ΠΗΓΗ: FT (via Euro2day)
by W. Munchau
Η Angela Merkel επισκέφθηκε το Πεκίνο, ενώ η εμπορική σχέση της Κίνας με τη Γερμανία ενισχύεται σε τέτοιον βαθμό ώστε να πλησιάζει να εκθρονίσει τη Γαλλία από το βάθρο του μεγαλύτερου εμπορικού εταίρου του Βερολίνου. Όταν αυτό συμβεί θα είναι μία στιγμή-ορόσημο. Και θα ενθαρρύνει εκείνους που ήδη θέτουν το εξής ερώτημα: μήπως η Γερμανία θα πρέπει να διαχωρίσει τη θέση της από την ευρωζώνη και να γίνει μία BRIC, δηλαδή μία μεσαίου μεγέθους παγκόσμια οικονομική δύναμη όπως η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία και η Κίνα;
Άκουσα πρώτη φορά γι' αυτήν την άποψη από τον Ulrike Guerot, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τις Διεθνείς Σχέσεις, ο οποίος αντιτίθεται πολύ στην αποσχιστική και αντιευρωπαϊκή τάση που επικρατεί στη Γερμανία. Η πιο σαφής διατύπωση αυτής της πρότασης έγινε προσφάτως από τον Wolfgang Reitzle.
Ο διευθύνων σύμβουλος του γερμανικού βιομηχανικού ομίλου Linde δήλωσε πως η Γερμανία θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο εξόδου από την ευρωζώνη. Παραδέχθηκε πως βραχυπρόθεσμα μία τέτοια κίνηση θα προκαλέσει προβλήματα, αλλά υποστήριξε πως μακροπρόθεσμα θα ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Πάντα πίστευα ότι η εμμονή της Γερμανίας με την ανταγωνιστικότητα είναι μία από τις βαθιές αιτίες της κρίσης στην ευρωζώνη. Η ενεργή επιδίωξη μεγάλων πλεονασμάτων στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών έχει συμβάλει στη δημιουργία των εσωτερικών ανισορροπιών της ευρωζώνης. Για μία χώρα του μεγέθους της Γερμανίας η πολιτική αυτή μπορεί να είναι εφικτή - αν και εσφαλμένη. Για την κατά πολύ μεγαλύτερη ευρωζώνη, όμως, η πολιτική αυτή είναι μη βιώσιμη.
Στην ίδια κατεύθυνση -αν και λιγότερο επιθετικά από ό,τι η απαίτηση για στρατηγική τύπου BRIC- κινείται το αίτημα για έξοδο της Ελλάδας και άλλων χωρών της περιφέρειας από την ευρωζώνη. Αυτήν την άποψη εξέφρασε πρόσφατα ο Klaus-Peter Muller, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Commerzbank.
Είναι σαφές ότι η διατήρηση της ενότητας της ευρωζώνης δεν είναι πλέον προτεραιότηταγια το επιχειρηματικό και το χρηματοοικονομικό κατεστημένο της Γερμανίας. Παρότι τη δεκαετία του 1990 ήταν ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της νομισματικής ένωσης.
Η απογοήτευση του γερμανικού κατεστημένου από τους γείτονές του στη Δύση και στον Νότο συμπίπτει με την ανάδειξη της εκτίμησης που τρέφει για τα κράτη της Ανατολής. Προσφάτως, κάποιος μου υπενθύμισε αυτήν την αλλαγή κατά τη διάρκεια δείπνου στο Βερολίνο με μία ομάδα δημοσιογράφων.
Ένας εξ αυτών με πληροφόρησε ότι οι Βερολινέζοι θεωρούν πλέον ότι η Μόσχα είναι μακράν η πιο «cool» πόλη στην Ευρώπη, μετά το Βερολίνο βεβαίως. Ψηλά στις προτιμήσεις τους βρίσκεται και η Βαρσοβία, σε μεγάλη απόσταση από το Λονδίνο, το Παρίσι ή τη Νέα Υόρκη. Το παλαιό Βερολίνο χωρίζεται στο δυτικό και στο ανατολικό. Η νεολαία του Βερολίνου κοιτά Ανατολικά. Οι γερμανικές επιχειρήσεις, όμως, κοιτούν ακόμη παραπέρα…, στην Άπω Ανατολή.
Στην ευρωζώνη γίνεται ήδη αισθητό ότι η Γερμανία αρχίζει να διαχωρίζει τη θέση της. Μετά το τραγικό συμβάν στις ιταλικές ακτές με το κρουαζιερόπλοιο Concordia, κάποια ιταλική εφημερίδα δημοσιοποίησε μία γελοιογραφία με τη Γερμανίδα καγκελάριο σε ναυαγοσωστική λέμβο να απομακρύνεται από το πλοίο Discordia (λογοπαίγνιο, που παραπέμπει στη λέξη «ασυμφωνία»), αγνοώντας εκείνους που της φωνάζουν να επιστρέψει στο κατάστρωμα.
Ακόμη κι εγώ θεωρώ πως αυτό είναι άδικο για την An. Merkel. Μπορεί να υπέπεσε σε σοβαρά λάθη πολιτικής κατά τη διαχείριση της κρίσης και αδιαμφισβήτητα θα κάνει και άλλα στο μέλλον. Δεν προετοιμάζεται, όμως, για έξοδο της Γερμανίας από την ευρωζώνη.
Εάν, όμως, οι Γερμανοί θελήσουν να επανατοποθετηθούν στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη, το πολιτικό σύστημα θα βρει έναν τρόπο να προσαρμοστεί.
Ουσιαστικά, αυτό που τίθεται επί τάπητος είναι μία παραλλαγή του γνωστού γερμανικού ζητήματος. Μετά την ενοποίηση, η Γερμανία είναι πλέον πολύ μεγάλη για να είναι ένα ακόμη κράτος-μέλος της Ε.Ε., αλλά όχι τόσο μεγάλη ώστε να γίνει υπερδύναμη. Ο υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας, Radoslaw Sikorski, προσφάτως ζήτησε μεγαλύτερη γερμανική ηγεσία στην Ευρώπη. Τις ελάχιστες φορές όμως όπου η Γερμανία πήρε τα ηνία, αντιμετωπίστηκε με περιφρόνηση.
Κατά βάθος, οι Γερμανοί δεν θέλουν να ηγηθούν της Ευρώπης γιατί δεν είναι έτοιμοι να πληρώσουν το τίμημα της ηγεσίας. Γι' αυτό, άλλωστε, ήταν τόσο σημαντικό για τη γερμανική κυβέρνηση να παρουσιάσει ένα σαφώς ορισμένο πλαφόν για τη μέγιστη συνεισφορά της χώρας στα πακέτα στήριξης.
Ωστόσο, όσοι υποστηρίζουν τη στρατηγική BRIC, θεωρούν ότι είναι μία διέξοδος από αυτό το δίλημμα του… δύσχρηστου μεγέθους. Είναι σαφές, παρ' όλα αυτά, ότι δεν θα έχει αποτέλεσμα.
Η Γερμανία σε μεγάλο βαθμό αντλεί τη δύναμή της από τη χαμηλή ισοτιμία του νομίσματος που χρησιμοποιεί. Αυτό αποδίδεται σε συνδυασμό λιτότητας στους μισθούς και μείωσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας έναντι του δολαρίου και άλλων νομισμάτων, ως αποτέλεσμα της κακής διαχείρισης της κρίσης.
Εάν ξαφνικά εμφανιζόταν ένα νέο γερμανικό μάρκο, τότε θα εξανεμίζονταν τα κέρδη της τελευταίας δεκαετίας. Και η Γερμανία, άλλωστε, ήταν από εκείνους ευεργετήθηκαν περισσότερο από την ευρωπαϊκή αγορά.
Εάν η Γερμανία πάρει τον δρόμο του κ. Reitzle στη ζώνη των χωρών BRIC, τότε πολλές εταιρίες, ακόμη και οι δικές του, θα δελεαστούν να μετεγκατασταθούν στην περιφέρεια της ευρωζώνης, που θα έχει πιο ελκυστική συναλλαγματική ισοτιμία. Θα είναι η ύστατη ειρωνεία. Οι υποστηρικτές της εξόδου της Γερμανίας από την ευρωζώνη θα ανακαλύψουν ότι η θεωρία τους δεν είναι βιώσιμη λύση ούτε πολιτικά ούτε οικονομικά. Η Γερμανία είναι μία πολύ παλιά και πλούσια ευρωπαϊκή χώρα, της οποίας ο πληθυσμός μειώνεται.
Είναι με άλλα λόγια το ακριβώς αντίθετο από μία χώρα BRIC.
ΠΗΓΗ: FT.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πρώτη προειδοποίηση!
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να παραμένουν εντός θέματος.
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να είναι ευπρεπή.
Αλλιώς θα αναγκαστώ να πάρω μέτρα.