Του
Ηλία Ιωακείμογλου
Αποτελεί κοινή πεποίθηση των αστικών πολιτικών δυνάμεων ότι κάθε αύξηση των μισθών είναι επιζήμια για την οικονομία, ότι οδηγεί σε μείωση των επενδύσεων και της παραγωγής, σε επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας και σε αύξηση της ανεργίας.
Απέναντι σε αυτόν τον ισχυρισμό, διακρίνουμε τρεις προβληματικές απαντήσεις της Αριστεράς: Σύμφωνα με την πρώτη, ο καπιταλισμός «πράγματι έτσι είναι», δεν μπορεί να αποδεχθεί αυξήσεις μισθών στην παρούσα συγκυρία άρα πάμε τώρα για συνολική ανατροπή του ενισχύοντας την πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Η δεύτερη απάντηση, που είναι μια μετριοπαθής παρέκκλιση προς το Κέντρο, αμήχανη μπροστά στις υποτιθέμενες βλαβερές αυξήσεις των μισθών θα πει ότι οφείλουμε να δεσμευτούμε όχι για την αύξηση των μισθών, αλλά για τη σταθεροποίησή τους και τη σταδιακή αύξησή τους υπό την αίρεση να υπάρξει πρώτα οικονομική ανάπτυξη. Έχει εμφανιστεί και μια αριστερίστικη παρέκκλιση, η οποία συμφωνεί και αυτή ότι κάθε αύξηση του μισθού σημαίνει αυτομάτως μείωση των κερδών, αλλά απαντά ότι αυτό δεν είναι δικό μας πρόβλημα και ότι η αύξηση του εισοδήματος της εργασίας δεν θα γίνει για αναπτυξιακούς λόγους, αλλά για να πληρώσουν οι πλούσιοι, αγνοώντας την απόκριση του συστήματος στην δική μας επίθεση.
Αύξηση μισθών δεν σημαίνει αυτόματη μείωση κερδών
Η κοινή παραδοχή των καθεστωτικών οικονομικών και των τριών πολιτικών κατευθύνσεων που προτείνουν δυνάμεις της Αριστεράς, δηλαδή ότι κάθε αύξηση των μισθών, σε κάθε δυνατή συγκυρία, σε οποιοδήποτε σημείο του οικονομικού κύκλου, μειώνει τα κέρδη, είναι εσφαλμένη. Ξεκινώντας από ένα σημείο βαθιάς ύφεσης υπάρχουν τα περιθώρια να αυξηθούν οι μισθοί και παράλληλα με αυτούς να αυξηθούν ή έστω να μη μειωθούν τα κέρδη. Πώς γίνεται, όμως, αυτό, δηλαδή να υπάρχει μια φάση του οικονομικού κύκλου, όπου η καπιταλιστική παραγωγή ξεκινάει από ένα χαμηλό σημείο και αυξάνεται με παράλληλη αύξηση της απασχόλησης, μείωσης της ανεργίας, επακόλουθης αύξησης των πραγματικών μισθών αλλά και των κερδών; Πώς γίνεται οι μισθοί να μη μετατρέπονται αυτομάτως σε μείωση των κερδών;
Για να συμβαίνει αυτό, πρέπει να πληρούται μια βασική προϋπόθεση, στην οποία αναφέρεται ο Μαρξ στον τρίτο τόμο του Κεφαλαίου: πρέπει η παραγωγικότητα της εργασίας να προοδεύει μαζί με τον όγκο της παραγωγής, να αυξάνεται καθώς αυξάνεται ο όγκος του παραγόμενου προϊόντος. Αυτό σημαίνει ότι κάθε πρόσθετος εργαζόμενος που προσλαμβάνεται, αυξάνει τον όγκο του προϊόντος περισσότερο από τον προηγούμενο εργαζόμενο. Άρα, για σταθερό μέσο μισθό, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος θα μειώνεται και το κέρδος θα αυξάνεται, έως ότου η παραγωγή φτάσει στο σημείο της πλήρους εξάντλησης του αργούντος παραγωγικού δυναμικού. Αυτή η αύξηση του κέρδους αφήνει περιθώρια και για την αύξηση του μέσου πραγματικού μισθού.
Ανάπτυξη διά των μισθών
Η αριστερή κυβέρνηση μπορεί να αυξήσει τον ελάχιστο μισθό στο προηγούμενο επίπεδό του και να καταργήσει τους αντεργατικούς μνημονιακούς νόμους, να προσφέρει συνδικαλιστική, νομική, ιδεολογική και πολιτική κάλυψη στους εργαζόμενους που θα χρειαστεί να δώσουν σκληρές μάχες με την εργοδοσία για το μισθό. Το πρώτο κύμα μισθολογικών αυξήσεων, που θα έχει προέλθει από την αύξηση του ελάχιστου μισθού και τη μεταρρύθμιση των θεσμών της αγοράς εργασίας, θα προκαλέσει (ενδεχομένως σε συνδυασμό και με άλλες αποφάσεις της κυβέρνησης) αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, της εσωτερικής ζήτησης, της παραγωγής, της απασχόλησης, των κερδών. Επομένως, εδώ η αύξηση των μισθών τίθεται ως προϋπόθεση της αύξησης του ΑΕΠ (wage-led growth), σε αντίθεση με την άλλη αντίληψη που θεωρεί την αύξηση του ΑΕΠ ως προαπαιτούμενο για την αύξηση των μισθών. Η μείωση της ανεργίας που θα προέλθει στα πρώτα στάδια της ανάκαμψης, θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τους μισθούς και την απασχόληση και ο ενάρετος κύκλος της ανάπτυξης θα συνεχίζεται έως ότου εξαντληθεί το αχρησιμοποίητο παραγωγικό δυναμικό. Για όσο καιρό θα διαρκεί αυτή η διαδικασία, η ανεργία θα μειώνεται και θα παρατηρούμε μια σταδιακή, πλην όμως γενική άνοδο των πραγματικών μισθών στον επιχειρηματικό τομέα.
Στο σημείο αυτό διατυπώνονται μια σειρά αντιρρήσεων, όπως ότι οι αυξήσεις των μισθών θα προκαλέσουν αυξήσεις των τιμών ή ότι θα αποτρέψουν τις επενδύσεις ή ότι θα οδηγήσουν σε ακόμη περισσότερη μαύρη εργασία. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι ξεκινώντας από ένα σημείο βαθιάς ύφεσης, όπου οι επιχειρήσεις διαθέτουν άφθονο αχρησιμοποίητο παραγωγικό δυναμικό, τις συμφέρει να αυξήσουν τον όγκο παραγωγής για να μειώσουν το κόστος, αποκομίζοντας έτσι ένα μεγαλύτερο όφελος από μιαν αύξηση των τιμών που θα μείωνε τις παραγγελίες. Όσο για τις επενδύσεις, δεν εξαρτώνται από τους μισθούς: μεσοπρόθεσμα εξαρτώνται από την ζήτηση, την κερδοφορία, και τα επιτόκια. Μια ανοδική φάση του κύκλου θα βελτιώσει την ζήτηση και δεν θα μειώσει την κερδοφορία, καθώς στην ελληνική οικονομία οι μειώσεις των μισθών αντισταθμίζονται από τις αυξήσεις των πωλήσεων. Να θυμηθούμε στο σημείο αυτό ότι στην Ελλάδα οι επιχειρήσεις έχουν, κατά μέσο όρο, τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών της Ευρώπης.
Εάν δεν θέλουν οι καπιταλιστές μας να δουλέψουν με περιθώρια κέρδους που σε άλλες αναπτυγμένες χώρες θεωρούνται λογικά, μπορούμε εμείς. Για τον λόγο αυτό, η κυβέρνηση της Αριστεράς θα πρέπει να αλλάξει την νομοθεσία ώστε οι επιχειρήσεις να περνάνε στα χέρια των εργαζομένων, όταν τα αφεντικά θέλουν να σταματήσουν τη λειτουργία της επιχείρησης. Τέλος, η αύξηση των μισθών θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακόμη περισσότερη μαύρη και αδήλωτη εργασία ή εικονικές μισθολογικές καταστάσεις, μόνον εάν εμείς αδρανήσουμε. Η επανίδρυση της Επιθεώρησης Εργασίας θα πρέπει να είναι ένα από τα πρώτα, άμεσα καθήκοντα μιας αριστερής κυβέρνησης. Θα πρέπει να φροντίσουμε και εμείς, στη βάση, να αποτρέψουμε τις παράνομες πρακτικές των εργοδοτών ξεσηκώνοντας τον κόσμο της εργασίας να διεκδικήσει τα δικαιώματά του και ρίχνοντας στον αγώνα τις αξιόλογες ταξικές συνδικαλιστικές μας δυνάμεις.
Που πάμε από ’δω, σύντροφε;
Μια τέτοια πολιτική ανάκαμψης της οικονομίας θα όφειλε να περιλαμβάνει και μια σειρά συνοδευτικών μέτρων, όπως η αύξηση της ρευστότητας, το κούρεμα στα χρέη των νοικοκυριών, η νομοθετική και διοικητική προώθηση συνεργατικών μορφών οργάνωσης της παραγωγής κλπ. Ο κοινωνικός ανταγωνισμός για την αύξηση του μισθού, δεν εξαρτάται μόνο από το ποσοστό ανεργίας, αλλά και από τους θεσμούς που ορίζουν το πλαίσιο του ταξικού ανταγωνισμού. Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι θεσμοί της αγοράς εργασίας, οι οποίοι αποτελούν αποκρυστάλλωση του παρελθόντος ταξικού συσχετισμού δύναμης που έχει ενσωματωθεί στις σχέσεις εξουσίας, και για αυτό πρέπει να τους αλλάξουμε.
Στο τέλος μιας τέτοιας πορείας με προφανές αριστερό πρόσημο και σοσιαλιστική προοπτική, το ποσοστό ανεργίας θα είχε μειωθεί, ενδεχομένως και με τη βοήθεια άλλων πλευρών της κυβερνητικής πολιτικής, οι μισθοί θα είχαν αυξηθεί, το παραγωγικό δυναμικό θα είχε εξαντληθεί, οι εργαζόμενες τάξεις θα είχαν μεγαλύτερη συνείδηση του εαυτού τους, ισχυρές πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις, και τότε πια η κερδοφορία θα άρχιζε να μειώνεται (όπως μας το εξήγησε τόσο υπομονετικά ο Μαρξ στο Κεφάλαιο). Αυτή προφανώς θα είναι μια διαφορετική συγκυρία, όπου θα δούμε τη βασική αντίθεση της κοινωνίας μας, δηλαδή την αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας, να πηδάει γυμνή στην κεντρική πολιτική σκηνή και να ρωτάει: «Ποιος οργανώνει και διευθύνει την παραγωγή;»
•
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου