ΠΗΓΗ: ΕΠΟΧΗ
Τη Δευτέρα 24 Ιανουαρίου θα μιλήσει στην Αθήνα (στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, στις 6.30 μ.μ.) ο γάλλος φιλόσοφος Ζακ Ρανσιέρ, καθηγητής φιλοσοφίας στο European Graduate School της Ελβετίας και ομότιμος καθηγητής στο πανεπιστήμιο Παρίσι 8, προσκεκλημένος των εκδόσεων Πεδίο. Ο Ζακ Ρανσιέρ γεννήθηκε στο Αλγέρι το 1940 και υπήρξε στενός συνεργάτης του κύκλου του Λουί Αλτουσέρ και του σεμιναρίου «Να διαβάσουμε το Κεφάλαιο». Αργότερα διαχωρίστηκε από τον Αλτουσέρ, ασκώντας κριτική στο έργο του. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων στα οποία ασχολείται με ζητήματα της έννοιας του πολιτικού, αισθητικής, παιδαγωγικής και πολιτικής φιλοσοφίας.
Στα ελληνικά κυκλοφορούν δύο έργα του: «Ο αδαής δάσκαλος, Πέντε μαθήματα πνευματικής χειραφέτησης», 1987, μετάφραση Δάφνη Μπουνάνου, νήσος 2008 και «Το μίσος για τη Δημοκρατία», μετάφραση Βίκυ Ιακώβου, Πεδίο 2010 (σειρά Σύγχρονες Κοινωνίες, υπεύθυνη Ξένια Χρυσοχόου).
Στον «Αδαή δάσκαλο» ο Ρανσιέρ αποκαλύπτει το θέμα της ισότητας στην παιδαγωγική πρακτική ενώ στο «Μίσος για τη δημοκρατία» αναδεικνύει την ανατρεπτική δύναμη της δημοκρατίας αποσπώντας την από τον κυρίαρχο λόγο.
Στο «Μίσος για τη δημοκρατία» περιλαμβάνεται μια συνέντευξη του Ζακ Ρανσιέρ στη Βίκυ Ιακώβου από την οποία δημοσιεύουμε δύο ερωτήσεις – απαντήσεις, χαρακτηριστικές των προσεγγίσεων του συγγραφέα στις έννοιες της ισότητας και της δημοκρατίας.
Τι εννοείτε όταν λέτε ότι η ισότητα είναι «η βασική αρχή της πολιτικής δράσης» ή «μια προϋπόθεση της πολιτικής»;
Στα χνάρια του Ζακοτό, σκέφτηκα την ισότητα ως μια προϋπόθεση από την οποία θα πρέπει να ξεκινάμε. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: καταρχάς, πρέπει να παίρνουμε την ισότητα ως αφετηρία και όχι ως στόχο· κατά δεύτερον, το θέμα δεν είναι να διακηρύσσουμε αφηρημένα ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, είναι να υποθέτουμε την ύπαρξη μιας ίσης ικανότητας, μιας ικανότητας που δεν είναι κτήμα καμίας καθορισμένης ομάδας, και να επιζητούμε να την επαληθεύσουμε. Δεν πρόκειται για μια απλή αφηρημένη υπόθεση. Μπορούμε εύκολα να επαληθεύσουμε την αναγκαιότητά της. Καμία αυθεντία δεν λειτουργεί εάν δεν υπάρχει μια ελάχιστη ισότητα που να την καθιστά αποτελεσματική: πρέπει κανείς να κατανοεί την εντολή του κυρίου για να την εκτελέσει, πρέπει να κατέχει την ίδια γλώσσα με τον καθηγητή για να παρακολουθήσει το μάθημά του. Και πρέπει να υποθέτουμε αυτή την ικανότητα, εάν θέλουμε να διακρίνουμε μια πολιτική κοινότητα από μια αγέλη που την καθοδηγεί ο ποιμένας της. Τούτο σημαίνει πως η σχέση ισότητας και η σχέση ανισότητας παντού διαπλέκονται η μία με την άλλη. Στην τάξη που αποκαλώ αστυνομική, η ισότητα χρησιμεύει για τη λειτουργία της ανισότητας. Το πολιτικό ερώτημα είναι αν είναι δυνατόν να αυτονομηθούν ετούτες οι μορφές ισότητας, να αυξήσουμε την εμβέλειά τους, να συγκροτήσουμε γι' αυτές έναν κόσμο που να τους προσιδιάζει. Το σημαντικό σημείο είναι ότι αυτή η αύξηση της ισότητας καθορίζει μια δυναμική που αντιτίθεται στο στρατηγικό σχήμα των μέσων και των σκοπών. Δεν οδεύει κανείς προς την ισότητα με τα μέσα της ανισότητας.
Κομμουνισμός και δημοκρατία
Θα θέλατε να αναπτύξετε τη συσχέτιση των ιδεών του κομμουνισμού και της δημοκρατίας την οποία προτείνατε στην παρέμβασή σας στο συνέδριο για την ιδέα του κομμουνισμού; Είστε της άποψης ότι η μαρξιστική παράδοση, τουλάχιστον μια ορισμένη, μάλλον κυρίαρχη μαρξιστική παράδοση, έχει συμβάλει στη συγκάλυψη της «αιχμηρότητας» της ιδέας της δημοκρατίας;
Προσπάθησα να σκεφτώ έναν κομμουνισμό θεμελιωμένο στην ιδέα της χειραφέτησης. Η βασική ιδέα της χειραφέτησης είναι εκείνη της αυτοχειραφέτησης, η ιδέα ότι οι καταπιεσμένοι μπορούν οι ίδιοι να είναι τα υποκείμενα [agents] της απελευθέρωσής τους, με το να οικειοποιούνται την ικανότητα που είναι κοινή σε όλους. Έτσι εννοούμενη, η χειραφέτηση είναι η δυναμική της κατάφασης της ισότητας, η οποία επιζητεί να κατασκευάσει έναν αισθητό κόσμο που της προσιδιάζει, στο ίδιο το εσωτερικό του κόσμου της κυριαρχίας. Στα εργατικά κινήματα του 19ου αιώνα βλέπουμε πώς μια ορισμένη ιδέα της κοινής ικανότητας αποτελεί τη βασική αρχή τόσο της δημοκρατικής μάχης στο παρόν όσο και της προεικόνισης ενός κομμουνιστικού μέλλοντος. Μολονότι υποστήριζε την αυτοχειραφέτηση των εργατών, ο μαρξισμός αμέσως αντιπαρέθεσε την ψευδαίσθηση της δημοκρατικής μορφής προς την πραγματικότητα της κυριαρχίας και του ταξικού αγώνα. Απέρριψε έτσι τη δημοκρατία, εξοβελίζοντάς την στην πλευρά της κρατικής μορφής και της κατασταλτικής της δύναμης. Επίσης, όμως, με τη θεωρία της ιδεολογίας, υιοθέτησε με τον τρόπο του τη σκέψη ότι οι κοινωνικοί δρώντες είναι ανίκανοι να κατανοήσουν την κοινωνική μηχανή. Γύρισε, λοιπόν, την πλάτη του στη χειραφετική αρχή -να ξεκινάμε από την ισότητα και από ό,τι αυτή μπορεί να κάνει- και υιοθέτησε την κυρίαρχη παιδαγωγική σκοπιά, τη σκοπιά σύμφωνα με την οποία οι κυριαρχούμενοι είναι ανίκανοι και υπάρχει η αναγκαιότητα να διαπαιδαγωγηθούν, ώστε να καταστούν ικανοί να απελευθερωθούν. Γνωρίζουμε τις συνέπειες του συλλογισμού αυτού στο εσωτερικό του εργατικού κινήματος. Τις βλέπουμε και σήμερα, με την αναγωγή της έννοιας της δημοκρατίας στη μορφή κράτους που κυβερνά τις κοινωνίες μας ή σε μια κοινωνία που περιγράφεται ως κοινωνία της μαζικής κατανάλωσης. Είτε επιδιώκει κανείς να σκεφτεί εκ νέου την ιδέα του κομμουνισμού μετά την κατάρρευση είτε επιδιώκει να αποκαταστήσει ένα νόημα της δημοκρατίας που να υπερβαίνει το νόημα που της δίνεται σήμερα, βρίσκεται μπροστά στην ίδια θεμελιώδη απαίτηση: να ξαναδώσει όλη της τη δύναμη στην αρχή της ικανότητας όλων.
Ε.Π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πρώτη προειδοποίηση!
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να παραμένουν εντός θέματος.
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να είναι ευπρεπή.
Αλλιώς θα αναγκαστώ να πάρω μέτρα.