Πηγή: Stratfor (via euro2day)
H Ελλάδα βρίσκεται εκεί που τελειώνει και εκεί που αρχίζει η Δύση, γράφει ο Robert D. Κaplan σε άρθρο του στο Stratfor, στο οποίο παρουσιάζει τις αντιθέσεις στην γεωγραφική και γεωπολιτική ταυτότητα της χώρας από την εποχή της αρχαίας Αθήνας μέχρι σήμερα και πως αυτές επηρέασαν την οικονομική και πολιτική της εξέλιξη.
Από τη μία πλευρά, η έννοια της Δύσης ως ουμανιστικό ιδεώδες ξεκίνησε από την αρχαία Αθήνα, όταν ο σεβασμός του ατόμου αντικατέστησε τη βιαιότητα των γειτονικών πολιτισμών της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου. Ενώ και η ίδια η διάκριση μεταξύ Ανατολής και Δύσης, εγκαθιδρύθηκε με τον Περσικό πόλεμο τον 5 π.Χ.
Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα είναι μια χώρα Ορθόδοξη με πνευματικούς δεσμούς με τη Ρωσία και για πάνω από χίλια χρόνια υπήρξε το παιδί του Βυζαντίου και της Τουρκίας.
Πάνω σε αυτή την διχασμένη κληρονομία, εξελίσσεται και η νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος οδήγησε στην ανταλλαγή πληθυσμών με την Τουρκία, όπου πάνω από 1 εκατομμύριο Έλληνες εγκαταστάθηκαν από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος είχε ως συνέχεια ένα αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, η τελική έκβαση του οποίου κρίθηκε και πάλι από την ασταθή γεωγραφική θέση της χώρας μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Σύμφωνα με τον Kaplan το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η πιο προβληματική οικονομία της Ε.Ε. δεν είναι τελείως ανεξάρτητο με το ότι βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο της Ευρώπης.
Η οικονομική εξέλιξη της Ελλάδας φέρει σημάδια ενός παρελθόντος που δεν ανήκει πλήρως στη Δύση. Σχεδόν τα τρία τέταρτα των επιχειρήσεων είναι οικογενειακές, η φοροδιαφυγή θριαμβεύει, η ανταγωνιστικότητα βρίσκεται στα τάρταρα και το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας βασίζεται στις υπηρεσίες, με τη μεταποίηση να είναι εξαιρετικά περιορισμένη.
Όσο και αν αυτά τα χαρακτηριστικά έχουν να κάνουν με τις κακές πολιτικές που εφαρμόστηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες, άλλο τόσο έχουν να κάνουν με την ιστορία και την κουλτούρα, που είναι με τη σειρά τους προϊόντα της γεωγραφίας. Η Ελλάδα δεν έχει μεγάλες παραγωγικές εκτάσεις γης για να γίνει αγροτική δύναμη.
Αλλά και η πολιτική εξέλιξη της Ελλάδας δεν προσομοιάζει με αυτή των χωρών της Δύσης. Ακόμα και στα μέσα του 20ου αιώνα, τα ελληνικά πολιτικά κόμματα είχαν ένα πατερναλιστικό χαρακτήρα. Βασίζονταν σε μεγάλες προσωπικότητες της εποχής και είχαν εξαιρετικά αδύναμη οργανωτική υποστήριξη.
Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα υπήρξαν οικογενειακές επιχειρήσεις σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Το κόμμα που βρισκόταν στην εξουσία δεν έλεγχε μόνο τα ανώτερα κλιμάκια της γραφειοκρατίας, όπως γίνεται στη Δύση, αλλά και τα μεσαία και τα κατώτερα κλιμάκια. Οι κρατικοί θεσμοί ήταν πολιτικοποιημένοι από κάτω μέχρι πάνω.
Ως τις αρχές του 1990 το ελληνικό πολιτικό σύστημα παρουσίαζε μια τάση προς τα άκρα, με την κυριαρχία δύο κομμάτων, του ριζοσπαστικά αριστερού ΠΑΣΟΚ που φλέρταρε με αραβικά καθεστώτα, όπως αυτό του Καντάφι στη Λιβύη, και της αντιδραστικής δεξιάς Νέας Δημοκρατίας. Η μετατόπιση των δύο αυτών κομμάτων προς το κέντρο πραγματοποιήθηκε σχετικά πρόσφατα.
Οπότε, σύμφωνα με τον Kaplan, η δημιουργία του ριζοσπαστικά αριστερού ΣΥΡΙΖΑ και της ακροδεξιάς νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής, απηχεί το παρελθόν της Ελλάδας στα μέσα του 20ου αιώνα.
Ακόμα και η είσοδος της Ελλάδας στην Ε.Ε. και το ευρώ, δεν αποφασίστηκε με βάση καθαρά οικονομικά κριτήρια, υποστηρίζει ο Kaplan, σημειώνοντας πως όταν η Ελλάδα μπήκε το 1981 ήταν προφανές ότι η οικονομία της δεν ήταν έτοιμη, ενώ το ίδιο συνέβη και το 2002 όταν υιοθέτησε το ευρώ. Και στις δύο περιπτώσεις, η πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας “παραμερίστηκε προς χάριν ενός αφηρημένου ιστορικού οράματος για μια Ευρώπη που θα εκτείνεται από την Ιβηρική ως την ανατολική Μεσόγειο”, υπογραμμίζει.
Και τώρα το "δυτικό συμφέρον" απαιτεί ακόμα και αν η Ελλάδα φύγει από το ευρώ να παραμείνει στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ. Γιατί ανεξάρτητα από το αν επιστρέψει στη δραχμή ή όχι, θα είναι αντιμέτωπη με πολλά χρόνια οικονομικής δυσχέρειας. Αυτό σημαίνει ότι, δεδομένης της γεωγραφικής θέσης της, η πολιτική κατεύθυνση της Ελλάδας δεν μπορεί να είναι ποτέ δεδομένη. Για παράδειγμα, οι Κινέζοι έχουν επενδύσει στο λιμάνι του Πειραιά, ενώ οι δεσμοί της Ρωσίας με το ελληνικό κομμάτι της Κύπρου είναι πολλοί στενοί. Στα ΜΜΕ κυκλοφορούν σενάρια για ρωσικές επενδύσεις στις ναυτικές εγκαταστάσεις της Ελλάδας.
Η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν μια σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία γιατί διεκδικήθηκαν από τις δυνάμεις της Δύσης για στρατηγικούς καθαρά λόγους, υπενθυμίζει ο Kaplan και καταλήγει ότι "με άλλα λόγια, από την οπτική της γεωγραφίας και της γεωπολιτικής, η Ελλάδα θα είναι μέσα στο παιχνίδι για αρκετά χρόνια ακόμα".
*Ο Robert David Kaplan είναι αμερικανός δημοσιογράφος και εργάζεται αυτή τη στιγμή για την Atlantic Monthly και το Stratfor. Έχει συνεργαστεί με την The Washington Post, τους New York Times και τη Wall Street Journal, ενώ τη δεκαετία του 1980 έζησε στην Ελλάδα για εφτά χρόνια.
Ασαφείς και ανιστόρητες οι παρατηρήσεις με έκδηλη των προσπάθεια παραπλάνησης των μη εχόντων γνώση με την ιστορία...της ΕΛΛΑΔΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή