Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

Η αριστερά, το ευρώ και το φύλο των αγγέλων

 
ΠΗΓΗ: ΑΥΓΗ
Ημερομηνία δημοσίευσης: 12/12/2010
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Έτσι όπως πάμε, σε λίγο καιρό οι εφημερίδες, τα fora και οι σχηματισμοί της αριστεράς θα καταντήσουν λέσχες ομαδικής ψυχανάλυσης, όπου καθείς θα προσέρχεται γεμάτος θυμό ή απογοήτευση να βγάζει τ’ απωθημένα του. Οι πιο αυτάρκεις θα επαίρονται που η ζοφερή πραγματικότητα επιβεβαίωσε την ανάλυσή τους. Οι πιο ανασφαλείς θα συνθέτουν θρήνους για χαμένες ευκαιρίες. Αυτές οι ομάδες ψυχολογικών ερειπίων θα είναι ό,τι θα έχει απομείνει από τα ρεύματα που διακινούν αυτάρεσκα τις μοναδικές αλήθειες τους.


Παρ’ ότι οι αυτοδιοικητικές εκλογές έδωσαν ευκαιρίες σε όλους και μια μεγαλύτερη ευκαιρία στην όλη αριστερά, αυτό που ακολούθησε είναι η παγίωση των διαχωριστικών γραμμών. Ακόμη και τα νέα ενωτικά εγχειρήματα που υποτίθεται ότι ξεκινούν θέτουν προαπαιτούμενα και δημιουργούν αποκλεισμούς. Ένα από τα «αγαπημένα» προαπαιτούμενα των σχηματισμών της ριζοσπαστικής αριστεράς είναι η στάση έναντι του ευρώ και της Ε.Ε. Έχει διεξαχθεί μια πολύ ενδιαφέρουσα αντιπαράθεση -και μέσα από τις στήλες της "Αυγής"- η οποία ωστόσο θυμίζει διαπληκτισμούς για το φύλο των αγγέλων.

Στο ένα άκρο διατυπώνεται η θέση ότι προϋπόθεση κάθε συζήτησης για προγραμματική σύγκλιση είναι η υιοθέτηση του αιτήματος εξόδου από το ευρώ. Στο άλλο άκρο προβάλλεται η θέση πως το ευρώ καθεαυτό δεν ζημίωσε τον κόσμο της εργασίας και πως, αντίθετα, η έξοδος από αυτό μπορεί να έχει καταστροφικά αποτελέσματα. Αυτή είναι η απλουστευμένη εκδοχή των δύο αντιλήψεων, που συνοδεύονται από διόλου φιλικούς χαρακτηρισμούς εναντίον αλλήλων περί «καθεστωτικής, διαχειριστικής προσέγγισης».
Τα ιδεολογικά εφαλτήρια των δύο απόψεων έχουν, βεβαίως, το ενδιαφέρον τους στον βαθμό που διακηρύσσουν την προσήλωσή τους στον στόχο μιας αντικαπιταλιστικής εξόδου από την κρίση. Ωστόσο -και παρ’ ότι προσωπικά τάσσομαι αναφανδόν υπέρ της πρώτης προσέγγισης- οφείλω να αναγνωρίσω ότι και οι δύο καταλήγουν σε αφορισμούς που καταλύουν τη δυνατότητα πολιτικής δράσης. Κι αυτό γιατί αγνοούν τη συγκυρία που κατέστησε επίκαιρη τη συζήτηση για το ευρώ. Που δεν είναι άλλη από την κρίση του χρέους, η οποία απειλεί την υπόσταση της κοινωνίας. Με ευρώ ή με δραχμή.
Την Τετάρτη βρέθηκε στην Αθήνα ο οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπινί. Δεν μίλησε σε κάποιο ακροατήριο αριστερών διανοουμένων ή συνδικαλιστών. Μίλησε με τραπεζίτες, επιχειρηματίες, τον πρωθυπουργό. Τι τους είπε; Ότι η επιστροφή στη δραχμή ενδεχομένως θα γίνει μονόδρομος για την Ελλάδα αν δεν προηγηθεί μια ριζική αναδιάρθρωση του χρέους. Περίπου ταυτόχρονα, στις ΗΠΑ, αναλυτές από τα μεγαλύτερα επενδυτικά κεφάλαια του καπιταλισμού-καζίνο πρόβλεψαν ότι σε 10 χρόνια το ευρώ δεν θα υπάρχει. Τι σημαίνει αυτό; Ότι η κατεδάφιση του ευρω μπορεί να είναι στόχος μερίδων του «πολεμοχαρούς» χρηματιστικού κεφαλαίου, για λόγους εντελώς αντίθετους με τους στόχους της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
Στον αντίποδα, στο μέτωπο των υπερασπιστών του ευρώ έχει επέλθει ένα βαθύτατο ρήγμα. Οι πολιτικές που επιβάλλονται για τη στήριξή του αποκτούν πλέον ένα διαφανέστατο ταξικό περιεχόμενο. Με ευρωομόλογο ή ελεγχόμενη χρεωκοπία α λα Μέρκελ, η Ευρωζώνη επιχειρεί να διατηρήσει τη συνοχή της μέσα από τη συντριβή της εργασίας και του κοινωνικού κράτους, την ισοπέδωση της εθνικής κυριαρχίας και της δημοκρατίας, τη μετατροπή της περιφέρειας σε κράτη-παρίες.
Η συγκυρία που διαμορφώνεται μπορεί να φέρει και τους πιο συνεπείς ευρωπαϊστές ενώπιον του διλήμματος «με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις». Αν η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα γίνει έσχατος όρος επιβίωσης για τις κοινωνίες του Νότου, τι θα πουν;
Το συμπέρασμα είναι το εξής: Πρώτον, ο ιδεολογικός «μανιχαϊσμός» της αριστεράς περί το κοινό νόμισμα ηχεί σαν πολυτέλεια όταν καταγράφεται η τρομακτική αδυναμία της να υπερασπιστεί, μαζί με την κοινωνία, πιο στοιχειώδη πράγματα, όπως ο μισθός, η σύμβαση, η δημοκρατία. Δεύτερον, στις συνθήκες που διαμορφώνονται η διαχωριστική γραμμή είναι αλλού. Καθώς η κρίση του χρέους και η διαχείρισή της από τις νεοφιλελεύθερες ευρωπαϊκές ηγεσίες συμπυκνώνει όλες τις αντιθέσεις στη «μητέρα όλων των αντιθέσεων», αυτήν μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, η αριστερά οφείλει να συγκεντρώσει δυνάμεις και συμμαχίες στην πλευρά υπέρ της οποίας υποτίθεται ότι υπάρχει. Δεν υπάρχει λόγος να ξαναγράψει το «Κεφάλαιο» ή τις «Ιστορίες του κ. Κόινερ». Αρκεί να επικεντρώσει την κοινή δράση της σ’ αυτό που πριν από ένα χρόνο ήταν αδιανόητο και σήμερα το «διανοείται» σοβαρά η πλειοψηφία της κοινωνίας: την άρνηση ή αναδιαπραγμάτευση του επαχθούς χρέους. Οι ταξικές και πολιτικές ρήξεις που θα φέρει η ωρίμανση του στόχου αυτού, στην Ελλάδα και την Ε.Ε., είναι αδύνατο να μη θίξουν και την τύχη του ευρώ. Το αν θα οδηγήσουν και σε έξοδο από αυτό θα κριθεί από μια αλληλουχία αντιθέσεων που είναι αδύνατο να προβλέψουμε σήμερα.
Δεν δηλώνω «αγνωστικιστής» του ευρώ -αντιθέτως βρίσκομαι στην πλευρά του «αντί»-, αλλά προτιμώ, μέχρι να λυθεί αυτή η αντίθεση, να βλέπω τους αριστερούς και την αριστερά να υπερασπίζονται τον μόχθο και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων, να αποτρέπουν την καταστροφή της κοινωνίας.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Συμφωνώ απόλυτα!

Η σφοδρότητα της επίθεσης έχει οδηγήσει τον κόσμο της αριστεράς σε περιχαράκωση στην αυταρέσκεια των "παλιών γνωστών αληθειων". Αν δεν αναγνωρίσουμε εξαρχής ότι αυτή η επίθεση δεν θα ήταν δυνατή αν δεν είχε προηγούμενα καταλυθεί η ηγεμονία των ιδεών μας στην ελληνική κοινωνία δεν θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε εστίες αντίστασης.

Παρόλα αυτά "κατι" πρέπει να κάνουμε όπως λέει και ο Ζιζεκ...
Αυτή η πρεμούρα να φτιάξουμε Επιτροπές, Μέτωπα κτλ για να εκφωνηθεί ο δικός μας "καθαρός" λόγος χωρίς αντίστοιχη πραξη έχει πραγματικά εξοργίσει τη κοινωνία!

Αναρωτιέμαι ακούει κανείς?

ξέσβουρος είπε...

απλός, κατανοητός, ουσιαστικός.
για άλλη μια φορά υποκλίνομαι.

Unknown είπε...

Ας μην ξεχνάμε, σύντροφοι της Αριστεράς, ότι η ενότητα που τόσο επιζητούμε για να πετύχουμε κάτι καλύτερο είναι πρώτα από όλα Συμμαχία για αυτά που μας ενώνουν, και όχι παύση πυρός σε όσα μας χωρίζουν.

Θεωρώ ότι αν πορευτούμε με αυτό το σκεπτικό και μαλακώσουμε προσωρινά τις σκληρές μας αντιστάσεις για όλα όσα τώρα διαφωνούμε, θα διατηρήσουμε το δικαίωμα να ελπίζουμε για κάτι καλύτερο.