηκε αρχικά τον Ιανουάριο, και αντικατοπτρίζει την αύξηση στις εκτιμήσεις του ελλείμματος και μείωση στις προβλέψεις για το ρυθμό ανάπτυξης. Στο νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης η ελληνική κυβέρνηση αποσκοπεί σε ένα δημοσιονομικό έλλειμμα ίσο με -4,9% του ΑΕΠ το 2013 και σε χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ ίσο με 149%.

Παρά την ύπαρξη της τριετούς συμφωνίας για το πακέτο της οικονομικής βοήθειας ίση με 110 δισ. ευρώ (από την ΕΕ και το ΔΝΤ), δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι οι επενδυτές θα επενδύσουν σε ελληνικά ομόλογα εκτός και αν συνοδευτεί η επένδυση αυτή με πολύ υψηλά επιτόκια. Το κερδοσκοπικό ρίσκο που σχετίζεται με την κρίσιμη κατάσταση των ελληνικών δημοσιονομικών στοιχείων μετά το 2013, πυροδοτείται από την προβλεπόμενη αύξηση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ από 115% σε 149%. Είναι αβέβαιο εάν η ΕΕ και το ΔΝΤ σκοπεύουν να επεκτείνουν τη διάθεση  των 110 δισ. μετά το τέλος του παρόντος τριετούς Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης, παρ΄ όλο που σύντομα οι επενδυτές θα θεωρούν δεδομένο ότι τέτοια επέκταση θα γίνει. Επιπρόσθετα, για τους υπάρχοντες επενδυτές ελληνικών ομολόγων οι οποίοι έχουν υποβαθμιστεί στην ιεραρχία αποπληρωμής κεφαλαίου και επιτοκίου, με την ΕΕ και το ΔΝΤ να λαμβάνουν τώρα την πρώτη θέση, η ανάλυση του επενδυτικού ρίσκου σε ελληνικά ομόλογα έχει γίνει περίπλοκη, με δεδομένο ότι οι επενδυτές δεν έχουν πειστεί για τα αποτελέσματα του πακέτου στήριξης.

Η λέξη «credit» (πίστωση) προέρχεται από τη λατινική λέξη «creditus» που σημαίνει πίστη και εμπιστοσύνη, κάτι που με βεβαιότητα λείπει από τα ελληνικά ομόλογα. Με άλλα λόγια η Ελλάδα απέκτησε ρευστότητα (περισσότερο χρέος) για να πληρώσει υπάρχοντα χρέη με μεγαλύτερα επιτόκια. Οποιοδήποτε νέο χρέος που θα επωμισθεί η Ελλάδα (μέσω έκδοσης νέων ομολόγων) με εξαίρεση επείγοντα δανεισμό από διεθνείς οργανισμούς, θα συνοδευτεί από υψηλό επιτόκια. Αυτό ακριβώς συνέβη στις χώρες που έπρεπε να υιοθετήσουν το «Brady plan» τη δεκαετία του 1980 και ονομάστηκε «παγίδα χρέους».

Τέλος, με δεδομένη την έλλειψη πιστότητας (που θα επιδεινωθεί από τις προβλεπόμενες ζημίες που θα επωμισθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, εάν η Ελλάδα αναδιαρθρώσει το χρέος της), η ευρωπαϊκή διατραπεζική αγορά (η αγορά όπου οι τράπεζες δανείζονται μεταξύ τους) φαίνεται να έχει επηρεαστεί αρνητικά. Το γεγονός αυτό έχει ήδη οδηγήσει σε υψηλότερα επιτόκια (για παράδειγμα το τρίμηνο και εξάμηνο Euribor που αποτελούν τα βασικά επιτόκια δανεισμού των νοικοκυριών και επιχειρήσεων έχουν αυξηθεί) υποδηλώνοντας υψηλότερα κόστη για τράπεζες και συνεπώς υψηλότερες χρεώσεις από τις τράπεζες προς τους πελάτες τους (έτσι έχουμε αυστηρότερη νομισματική πολιτική χωρίς να αυξάνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το βασικό επιτόκιο). Η έλλειψη εμπιστοσύνης οδηγεί σε υψηλότερο κόστος δανεισμού και συνεπώς σε περαιτέρω εμπόδια για νέες επενδύσεις καθώς και για την κατανάλωση, αποδυναμώνοντας ακόμα περισσότερο την ανάπτυξη που είναι τόσο αναγκαία για τις οικονομίες.

Η Αποφυγή του μη Αποφευκτέου
Όπως εξηγούμε στο πρώτο μέρος του άρθρου αυτού, η έξοδος από την ΟΝΕ θα επιδεινώσει τα μακροοικονομικά προβλήματα της Ελλάδας. Η διαδικασία της προσαρμογής είναι πιο δυσβάσταχτη από τις συνέπειες της αθέτησης αποπληρωμής του χρέους, το οποίο υποδηλώνει δυσμενή προσαρμογή στο βραχυπρόθεσμο μέλλον (που έτσι και αλλιώς ισχύει και τώρα λόγω των αυστηρών μέτρων της κυβέρνησης), περιορισμένη πρόσβαση σε πίστωση και υψηλότερο κόστος δανεισμού (οι αγορές κεφαλαίων δε θα προσφέρουν ρευστότητα, και αν το κάνουν θα γίνει με υψηλά επιτόκια δανεισμού), πτώση στο εμπόριο και ύφεση (σημάδια της οποίας καταγράφονται ήδη). Οι επιπτώσεις της κρίσης προηγούνται της αθέτησης αποπληρωμής του χρέους, αφού μετά την αθέτηση αποπληρωμής υπάρχουν σημάδια ανάκαμψης. Παρ΄ όλο που δεν προτείνουμε μια αθέτηση αποπληρωμής από την Ελλάδα, οι συνέπειες είναι οι ίδιες αφού οι αγορές (δικαιολογημένα βάσει της δικιάς μας προσωπικής ανάλυσης των διαθέσιμων στοιχείων) προδιαγράφουν ότι η Ελλάδα δεν θα καταφέρει να βγει από την παρούσα δυσοίωνη συγκυρία μέσω μιας απλής μείωσης των εξόδων και επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος του προϋπολογισμού. Συνεπώς η Ελλάδα θα πρέπει να αποτρέψει αθέτηση αποπληρωμής του χρέους μέσα από μια οικιοθελή και οργανωμένη αναμόρφωση του χρέους έτσι ώστε να προσπαθήσει για την αποφυγή του αναπόφευκτου.

Όπως ανέφερε ο Winston Churchill στο διάσημο λόγο του για το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο το 1942, «αυτό δεν είναι ούτε το τέλος, ούτε η αρχή. Είναι ίσως το τέλος της αρχής». Όσο περισσότερο καθυστερεί η Ελλάδα τόσο πιο κοντά έρχεται σε ένα σενάριο αθέτησης αποπληρωμής του χρέους. Η Ελλάδα θα πρέπει να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι το πακέτο της ΕΕ/ΔΝΤ προσέφερε την αναγκαία ρευστότητα για τα επόμενα τρία χρόνια και ότι οι αγορές ήδη αναμένουν κάποιο βαθμό αναμόρφωσης του χρέους.

* Rodrigo Olivares-Caminal, Επίκουρος Καθηγητής (Warwick University), Επισκέπτης Καθηγητής (ALBA Business School University), και Sovereign Debt Expert Ηνωμένα Έθνη (Conference on Trade & Development)

* Ιωάννης Κόκκορης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Reading University UK, Ιnternational Consultant, Organisation for Security and Cooperation in Europe

* Κυριάκος E. Παπαδάκης, Οικονομολόγος (B.Sc. in London School of Economics, MPhil in Cambridge University, UK)

**Οι απόψεις είναι αυστηρά προσωπικές

Δεν υπάρχουν σχόλια: