Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

Καπιταλιστική ανάπτυξη και αστικοί δημοκρατικοί θεσμοί




ΠΗΓΗ: ΑΥΓΗ (25/6)
Ημερομηνία δημοσίευσης: 24/06/2011
ΤΟΥ ΑΝΕΣΤΗ ΤΑΡΠΑΓΚΟΥ
Πώς γίνεται τελικά και ο κορυφαίος θεσμός της αστικής δημοκρατίας, το κοινοβούλιο και οι λειτουργίες του, να καταλήγουν να βρεθούν στο επίκεντρο των μαζικών λαϊκών κινητοποιήσεων του τελευταίου μήνα, κατά έναν τρόπο αυθεντικά λαϊκό, πρωτότυπο και γεμάτο οργή και αγανάκτηση; Κι’ αυτό όταν επί έξι ολόκληρες μεταπολεμικές δεκαετίες, και επί τέσσερις σχεδόν δεκαετίες στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου (Πορτογαλία, Ισπανία, Ελλάδα), ο αστικός κοινοβουλευτισμός λειτούργησε αδιατάρακτα, προβλήθηκε ως η δημοκρατική απάντηση στις δικτατορίες του μεσοπολέμου και σε αντιπαραβολή με τα ανατολικά κοινωνικά καθεστώτα. Κι ακόμη περισσότερο όταν ιστορικά το ευρωπαϊκό αριστερό κίνημα, είτε στη ριζοσπαστική του εκδοχή είτε στη μετριοπαθέστερη εκδοχή του, ενέτασσε τους κοινωνικούς μετασχηματισμούς που ευαγγελίζονταν μέσα στις δημοκρατικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες, όπου και προβάλλονταν ως το αντίπαλο δέος στις συντηρητικές διακυβερνήσεις.


Η κύρια αιτία αυτού του φαινομένου ανάγεται στη λειτουργία εντός των δυτικών αστικών δημοκρατιών, δύο σαφώς διακριτών εναλλακτικών μορφών άσκησης της πολιτικής εξουσίας (συντηρητικής και σοσιαλιστικής), μέσα πάντοτε σ’ ένα περιβάλλον έντονης καπιταλιστικής οικονομικής ανάπτυξης, και εφαρμογής σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό κεϋνσιανών οικονομικών πολιτικών. Η κρίση ωστόσο υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου στη δεκαετία του 1970, και η δριμεία επανάκαμψή της στην τελευταία τριετία (2008 - 11), και μάλιστα σε συνδυασμό με την κρίση χρέους και δημοσιονομικών ελλειμμάτων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, τροποποίησε τα δεδομένα των πολιτικών συσχετισμών και άρχισε να διαταράσσει σημαντικά τη λειτουργία του αστικού κοινοβουλευτισμού.

Ο νεοφιλελευθερισμός βλάπτει σοβαρά τη δημοκρατία
Οι συντηρητικές διακυβερνήσεις άρχισαν να αποβάλουν τα χαρακτηριστικά της λαϊκής δεξιάς και να υιοθετούν τη νεοφιλελεύθερη αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης (με απαρχή τον ρηγκανισμό και θατσερισμό), ενώ τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα ξεκίνησαν, ήπια στην αρχή και εντονότερα στη συνέχεια, να υιοθετούν εξίσου πρακτικές νεοφιλελεύθερης πολιτικής για το ξεπέρασμα της κρίσης προς όφελος των δυνάμεων του κεφαλαίου. Κι’ αν αυτή η πολιτική πρακτική διακυβέρνησης προσιδίαζε στην παραδοσιακή δεξιά που διέθετε ευρείες μικροαστικές εκπροσωπήσεις, δεν συνέβη το ίδιο με τα σοσιαλιστικά κόμματα που διέθεταν (Γερμανία, Γαλλία, Ελλάδα) ισχυρές εργατικές εκπροσωπήσεις. Σε κάθε περίπτωση η προσχώρηση των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών σχηματισμών στον αστερισμό του νεοφιλελευθερισμού (με την παράλληλη παραφθορά των δυτικών κομμουνιστικών κομμάτων της Ισπανίας, Γαλλίας και Ιταλίας), έτεινε να διαρρήξει τα «κοινωνικά συμβόλαια» του εργατικού μεταρρυθμισμού, εφόσον οι ασκούμενες από μέρους τους πολιτικές περιλάμβαναν μέτρα περιορισμού των εργατικών εισοδημάτων, της απασχόλησης, των ασφαλιστικών παροχών κ.λπ.
Το πλεονέκτημα που εμφάνισε μάλιστα η σοσιαλδημοκρατική κυβερνητική διαχείριση που μετατοπίζονταν σημαντικά στην πλευρά του νεοφιλελευθερισμού ήταν το γεγονός ότι κατόρθωνε και τιθάσευε τις όποιες εργατικές λαϊκές αντιδράσεις, στο μέτρο που ασκούσε σημαντική επιρροή στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Βέβαια, εφόσον δρομολογήθηκε μια ορισμένη οικονομική ανάκαμψη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000 (διακυβέρνηση του σοσιαλφιλελεύθερου ΠΑΣΟΚ), δηλαδή μια ταχεία αύξηση της καπιταλιστικής συσσώρευσης και των κερδών, που δεν έθιγε τα επίπεδα απασχόλησης, και μάλιστα πρόσφερε δυνατότητες υπεραπασχόλησης στο εργατικό δυναμικό της χώρας, η ελληνική σοσιαλδημοκρατία δεν κλονίστηκε και διατήρησε τις εργατικές της αντιπροσωπεύσεις.
Η επανάκαμψη της κρίσης κεφαλαιακής υπερσυσσώρευσης στα 2008, παράλληλα με την απειλή κατάρρευσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την ανάδειξη της κρίσης δημόσιου χρέους, οδήγησε την ελληνική σοσιαλδημοκρατία, που είχε ήδη διανύσει μια μακρά πορεία μετατόπισης προς τον νεοφιλελευθερισμό, να ωθήσει την ιστορική της μετάλλαξη στα έσχατα όριά της. Έτσι η υιοθέτηση του Μνημονίου του Μαΐου 2010 και η σημερινή απόπειρα κοινοβουλευτικής επικύρωσης του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος, σ’ ένα περιβάλλον έντονης οικονομικής ύφεσης (ρυθμός ανάπτυξης -4%, επίπεδο ανεργίας 17% κ.ά.) που επιτείνεται από τα δρακόντεια δημοσιονομικά κυβερνητικά μέτρα, παράλληλα με την γρήγορη εγκατάλειψη του διαλείμματος της λαϊκής δεξιάς, οδήγησαν στην ταύτιση των δύο κυρίαρχων πολιτικών σχηματισμών, και στην επιβολή του «μονόδρομου». Ταυτόχρονα το ελληνικό αριστερό κίνημα, παρόλο που δεν κατακρημνίστηκε σε εξωκοινοβουλευτικά επίπεδα, όπως συνέβη σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, εντούτοις εξ αιτίας των υποκειμενικών του ανεπαρκειών (περιχαράκωση και απομονωτισμός του ΚΚΕ, βαθιά και παρατεταμένη κρίση του ΣΥΡΙΖΑ κ.λπ.), εντούτοις δεν κατόρθωσε να προβάλλει στο κεντρικό προσκήνιο ως μετωπική ενωτική αριστερή εναλλακτική διέξοδος.

Ο κοινωνικός χαρακτήρας της «Πραγματικής Δημοκρατίας Τώρα»
Με αυτή την απουσία διεξόδου από τα αριστερά, με μεταλλαγμένο και αποψιλωμένο συνδικαλιστικό κίνημα (εργοδοτικός συνδικαλισμός), με επιδείνωση όλων των συνθηκών αναπαραγωγής της κοινωνικής πλειοψηφίας, και με την επικράτηση του κοινοβουλευτικού «μονοδρόμου» του κοινωνικού ολοκαυτώματος και του κινδύνου ολόπλευρης εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, επόμενο ήταν η γενικευμένη λαϊκή οργή (ανέργων, νεολαίας, εργαζομένων, συνταξιούχων) να βρει διέξοδο στο κίνημα των πλατειών της «Πραγματικής Δημοκρατίας Τώρα». Και φυσικό επακόλουθο ήταν το πρωτοφανέρωτο αυτό, επίμονο, βαθιά πολιτικοποιημένο, πολύμορφο και δημοκρατικό λαϊκό κίνημα, να θέσει στο επίκεντρό του το αστικό κοινοβούλιο και την παρεμπόδιση της ψήφισης του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος ευρύτατης λαϊκής καταστροφής.
Μ’ άλλες λέξεις η καπιταλιστική κρίση (παραγωγής, χρέους, πίστης), η ταύτιση των δύο πόλων του αστικού δικομματισμού, η βύθιση της οικονομίας στην ύφεση και την υπερδιόγκωση της ανεργίας, και η αδυναμία ανάδειξης αριστερής ενωτικής εναλλακτικής προοπτικής με δυνατότητα ανάδειξής της σε σχετικά πλειοψηφική πρόταση κάλυψης των λαϊκών αναγκών, φέρνει το ποτάμι της λαϊκής αγανάκτησης αντιμέτωπο με το αστικό κοινοβούλιο και τις διαδικασίες του. Πραγματικά η αντιπολίτευση έχει μετακομίσει από τα έδρανα του κοινοβουλίου στις πλατείες, στους δρόμους, στους απεργιακούς αγώνες, στις νεολαιίστικες κινητοποιήσεις. Παρακμή του αστικού κοινοβουλευτισμού και ανάδειξη ανώτερων μορφών πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής δημοκρατίας ; Εμβάθυνση του δημοκρατισμού και προαγωγή μορφών άμεσης δημοκρατίας (με τους αντίστοιχους κοινωνικούς μετασχηματισμούς λ.χ. κοινωνικού ελέγχου του διευθυντικού δικαιώματος στην παραγωγή) κ.λπ.; Όλα θα κριθούν από την πολιτική δυναμική αυτού του διαμορφούμενου κοινωνικού αντιμνημονιακού μετώπου, από την ικανότητά του να καταστεί αποτελεσματικό, δηλαδή να αποκρούσει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, από την ανάδειξη εντελώς καινούργιων μορφών ισότιμης διαλεκτικής συνάρθρωσης πολιτικών υποκειμένων και «αυθόρμητα συνειδητού» λαϊκού κινήματος, από τη διαμόρφωση μιας αριστερής ριζοσπαστικής λαϊκής συμμαχίας και φερέγγυας εναλλακτικής προοπτικής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: