Τετάρτη 11 Αυγούστου 2010

Η δομική κρίση του συστήματος


(του Σωτήρη Δημητρίου)

(Aναδημοσίευση από Anti-somata )
`
`
Η δομική κρίση του συστήματος
Το ζήτημα της οικονομικής κρίσης είναι εξαιρετικά περίπλοκο. Επιπλέον, επικρατεί σύγχυση για το χαρακτήρα της. Ακούγεται από κάποιους ότι πρόκειται για χρονία ή δομική κρίση αλλά το ενδεχόμενο να απειλούμαστε από μια τέτοια κρίση αμφισβητείται, τόσο από την επίσημη άποψη όσο και από την κοινή γνώμη. Αντίθετα, υποστηρίζεται ότι πρόκειται για μια ακόμα επανάληψη των γνωστών περιοδικών κρίσεων του καπιταλισμού, οι οποίες κατέληγαν πάντα σε αναδιάρθρωσή του με βάση τις χαρακτηριστικές τάσεις της επέκτασης και, ταυτόχρονα, της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου.
Η αμφισβήτηση αυτή μεταφέρει το πρόβλημα στη σφαίρα του αξιοπερίεργου. Όχι τόσο εξαιτίας της ιδέας ότι φτάσαμε στο «τέλος της ιστορίας» και ότι θα ζούμε με συνεχείς περιοδικές κρίσεις στον αιώνα τον άπαντα. Ούτε εξαιτίας της συνακόλουθης ιδέας ότι η ζωή μας προσδιορίζεται από την κουλτούρα, άρα και από την τέχνη, και εντελώς άσχετα από τους κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες που, γι’ αυτό, δεν τους συζητάμε. Αλλά εξαιτίας του εξής:  Στα 1972 γνωστοποιείται στους ηγέτες των βιομηχανικών χωρών το αποτέλεσμα της μελέτης μιας ομάδας ειδικών καθηγητών, σύμφωνα με το οποίο υπάρχει η απειλή παγκόσμιας κρίσης και επείγει να ληφθούν ορισμένα μέτρα. Κύριοι παράγοντες της κρίσης, σύμφωνα με τη μελέτη  ήταν: η δημογραφική πίεση, η εξάντληση των φυσικών πόρων, η μόλυνση του περιβάλλοντος και η συνεχής αύξηση του ρυθμού της βιομηχανικής παραγωγής. Δεν θορυβήθηκε κανείς από τους ηγέτες της Δύσης, αλλά το 1973, όταν εκδηλώθηκε η πετρελαϊκή κρίση, έδωσαν σημασία στη μελέτη και ανέθεσαν σε άλλη, μεγαλύτερη επιστημονική, ομάδα να την επαναλάβει. Η νέα μελέτη επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα της προηγούμενης, οπότε, με πρωτοβουλία του Κίσιγκερ η ηγεσία της Δύσης επιδίωξε να λάβει ορισμένα μέτρα. Ένα από αυτά ήταν ο έλεγχος των γεννήσεων για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, που απέτυχε εντελώς, και το άλλο, η περιοδική Σύνοδος Πλουσίων και Φτωχών χωρών με σκοπό τη μείωση του μεταξύ τους οικονομικού «ανοίγματος της ψαλίδας». Στα 1978, στην τελευταία Σύνοδο, που έγινε στο Ναϊρόμπι, η δύση δίνει τέλος στις συναντήσεις αυτές, λόγω ανησυχιών για την οικονομία της Αγγλίας. Το 1980 υιοθετείται το μοντέλο του νεοφιλελευθερισμού που πρότεινε ο Φρίντμαν, καθηγητής  στο Σικάγο. Αναγνωρίζεται, πλέον, από τους οικονομολόγους ότι η κρίση είναι χρονία.
Τα παραπάνω μέτρα είναι γνωστά και οι μελέτες έχουν δημοσιευθεί, καθώς και άλλες οκτώ, ακόμα πιο εκτεταμένες, που όλες επιβεβαίωναν την επερχόμενη κρίση, με τελευταία τη μελέτη του 1992, σύμφωνα με την οποία «…το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα, όπως είναι δομημένο,…έχει υπερακοντίσει τα όριά του και οδεύει προς την κατάρρευση, άρα θα πρέπει να υποστείαναδόμηση».
Η στροφή στο νεοφιλελευθερισμό επιτάχυνε τις διαδικασίες που οδηγούν στην κρίση ώστε οι τελευταίες εκθέσεις υπολόγισαν την εκδήλωσή της για το 2010 και, όταν μπήκαμε στον 21οαιώνα,προβλέφθηκε για το 2008. Παράλληλα, πολλοί οικονομολόγοι –Γκαλμπράϊτ, Σόρος κ.ά.- έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου. Τελικά, η κρίση εκδηλώθηκε όπως είχε προβλεφθεί, το 2008, με την κατάρρευση τραπεζών. Κατά τη συνάντησή τους στο Κιότο, τον Αύγουστο του 2008, οι G7 απεφάσισαν να ανακοινώσουν ότι επέρχεται ύφεση, όχι όμως δομική. Παρόλο που ζούμε στην εποχή της ακμής της επικοινωνίας και της πληροφόρησης και παρά τη δυσοίωνη τροπή που έχει πάρει το ζήτημα της κρίσης, σε όλες τις επίσημες ή μη ανακοινώσεις που γίνονται γι’ αυτήν αποκρύπτονται συστηματικά οι μελέτες που την προέβλεψαν, οι διαδικασίες για την αντιμετώπισή της επί 40 χρόνια, από το 1973, και ότι ο χαρακτήρας της είναι δομικός.
Θα φανεί τολμηρό εγχείρημα να αναζητήσουμε μια συνοπτική και απλουστευτική εικόνα του οικονομικο-πολιτικού συστήματος για να διευκρινιστεί ο χαρακτήρας της κρίσης. Μπορούμε, όμως να στηριχτούμε σε ορισμένα στοιχεία που είναι σε όλους κατανοητά. Είναι αναντίρρητο ότι η βιομηχανική παραγωγή πλεονεκτεί ριζικά ως προς τη γεωργική. Επειδή βασίζεται στις μηχανές και όχι στη γη, έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει μέσα σε ένα χρόνο, πολλούς κύκλους παραγωγής, αντί του ενός κύκλου στον οποίο περιορίζεται η γεωργική, και αυτό χωρίς τις ανασφάλειες που προκαλούν στην τελευταία οι κλιματικές συνθήκες. Επιπλέον, το κέρδος κάθε κύκλου μπορεί να επενδύεται απεριόριστα στον επόμενο και να επαυξάνεται συνεχώς, πράγμα δύσκολο στη γεωργική παραγωγή, γιατί η γη δεν είναι απεριόριστη. Επομένως, η αύξηση του κέρδους συνιστά το βασικό μηχανισμό κίνησης, στα πλαίσια του ατομικού ανταγωνισμού, αλλά και την κυρίαρχη αξία της βιομηχανικής κοινωνίας, που απορροφά όλες τις άλλες αξίες. Η συνεχής αύξηση του ετήσιου ρυθμού παραγωγής γίνεται όρος ύπαρξης του συστήματος και συνδέεται άμεσα με τις δύο κύριες τάσεις του κεφαλαίου, την επέκταση και τη συγκεντροποίηση. Η τάση της επέκτασης πηγάζει από την αναζήτηση του κέρδους σε νέους κλάδους ή σε νέες γεωγραφικές περιοχές και η συγκεντροποίηση πηγάζει από την αύξηση του κέρδους που αποδίδει η μαζική παραγωγή.
Ας κάνουμε μια προσομοίωση με αναγωγή στα συστήματα. Δομική κρίση ενός δυναμικού συστήματος, όπως είναι το οικονομικό μας σύστημα, σημαίνει ότι έχει ξεπεράσει τα όρια της λειτουργίας του, τόσο τα εξωτερικά, όσο και τα εσωτερικά. Εξωτερικά όρια είναι οι φυσικές πηγές (πρώτες ύλες και ενέργεια) και η εργατική δύναμη στην είσοδό του και το επίπεδο κατανάλωσης στην έξοδό του. Οι λειτουργίες της εισόδου και της εξόδου είναι πρωταρχικές και έχουν άμεσο αντίκτυπο στο περιβάλλον. Οι εσωτερικές λειτουργίες συνδέουν την είσοδο με την έξοδο και αφορούν τη διαδικασία παραγωγής αγαθών. Η επιρροή τους τους στο περιβάλλον είναι έμμεση: μετανάστευση αγροτών, δημιουργία μεγαλουπόλεων, ανάπτυξη των θετικών επιστημών κ.ά.
Ας εξετάσουμε την είσοδο του συστήματος. Διαλύοντας τον ανιμισμό η νεωτερικότητα καταργούσε, ταυτόχρονα, και το σεβασμό που έτρεφε ο άνθρωπος για τη φύση, επιτρέποντας στη βιομηχανική παραγωγή να την αντιμετωπίσει σαν πεδίο ανεξέλεγκτης εκμετάλλευσης. Αφότου εμφανίστηκε η οικολογική καταστροφή, πράγμα που εντοπίστηκε από το 1972, είναι προφανές ότι το σύστημα ξεπέρασε τα όρια λειτουργίας στην είσοδό του –εξάντληση των φυσικών πόρων και μόλυνση του περιβάλλοντος. Εκτός από τις φυσικές πηγές, ξεπέρασμα των ορίων της εισόδου υπάρχει και στο σκέλος της εργατικής δύναμης, όπως θα δούμε.
Οι βιομηχανικές επιχειρήσεις είναι ορθολογικές στο εσωτερικό τους και στηρίζονται στην επιστήμη, ενώ εξαιτίας του ελεύθερου ανταγωνισμού είναι ανορθολογικές στο σύνολό τους και στηρίζονται στο τυχαίο της αγοράς. Με άλλα λόγια, η πίεση για αύξηση του κέρδους δεν ενδιαφέρεται για τις συνέπειες της δραστηριότητάς της στην κοινωνία. Σε σχέση με τις άλλες κοινωνίες, η βιομηχανική παρουσιάζει το μικρότερο βαθμό ομοιοστασίας, δηλαδή, ανεπαρκείς ρυθμίσεις προστασίας των μελών της, οι οποίες μάλιστα με την είσοδο του νεοφιλελευθερισμού εξανεμίζονται. Αυτό αυξάνει τα περιθωριακά στρώματα και μειώνει αντίστοιχα τη συναίνεση, άρα και τη συνοχή του έθνους κράτους. Πρέπει να σημειωθεί ότι η λύση του κρατικού παρεμβατισμού, που ρυθμίζει την ομοιοστασία, αν και συζητήθηκε μερικές φορές, τελικά απορρίφθηκε. Προφανώς, η αξία του κέρδους ήταν αδιαπραγμάτευτη γιατί ήταν ακραία έκφραση της δύναμης για εξουσία –είχε ισχυρή ψυχολογική επιρροή. Από τη μετα-αποικιοκρατική περίοδο, χάρη στην επεκτατική δύναμη του κεφαλαίου, η ανεξέλεγκτη εκμετάλλευση εξαπλώθηκε σε όλο τον πλανήτη, προκαλώντας και την αποδιοργάνωση σε πολλές χώρες. Πρόκειται για το γνωστό «άνοιγμα της ψαλίδας» μεταξύ βιομηχανικών και αναπτυσσόμενων κρατών. Αποτέλεσμα της εξαθλίωσης του Τρίτου κόσμου ήταν η μείωση του αγοραστικού κοινού, διεθνώς και η μαζική μετανάστευση ανέργων.
Επομένως, το σύστημα ξεπέρασε τα όρια λειτουργίας και στην έξοδό του, στη εκροή αγαθών, δηλαδή έπεσε το ύψος της κατανάλωσης. Συνέπεια ήταν να εμφανιστεί το εξής παράδοξο: όταν μεγαλώνει ο τζίρος πέρα από ένα ορισμένο όριο, να μειώνεται το κέρδος (άλλαξε η αρχή της μεγιστοποίησης του κέρδους).. Μαζί με την κατανάλωση και το κέρδος, έπεσε και η συνεχής αύξηση του ρυθμού παραγωγής (ανεκτό θεωρείτο το 2%), που ήταν όρος ύπαρξής του του συστήματος. Τα κεφάλαια περιόρισαν τις επενδύσεις τους στη βιομηχανική παραγωγή, έγιναν «λιμνάζοντα κεφάλαια» (το 2000 ήταν 20πλάσια των κεφαλαίων που είχαν επενδυθεί στη βιομηχανική παραγωγή) και αναζήτησαν την τύχη τους στις υπηρεσίες –συμπεριλαμβανομένων και των υπηρεσιών του δημόσιου τομέα-, στις εξαγορές και στις συγχωνεύσεις, στους δανεισμούς-τοκογλυφία και στη σπέκουλα. Το σύστημα πέρασε σε απόκλιση και εσωστρέφεια ενώ, ταυτόχρονα, άλλαξε και η ορολογία. «Αγορά» δεν λέγεται πλέον η διακίνηση αγαθών αλλά η διακίνηση κεφαλαίων.
Αντιθέσεις και εξάντληση των ορίων παρουσιάζονται και στις εσωτερικές λειτουργίες του συστήματος, όπως είναι π.χ. η αναίρεση του ανταγωνισμού από τη συγχώνευση σε μονοπώλια, η αύξηση του κόστους των υπηρεσιών (μέσα μεταφοράς, δίκτυα) παρά την μείωση του κόστους παραγωγής που επιφέρει η συγκεντροποίηση κ.ά. Αυτή και μόνο η υπέρβαση των ορίων της εισόδου και της εξόδου οδηγεί το σύστημα σε συνθήκες ενδοφαγίας, σε αύξηση των αντιφάσεων. Μια σοβαρή αντίφαση αφορά το μηχανισμό παραγωγής του κέρδους. Όπως είναι γνωστό, το κεφάλαιο αποτελείται από δύο μέρη: το σταθερό, που είναι οι μηχανές και οι εγκαταστάσεις, και το μεταβλητό, που είναι οι άνθρωποι της μισθωτής εργασίας. Είναι γνωστό επίσης ότι το κέρδος παράγεται από το μεταβλητό κεφάλαιο. Ξέρουμε ακόμα ότι βασικός όρος της βιομηχανικής παραγωγής, συνδεόμενος με την ανταγωνιστικότητα, είναι και η συνεχής βελτίωση του σταθερού κεφαλαίου: αυτοματισμός, ηλεκτρονική τεχνολογία. Με την είσοδο του αυτοματισμού αυτό οδηγεί σε έντονη αύξηση του σταθερού κεφαλαίου και μείωση του μεταβλητού, δηλαδή σε απολύσεις (το 1978 ένα ρομπότ συγκόλλησης αντικαθιστούσε 30 εργάτες στην  Citroen και, αντίστοιχα, ένα ηλεκτρονικό ρολόι περιόριζε τα 100 κομάτια σε 4) . Αλλά μείωση του εργατικού δυναμικού συνεπάγεται μείωση του κέρδους και, σε συνέχεια, αποβιομηχανοποίηση. Το αδιέξοδο αυτό δεν υπάρχει τρόπος να αναιρεθεί. Αποτελεί άλλη μια, πολύ σοβαρή, δομική εκτροπή του συστήματος. Ταυτόχρονα, η αύξηση της ανεργίας λόγω του αυτοματισμού μειώνει με τη σειρά της το ύψος της κατανάλωσης, προσβάλλει την έξοδο του συστήματος.
Μια άλλη, εξίσου σοβαρή αντίφαση είναι εκείνη της ταξικής σύγκρουσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Οι εργαζόμενοι αντιδρούν στην πίεση που υφίστανται για την αύξηση της υπεραξίας-κέρδους με δύο τρόπους, ρητό και άρρητο. Ο πρώτος αφορά τους απεργιακούς αγώνες για διεκδικήσεις οικονομικές ασφάλισης κ.ά. Ο δεύτερος, ο άρρητος, αφορά την άρση της συναίνεσης. Επειδή η αύξηση του κέρδους στηρίζεται και στη μείωση του κόστους και επειδή η μείωση του κόστους μετριέται με τη μείωση του εργάσιμου χρόνου για την παραγωγή των αγαθών, οι εργαζόμενοι που απέρριψαν τη συναίνεση αυξάνουν τον εργάσιμο χρόνο με λούφα και άλλες μορφές αντίδρασης. Και οι δύο τρόποι, ρητός και άρρητος, περιορίζουν την αύξηση του κέρδους. Αποτελούν τη συμβολή των εργαζομένων στην κρίση του κυρίαρχου τρόπου παραγωγής. Το αποτέλεσμα είναι, η αποδόμηση να παρουσιάζει συσσωρευτική μορφή.
Δοκιμάστηκαν, φυσικά, πολλές άλλες διέξοδοι, όπως η επένδυση στην πολεμική βιομηχανία και στην πρόκληση πολέμων, αλλά έφτασαν και αυτές στα όριά τους. Η παραπάνω ανάλυση αφορά την υλική-οικονομική πλευρά της παγκόσμιας κρίσης. Πρέπει να συνυπολογίσουμε σ’ αυτήν και την αναπόσπαστη πλευρά του πολιτικού παράγοντα που κάνει ακόμα πιο περίπλοκη την κατάσταση και εντείνει τις αντινομίες της: π.χ. η εξάρτηση από την κυριαρχία των ΗΠΑ, οι ιδιότυπες σχέσεις εξουσίας μεταξύ τραπεζικού κεφαλαίου και κράτους (Κίσιγκερ και Μπλερ διετέλεσαν οικονομικοί σύμβουλοι, ο πρόεδρος της Γερμανίας Κέλερ διετέλεσε και πρόεδρος του ΔΝΤ, οι υπουργοί εξωτερικών Φίσερ και Ολμπράιτ έγιναν σύμβουλοι πολυεθνικής, όπως ο καγκελάριος Σρέντερ σύμβουλος της εταιρείας RWE) κ.ά. Ο συνδυασμός τους απεικονίζεται στην τελική πορεία που ακολούθησε το σύστημα: πρόγραμμα λιτότητας (που σημαίνει συμπίεση του μεταβλητού κεφαλαίου, δηλαδή, μείωση της εργατικής δύναμης στην είσοδο), εκσυγχρονισμός (που σημαίνει άλωση των κρατικών υπηρεσιών και αυτοματισμό), αύξηση των κατασταλτικών μέτρων για την πρόληψη των λαϊκών αντιδράσεων στην επίθεση κατά των εισοδημάτων τους (αντιτρομοκρατικοί νόμοι, υποκλοπές, κάμερες, απαγορεύσεις και έλεγχοι –στο κάπνισμα, στα αεροδρόμια), υποθήκευση του μέλλοντος των πολιτών με τη χορήγηση σειράς δανείων από τις τράπεζες. Η πορεία αυτή, του νεοφιλελευθερισμού, επιτάχυνε την αποδόμηση και οι τράπεζες άρχισαν να καταρρέουν γιατί οι δανειολήπτες έχαναν ταυτόχρονα την εργασία τους και δεν πλήρωναν. Τα κράτη ενίσχυσαν τις τράπεζες και, παράλληλα, ενέτειναν τα μέτρα καταστολής (με άνωθεν εντολή τον Οκτώβριο του 2008), ξεκινώντας πρώτοι την κοινωνικο-πολιτική πόλωση, δηλαδή, τον εκφοβισμό και την επίθεση στην κοινωνία της εργασίας. Αλλά ενισχύοντας τις τράπεζες, τα κράτη αντιμετωπίζουν τη χρεωκοπία και στρέφονται σε νέο δανεισμό, στο φαύλο κύκλο του αδιεξόδου. Τελευταίο σύμπτωμα είναι οι ρωγμές στις σχέσεις μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ομίλων και των πολιτικών, η σύγκρουση της Κομισιόν με τους οίκους αξιολόγησης.
Δεν μπορούμε να αρνηθούμε το ενδεχόμενο να διαιωνιστεί η χρονία αυτή κρίση με αύξηση της βίας και άλλων δεινών για αρκετό διάστημα –αυτό έχει ξανασυμβεί στην ιστορία. Αλλά δεν μπορούμε επίσης να αρνηθούμε ότι η κοινωνική αντίσταση συνέβαλε σημαντικά στην εκδήλωσή της με πολλούς τρόπους: αγωνιστικές διεκδικήσεις, μείωση της συναίνεσης κ.ά. Το πρόβλημα είναι σε ποιο βαθμό θα μπορέσει η κοινωνική αντίσταση να μειώσει τα δεινά που θα προκαλέσει η διαδικασία της μελλοντικής αναδόμησης, δηλαδή πώς θα ξεπεράσουμε τη βαρβαρότητα της αποδόμησης. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο μετασχηματισμός του οικονομικού συστήματος αλλά η αναδόμηση της όλης κουλτούρας, που η οικονομική κρίση την έχει παρασύρει σε γενική παρακμή (διαφθορά, βία, παιδεραστία κ,ά,). Εφόσον συζητάμε για κοινωνικό μετασχηματισμό, ο ηθικός παράγοντας μπαίνει στην πρώτη γραμμή.
Σ. Δημητρίου
Παίρνοντας το έναυσμα από την ανάρτηση , αναζητήσαμε  και άλλα κείμενα του Σ.Δ, όπως αυτό για την βία και την εξουσία, που επίσης έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον:

3 σχόλια:

  1. Καλησπέρα σας.Παρακολουθώ τις αναρτήσεις σας και νομίζω ότι στο βαθμό που θα αποφασίσουμε ότι το κλικάρισμά μας στο διαδίκτυο συμβάλλει, τόσο στην ενημέρωση, αλλά κυρίως στην διαμόρφωση απόψεων, τότε μπορώ να πω ότι και σεις με την σειρά σας συμβάλλεται και να είστε καλά.Μια παρατήρηση μονάχα όταν τα κείμενα, όσο ενδιαφέρον και αν παρουσιάζουν, είναι τόσο μεγάλα, νομίζω ότι δυσχεραίνουν την,ανάγνωση,εξαντλούν την υπομονή και άλλοτε τον χρόνο του αναγνώστη και τελικά δεν παίζουν τον ρόλο για τον όποιο συντάχθηκαν, πολύ περισσότερο τον λόγο για τον οποίο αναρτήθηκαν.Οφείλω να ομολογήσω πάντως ότι το κείμενο του Σωτήρη Δημητρίου παρουσιάζει ενδιαφέρον καιθα προσπαθήσω να το κοιτάξω με ακόμη μεγαλύτερη προσοχή.
    Ζητώ συγνώμη δεν θα προέβαινα σε μια τέτοια παρατήρηση αν το blog,τα κείμενα και άρα η προσπάθειά σας μου ήταν αδιάφορη και δεν την είχα αληθινά σε εκτίμηση.
    Σας ευχαριστώ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλησπέρα Black Bedlam,

    καθε καλοπιστη κριτικη ειναι καλοδεχούμενη ώστε να βελτιωνόμαστε.

    καταλαβαινω οτι ειναι δυσκολο να διαβαστει καποιο μεγαλο κειμενο ειδικα αν ειναι και απαιτητικο, απο τον υπολογιστή. Και γω το ιδιο προβλημα εχω.
    Αλλα ειπαμε να μη θυσιαζουμε καποιο κειμενο που αξιζει, εξ αιτιας του μεγεθους του.
    Αυτο που κανω ειναι να τα φυλαω στο σκληρο δισκο και να τα διαβαζω σε καποια αλλη στιγμη τυπωμενα στο χαρτι.

    ΥΓ. Πού να δεις και ένα επομενο που ερχεται, του Tony Jundt, που ειναι και τεραστιο και στα αγγλικα!!!

    Ζητω συγνωμη προκαταβολικα...Παντως τα περισσοτερα κειμενα ειναι λογικα απο αποψη μεγεθους, περιορισμος που τιθεται αναγκαστικα απο τις εημεριδες απο τις οποιες και αναδημοσιευουμε τα περισσοτερα.

    Σ' ευχαριστουμε πολυ

    cynical

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Κάτι σχετικό στο
    http://cornel.capitalblogs.gr/showArticle.asp?id=26183&blid=95

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Πρώτη προειδοποίηση!

Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να παραμένουν εντός θέματος.

Θα σας παρακαλούσα τα σχόλια να είναι ευπρεπή.

Αλλιώς θα αναγκαστώ να πάρω μέτρα.