ΠΗΓΗ: ΚΟΝΤΡΑ
της Γιούλας Γκεσούλη
Η πανεπιστημιακή έρευνα έχει αξία μόνο όταν παράγει προϊόντα προς πώληση στις επιχειρήσεις
Με ένα κρεσέντο άκρατου ενθουσιασμού για το αμερικανικό σύστημα σύνδεσης των Πανεπιστημίων και της έρευνας με τις επιχειρήσεις μας βομβάρδισε η Διαμαντοπούλου, μόλις επέστρεψε από το ταξίδι της στη Silicon Valley και την Ουάσιγκτον. Κράμα εμετικής δουλοπρέπειας και αποκάλυψης της χυδαίας αντίληψης ότι η πανεπιστημιακή έρευνα έχει αξία μόνο όταν παράγει εμπορεύσιμα προϊόντα, υπήρξε η ενημέρωσή της στους δημοσιογράφους. Προϊόντα που αναζητούν -και χρηματοδοτούν την παραγωγή τους- οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις γιατί συμβάλλουν στη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας τους. Υμνους κυριολεκτικά ανέπεμψε η Διαμαντοπούλου στην αμερικανική εκδοχή της έρευνας, μιλώντας για καθηγητές με λαμπρές επιτυχίες στη «σύνδεση της επιχειρηματικότητας με το Πανεπιστήμιο», και στη «δημιουργία κουλτούρας καινοτομίας και επιχειρηματικότητας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση», για καθηγητές που διαθέτουν ερευνητικές ομάδες που έχουν απευθείας σύνδεση με επιχειρήσεις (αναφέρθηκε το παράδειγμα του Παύλου Αλιβιζάτου, διευθυντή των εργαστηρίων Berkeley και ταυτόχρονα επιστημονικού σύμβουλου της εταιρίας Solexant), για μεταπτυχια- κούς φοιτητές-ερευνητές που φτιάχνουν τις δικές τους επιχειρήσεις για να προωθήσουν τα προϊόντα της έρευνάς τους, για χρηματοδοτικούς φορείς που «αποτελούν τη σπονδυλική στήλη υποστήριξης των μικρών καινοτόμων επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν μια ιδιαίτερη αρχιτεκτονική με στενή σχέση με τα γραφεία πατέντας και πνευματικών δικαιωμάτων των πανεπιστημίων».
Η Διαμαντοπούλου προσκυνά την εμπορευματοποιημένη έρευνα. Την έρευνα που έχει χρησιμοθηρική αξία από τις επιχειρήσεις γιατί συμβάλλει στη μεγιστοποίηση του καπιταλιστικού κέρδους. Που περιορίζει, εκ των πραγμάτων, το εύρος της παραγωγής αποτελεσμάτων χρήσιμων για το γενικό καλό, για την πρόοδο της ανθρωπότητας. Είναι σαφές, ότι μια τέτοιου τύπου έρευνα από τα πανεπιστημιακά ιδρύματα καμιά σχέση δεν έχει με την εμβάθυνση στην επιστήμη και τη γνώση γιατί στενεύει τον ορίζοντά τους.
Η υπουργός Παιδείας πραγματοποίησε αυτό το ταξίδι «στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης της πολιτικής για την έρευνα και τεχνολογία και τη σύνδεση του Πανεπιστημίου με την οικονομία και την κοινωνία». Πήγε, λέει, στην «καρδιά τη επιστημονικής έρευνας και της νεανικής επιχειρηματικότητας», για να αντλήσει τεχνογνωσία και έπειτα να έρθει στο Ελλαδιστάν να εφαρμόσει τα συμπεράσματα, με τη βοήθεια και των ελλήνων επιστημόνων ερευνητών, σπουδαστών και επιχειρηματιών της ομογένειας, που διαπρέπουν σ’ αυτού του είδους τις δραστηριότητες, για να πετύχει «το αναπτυξιακό θαύμα»! Το παράπονο της κυρίας υπουργού «γιατί εκεί και όχι εδώ» είναι απλώς γελοίο. Οχι μόνο γιατί διατυπώνεται σε περίοδο σκληρής παρατεταμένης κρίσης, που έχει εξαφανίσει κάθε κοινωνικό πόρο (ακόμα και τα λειτουργικά έξοδα των Πανεπιστημίων κόπηκαν με το μαχαίρι, με αποτέλεσμα αυτά να ασφυκτιούν), αλλά και γιατί δεν εδράζεται στην πραγματικότητα, έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε ιστορικά στη χώρα μας. Από πότε π.χ. η καπιταλιστική ψωροκώσταινα ενδιαφέρθηκε για την έρευνα που παράγει αγαθά για το κοινωνικό σύνολο, ή ακόμα από πότε ενδιαφέρθηκε έστω για την στοχευμένη έρευνα, όταν έχει ξεπατωθεί η αγροτική και βιομηχανική παραγωγή; Από πότε οι ξένοι καπιταλιστές, που λυμαίνονται τον τόπο, επέτρεψαν στην εξαρτημένη Ελλάδα να διαχειριστεί τα του οίκου της (βιομηχανία, αγροτική οικονομία, άρα και έρευνα που θα στηρίζει αυτούς τους δυο πυλώνες); Επειτα, η Διαμαντοπούλου γνωρίζει καλά ότι όλες αυτές οι διακηρύξεις για την ενίσχυση της έρευνας είναι απλώς φούμαρα. Γιατί μας τάραξαν στις φανφάρες ότι θα έδιναν για την έρευνα 0,93% του ΑΕΠ (με βάση τα στοιχεία του Προϋπολογισμού του Κράτους για το 2010 και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων), ενώ διαθέτουν μόνο το 0,67% του ΑΕΠ. Γιατί στα πρώτα μαχαίρια που έβαλε η κυβέρνηση ήταν και η περικοπή του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων κατά 700 εκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων τα 200 εκατομ. αφορούσαν το υπουργείο Παιδείας, πράγμα που σημαίνει ότι έβαλαν χέρι και στα 95 εκατομ. ευρώ που προϋπολόγιζε αρχικά το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για την έρευνα. Αν τώρα, συνυπολογίσουμε και το γεγονός ότι το Μνημόνιο αναφέρει ότι θα περικοπούν μέσα στο 2010 επιπλέον (των 700 εκατομ.) 500 εκατομ. ευρώ, αντιλαμβανόμαστε το φοβερό τσεκούρι που θα πέσει σε όλες τις δαπάνες, αν και δεν ξέρουμε ακόμη το ποσό που αντιστοιχεί στο υπουργείο Παιδείας και άρα και στην έρευνα.
Ολα τα παραπάνω, συνεπώς, είναι απλώς όνειρα καλοκαιρινής νυχτός της Διαμαντοπούλου. Είναι όμως ενδεικτικά για το κλίμα που θέλει να επιβάλλει στα Πανεπιστήμια και για το πού στοχεύουν οι δραματικές αλλαγές που ετοιμάζονται. Το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο και ως προς το ερευνητικό του έργο θα είναι αυστηρά προσηλωμένο στο αμερικανικό μότο. Εκτός των άλλων, το ταξίδι αυτό ίσως κρύβει και συμφωνίες –προς το παρόν κάτω απ’ το τραπέζι– με διάφορα κέντρα και επιχειρήσεις για την αγορά των «προϊόντων» τους απ’ την Ελλάδα (θυμάστε το ταξίδι του αφεντικού της Microsoft, Μπιλ Γκέιτς στην Ελλάδα, που το προσκύνησε όλος ο ντόπιος πολιτικός και επιχειρηματικός κόσμος και την αγορά του λογισμικού της εταιρίας του, που επιβλήθηκε σ’ όλη τη δημόσια διοίκηση).
Η Διαμαντοπούλου, εκτός των άλλων, έλαβε και τα «φώτα» του πρύτανη του Πανεπιστήμιου του Stanford, ως προς το «μοντέλο διοίκησης του Πανεπιστημίου και τη διάκριση διοικητικού και ακαδημαϊκού έργου». Πήρε, δηλαδή, μαθήματα για το πώς μπορεί να εφαρμόσει τα Συμβούλια Διοίκησης στα Πανεπιστήμια, στα οποία την πλειοψηφία (σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα) θα έχουν εξωπανεπιστημιακοί παράγοντες (κυρίως επιχειρηματίες, αλλά και δημαρχαίοι, περιφερειάρχες, εργατοπατέρες και λοιπά θεσμικά όργανα του αστικού συστήματος εξουσίας) και τα οποία θα έχουν τον πρώτο λόγο στη χάραξη των στρατηγικών στόχων, στη διαχείριση του προϋπολογισμού και την εξεύρεση πόρων. Μεταξύ των εντυπωσιακών εφέ ήταν και η «δημιουργία δικτυώσεων ελλήνων και ξένων επιστημόνων και ερευνητών», η «προκήρυξη postdoc για την επιστροφή στην Ελλάδα λαμπρών επιστημόνων» και η συμμετοχή της υπουργού στη συνάντηση στρογγυλής τράπεζας, που οργάνωσε το Κέντρο για τη Διεθνή Εκπαίδευση του Ινστιτούτου Brookings (διακομματικό think tank) , όπου συζητήθηκε η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση!
ΥΓ. Η Silicon Valley είναι μια ζώνη ακτίνας τριάντα χιλιομέτρων που περιλαμβάνει γνωστές πόλεις της Καλιφόρνιας, νότια του Αγίου Φραγκίσκου.
Σ’ αυτήν έχουν την έδρα τους όλες οι μεγάλες γνωστές εταιρίες του χώρου της πληροφορικής και της ηλεκτρονικής βιομηχανίας.
Εκεί υπάρχουν 15 Πανεπιστήμια, μεταξύ των οποίων το Stanford και το Berkley, που παράγουν έρευνα συνδεδεμένη με την «καινοτομική επιχειρηματική δραστηριότητα» . Στη Silicon Valley έχει αναπτυχθεί το τρίγωνο Πανεπιστήμιο-Ερευνα-Επιχειρηματικότητα και είναι το κέντρο μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων που χρηματοδοτούν κάθε «καινοτομική πρωτοβουλία». Στην περιοχή αυτή ζουν και εργάζονται έλληνες καθηγητές, ερευνητές και επιχειρηματίες. Τα τελευταία δέκα χρόνια, σε ένα κύκλο 30 χιλιομέτρων γύρω από τα πανεπιστήμια του Stanford και του Berkeley παράχθηκε το 90% των μεγαλύτερων «καινοτόμων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων» (Google, Facebook, Twitter παλαιότερα η Αpple, η Hewlett-Packard, η Yahoo!).
Κυρία Διαμαντοπούλου , τι θα γίνει αν ένα Πανεπιστήμιο ανακαλύψει το φάρμακο του καρκίνου και έχει αντίθετα συμφέροντα η φαρμακευτική εταιρία ?
ΑπάντησηΔιαγραφή