ΑΥΓΗ 20/6/2010
Του Γιάννη Κουζή*
Τα τελευταία μέτρα που υιοθετούνται στο Π.Δ. για τα εργασιακά και αποτελούν τις μεγαλύτερες ανατροπές στο πεδίο των ατομικών και συλλογικών εργασιακών σχέσεων που έχουν ιστορικά καταγραφεί στον ελληνικό χώρο, δεν είναι δυστυχώς κεραυνός εν αιθρία. Είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς και μεθοδικά συντονισμένης πορείας για αλλαγές στο περιεχόμενο του εργασιακού προτύπου στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, με αυτουργούς και συνεργούς πολυσύνθετους διεθνείς και γηγενείς κύκλους. Αποσκοπούν στην πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων κατεδαφίζοντας δύο βασικούς πυλώνες του ατομικού (προστασία από τις απολύσεις) και του συλλογικού εργατικού δικαίου (συλλογικές συμβάσεις).
Τα μέτρα αυτά, στοχεύοντας συνολικά το σώμα της μισθωτής εργασίας, επηρεάζουν σε πρώτο βαθμό τους νέους εργαζόμενους αλλά δημιουργούν ένα εφιαλτικό τοπίο για τους «ηλικιωμένους» εργαζόμενους. Οι πρώτοι σηκώνουν το μεγάλο βάρος της κάθε λογής νόμιμης και παράνομης καταστρατήγησης δικαιωμάτων, ώστε να διαμορφώνεται μια χαμηλή αφετηρία προσδοκιών και περιεχομένου εργασιακών σχέσεων που θα ασκεί πιέσεις στη συνολική εξέλιξή του, και μακροπρόθεσμα θα δημιουργεί μια νέα κουλτούρα εργασίας προσαρμοσμένη απόλυτα στο προωθούμενο πρότυπο του ευέλικτου εργαζόμενου. Οι δεύτεροι, με το αντιπαραγωγικό στίγμα που τους προσάπτουν, καλούνται να πληρώσουν το τίμημα για το υψηλότερο κόστος που εύλογα συνεπάγεται η πολύχρονη απασχόληση και οι προσδοκίες που συσσωρεύονται από την όποια σταθερότητα εγγυάται μια σύμβαση αορίστου χρόνου. Βρίσκονται στο στόχαστρο των εργοδοτών που αναζητούν τρόπους να μειώσουν το κόστος των απολύσεων, κυρίως εκείνων με τις υψηλότερες αποζημιώσεις, και να το “εξορθολογήσουν» προκειμένου αυτό να κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα ενισχύοντας την ανασφάλεια των μεγάλων ηλικιών και επεκτείνοντάς την σε όλο το φάσμα της μισθωτής εργασίας.
Η απορρύθμιση συντελείται σταδιακά και μεθοδευμένα κατά την τελευταία 25ετία στον ευρωπαϊκό χώρο. Σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα ακολουθεί, με συμπληρωματικές ρυθμίσεις από το 1990, την ίδια κατεύθυνση εφαρμόζοντας την ατζέντα ισχυρών οικονομικών κύκλων όπως αυτή είχε διαμορφωθεί την ίδια περίοδο. Οι εξελίξεις, αν και φαίνεται να ξαφνιάζουν, δεν καινοτομούν στον ευρωπαϊκό χώρο. Συναντώνται διάσπαρτες σε ένα ευρύ φάσμα χωρών και εντείνονται σήμερα με αφορμή και άλλοθι την κρίση. Ό,τι είχε απομείνει για την ολοκλήρωση της απορρύθμισης, η κρίση και τα μέτρα «στήριξης» παρέχουν τις "ώριμες συνθήκες" για την επιβολή του. Η βιαιότητα μάλιστα των μέτρων, σε τόσο σύντομο διάστημα και σε μια χώρα χωρίς συγκροτημένες υποδομές που να μπορούν να συγκρατήσουν τους κραδασμούς, δημιουργεί έντονα ερωτήματα για το μέγεθος της αναλγησίας των εμπνευστών και εκτελεστών της πλήρους εργασιακής και κοινωνικής απορρύθμισης.
Η πορεία των αρνητικών εξελίξεων στην Ευρώπη δρομολογείται από την εποχή της Θάτσερ με εθνικές πρωτοβουλίες, σε μια χώρα όπως η Βρετανία, με ήδη περιορισμένο πλαίσιο ρύθμισης της εργασίας, που απελευθερώθηκε πλήρως με την ανάπτυξη ευελιξιών και την εξατομίκευση των αμοιβών. Αποτέλεσμα; Μέσα σε μια 20ετία επταπλασιάσθηκε το ποσοστό των «πιο χαμηλόμισθων» στη Βρετανία με κύρια θύματα τις νέες ηλικίες. Την αρχή της συστηματικής απορρύθμισης, σε χώρα ιδιαίτερα ρυθμισμένη, κάνει η Γερμανία του Κολ με αφορμή την ενοποίηση και την αποδοχή διάρρηξης του κατώτατου κλαδικού μισθού (δεν υπάρχει γενικός κατώτατος) από τα συνδικάτα και τη θέσπιση ρητρών στις κλαδικές συμβάσεις που επιτρέπουν την υπογραφή δυσμενέστερων όρων σε επιχειρήσεις, κατ' αρχάς, του ανατολικού τμήματος της χώρας. Στη Γερμανία, πάντοτε, το 1993 η συμφωνία στη Volkswagen αποτέλεσε ορόσημο και παράδειγμα «υπεύθυνης» στάσης των εργαζομένων που δέχθηκαν μείωση μισθών και την καθιέρωση του τετραήμερου. Στην ίδια συμφωνία, μάλιστα, εγκαινιάζεται και η περικοπή του 13ου μισθού. Την ίδια χρονιά η υιοθέτηση της Λευκής Βίβλου για την Ανάπτυξη, Ανταγωνιστικότητα και Απασχόληση δίνει το έναυσμα για κεντρική ευρωπαϊκή πολιτική στις εργασιακές σχέσεις με κατευθύνσεις που αποσκοπούν στη «ριζική μεταρρύθμιση» της αγοράς εργασίας με έμφαση στην ευελιξία για τη μείωση του κόστους εργασίας. Ακολουθούν παρεμβάσεις σε εθνικό επίπεδο. Γενικεύονται οι απόπειρες διάβρωσης του κατώτατου μισθού. Η αναφορά του σε εργασία ανειδίκευτη και χωρίς προϋπηρεσία δεν αρκεί. Αναζητείται φόρμουλα για περισσότερους ανειδίκευτους και ακόμη μεγαλύτερη έλλειψη προϋπηρεσίας! Οι νέες ηλικίες με τον υψηλότερο δείκτη ανεργίας μπαίνουν στο στόχαστρο. Το 1994 το πλάνο Ζιπέ στη Γαλλία για μισθούς των νέων με το 80% του κατώτατου μισθού αποτυγχάνει. Την ίδια τύχη έχει το 2005 το σχέδιο Ντε Βιλπέν για τις αναιτιολόγητες απολύσεις των νέων. Στη Γερμανία οι σοσιαλδημοκράτες εισάγουν (σχέδιο Χαρτς) «ενεργητικές» πολιτικές με διακρίσεις για τους νέους. Εισάγονται τα mini jobs και η «μερική» μερική απασχόληση με λιγότερες από 15 ώρες εβδομαδιαίας εργασίας και χωρίς ουσιαστική ασφάλιση. Στην Ελλάδα από τα μέσα του ’90 εκδηλώνονται φωνές για διάβρωση του κατώτατου μισθού μέσω της ρύθμισης με νόμο αντί της εθνικής συλλογικής σύμβασης. Ασκούνται πιέσεις ώστε οι ΣΣΕ να προβλέπουν χαμηλότερους μισθούς στις περιοχές με υψηλή ανεργία και στους φθίνοντες κλάδους. Το πρώτο επιτυγχάνεται το 1998 με ποικιλία ρυθμίσεων σε βάρος των κλαδικών συμβάσεων. Στο στόχαστρο και πάλι οι νέοι. Το 2004 η πρόταση Παπανδρέου στο Λαύριο για τους ανασφάλιστους νέους εντάσσεται στην ίδια λογική. Από το 2005 οι νεοπροσλαμβανόμενοι στις ΔΕΚΟ απασχολούνται με δυσμενέστερους όρους σε σχέση με το παλαιό προσωπικό, του οποίου η υποβάθμιση ακολουθεί με ποικιλία ρυθμίσεων.
Σήμερα οι νέοι εκπροσωπούν το 40% των ανέργων, την πλειονότητα των ευέλικτων και χαμηλόμισθων εργαζομένων. Αποτελούν τον κύριο όγκο της γενιάς των 700 ευρώ που πλέον φαντάζει πολυτέλεια γι’ αυτό που ακολουθεί. Τα ανακοινωθέντα μέτρα προβλέπουν για τις ηλικίες 21-25 ετών ως αμοιβή το 85% του κατώτατου μισθού (629 ευρώ), για τους 18-21 το 80% (592 ευρώ) και για τους 15-18, μέσα από συμβάσεις μαθητείας, το 70% (518 ευρώ). Η διαφημιζόμενη αναπλήρωση του υπολοίπου από τον ΟΑΕΔ είναι «δυνητική». Και βέβαια, ο «κατώτατος» μισθός δεν είναι σίγουρο ότι θα παραμένει στα αντίστοιχα επίπεδα των 740 ευρώ, αφού προβλέπεται πλέον να διαβρώνεται και από κλαδικές και επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις.
Με το Π.Δ., όμως, εγκαινιάζεται η «νομοθετική» παρέμβαση καθορισμού των κατώτατων μισθών αναιρώντας τον ρόλο της εθνικής σύμβασης, ώστε να πάψει να έχει αυτή την αρμοδιότητα με το επιχείρημα της περιορισμένης ευθύνης και εκπροσώπησης που έχουν τα μέρη που την υπογράφουν (ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ). Την ίδια στιγμή οι μισθοί δέχονται ένα ακόμη πλήγμα από την κατάργηση της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής των εργαζομένων στη διαιτησία (όταν οι εργοδότες αρνούνται την πρόταση του μεσολαβητή), που αφήνει τη συλλογική διαφορά χωρίς οριστική λύση και εκβιάζει τα συνδικάτα να υπογράφουν συμβάσεις στη βάση των εργοδοτικών προτάσεων για να αποφύγουν το πάγωμα των μισθών. Ένα ακόμη παλιό αίτημα του ΣΕΒ υλοποιείται..
Το ζήτημα των απολύσεων επανέρχεται, στην περίοδο της κρίσης και της εκτόξευσης των ποσοστών της ανεργίας, χωρίς να χρειάζεται να επενδύει κανείς στον εύπεπτο όρο της flexicurity που μας ταλαιπώρησε τα τελευταία χρόνια. Επιμέναμε ότι η συζήτηση αυτή αφορούσε κυρίως στην απελευθέρωση των απολύσεων και την «ασφαλή» επανένταξη των απολυμένων και κατά δεύτερο λόγο στην όποια προστασία των ευέλικτα εργαζόμενων εφόσον αυτή η παράμετρος είχε ήδη ολοκληρωθεί στην Ευρώπη με τη νομοθετική ρύθμιση όλων των μορφών της ευελιξίας. Στη σημερινή συγκυρία οι σχεδιαστές της απορρύθμισης δεν έχουν ανάγκη το άλλοθι της flexicurity και προωθούν τις απολύσεις χωρίς αναστολές. Στο στόχαστρο ήταν πάντοτε η άρση των όποιων περιορισμών στο σύστημα των ομαδικών απολύσεων και η μείωση των υψηλών αποζημιώσεων για τις ατομικές απολύσεις. Στην πρώτη περίπτωση αυξάνεται σημαντικά το όριο των ελεύθερων απολύσεων (6 από 4 μηνιαίως για τις επιχειρήσεις με πάνω από 20 εργαζόμενους, και 5% από 2% για τις πάνω από 150, όριο που ίσχυε για τις με πάνω από 200 εργαζόμενους). Στη δεύτερη περίπτωση οι αποζημιώσεις μειώνονται μέχρι και 44% μέσα από το τρικ της μείωσης (ακόμη και στο 6πλάσιο) του χρόνου προειδοποίησης, διευκολύνοντας την απόλυση με προειδοποίηση που συνεπάγεται την καταβολή του μισού της αποζημίωσης! Την ίδια στιγμή οι αποζημιώσεις, ανεξαρτήτως ορίου, θα καταβάλλονται σε 2 μηνιαίες (χωρίς αριθμητικό όριο) δόσεις με την άρση της ακυρότητας της απόλυσης σε περίπτωση μη καταβολής στο ακέραιο της αποζημίωσης που αντιστοιχεί σε 6 μήνες και την καταβολή του υπολοίπου σε 3 τριμηνιαίες...
Με την απελευθέρωση των απολύσεων θίγονται κυρίως οι παλιοί εργαζόμενοι. Ο περιορισμός, άλλωστε, μέχρι 10% των απολύσεων για τις ηλικίες 55-64 (που με τον τρόπο που έχει τεθεί στο Π.Δ. δημιουργεί πρόβλημα εφαρμογής), αφορά μια μικρή κατηγορία των υψηλών αποζημιώσεων για τις οποίες και λαμβάνεται το σχετικό μέτρο.
Το έγκλημα απέναντι στο σύνολο της μισθωτής εργασίας έχει συντελεστεί. Οι νέοι κι οι παλιοί εργαζόμενοι δέχονται τα κύρια πλήγματα για τη συνολική συμπίεσή της. Όπως πριν από λίγους μήνες τα μέτρα στον δημόσιο τομέα προετοίμασαν τη γενική επίθεση για τη λεηλασία των δικαιωμάτων. Συμπίεση μισθών, συμπίεση αποζημιώσεων σε απολύσεις υπολογισμένες σε συμπιεσμένες αποδοχές, συμπίεση συντάξεων υπολογισμένων σε συμπιεσμένους μισθούς μιας ολόκληρης εργάσιμης ζωής. Δικαιώματα που κατοχυρώνονται υπό τη σημαντική συμβολή και της σοσιαλιστικής διεθνούς του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, ενταφιάζονται από τους μεταλλαγμένους και ακραία νεοφιλελεύθερους «σοσιαλιστές» υπό τον πρόεδρο της αυτοαποκαλούμενης σοσιαλιστικής διεθνούς τού σήμερα. Οι «κομμουνιστές» Κινέζοι, άλλωστε, δεσμεύονται να επενδύουν στην Ελλάδα απασχολώντας ελληνικό δυναμικό. Η σύγκλιση με την κινέζικη νομοθεσία είναι σε καλό δρόμο…
* Ο Γ. Κουζής διδάσκει εργασιακές σχέσεις στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πρώτη προειδοποίηση!
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να παραμένουν εντός θέματος.
Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να είναι ευπρεπή.
Αλλιώς θα αναγκαστώ να πάρω μέτρα.