Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

Μπορεί τελικά το σύστημα να διαχειριστεί την κρίση που απλώνεται σε όλα τα επίπεδα;



Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου.
«Υπάρχουν κι άλλοι σκελετοί στη ντουλάπα ή θα βρούμε μέσα μόνο… τον ντουλαπά;», είναι ένα από τα αστεία που κυκλοφόρησαν στους διαδρόμους της Βουλής μετά την γκάφα της διαρροής του ηλεκτρονικού μηνύματος με τον «cabinet man». Το περιστατικό αυτό, εκτός από το πρόβλημα που έχουν στελέχη του κυβερνώντος κόμματος με τα αγγλικά τους, επιβεβαίωσε ότι ο… ανεμιστήρας που έχει τοποθετηθεί μπροστά στη λάσπη των εξεταστικών επιτροπών Siemens και Βατοπεδίου χρησιμοποιείται από τα κόμματα εξουσίας ως βασικό εργαλείο αντιπερισπασμού της κοινής γνώμης από το μείζον πρόβλημα: την ολοκληρωτική οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση στην οποία βυθίζεται η χώρα ως αποτέλεσμα της πλήρους παράδοσης της εξουσίας στην τρόικα ΔΝΤ- Ε.Ε.- ΕΚΤ και στις κυνικές απαιτήσεις της.

Ο Γ. Παπανδρέου, από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες διακυβέρνησης και ιδιαίτερα από τη στιγμή που αποκαλύφθηκε σε όλη της την έκταση η δημοσιονομική κρίση, δεν έκρυψε τις προθέσεις του να χειριστεί το πρόβλημα ως ζήτημα «ηθικής τάξης», επιρρίπτοντας τις βασικές ευθύνες για την κρίση στη διακυβέρνηση Καραμανλή. Στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο, δεν απέκλειε το ενδεχόμενο απόδοσης «ηθικών ευθυνών» και στη διακυβέρνηση Σημίτη (τουλάχιστον στην «ποσόστωση» που της αναλογεί), γεγονός που θα έφερνε στη «σέντρα» και επίλεκτα στελέχη του εκσυγχρονιστικού μπλοκ. Σε πρώτη φάση, πάντως, τα «φίλια πυρά» θα εξαντλούνταν στα ήδη καμένα «εξαπτέρυγα» του εκσυγχρονισμού που έχουν εμπλακεί στα σκάνδαλα Βατοπεδίου και Siemens (π.χ. Τσουκάτος, Δρυς, Φωτιάδης).

Στην πορεία, και καθώς ετίθετο σε εφαρμογή ο σκληρός πυρήνας της πολιτικής «σωτηρίας της χώρας από τη χρεοκοπία», η οποία κατέληξε στο αποικιοκρατικής έμπνευσης μνημόνιο της τρόικας, προέκυψε η ανάγκη για ένα ισχυρό ηθικό αντιστάθμισμα στις «θυσίες» τις οποίες καλούνταν να υποβληθεί η ελληνική κοινωνία. «Στην Κομισιόν με ρωτούν αν επιτέλους θα πάει κάποιος στη φυλακή», είχε πει στις παραμονές της υπογραφής του μνημονίου παράδοσης της χώρας ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου και το ίδιο ερώτημα επαναλάμβαναν καθημερινά σε όλες τις εκδοχές τα καθεστωτικά ΜΜΕ. Μπορεί, λοιπόν, οι υποθέσεις της Siemens και του Βατοπεδίου να μην είχαν καμιά προφανή σχέση με την κρίση του χρέους, ωστόσο, προσέφεραν ευκαιρίες ηθικής ικανοποίησης της κοινής γνώμης και έναν μικρό, ελεγχόμενο αριθμό εξιλαστήριων θυμάτων από το πολιτικό προσωπικό.

Στην τακτική αυτή του κυβερνώντος κόμματος φαίνεται πως συνέκλινε, για τους δικούς του λόγους ενδοκομματικής εξουσίας και ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της Ν.Δ. Αντώνης Σαμαράς, που προσέφερε και αυτός στο θυσιαστήριο της «αυτοκάθαρσης» του πολιτικού συστήματος έναν ελεγχόμενο αριθμό θυμάτων από γαλάζια στελέχη, που είτε πρόσκεινται σε εσωκομματικούς αντιπάλους του είτε αποτελούν απλώς «βαρίδια». Πάντως, η όλη μεθόδευση στις δύο εξεταστικές επιτροπές εξ αρχής απέπνεε μια φιλοσοφία συμψηφισμού μεταξύ των δύο κομμάτων εξουσίας που θα κατέληγε σε ένα νέο σημείο ισορροπίας του πολιτικού συστήματος.

Ποιος «κρατάει» ποιον;

Ωστόσο, το σχέδιο ελεγχόμενης αυτοκάθαρσης, που προφανώς εμπεριέχει και ένα βαθμό παρασκηνιακής συνεννόησης και «συμφωνίας κυρίων» του πρωθυπουργού με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, φαίνεται ότι ακολουθεί τα αξιώματα της θεωρίας του χάους: το πέταγμα μιας πεταλούδας στην… εξεταστική για τη Siemens μπορεί να προκαλέσει σεισμό στο κομματικό σύστημα. Όπως έδειξε η εμπλοκή και η δίωξη του «εκσυγχρονιστή» πρώην υπουργού Τάσου Μαντέλη στα μαύρα ταμεία της Siemens και ο σαφής υπαινιγμός που εκτόξευσε από στην εξεταστική επιτροπή για τους αποδέκτες «της μίζας των 10 εκατομμυρίων ευρώ», καθένας από τους εμπλεκόμενους στις υποθέσεις διαφθοράς έχει τη δυνατότητα να πάρει μαζί του μερικούς ακόμη.

Μέλη της εξεταστικής επιτροπής αναρωτιούνται πόσοι πρώην αλλά και νυν υπουργοί θα μείνουν στο απυρόβλητο αν ερευνηθούν ενδελεχώς και χωρίς χρονικούς περιορισμούς οι υποφάκελοι του σκανδάλου Siemens που αφορούν στις προγραμματικές συμβάσεις του ΟΤΕ, στις αντίστοιχες συμβάσεις της γερμανικής εταιρίας με τον ΟΣΕ, στις προμήθειες των νοσοκομείων, στην υπόθεση του C4I, στη θολή ακόμη υπόθεση του επιχειρηματία Μάριου Κάτσικα κα στο πλούσιο σε ονόματα και δημόσιες σχέσεις ημερολόγιο του διαχειριστή των μαύρων ταμείων της Siemens στην Ελλάδα, Μιχάλη Χριστοφοράκου.
Ο οποίος, σημειωτέον, διαμηνύει από τη Γερμανία όπου βρίσκεται ελεύθερος: «Ας περάσει λίγο το καλοκαίρι και θα μιλήσουμε πιο ανοικτά. Αυτή τη στιγμή οι δικηγόροι μου με συμβουλεύουν να μη μιλήσω. Ελπίζω να το κάνω σύντομα» (τηλεφωνική δήλωση στον Αντένα).

Χωρίς να πάρει κανείς υπόψη τι είδους καινούργια χαρτιά μπορεί να ρίξει στο τραπέζι ο «κ. Siemens», από τα μέχρι στιγμής δεδομένα στο πεδίο βολής των εξεταστικών μπαίνουν και μερικά κεντρικά πρόσωπα της τωρινής κυβέρνησης (Γ. Παπακωνσταντίνου, Μ. Χρυσοχοϊδης) αλλά και πρόσωπα που συνδέονται στενά με τον ίδιο τον πρωθυπουργό (Ν. Παπανδρέου), ενώ απ’ το γαλάζιο στρατόπεδο, πέραν της οικογενείας Μητσοτάκη που βρίσκεται συστηματικά στη λίστα των ευεργετούμενων της Siemens, επιχειρείται και η εμπλοκή του ίδιου του Αντώνη Σαμαρά που αποκαλύπτεται στο e-mail του συγγενή του Ευάγγελου Σέκερη.

Αν δε στο κάδρο της «διαφάνειας» προστεθεί και η εξεταστική επιτροπή για την οικονομία, θα χρειαστεί εξαιρετική επιδεξιότητα και άψογη συνεννόηση μεταξύ των επικεφαλής ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας για να αποφευχθεί η εμπλοκή στον πολιτικό και ποινικό έλεγχο της Βουλής των δύο πρώην πρωθυπουργών (Σημίτη και Καραμανλή), του νυν προέδρου της Ν.Δ., τεσσάρων πρώην υπουργών Οικονομίας και μιας ακόμη ντουζίνας κορυφαίων υπουργών της τελευταίας δεκαπενταετίας.

Κρίση και απονομιμοποίηση κομματικού συστήματος

Οι «Κλουζό» της διαφάνειας ξεκίνησαν τον αντιπερισπασμό της αυτοκάθαρσης με πρόθεση να δώσουν στην κοινή γνώμη το θέαμα έναντι του άρτου που της στερούν. Ωστόσο, η επιχείρηση «αυτοκάθαρσης» γίνεται στο έδαφος μιας κλιμακούμενης απονομιμοποίησης του κομματικού συστήματος όχι κυρίως για το κολοσσιαίο πρόβλημα της διαφθοράς, αλλά για την άνευ προηγουμένου επίθεση που υφίσταται η κοινωνία σε κεκτημένα και δικαιώματα δεκαετιών. Καθώς η κοινή γνώμη υφίσταται το ένα σοκ μετά το άλλο από τις «αποκαλύψεις» για τις απαιτήσεις του μνημονίου κυβέρνησης - τρόικας στο ασφαλιστικό, τα εργασιακά δικαιώματα, τη δημόσια περιουσία, χωρίς μάλιστα καμιά εγγύηση ότι θα αποφευχθεί η χρεοκοπία της χώρας, ανακαλύπτει, επίσης, ότι την καταδίκη της στον οικονομικό μεσαίωνα προσυπογράφει ένα πολιτικό προσωπικό βυθισμένο στην ανυποληψία, στη διαφθορά, στη μίζα, στη διαπλοκή με τα επιχειρηματικά συμφέροντα, με τα οποία, μάλιστα, εξακολουθεί να συναλλάσσεται εν ονόματι της ανάπτυξης.

Οι τελευταίες καταγραφές (στις δημοσκοπήσεις) ανέβαζαν στο 40% το ποσοστό των ερωτώμενων που δεν περιμένουν τίποτα από τα υπάρχοντα κόμματα ή που τα θεωρούν ανίκανα και ακατάλληλα για τη διαχείριση της κρίσης που διέρχεται η χώρα. Η προσθήκη στην εικόνα της πλήρους ηθικής απαξίωσης του πολιτικού προσωπικού από τη διακομματική εμπλοκή στα σκάνδαλα δημιουργεί πλέον ένα συστημικό κίνδυνο, την απειλή ενός πολιτικού Αρμαγεδδώνα δίπλα στο δημοσιονομικό. Και, μάλιστα, χωρίς αξιόπιστες εφεδρείες.

Ίσως γι’ αυτό, στην κεκτημένη ταχύτητα πράσινων και γαλάζιων στελεχών για διαρροές και αποκαλύψεις, οι ψυχραιμότεροι αντιτάσσουν την ανάγκη ενός φρεναρίσματος. «Δεν είναι διαφάνεια η ζουγκλοποίηση της πολιτικής ζωής… Η γενίκευση ότι οι πρώην υπουργοί είναι εγκληματίες και οι νυν και αυριανοί υπουργοί είναι πιθανοί εγκληματίες, είναι απαράδεκτη, είναι μεγάλη η απόσταση και δεν μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους», τόνισε προ ημερών πιο χαρακτηριστικά απ’ όλους ο υπουργός Άμυνας Ευάγγελος Βενιζέλος, επιχειρώντας να αφυπνίσει τα ανακλαστικά αυτοσυντήρησης του συστήματος εξουσίας.

Η νέα «μεταπολίτευση» και το σενάριο των διπλών εκλογών
Στην επιχείρηση «αυτοκάθαρση» του κομματικού συστήματος συνέκλιναν παράλληλα (και σ’ ένα βαθμό ανταγωνιστικά) συμφέροντα.
Ο Γ. Παπανδρέου και η ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ γνώριζαν εξ αρχής ότι η πολιτική σκληρής λιτότητας και αποψίλωσης του ήδη ισχνού κοινωνικού κράτους θα ήταν πολιτικά μη διαχειρίσιμη. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που τα περισσότερα μέτρα φέρνουν το ΠΑΣΟΚ σε σύγκρουση με το σκληρό πυρήνα της εκλογικής και κομματικής του βάσης (δημόσιοι υπάλληλοι, εργαζόμενοι ΔΕΚΟ, μικρομεσαίοι). Θεωρήθηκε, λοιπόν, αναγκαίο να φιλοτεχνηθεί το νέο προφίλ του κόμματος, απαλλαγμένο από «λεκέδες» του παρελθόντος, ιδιαίτερα της «εκσυγχρονιστικής» περιόδου, και να εξουδετερωθούν πιθανοί αντίπαλοι σε περίπτωση κρίσης ηγεσίας. 

Tαυτόχρονα, η εξουδετέρωση στελεχών με επιρροή στην κομματική βάση εξυπηρετεί και το νέο, πρωθυπουργοκεντρικό στυλ διακυβέρνησης που στηρίζεται σε τεχνοκράτες συμβούλους χωρίς τα βάρη του «πολιτικού κόστους» (αλλά και χωρίς καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση). Ανάλογες ήταν και είναι οι ανάγκες του αρχηγού της Ν.Δ., που έτσι κι αλλιώς θα αντιμετωπίσει σύντομα τις πιέσεις από το εκκολαπτόμενο στα κεντροδεξιά κόμμα της Ντόρας Μπακογιάννη, το οποίο είναι διατεθειμένοι να ακολουθήσουν περίπου 20 βουλευτές, πέρα από τις πιέσεις που του ασκεί ο ΛΑΟΣ. Ο Αντώνης Σαμαράς φαίνεται να ρισκάρει ακόμη και τη ρήξη με έναν τρίτο πόλο εσωκομματικής πίεσης, αυτόν των ακραιφνώς καραμανλικών (θυσιάζοντας τον Κ. Καραμανλή), προκειμένου να εμφανίσει στην κοινή γνώμη ένα ριζικά «νέο κόμμα» και να μείνει στο κάδρο του συστήματος εξουσίας. 

Μια τρίτη συνιστώσα της «επιχείρησης – αυτοκάθαρση», είναι οι επιχειρηματικοί παράγοντες. Πέρα από το παραδοσιακό εκδοτικό μπλοκ της διαπλοκής, κάποιοι μεγαλοεπιχειρηματίες σταθμίζουν προς το παρόν τα υπέρ και τα κατά της άμεσης εμπλοκής τους στην πολιτική διαδικασία. Η ηχηρή ρητορική του προέδρου του ΣΕΒ Δ. Δασκαλόπουλου, αλλά και του προέδρου της MIG Ανδρέα Βγενόπουλου για το «διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα και για ανάγκη μιας νέας μεταπολίτευσης», ίσως κρύβουν ανομολόγητες προθέσεις για νέο πολιτικό φορέα που θα απηχεί «τις υγιείς επιχειρηματικές δυνάμεις». 

Σε κάθε περίπτωση, όλοι οι «παίκτες» φαίνεται να παίρνουν θέσεις μάχης δια παν ενδεχόμενο. Και ένα από τα ενδεχόμενα αυτά είναι οι διπλές εκλογές το Νοέμβριο (μαζί με τις εκλογές στην αυτοδιοίκηση). Αν η κοινωνική δυσφορία υπερβεί το όριο κινδύνου, αν η κυβέρνηση χρεωθεί την αποτυχία της πρώτης φάσης των μέτρων, αν η τρόικα απαιτήσει νέα ακόμα πιο σκληρά μέτρα, είναι πολύ πιθανό το σύστημα εξουσίας να επιδιώξει εκτόνωση σε μια εκλογική αναμέτρηση με καινούργιους παίκτες και με στόχο λύση πέρα από την παράδοση της αυτοδυναμίας. 

Είναι πολύ διδακτικό το παράδειγμα της Τσεχίας, στην οποία η τελευταία η οικονομική κρίση οδήγησε σε εκλογική συντριβή τόσο το κυβερνών σοσιαλδημοκρατικό κόμμα όσο και το αντιπολιτευόμενο δεξιό, το οποίο, όμως, θα συγκυβερνήσει με τα δύο πρωτοεμφανιζόμενα κεντροδεξιά κόμματα που συγκέντρωσαν ποσοστό 25%!

Δεν υπάρχουν σχόλια: