Πηγή: ενθέματα
του Ν. Σεβαστάκη
Στο σημείο που βρισκόμαστε, τη στιγμή που γράφεται το άρθρο αυτό, Παρασκευή πρωί, με τα γεγονότα να τρέχουν πάντοτε γρηγορότερα από τον σχολιασμό τους, απομένουν πια δυο εκδοχές. Η πρώτη είναι μια εκδοχή συγκυβέρνησης ή ημι-οικουμενικής που θα στηρίζεται στην παράδοξη πεποίθηση ότι «υπέρβαση» του Μνημονίου σημαίνει λίγο πολύ… την εφαρμογή του, την τήρηση των συμφωνηθέντων. Η άλλη εκδοχή είναι η νέα εκλογική αναμέτρηση, στην οποία θα αποσαφηνιστεί η πολιτική σύγκρουση η οποία ήλθε στην επιφάνεια την Κυριακή των μεγάλων ανατροπών.
Η Αριστερά, η οποία μπήκε στη δίνη των γεγονότων και αποτέλεσε το «κεντρικό θέμα» των ημερών, διαθέτει ένα στέρεο και ορθολογικό επιχείρημα εναντίον της πρώτης εκδοχής: το ρήγμα ανάμεσα σε μεγάλα τμήματα του λαού και στις μνημονιακές ηγεσίες δεν μπορεί να σκεπαστεί με άσαρκες υπεκφυγές περί «τροποποίησης», που δεν αλλάζουν κάτι ουσιαστικό από τα δεδομένα της ισχύουσας οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Η κοινωνική οδύνη, η κλονισμένη καθημερινότητα, ο βιωματικός ζόφος ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων δεν είναι δυνατό να αγνοηθούν ούτε και να παραμεριστούν στο όνομα της τεχνητής σταθεροποίησης του συστήματος εξουσίας. Από αυτή την άποψη, κάθε αγορά χρόνου που αποσκοπεί στην «αυτοσυντήρηση των ελίτ» ή στην ανασύνταξη των χαμένων της 6ης Μαΐου είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Για έναν βασικό λόγο τον οποίο, όπως φαίνεται, αδυνατούν να καταλάβουν όσοι συνεχίζουν, ακόμα και μετά το ηχηρό ράπισμα της περασμένης Κυριακής, να πολιτεύονται με τον φόβο: οι άνθρωποι δεν βάζουν την κυβερνησιμότητα πάνω από τη ζωή τους. Ακόμα και ο κόσμος που προέρχεται από τον καθημαγμένο «μεσαίο χώρο», άνθρωποι κατά τεκμήριο περισσότερο ευαίσθητοι στον φόβο της ακυβερνησίας, αισθάνονται ότι πρέπει να αλλάξουν συγκεκριμένοι όροι της ζωής τους, και όχι απλώς τα ονόματα των υπουργών και η ρητορική των κυβερνώντων. Για αυτό τον κόσμο η ελπίδα δεν είναι η αόριστη ρητορική της ευρωπαϊκής επιλογής, αλλά κάποιες χειροπιαστές αποδείξεις για διαφορετικής πορεία στους επόμενους μήνες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του 17% είναι καρπός μιας συνάντησης με έναν τέτοιο κόσμο και τις προσδοκίες του. Σ’ αυτή τη συνάντηση ο ιδεολογικός ριζοσπαστισμός του χώρου κατάφερε να συνομιλήσει με πολίτες που ανακαλύπτουν τον ριζοσπαστισμό με ένα πραγματιστικό και εμπειρικό αισθητήριο. Δεν πρόκειται, όπως λένε πολλοί, για συνάντηση της Αριστεράς με την «οργή» ή το «συναίσθημα» αλλά για μια υπόγεια διεργασία προς νέες σχέσεις εκπροσώπησης. Είναι πιθανό πως ένα τμήμα αυτού του διευρυμένου ακροατηρίου θα απογοητευτεί από την άρνηση συμμετοχής στα κυοφορούμενα σχήματα. Πολλοί περισσότεροι όμως νιώθουν ότι είναι χειρότερη μια πολιτική χωρίς αρχές και κριτήρια, η συνηθισμένη πρακτική της κατάληψης αξιωμάτων και των παρασκηνιακών μαγειρείων πίσω από λαμπερές λέξεις που αποκρύπτουν τη συνέχεια του παλιού.
Ότι και αν συμβεί τελικά, είτε υπάρξει συμφωνία των «προθύμων» είτε προκηρυχτούν νέες εκλογές, η επικείμενη πολιτική σύγκρουση θα ανασυστήσει το δίπολο Δεξιά και Αριστερά, αλλά με διαφορετικούς όρους από αυτούς της νεοεθνικοφροσύνης που ονειρεύεται ο Αντώνης Σαμαράς. Η Αριστερά πρέπει να είναι έτοιμη να εκφράσει ένα μπλοκ δυνάμεων με αιχμή την επαναθεμελίωση της δημοκρατικής πολιτικής κοινότητας, την κοινωνική δικαιοσύνη, τον οικολογικό σχεδιασμό της ανάπτυξης. Οφείλει συγχρόνως να ενσαρκώσει το σύνορο, ένα πολιτικό και πολιτιστικό όριο απέναντι στις τάσεις του κοινωνικού εκφασισμού, του αυταρχισμού και της κοινωνικής ανθρωποφαγίας.
Από αυτές τις διαφορετικές ετοιμότητες θα κριθεί, εν τέλει, και το αριστερό κυβερνητικό εγχείρημα όταν έλθει η ώρα του…
Ο Νικόλας Σεβαστάκης διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πρώτη προειδοποίηση!
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να παραμένουν εντός θέματος.
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να είναι ευπρεπή.
Αλλιώς θα αναγκαστώ να πάρω μέτρα.