Κέρδη στο ζενίθ και φόρους στο ναδίρ απήλαυσαν στη διάρκεια της χρυσής πενταετίας 2003-2007 οι τράπεζες και οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, που ενώ συσσώρευσαν τα μεγαλύτερα κέρδη στην ιστορία τους, ανταπέδωσαν κατ' αναλογία τα λιγότερα από ποτέ στον κουμπαρά της κοινωνίας
.
Το «χαράτσι» των 870 εκατ. ευρώ που καλούνται εν μέσω οικονομικής ύφεσης να πληρώσουν ως έκτακτη εισφορά οι 300 πιο εύρωστες εταιρείες της χώρας, μπορεί να πλήττει άδικα αρκετές από αυτές, εντούτοις ως απόλυτο νούμερο αντιστοιχεί στους φόρους που γλίτωσαν την προηγούμενη τετραετία μόνο οι πέντε μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες και κλάσμα του οφέλους για τις χιλιάδες εταιρείες που ευνοήθηκαν από τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και των ευνοϊκών ρυθμίσεων της προηγούμενης κυβέρνησης.
Από το 2003 μέχρι το 2007 τα προ φόρων κέρδη των περίπου 25.000 εταιρειών που παρακολουθεί η ICAP υπερδιπλασιάστηκαν, και από τα 8,5 δισ. ευρώ άγγιξαν τα 17 δισ. ευρώ, πριν τα ροκανίσει κατά 40% η χρηματοπιστωτική κρίση.
Λιγότεροι φόροι από το 2002
Παρότι όμως τα κέρδη αυξήθηκαν στην πενταετία πάνω από 100%, οι άμεσοι φόροι που εισπράττει το Δημόσιο από τα νομικά πρόσωπα παραμένουν καθηλωμένοι από το 2003 στα 4,5 (3,8 δισ. ευρώ φέτος) και έχουν φτάσει σήμερα να είναι λιγότεροι ακόμη και από τις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Το ελληνικό παράδοξο ξετυλίγεται σε όλο το μεγαλείο του αν σκεφτεί κανείς πως η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μείωσε σχεδόν κατά 30% τους ονομαστικούς φορολογικούς συντελεστές των επιχειρήσεων (από το 35% σε 25%) σε μια περίοδο εκρηκτικής αύξησης των κερδών τους.
Σε αντιστάθμισμα και παρά τις μειώσεις στην άμεση φορολογία των φυσικών προσώπων, τα δημόσια έσοδα από μισθωτούς και συνταξιούχους αυξήθηκαν σύμφωνα με στοιχεία της Γ.Γ. Πληροφοριακών Συστημάτων πάνω από 60% και από τα 4 δισ. το 2003, έφτασαν στα 6,5 δισ. ευρώ το 2007 (από 41% στο 50% του συνόλου) ενώ η πραγματική μέση ετήσια αύξηση των αποδοχών δεν ξεπερνούσε το 2%.
Οι χρονιές του 2006 και του 2007 είναι ίσως οι πιο χαρακτηριστικές, αφού συνολικά οι επιχειρήσεις εμφάνισαν συνολικά κέρδη 32 δισ. ευρώ και πλήρωσαν φόρους 9 δισ. ευρώ (28,6%), όταν για τα φυσικά πρόσωπα η κλίμακα ξεκινούσε από το 25% και έφτανε στο 40%.
Σύμφωνα με την εταιρεία Hellastat, οι 318 πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις (πάνω από 5 εκατ. ευρώ) εμφάνισαν στους ισολογισμούς του 2008 συνολικά κέρδη 11,1 δισ. ευρώ και πλήρωσαν συνολικούς φόρους εισοδήματος ύψους 2,3 δισ. ευρώ. Η επιβάρυνση ήταν χοντρικά στο 21%, μικρότερη δηλαδή από τον ονομαστικό φορολογικό συντελεστή των επιχειρήσεων, που διαμορφώνεται στο 25%.
Ειδικά για τις εισηγμένες επιχειρήσεις (εκ των οποίων το 1/3 είναι ζημιογόνες), η περίοδος από το 2003 μέχρι το 2007 ήταν μακράν η πλέον αποδοτική στην Ιστορία, με «λοκομοτίβα» την υπερκερδοφορία του τραπεζικού κλάδου, τα συνολικά κέρδη των εισηγμένων επιχειρηματικών ομίλων σχεδόν τετραπλασιάστηκαν, φτάνοντας στο τέλος του 2007 τα 10 δισ. ευρώ έναντι 3,1 δισ. ευρώ στο τέλος του 2002. Από το 1992, οπότε και τα συνολικά κέρδη των -τότε- εισηγμένων εταιρειών διαμορφώνονταν σε 530 εκατ. ευρώ, η ποσοστιαία αύξησή τους ξεπερνά το 2.000%!
Αντί 2,6 δισ. ευρώ κατέβαλαν 1,8
Για τις τράπεζες και κάποιες επιμέρους μεγάλες επιχειρήσεις, ο φόρος του 2008 ήταν ακόμη πιο χαμηλός από τον ονομαστικό του 25%. Πέρυσι οι ελληνικές τράπεζες (εταιρικοί ισολογισμοί) πλήρωσαν κατά μέσο όρο μόλις 16% επί των προ φόρων κερδών τους, με την Εθνική να εμφανίζει την υψηλότερη επιβάρυνση (24%) και τη Eurobank τη χαμηλότερη (10,26%). Συνολικά, μεταξύ 2004-2007 οι τράπεζες γλίτωσαν φόρους 800 εκατ. ευρώ (βλέπε «Κ.Ε.» της 13/9/2009), όσα δηλαδή επιδιώκει να μαζέψει η κυβέρνηση με την έκτακτη εισφορά σε 300 επιχειρήσεις.
Οι τράπεζες θα έπρεπε (βάσει των εκάστοτε ετήσιων φορολογικών συντελεστών) να φορολογηθούν συνολικά με 2,6 δισ. ευρώ, αλλά κατέβαλαν συνολικά 1,8 δισ. ευρώ εκμεταλλευόμενες κάθε νόμιμη δυνατότητα μείωσης φόρων, μεταξύ των οποίων η μεταφορά δραστηριοτήτων στο εξωτερικό, τα κίνητρα για συγχωνεύσεις, οι χρηματοοικονομικές πράξεις, κ.ά.
Μειωμένη φορολόγηση είχαν ενδεικτικά το 2008 η ΕΧΑΕ (της ανήκει το Χρηματιστήριο Αθηνών) που πλήρωσε φόρο 13 εκατ. ευρώ για κέρδη 105 εκατ. ευρώ (συντελεστής 12,4%), τα ΚΑΕ (13,9%) ενώ ακόμη πιο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της τσιμεντοβιομηχανίας ΤΙΤΑΝ, η οποία πέρυσι φορολογήθηκε με συντελεστή 6,47% καταβάλλοντας 7,3 εκατ. ευρώ για κέρδη 113,29 εκατ. ευρώ. *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πρώτη προειδοποίηση!
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να παραμένουν εντός θέματος.
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να είναι ευπρεπή.
Αλλιώς θα αναγκαστώ να πάρω μέτρα.