Πηγή: ΑΥΓΗ
Ημερομηνία δημοσίευσης: 16/11/2010
ΤΟΥ ΕΥΚΛΕΙΔΗ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΥ*
Από τον Παύλο Γερουλάνο μέχρι τον Γιώργο Παπανδρέου η ανάγκη για μια νέα συναίνεση, για το καλό της πατρίδας εννοείται, ήταν από τα ρεφραίν το βράδυ της Κυριακής. Η κατεύθυνση της ασκούμενης πολιτικής δεν αλλάζει –κάτι που σφραγίστηκε από την ωριμότητα του ελληνικού λαού την πρώτη Κυριακή. Ο πρωθυπουργός άφησε να εννοηθεί ότι τώρα που ξεπέρασε τον σκόπελο των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, η κυβέρνηση έχει τρία χρόνια όπου μπορεί, με την αναγκαία συναίνεση πάντα, να αναδείξει το έργο της και να οδηγήσει την πατρίδα μας στην απεξάρτηση από το Μνημόνιο.
Μια παρόμοια ισχυρή επαφή με την πραγματικότητα επιδεικνύουν την ίδια στιγμή οι ηγετικοί κύκλοι της Ε.Ε. Τις τελευταίες εβδομάδες επεξεργάζονται προτάσεις (οι κύκλοι της ΕΚΤ πιο σκληροί, της Κομισιόν πιο πολιτικάντηδες) για την αποτροπή στο μέλλον φαινομένων όπως της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, και να δούμε πόσες άλλες περιπτώσεις. Για τη κατάντια μας δεν φταίει, βεβαίως, η πολιτική που ασκείται από την Ε.Ε. και την ΕΚΤ. Για παράδειγμα, δεν φταίει ούτε το ελλιπές ρυθμιστικό πλαίσιο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ούτε το γεγονός ότι μετά από την κρίση, η Ε.Ε. έχει αδιαφορήσει για τον ρόλο που θα μπορούσε να παίξει η ίδια για την τόνωση της παγκόσμιας οικονομίας και αρέσκεται στο να περιμένει από άλλους (κυρίως την Κίνα και την υπόλοιπη Ασία) να παίξουν τον ρόλο της ατμομηχανής της παγκόσμιας οικονομίας. Ούτε θίγεται το θέμα της Γερμανικής μακροοικονομικής πολιτικής που, όπως έχει αναλυθεί από πολλές πλευρές τα τελευταία δύο χρόνια, σημαίνει ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο για τις χώρες της Νότιας Ευρώπης να μην χάνουν συνεχώς σε όρους ανταγωνιστικότητας, πόσο μάλλον το θέμα της αλληλεγγύης μεταξύ των λαών της Ε.Ε. Ότι στο G20 της περασμένης εβδομάδας δεν βρέθηκε συμφωνία για τις συναλλαγματικές ισοτιμίες (ούτε πουθενά αλλού εξάλλου) δεν πρέπει να μας προβληματίζει γιατί η Γερμανία έχει μάθει να επιζεί με ένα ανατιμημένο ευρώ (παλαιότερα ανατιμημένο μάρκο), και άρα ποιος ο λόγος να συμβάλει η Ε.Ε. σε μια νέα συμφωνία για την παγκόσμια οικονομία;
Το πρόβλημα βρίσκεται αλλού. Αυτό που έλλειπε από την Ε.Ε. είναι ένα σύστημα έγκυρης προειδοποίησης για προβλήματα που συσσωρεύονται στις καλύτερες των οικογενειών. Από εδώ και πέρα όμως οι οικονομίες της Ε.Ε. θα παρακολουθούνται πιο στενά για να εντοπιστούν έγκυρα αποκλίσεις, είτε δημοσιονομικές είτε ανταγωνιστικότητας, επιτρέποντας έτσι κατάλληλες διαρθρώσεις οικονομικής πολιτικής. Κανένα βραβείο, δυστυχώς, για τους αναγνώστες και αναγνώστριες που μπορούν να εντοπίσουν ποιες θα είναι αυτές. Μια δημοσιονομική απόκλιση θα οδηγήσει σε περιορισμό των δαπανών, ιδιωτικοποιήσεις, αλλά όχι μεγαλύτερη φορολογία που επιδρά τόσο αρνητικά στα κίνητρα, και άρα θίγει την ανάπτυξη. Μια απόκλιση στην ανταγωνιστικότητα θα αντιμετωπιστεί με χαμηλότερους μισθούς και με μεγαλύτερη ευελιξία στις αγορές εργασίας. Αυτό σημαίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο να αντιμετωπίζεις τα προβλήματα συναινετικά και με νέες ιδέες.
Από αυτή την άποψη ο Γιώργος Παπανδρέου πρέπει να καταλογιστεί στους προωθημένους ευρωπαϊκούς ηγέτες της εποχής μας. Το κυρίαρχο σε αυτό το όχι και τόσο αποκλειστικό κλαμπ Ευρωπαίων ηγετών είναι να υποθέτεις αυτό που είναι προς απόδειξη. Δηλαδή, στην προκειμένη περίπτωση, να υποθέτεις ότι η «ελεύθερη» αγορά, ο ιδιωτικός τομέας δηλαδή, από μόνη της κάποια στιγμή, δεν μπορεί, θα το πάρει το παιχνίδι επάνω της και θα μας οδηγήσει στην ανάκαμψη. Ότι δεν έχουμε καμία ένδειξη για κάτι τέτοιο, ότι τα διάφορα σταθεροποιητικά προγράμματα (Ελλάδα, Ιρλανδία, Ισπανία, Βρετανία κ.λπ.) απλώς οδηγούν σε μεγαλύτερη ύφεση ή στασιμότητα, δεν έχει απολύτως καμία σημασία. Όπως και ο συμπαθέστατος κύριος Micawber στο DavidCopperfield του Charles Dickens, που όπως θα θυμάστε μπαινοέβγαινε στις φυλακές γιατί οι οικογενειακοί του λογαριασμοί για τα έξοδα και τα έσοδα πάντα έπεφταν έξω, αλλά πάντα διατηρούσε την αισιοδοξία του ότι κάτι θα προκύψει (“something will turn up”), οι σύγχρονοι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν πτοούνται από το γεγονός ότι οι προηγούμενες προβλέψεις τους δεν επιβεβαιώθηκαν («δεν θα πάμε στο ΔΝΤ», «δεν θα χρειαστούν πρόσφατα μέτρα», «η Ιρλανδία δεν έχει και δεν χρειάζεται βοήθεια» κ.λπ.). Μας καλούν όλους και όλες να συμβάλουμε στη συναίνεση του «κάτι θα προκύψει».
*Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Φαίνεται οτι η αριστερά δεν έχει πάψει να γοητεύεται από το να ανακαλύπτει καθημερινά την πυρίτιδα ούτε έχει παραιτηθεί και δεν πρόκειται να παραιτηθεί από έναν ιδιότυπο "πολιτισμό" που συνίσταται στο να κατασκευάζει ουτοπικά σχήματα πολιτικής διακυβέρνησης ή να φαντασιώνεται το άμεσο μέλλον σε όρους α) πολιτικών συμμαχιών με πιθανούς και απίθανους αποδέκτες και β) σε όρους μιας μεταμοντέρνας εκ νέου "ανακάλυψης" της ιδεολογίας της αριστεράς.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιαβάζουμε:
"… όπου η Αριστερά μπορεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο, μπορούμε να δούμε εκδοχές ανόδου της Αριστεράς στην εξουσία, σε διάφορες παραλλαγές κυβερνήσεων «λαϊκής σωτηρίας» υπό τη δέσμευση του κινήματος. Μια τέτοια κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας, στο βαθμό που προχωρούσε πραγματικές τομές (π.χ. διαγραφή χρέους, ρήξη με ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, εθνικοποιήσεις) θα μπορούσε να συνδυαστεί με εκκίνηση μιας ιστορικά πρωτότυπης και αναγκαστικά άνισης διαδικασίας κοινωνικού μετασχηματισμού" (Π. Σωτήρης, «Επιστροφή της πολιτικής, επιστροφή της αριστεράς» (Αριστερό Βήμα, 11/10/2010).
Είναι αυτή πρωτότυπη σκέψη; Δεν είδαμε ανάλογα ιστορικά προηγούμενα στην Αλγερία και ολόκληρο τον τρίτο κόσμο; Δεν την είδαμε σε ολόκληρη τη λογική της θεωρίας των «λαϊκών μετώπων» που ταλάνισαν την αριστερά στη δεκαετία του ’30 και την ταλανίζουν ακόμη και σήμερα με το ΑΑΔΜ του ΚΚΕ και τις παραλλαγές του; Ένας άλλος συγγραφέας γράφει:
«Αυτό που θεωρούσαμε ως γερή ιδεολογική κατασκευή, έναν ιδιότυπο, περιληπτικό Μαρξισμό- Λενινισμό, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης αποδείχτηκε απλώς αναφορικότητα. Όλα τα ρεύματα σκέψης της αριστεράς φάνηκαν –ιδιαίτερα μετά την πτώση- ρηχά στην ιδεολογική δύναμή τους και τις ερμηνευτικές πειθαρχίες που εισήγαγαν. Ως επακόλουθο βρεθήκαμε για πολλές δεκαετίες, χωρίς δραστικά εργαλεία, ώστε να μπορέσουμε να συγκροτήσουμε ένα αριστερό σώμα αντίστασης και επανερμηνείας» (Δ.Α. Σεβαστάκης, «Η Αριστερά είναι πολιτική συνθήκη, δεν είναι περίφρακτο πολιτικό οικόπεδο», Αριστερό Βήμα, 16/10/2010).
Η ανάλυση αυτή ξεχνά ότι η αριστερά έμεινε χωρίς ιδεολογικά εργαλεία και χωρίς κριτική σκέψη ήδη από τη δεκαετία του ’30 όταν ο «ιδιότυπος, περιληπτικός Μαρξισμός- Λενινισμός» καθιερώθηκε σαν δόγμα πρώτα στην ΕΣΣΔ και μετά στην Κίνα. Η απουσία δραστικών εργαλείων για την ανάλυση και την ερμηνεία της πραγματικότητας υπήρχε ήδη από τότε και αν περισώθηκε στην Ελλάδα αυτό οφείλεται στην κατοχική εξέγερση των μαζών και την πύκνωση των τάξεων του ΕΑΜ, πράγμα που καθόρισε την μεταπολεμική αριστερά μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Χωρίς ουσιαστικές συνεισφορές στη διαλεκτική φιλοσοφία (με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως ο Ε. Μπιτσάκης), χωρίς ουσιαστικές συνεισφορές στην ανάλυση της πολιτικής και της ιδεολογίας, η ελληνική αριστερά αρκέστηκε πάντα σε μια μεταμοντέρνα λογική παρακολούθηση του συρμού (Μπετελέμ, Αλτουσέρ, Μπαντιού) χωρίς να κατανοεί και χωρίς να προσπαθεί να εφαρμόσει στις συγκεκριμένες συνθήκες. Η συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης ανάλυσης έλειπε πάντα από το μεγαλύτερο μέρος της αριστεράς όχι από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 αλλά από τη δεκαετία του ’30 κιόλας.
(...........)
__________________________________________________________________
Για περισσότερα βλ.
www.theorystudies.blogspot.com