Δέκα φορείς και συνδικάτα καθώς και 22 πολίτες, κυρίως δημόσιοι υπάλληλοι, κατέθεσαν σήμερα στο Συμβούλιο της Επικρατείας προσφυγή κατά του μνημονίου που έχει υπογράψει η χώρα με την ΕΕ, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ. Οι προσφεύγοντες ζητούν να ακυρωθούν ως αντισυνταγματικά αντίθετα στο ευρωπαϊκό δίκαιο, την ευρωπαϊκή σύμβαση δικαιωμάτων του ανθρώπου και στις διεθνείς συμβάσεις εργασίας τα οικονομικά μέτρα που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο του μνημονίου. Παράλληλα,στον ελεγκτικό μηχανισμό της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας προσέφυγε η ΓΣΕΕ εξαιτίας της παραβίασης θεμελιωδών Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας από τα νομοθετικά μέτρα της κυβέρνησης για την εφαρμογή του μνημονίου.
Συγκεκριμένα, στο ΣτΕ προσέφυγαν ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, η ΑΔΕΔΥ, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτικών Συνταξιούχων, η Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, η Ομοσπονδία Εργατικών Στελεχών Ελλάδος, το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Επαρχίας Λειβαδιάς, ο Σύνδεσμος Αποφοίτων Αξιωματικών Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων τάξης 1978, η Λέσχη Αεροπορίας Στρατού, ο ενιαίος φορέας Διδασκόντων Σχολής Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Κρήτης, δημόσιοι υπάλληλοι, ιατροί του ΕΣΥ κλπ.
Σε σχετική συνέντευξη Τύπου, ο πρόεδρος του ΔΣΑ Δ. Παξινός ανέφερε ότι οι λόγοι που προβάλλονται στην προσφυγή αφορούν θέματα τόσο τυπικά όσο και ουσιαστικά.
Όπως τόνισε, ο πρώτος λόγος σχετίζεται με την πλημμελή διαδικασία δυνάμει της οποίας ψηφίστηκε ο νόμος 3845 του 2010, που αν και κατ΄ουσία αποτελεί διεθνή συνθήκη, κατά παράβαση του άρθρου 28 του Συντάγματος δεν ψηφίστηκε από τα 3/5 του συνόλου των βουλευτών.
Ο δεύτερος λόγος αφορά τη μη νόμιμη εκχώρηση αρμοδιοτήτων του νομοθετικού σώματος στον υπουργό Οικονομικών, ο οποίος δικαιούται να υπογράφει κάθε μνημόνιο, δανειακή σύμβαση και ό,τι άλλο κρίνει απαραίτητο για την εκτέλεση του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας κατά παράβαση του άρθρου 36 του Συντάγματος.
Ο τρίτος λόγος είναι η παραβίαση του δικαιώματος της «περιουσίας», στην έννοια της οποίας εμπίπτει τόσο η αμοιβή όσο και η σύνταξη, όπως προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Ακόμα, ο κ. Παξινός υπογράμμισε ότι «η κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων συνιστά ανεπίτρεπτη παρέμβαση στην ιδιωτική πρωτοβουλία, αλλά και στη συνδικαλιστική ελευθερία. Τη στιγμή μάλιστα που με τη νέα συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο η συλλογική δράση στα εργασιακά θέματα».
«Η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών έχει απολέσει την εμπιστοσύνη της στη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, καθώς, νομοθετική και εκτελεστική εξουσία έχουν εκχωρήσει άνευ όρων όλες τις αρμοδιότητες στον υπουργό Οικονομικών και την τρόικα. Έτσι απευθυνόμαστε στη μόνη εξουσία που φαίνεται να αντιστέκεται, τη δικαστική», πρόσθεσε.
Παράλληλα, ο καθηγητής Γρηγόρης Κασιμάτης, που ήταν ο συντονιστής της ομάδας η οποία συνέταξε την προσφυγή, χαρακτήρισε πρωτοφανή τα μέτρα αυτά στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας, ενώ έθεσε και θέματα κυριαρχίας του κράτους. Τέλος, ο γενικός γραμματέας της ΑΔΕΔΥ Ηλίας Ηλιόπουλος ανέφερε ότι η όλη κατάσταση είναι έκρυθμη και το Σεπτέμβριο θα «φουντώσει».
Υπόμνημα από ΓΣΕΕ στη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας
Yπόμνημα στη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ILO) κατέθεσε η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) με το οποίο ζητά να παρέμβει ο ελεγκτικός μηχανισμός της οργάνωσης για τα μέτρα του μνημονίου.
Όπως αναφέρει η ΓΣΕΕ θα πρέπει να ελεγχθεί “ η παράνομη κρατική παρέμβαση με μέτρα μόνιμου χαρακτήρα στο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων, η κατάργηση των κατώτατων ορίων προστασίας που επί δεκαετίες διασφαλίζονται από τις Εθνικές Γενικές ΣΣΕ, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και οι σοβαρές επιπτώσεις τους στα δικαιώματα των εργαζομένων, οι δραστικές μειώσεις στους μισθούς και τις συντάξεις και η ανατροπή των ασφαλιστικών δικαιωμάτων και προσδοκιών των εργαζομένων”.
Τονίζει πως οι δεσμεύσεις της Ελλάδας προς τους πιστωτές δεν αποτελούν επιχείρησμα έτσι ώστε να περιορίζονται δικαιώματα που προστατεύονται από το ελληνικό Σύνταγμα και τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας.
άντε να δούμε...:(
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο ζήτημα της μειωμένης πλειοψηφίας πιθανότατα δεν θα το ελέγξει το ΣτΕ, γιατί κρίνει πάγια ότι τέτοια ζητήματα αποτελούν εσωτερικό ζήτημα του νομοθετικού σώματος (interna corporis) και ελέγχονται μόνο από την ίδια τη Βουλή και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κατά την έκδοση και δημοσίευση των νόμων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν ο Πρόεδρος είχε στοιχειώδη αίσθηση καθήκοντος έπρεπε να αρνηθεί να εκδώσει το νόμο και να τον αναπέμψει στη Βουλή για να ψηφιστεί με την απαιτούμενη πλειοψηφία. Αλλά πού...