Η Ελλάδα έγινε ο αδύνατος κρίκος στον παγκόσμιο καπιταλισμό, λόγω της μανίας της πολιτικής και οικονομικής ελίτ, για ανάπτυξη που δεν στηριζόταν στον πρωτογενή- δευτερογενή τομέα(γεωργία, μεταποίηση, καινοτομία κ.λπ.), αλλά στον τριτογενή(κατανάλωση, εμπόριο, τουριστικές υπηρεσίες κ.λπ.) και στις κάθε είδους οικοδόμηση και κατασκευές.
Ο «εκσυγχρονισμός» που υποτίθεται έγινε -χωρίς να υπολογίζεται το οικονομικό και το περιβαλλοντικό κόστος του-στηρίχθηκε σε δάνεια κύρια από το εξωτερικό. Σε αυτό βοήθησε και η είσοδος στην Ευρωζώνη, γιατί αύξησε τη δανειοληπτική πίστη λόγω του κοινού νομίσματος. Όλοι άρχισαν να δανείζονται εύκολα. Η κυβέρνηση και οι τράπεζες από τις «χρηματοπιστωτικές αγορές», οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από τις τράπεζες. Το Ευρώ και τα δάνεια βοήθησαν ιδιαίτερα στο να ικανοποιείται η μανία της ελληνικής ελίτ για έργα φαραωνικά( π.χ. των ολυμπιακών του 2004 ), για γέ¬φυρες λιμάνια, δρόμους, αεροδρόμια και στάδια, αλλά και για τη δημιουργία ενός υπερμεγέθους πελατειακού κράτους στην υπηρεσία της. Σε oλόκληρη τη μεταπoλεμική περίoδo μόvo τo 15% τωv συvoλικώv επεvδύσεωv παγίoυ κεφαλαίoυ στρεφόταv στη μεταπoίηση, εvω τo 42% τωv ιδιωτικώv επεvδύσεωv στρεφόταv στις κατoικίες και τα 2/3 τωv δημoσίωv στηv υπoδoμή.
Και αυτή η κατεύθυνση -που υλοποιούταν από ένα πολιτικό προσωπικό κάθε άλλο παρά αξιόλογο-κατέρρευσε στα πλαίσια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και της άρσης της «εμπιστοσύνης των πιστωτών», που την μετέτρεψε σε κρίση των δημοσιονομικών χρεών.